Η αναβλητικότητα, σύμφωνα με τον Σίγκμουντ Φρόυντ, μπορεί να οφείλεται στην αρχή της ευχαρίστησης, κάποιος δηλαδή μπορεί να προτιμά την αποφυγή αρνητικών συναισθημάτων και να καθυστερεί τις εργασίες οι οποίες προκαλούν άγχος. Η άποψη ότι κάποιος δουλεύει καλύτερα υπό πίεση είναι ένα επιπλέον κίνητρο για αναβολή των εργασιών.[1] Κάποιοι ψυχολόγοι βλέπουν αυτή την συμπεριφορά ως μηχανισμό αντιμετώπισης με το άγχος να σχετίζεται με την έναρξη ή την ολοκλήρωση οποιασδήποτε εργασίας ή απόφασης.[2] Άλλοι ψυχολόγοι υποδεικνύουν ότι το άγχος είναι εξίσου πιθανό να οδηγήσει σε νωρίτερη έναρξη της δουλειάς και άρα η εστίαση θα έπρεπε να είναι πάνω στην παρορμητικότητα. Δηλαδή, το άγχος θα κάνει έναν άνθρωπο να καθυστερήσει μόνο αν αυτός είναι παρορμητικός.[3]

Οι Schraw, Wadkins και Olafson έχουν προτείνει τρία κριτήρια για την κατηγοριοποίηση μιας συμπεριφοράς ως αναβλητικότητας: πρέπει να είναι αντι-δημιουργική, αχρείαστη και καθυστερητική.[4] Παρομοίως, ο Steel (2007) κάνει μια ανασκόπηση όλων των προηγούμενων προσπαθειών ορισμού της αναβλητικότητας, καταλήγοντας στο ότι είναι "η ηθελημένη καθυστέρηση μιας επιθυμητής πράξης ή απόφασης παρόλο που αναμένουμε ότι η καθυστέρηση αυτή δεν θα μας βγει σε καλό.".[5] Οι Sabini και Silver ισχυρίζονται ότι η αναβλητικότητα και ο παραλογισμός είναι τα δύο στοιχεία-κλειδιά της αναβλητικότητας Ηαναβολή μίας εργασίας δεν είναι αναβλητικότητα, ισχυρίζονται, αν υπάρχουν ορθολογικοί λόγοι γι'αυτό.

Η αναβλητικότητα μπορεί να οδηγήσει σε άγχος, μια αίσθηση ενοχής και κρίσης, σοβαρή απώλεια παραγωγικότητας, καθώς και κοινωνική αποδοκιμασία για την μη τήρηση ευθυνών ή δεσμεύσεων. Αυτά τα συναισθήματα συνδυαζόμενα μπορούν να προκαλέσουν περαιτέρω αναβλητικότητα. Αν και θεωρείται ως φυσιολογικό οι άνθρωποι να αναβάλουν σε κάποιο βαθμό, αυτό μεταλλάσεται σε πρόβλημα όταν δυσκολεύει την φυσιολογική λειτουργία. Η χρόνια αναβλητικότητα μπορεί να είναι σημάδι μιας υποβόσκουσας ψυχικής διαταραχής. Τέτοιου είδους αναβολείς μπορεί να δυσκολεύονται να ζητήσουν στήριξη λόγω του κοινωνικού στίγματος και της πεποίθησης ότι αποστροφή προς τα καθήκοντα προκαλείται από την τεμπελιά, χαμηλή δύναμη θέλησης ή χαμηλή φιλοδοξία.[5] Από την άλλη, πολλοί βλέπουν την αναβλητικότητα ως ένα χρήσιμο τρόπο να ταυτοποιήσουμε τι είναι σημαντικό σε μας προσωπικά, καθώς σπάνια κάποιος αναβάλλει αν πραγματικά πιστεύει στην αξία του πράγματος που έχει να κάνει.[6]

Αναφορές Επεξεργασία