Κλινικός Βαμπιρισμός, πιο συχνά αποκαλούμενος και ως Σύνδρομο του Ρένφιλντ, είναι ένας όρος για να περιγράψουμε την εμμονή κατανάλωσης αίματος. Η διαταραχή αυτή δεν έχει επίσημα κατηγοριοποιηθεί στον Διαγνωστικό και Στατιστικό Οδηγό Ψυχολογικών Διαταραχών. Ο όρος επινοήθηκε (πιθανά ως φάρσα ή αστείο) ψευδοεπιστημονικά από τον κλινικό ψυχολόγο Ρίτσαρντ Νολ που εμπνεύστηκε το όνομα από τον εντομοφάγο βοηθό του Δράκουλα, Ρένφιλντ, όπως αναφέρεται στο μυθιστόρημα του Μπραμ Στόκερ. Ο όρος έχει χρησιμοποιηθεί τόσο στην ψυχιατρική όσο και την φανταστική λογοτεχνία, καθώς και στην τηλεόραση, όπου αναφέρθηκε σε επεισόδιο του CSI με τίτλο Commited (5ος κύκλος, επεισόδιο 21). Αναφέρθηκε επίσης στον 5ο κύκλο της σειράς Criminal Minds, στο 7ο επεισόδιο με τίτλο The Performer.

Παρότι ξεκίνησε πιθανά ως φάρσα ή λάθος έχει χρησιμοποιηθεί και ως ψευδοεπιστήμονική περιγραφή πραγματικών ή υποτιθέμενων διαταραχών. Τα σπάνια κρούσματα της ασθένειας που έχουν περιγραφεί και οι αναφορές που υπάρχουν αναφέρουν το συγκεκριμένο σύνδρομο ως συμπτώματα σχιζοφρένειας ή κάποιο είδος παραφιλίας. Κάποιοι κατά συρροήν δολοφόνοι εκτελούσαν βαμπιρικές τελετές παρόμοιου είδους στα θύματά τους. Οι δολοφόνοι Πίτερ Κούρτεν και Ρίτσαρντ Τρέντον Τσέις αποκαλούνταν βρικόλακες από τον Τύπο αφού είχαν τη συνήθεια να πίνουν το αίμα των θυμάτων τους. Ομοίως, το 1932, ένας ανεξιχνίαστος φόνος στη Στοκχόλμη της Σουηδίας, ονομάστηκε Ο φόνος του Βρικόλακα λόγω των συνθηκών κατά των οποίων πέθανε το θύμα.

Σύμφωνα με την περιγραφή του Νολ,

Οι άνθρωποι που πάσχουν από αυτή την ασθένεια είναι κυρίως άνδρες. Η ανάγκη για αίμα καθοδηγείται από την ιδέα ότι το αίμα μεταφέρει ζωτικής σημασίας ενισχυτικές δυνάμεις. Η ασθένεια ξεκινάει από ένα γεγονός-κλειδί που συνέβη στην παιδική ηλικία του ατόμου που μετέτρεψε ένα σοβαρό ατύχημα ή μια τυχαία κατάποση αίματος, σε ένα ενδιαφέρον γεγονός. Μετά την εφηβεία ο ενθουσιασμός αυτός μετατρέπεται σε σεξουαλική διέγερση. Κατά τη διάρκεια της ενηλικίωσης, το αίμα, η παρουσία του και η κατανάλωσή του δημιουργούν μια αίσθηση δύναμης και ελέγχου. Το σύνδρομο ξεκινά με κατάποση του αίματος του ίδιου του ατόμου και συνεχίζει με κατανάλωση αίματος επί των άλλων πλασμάτων.

Το Σύνδρομο του Ρένφιλντ τυπικά ακολουθεί τρία στάδια. Στο πρώτο, τον αυτοβαμπιρισμό ή ωμοφαγία, ο πάσχων πίνει το δικό του αίμα, συνήθως κατατραυματίζοντας τον εαυτό του. Το δεύτερο στάδιο είναι η ζωοφαγία κατά την οποία ο ασθενής τρώει ζωντανά ζώα ή πίνει το αίμα τους. Υπάρχουν πιθανότητες να προμηθευτεί το αίμα ζώου από κρεοπωλείο ή σφαγεία.

Στο τρίτο στάδιο, τον τελικό βαμπιρισμό, ο πάσχων στρέφει την προσοχή του στους ανθρώπους. Μπορεί να κλέψει ανθρώπινο αίμα από νοσοκομεία ή τράπεζες αίματος, ή να πιει κατευθείαν από άνθρωπο. Κάποιοι με Σύνδρομο του Ρένφιλντ μπορεί να διαπράξουν και φόνους όταν φτάσουν στο τρίτο στάδιο. Μέχρι στιγμής δεν έχει εντοπιστεί κάποια θεραπεία.

Ο Νολ παρατήρησε σχετικές αναφορές της ασθένειας στο σύγγραμμα του Γερμανού ψυχίατρου Ρίτσαρντ βαν Κραφτ-Έμπινγκ το οποίο γράφτηκε το 1886 και είχε τίτλο Psychοpathia Sexualis. Ο Νολ επίσης υπέθετε πως από το έργο του Κραφτ-Έμπινγκ είχε εμπνευστεί και επηρεαστεί ο Μπραμ Στόκερ που έγραψε το Δράκουλα.