Ο Βασίλι Γκριγκόρεβιτς Περόφ (ρωσικά: Васи́лий Григо́рьевич Перо́в, αγγλικά: Vasily Grigorevich Perov, 2 Ιανουαρίου 1834 – 10 Ιουνίου 1882) ήταν Ρώσος ζωγράφος και ένας από τα ιδρυτικά μέλη των «Περιπλανώμενων» (Peredvizhniki), μιας ομάδας Ρώσων ρεαλιστών ζωγράφων, που οργάνωναν περιοδεύουσες εκθέσεις.

Βασίλι Περόφ
Γέννηση21  Δεκεμβρίου 1833ιουλ. / 2  Ιανουαρίου 1834γρηγ.[1]
Ταμπόλσκ[1]
Θάνατος29 Μαΐουιουλ. / 10  Ιουνίου 1882γρηγ.[1]
Kuzminki District[1]
Αιτία θανάτουφυματίωση
Συνθήκες θανάτουφυσικά αίτια
Τόπος ταφήςκοιμητήριο Ντονσκόι
Χώρα πολιτογράφησηςΡωσική Αυτοκρατορία
ΣπουδέςΣχολή ζωγραφικής, γλυπτικής και αρχιτεκτονικής της Μόσχας (1853)
Ιδιότηταζωγράφος[2][3]
Γονείςd:Q120692888
ΚίνημαΡεαλισμός
Καλλιτεχνικά ρεύματαΡεαλισμός
ΒραβεύσειςLarge gold medal of the Imperial Academy of Arts
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Βιογραφία Επεξεργασία

Ο Βασίλι Περόφ γεννήθηκε στις 2 Ιανουαρίου 1834 στην πόλη Τομπόλσκ (Tobolsk). Φοίτησε αρχικά στην επαρχιακή σχολή τέχνης «Αλεξάντρ Στούπιν» (Alexander Stupin Art School) στο Αρζαμάς (Arzamas) και το 1853 έγινε δεκτός στη Σχολή Ζωγραφικής, Γλυπτικής και Αρχιτεκτονικής της Μόσχας, όπου μαθήτευσε κοντά σε διάσημους καλλιτέχνες. Το 1856, κέρδισε αργυρό μετάλλιο για ένα σχέδιό του με το κεφάλι ενός αγοριού, που το παρουσίασε στην Αυτοκρατορική Ακαδημία Τεχνών. Αργότερα, η Ακαδημία του απένειμε και άλλα μετάλλια: το 1857, αργυρό μετάλλιο για το έργο του « Κομισάριος της Αγροφυλακής που κάνει έλεγχο» και χρυσό μετάλλιο για τα έργα «Σκηνή σε ένα μνήμα» και «Ο γιος ενός γραφειοκράτη προάγεται στον πρώτο βαθμό», ενώ το 1861 κερδίζει το μεγάλο χρυσό μετάλλιο για τον πίνακα «Κήρυγμα σε χωριό».

Με κρατική χορηγία, ο Περόφ ταξίδεψε το 1862 στη Δυτική Ευρώπη, επισκεπτόμενος πολλές γερμανικές πόλεις και αργότερα το Παρίσι. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, φιλοτέχνησε πίνακες με σκηνές από τη ζωή στους ευρωπαϊκούς δρόμους, όπως «Πωλητής αγαλματιδίων», «Ο Σαβογιάρος», «Πωλητής μουσικών βιβλίων» (1863 -64), «Οργανοπαίκτης στο Παρίσι» (1864), «Μουσικοί και περαστικοί θεατές» και «Παριζιάνοι ρακοσυλλέκτες» (1864).

Επιστρέφοντας στη Μόσχα, ο Περόφ δημιουργεί από το 1865 ως το 1871 τα πιο πολλά από τα αριστουργήματά του: «Ορφανά παιδιά σ’ ένα νεκροταφείο», «Ουρά στη βρύση», «Το τελευταίο ταξίδι» (1865), «Τρόικα» (1866), «Πεντηκοστή» (1866), «Η άφιξη μιας γκουβερνάντας στο σπίτι ενός εμπόρου» (1866), «Δάσκαλος σχεδίου» (1867), «Σκηνή στο σιδηρόδρομο» (1868), «Η τελευταία ταβέρνα στην πύλη της πόλης» (1868), «Παγιδευτής πουλιών» (1870), «Παιδιά που κοιμούνται» (1870), «Ψαράς» και «Κυνηγοί σε ανάπαυλα» (1871). Δύο από τα πιο σημαντικά έργα του Περόφ είναι ο «Μοναχικός κιθαρίστας» (1865) και το «Γεύμα σε μοναστήρι» (1865 – 1876, Ρωσικό Μουσείο, Αγία Πετρούπολη), μια καυστική σάτιρα της υποτιθέμενης ασκητικής ζωής των μοναχών, όπου απεικονίζεται ένα λουκούλλειο και μέχρι γελοιότητας γεύμα στην τραπεζαρία ενός μοναστηριού.

Προσωπογραφίες Επεξεργασία

Ο Περόφ κατατάσσεται επίσης μεταξύ των πιο σημαντικών προσωπογράφων της εποχής του. Φιλοτέχνησε τα πορτρέτα πολλών διασημοτήτων, όπως συγγραφέων, δραματουργών, ζωγράφων, γλυπτών και συνθετών. Ανάμεσα σ’ άλλα πολλά περιλαμβάνονται τα πορτρέτα των Αντόν Ρουμπινστάιν (1870, συνθέτης), Αλεξάντρ Οστρόφσκι (1871, δραματουργός), Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι (1872, συγγραφέας), Ιβάν Τουργκένιεφ (1872, συγγραφέας), Βλαντιμίρ Νταλ (1872, συγγραφέας), Σεργκέι Ακσάκοφ (1872, λογοτέχνης), Μιχαήλ Πογκοντίν (1872, ιστορικός), Απόλλων Μάικοφ (1872, ποιητής), Αλεξέι Σαβράσοφ (1878, ζωγράφος) κ. ά.

Το 1866, ο Περόφ έλαβε τον τίτλο του ακαδημαϊκού και το 1871 τη θέση του καθηγητή στη Σχολή Ζωγραφικής, Γλυπτικής και Αρχιτεκτονικής της Μόσχας.

Το τέλος Επεξεργασία

Ο Περόφ πέθανε στις 10 Ιουνίου 1882 από φυματίωση στο χωριό Κουζμίνκι (Kuzminki), τμήματος σήμερα της Μόσχας, και ενταφιάστηκε στο Κοιμητήριο Ντονσκόε (Donskoe).


Παραπομπές Επεξεργασία

Πηγές Επεξεργασία

  • «The Russian Museum (A pictorial Guide)», pp. 72 & 75, Palace Editions, Αγία Πετρούπολη, 2005.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία

  • Perov at Olga's Gallery