Κουπόνι εκπαίδευσης

(Ανακατεύθυνση από Εκπαιδευτικό κουπόνι)

Το σχολικό κουπόνι, που ονομάζεται επίσης κουπόνι εκπαίδευσης, με το συνολικό σύστημα να ονομάζεται σύστημα κουπονιών, είναι ένα πιστοποιητικό χρηματοδότησης που εκδίδεται από την κυβέρνηση, και του οποίου οι γονείς του μαθητή έχουν τον έλεγχο και είναι σε θέση να το κατευθύνουν προς το δημόσιο ή ιδιωτικό σχολείο της επιλογής τους για να πληρώνουν εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, τη διδασκαλία του παιδιού τους σε αυτό το σχολείο για το συγκεκριμένο έτος, τρίμηνο ή εξάμηνο. Σε ορισμένες χώρες, κράτη ή τοπικές δικαιοδοσίες, το κουπόνι μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την κάλυψη ή την επιστροφή των εξόδων εκπαίδευσης στο σπίτι. Σε ορισμένες χώρες, κουπόνια υπάρχουν μόνο για τα δίδακτρα σε ιδιωτικά σχολεία.

Σε πολλά εκπαιδευτικά συστήματα χωρίς την χρήση κουπονιών, οι άνθρωποι που πληρώνουν για ιδιωτική εκπαίδευση εξακολουθούν να φορολογούνται για τα δημόσια σχολεία, αν και σε ορισμένες χώρες, κράτη ή τοπικές δικαιοδοσίες (π.χ. στην Αυστραλία) ιδιωτικά σχολεία εξακολουθούν να λαμβάνουν σημαντική χρηματοδότηση από την κυβέρνηση[1]. Ως εκ τούτου, οι γονείς σε αυτές τις δικαιοδοσίες χρηματοδοτούν τόσο τα δημόσια όσο και τα ιδιωτικά σχολεία ταυτόχρονα. Οι αντίπαλοι του συστήματος κουπονιών μόνο για ιδιωτικά σχολεία πιστεύουν ότι όλοι οι πολίτες έχουν ίση ευθύνη για την επένδυση στην δημόσια εκπαίδευση και υποστηρίζουν ότι η επιλογή της φοίτησης των παιδιών σε ιδιωτικά σχολεία δεν θα πρέπει να σχετίζεται με το δημόσιο χρήμα.

Οι υποστηρικτές του συστήματος κουπονιών θεωρούν ότι αντισταθμίζοντας το κόστος των διδάκτρων ιδιωτικών σχολείων, τα κουπόνια και οι φορολογικές ελαφρύνσεις σκοπό έχουν να επιτρέπουν στους μαθητές και τις οικογένειες να επιλέξουν το σχολείο που ταιριάζει καλύτερα στις ανάγκες τους. Οι αντίπαλοι των σχολικών κουπονιών υποστηρίζουν ότι η επιλογή υπάρχει ήδη χωρίς κουπόνια και ότι επιτρέποντας στις οικογένειες να παρακρατούν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις υπονομεύεται το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα, με το να απειλείται η χρηματοδότησή του[2].

Ιστορία Επεξεργασία

Ο βραβευμένος με Νόμπελ οικονομολόγος Μίλτον Φρίντμαν υποστήριξε την σύγχρονη έννοια των κουπονιών στη δεκαετία του 1950, δηλώνοντας ότι ο ανταγωνισμός θα βελτίωνε τα σχολεία και την αποτελεσματικότητα του κόστους. Η άποψη κέρδισε περαιτέρω δημοτικότητα με την τηλεοπτική εκπομπή του 1980, της σειράς του Φρίντμαν «Ελεύθερος να επιλέξεις», της οποίας το 6ο επεισόδιο αφιερώθηκε εξ ολοκλήρου στην προώθηση της εκπαιδευτικής ελευθερίας μέσω προγραμμάτων όπως τα σχολικά κουπόνια[3].

Αντιπαράθεση Επεξεργασία

Υποστηρικτές Επεξεργασία

Οι υποστηρικτές υποστηρίζουν ότι τα συστήματα σχολικών κουπονιών και εκπαιδευτικών φορολογικών ελαφρύνσεων προωθούν τον ελεύθερο ανταγωνισμό μεταξύ των ιδιωτικών και δημόσιων σχολείων. Επιτρέποντας στους γονείς και τους μαθητές να «ψηφίζουν με τις πράξεις τους», δίνονται κίνητρα στα σχολεία για την αύξηση της υπευθυνότητας και των σχολικών επιδόσεων[4]. Οι υπερασπιστές υποστηρίζουν ότι ο ανταγωνισμός που προκύπτει από τα κουπόνια και τις εκπαιδευτικές φορολογικές ελαφρύνσεις αυξάνει την ποιότητα και την αποδοτικότητα τόσο των επιλέξιμων ιδιωτικών σχολείων όσο και των τοπικών δημόσιων σχολείων, καθώς και οι δύο κατηγορίες πρέπει να βελτιώνονται συνεχώς, προκειμένου να διατηρήσουν τις εγγραφές μαθητών. Φαινόμενο που προκαλείται από την ανταγωνιστική φύση της «ψήφου του χρήματος» και την άμεση λογοδοσία που προκύπτει από την αύξηση της κυριαρχίας του καταναλωτή - καθώς επιτρέπεται στα άτομα να επιλέγουν το προϊόν ή την υπηρεσία που προτιμούν να αγοράσουν, αντί να το κάνει αυτό μια γραφειοκρατία για λογαριασμό του[5][6].

Οι υποστηρικτές ισχυρίζονται ότι συχνά τα ιδρύματα αναγκάζονται να λειτουργούν με υψηλότερες αποδόσεις όταν τους επιτρέπεται να ανταγωνίζονται[7] και ότι τυχόν επακόλουθες απώλειες θέσεων εργασίας στον δημόσιο τομέα θα αντισταθμίζονται από την αυξημένη ζήτηση για θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα[8].

Ο Φρίντριχ Χάγιεκ για την ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης:

Όπως έχει αποδειχθεί από τον καθηγητή Μίλτον Φρίντμαν (Μίλτον Φρίντμαν, Ο ρόλος της κυβέρνησης στην εκπαίδευση, 1955), θα ήταν τώρα απολύτως εφικτό να συνεισφέρει το δημόσιο ταμείο στην κάλυψη των δαπανών της γενικής εκπαίδευσης χωρίς την διατήρηση κυβερνητικών σχολείων, δίνοντας στους γονείς κουπόνια που καλύπτουν το κόστος της εκπαίδευσης για κάθε παιδί, που θα μπορούσαν να παραδώσουν σε σχολεία της επιλογής τους. Μπορεί ακόμα να είναι επιθυμητό, η κυβέρνηση να λειτουργεί η ίδια τα σχολεία σε λίγες απομονωμένες κοινότητες, όπου ο αριθμός των παιδιών είναι πολύ μικρός (και το μέσο κόστος της εκπαίδευσης ως εκ τούτου, πολύ υψηλό) για ιδιωτικά σχολεία. Αλλά όσο αφορά στη μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού, θα ήταν αναμφίβολα δυνατό να αφεθεί η οργάνωση και η διαχείριση της εκπαίδευσης εξ ολοκλήρου σε ιδιωτικές πρωτοβουλίες, με την κυβέρνηση να παρέχει απλώς τη βασική χρηματοδότηση και την εξασφάλιση ενός ελάχιστου επιπέδου για όλα τα σχολεία όπου τα κουπόνια θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν. (Χάγιεκ, στο βιβλίο του 1960 «Το Σύνταγμα της Ελευθερίας», τμήμα 24.3)

Ένας ακόμη εξέχων υπέρμαχος του συστήματος κουπονιών ήταν ο συνιδρυτής και Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρίας Apple, Στηβ Τζομπς, ο οποίος είπε[9]:

Το πρόβλημα είναι η γραφειοκρατία. Είμαι ένας από αυτούς τους ανθρώπους που πιστεύει ότι το καλύτερο πράγμα που θα μπορούσαμε ποτέ να κάνουμε είναι να περάσουμε στο πλήρες σύστημα κουπονιών.

Έχω μία 17χρονη κόρη που πήγε σε ιδιωτικό σχολείο για λίγα χρόνια πριν από το γυμνάσιο. Αυτό το ιδιωτικό σχολείο είναι το καλύτερο σχολείο που έχω δει στη ζωή μου. Κρίθηκε ένα από τα 100 καλύτερα σχολεία στην Αμερική. Ήταν εκπληκτικό. Τα δίδακτρα ήταν 5.500 δολ. το χρόνο, τα οποία είναι πολλά χρήματα για τους περισσότερους γονείς. Όμως, οι εκπαιδευτικοί αμείβονταν λιγότερο από τους καθηγητές των δημόσιων σχολείων - έτσι η διαφορά δεν προκύπτει από τις μισθολογικές διαφορές των εκπαιδευτικών. Ρώτησα τον υπεύθυνο οικονομικών της πολιτείας για εκείνο το έτος πόσα πληρώνει κατά μέσο όρο η Καλιφόρνια για να στείλει τα παιδιά στο σχολείο, και πιστεύω ότι ήταν 4.400 δολ. Αν και δεν υπάρχουν πολλοί γονείς που θα μπορούσαν να διαθέσουν 5.500 δολ το χρόνο, υπάρχουν πολλοί που θα μπορούσαν να διαθέσουν τα 1.000 δολ. (της διαφοράς) το χρόνο.

Αν δίναμε κουπόνια στους γονείς για 4.400 δολ. το χρόνο, σχολεία θα ιδρύονταν δεξιά και αριστερά. Οι άνθρωποι θα έβγαιναν από το πανεπιστήμιο και θα έλεγαν, «Ας ιδρύσουμε ένα σχολείο».

-Steve Jobs[10]

Το Ίδρυμα Φρίντμαν για την Εκπαιδευτική Επιλογή, που ιδρύθηκε από τον Μίλτον και την Ρόουζ Φρίντμαν το 1996, είναι ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός που προωθεί την καθολική εφαρμογή των σχολικών κουπονιών και άλλες μορφές σχολικής επιλογής. Σε υπεράσπιση των κουπονιών, παραθέτει εμπειρική έρευνα που δείχνει ότι οι μαθητές οι οποίοι επιλέχθηκαν τυχαία να λάβουν κουπόνια είχαν υψηλότερες ακαδημαϊκές επιδόσεις από ό,τι οι μαθητές που αιτήθηκαν κουπόνια, αλλά δεν κέρδισαν στην τυχαία κλήρωση, οπότε τελικά δεν τα παρέλαβαν, και ότι τα κουπόνια βελτιώνουν τα ακαδημαϊκά αποτελέσματα στα δημόσια σχολεία, μειώνουν τον φυλετικό διαχωρισμό και παρέχουν καλύτερες υπηρεσίες σε μαθητές με ειδικές ανάγκες εκπαίδευσης, χωρίς παράλληλα να διαρρέουν χρήματα από τα δημόσια σχολεία[11].

Αντίπαλοι Επεξεργασία

Η κύρια αντιπαράθεση σχετικά με τα σχολικά κουπόνια και τις εκπαιδευτικές φορολογικές ελαφρύνσεις είναι ότι βάζουν τη δημόσια εκπαίδευση σε άμεσο ανταγωνισμό με την ιδιωτική εκπαίδευση, απειλώντας με μείωση και ανακατανομή κονδυλίων επιδότησης από τα δημόσια σε ιδιωτικά σχολεία.

Οι υποστηρικτές του συστήματος κουπονιών ενθαρρύνονται από την ανάπτυξη της εκπαίδευσης ιδιωτικού τομέα καθώς η άποψή τους είναι ότι τα ιδιωτικά σχολεία είναι συνήθως πιο αποτελεσματικά στην επίτευξη αποτελεσμάτων με ένα πολύ χαμηλότερο κόστος ανά μαθητή, σε σύγκριση με τα δημόσια σχολεία. Μια μελέτη του Ινστιτούτου Cato των δημόσιων και ιδιωτικών σχολικών δαπανών ανά μαθητή στο Φοίνιξ, στο Λος Άντζελες, στην Περιφέρεια της Κολούμπια, στο Σικάγο, στη Νέα Υόρκη και στο Χιούστον διαπίστωσε ότι τα δημόσια σχολεία ξοδεύουν 93% περισσότερο από ό,τι εκτιμάται ότι ξοδεύουν τα ιδιωτικά σχολεία κατά μέσο όρο[12].

Ωστόσο, υπάρχει μεγάλη διακύμανση στις δαπάνες των ιδιωτικών σχολείων, οπότε το πόσο «λιγότερο» ξοδεύουν κατά μέσο όρο τα ιδιωτικά σχολεία σε σύγκριση με τα δημόσια σχολεία μπορεί να είναι παραπλανητική πληροφορία[13].

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. «Private schools reap government funding at expense of public schools». Sydney Morning Herald. 28 Ιανουαρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 8 Φεβρουαρίου 2014. 
  2. Erica Cordova. «School Choice: Vouchers». Ncsl.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Ιουνίου 2011. Ανακτήθηκε στις 11 Αυγούστου 2011. 
  3. See Volume 6 - "What's Wrong with our Schools"
  4. https://mises.org/media/2349/Roads-Education-and-Waterways-The-Case-Against-Public-Services
  5. http://ingrimayne.com/econ/AllocatingRationing/DollarVoting.html
  6. http://ingrimayne.com/econ/government/MajorityRule.html
  7. ([1] Αρχειοθετήθηκε 2011-08-09 στο Wayback Machine.)http://www.allianceforschoolchoice.org/UploadedFiles/ResearchResources/Competition-%20Hoxby.pdf Αρχειοθετήθηκε 2011-08-09 στο Wayback Machine.
  8. ([2])http://www.friedmanfoundation.org/friedman/downloadFile.do?id=284
  9. Gary Wolf (Φεβρουάριος 1996). «Steve Jobs: The Next Insanely Great Thing (The Wired Interview)». περιοδικό Wired. Ανακτήθηκε στις 8 Φεβρουαρίου 2014. 
  10. Πηγή: wired.com
  11. «Forster, Greg. (2007) Monopoly Versus Markets». Friedmanfoundation.org. Ανακτήθηκε στις 11 Αυγούστου 2011. 
  12. Schaeffer, Adam (2010). «They Spend WHAT? (The Real Cost of Public Schools)». Cato Institute. 
  13. See Baker, B. (July 2009). Private schooling in the US: Expenditures, supply, and policy implications. [3]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία