Με τον ελληνικό όρο διαμετακόμιση αποδίδεται ο διεθνής όρος τράνζιτ ή τρανζίτ (transit).
Στη ναυτιλία με τον όρο «εμπορεύματα υπό διαμετακόμιση» χαρακτηρίζονται εκείνα τα οποία εισάγονται μεν σε μία Χώρα, όχι όμως για να διατεθούν σ΄ αυτή αλλά για να επανεξαχθούν σε άλλη Χώρα. Τούτο συμβαίνει κυρίως σε μεταφορτώσεις πλοίων ίδιας ναυτιλιακής εταιρίας ή υπό την αυτή πρακτόρευση πλοίων.
Το εμπόριο αυτής της μορφής γενικά χαρακτηρίζεται διαμετακομιστικό (traffic in transit) και οι λιμένες όπου βρίσκονται δεσμευμένα τα εμπορεύματα αυτού του είδους χαρακτηρίζονται διαμετακομιστικοί λιμένες (bonded ports). Οι διαμετακομιστικοί λιμένες διαθέτουν εκτεταμένους ύπαίθριους ή στεγασμένους χώρους (αποθήκες) για την απόθεση των προς μεταφόρτωση εμπορευμάτων. Οι χώροι αυτοί καλούνται «ελεύθερη ζώνη» και είναι περίφρακτοι.
Κατά προέκταση δε της έννοιας αυτής διαμετακόμιση χαρακτηρίζεται και η εκφόρτωση (εισαγωγή) εμπορευμάτων σε ένα λιμένα εσωτερικού τα οποία προορίζονται για μεταφόρτωση και τελικό προορισμό άλλο λιμένα εσωτερικού στον οποίο θα ακολουθεί και ο εκτελωνισμός τους.

Στην Ελλάδα διαμετακομιστικοί λιμένες είναι της Θεσσαλονίκης, του Πειραιά, της Καλαμάτας, του Βόλου, της Καβάλας, του Λαυρίου κ.ά.