Ο όρος αξιοπλοΐα (seaworthiness, αρχαία ελληνικά εύπλοια) χαρακτηρίζει γενικά την κατάσταση - καταλληλότητα που βρίσκεται ένα πλοίο να μπορεί να κάνει ασφαλείς πλόες. Την κατάσταση αυτή προσδιορίζουν τα διάφορα πιστοποιητικά νηογνωμόνων ή άλλων επίσημων φορέων που παρακολουθούν με επιθεωρήσεις το πλοίο και με τα οποία τούτο έχει εφοδιασθεί, χαρακτηριζόμενα και αυτά ως πιστοποιητικά αξιοπλοΐας (seaworthiness certificates), (όπως π.χ. το Πρωτόκολλο Γενικής Επιθεώρησης, ή Πιστοποιητικό ασφαλείας και εξαρτισμού, γραμμής φόρτωσης κ.α.)

Την αξιοπλοΐα - καταλληλότητα του πλοίου, αναλαμβάνει ως υποχρέωση ο εκναυλωτής προς τον ναυλωτή κατά την σύναψη της ναύλωσης (διμερής δικαιοπραξία). Η καταλληλότητα αυτή, ειδικά στις ναυλώσεις, περιλαμβάνει:

  1. Την εύπλοια, δηλαδή την τεχνική ικανότητα εκτέλεσης της συγκεκριμένης μεταφοράς.
  2. Την απαιτούμενη επάνδρωση, εξοπλισμό και εφοδιασμό του πλοίου, και
  3. Την καταλληλότητα των χώρων του πλοίου (κύτη ή και κατάστρωμα) για την ασφαλή υποδοχή, φόρτωση, στοιβασία και εκφόρτωση του φορτίου.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία