Κωνσταντίνος Γ΄ Λειχούδης

Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Ο Κωνσταντίνος Γ΄ Λειχούδης ήταν Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από το 1059 ως το 1063.

Κωνσταντίνος Γ΄ Λειχούδης
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση10ος αιώνας
Κωνσταντινούπολη
Θάνατος9  Αυγούστου 1063 ή 10  Αυγούστου 1063
Κωνσταντινούπολη
Χώρα πολιτογράφησηςΒυζαντινή Αυτοκρατορία
ΘρησκείαΑνατολικός Ορθόδοξος Χριστιανισμός
Eορτασμός αγίου29 Ιουλίου
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςμεσαιωνική ελληνική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταιερέας
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΟικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Βιογραφικά στοιχεία Επεξεργασία

Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν μαθητής του Ιωάννη Μαυρόποδα και φίλος του Μιχαήλ Ψελλού, και του (μετέπειτα διαδόχου του στον Οικουμενικό Θρόνο) Ιωάννη Ξιφιλίνου. Ήταν ευνούχος και κάτοχος μεγάλης παιδείας[1].

Ανέβηκε σε υψηλά αξιώματα στην ιεραρχία της Αυτοκρατορίας: έγινε πρωτοβεστιάριος, πρόεδρος της Συγκλήτου και σύμβουλος των Αυτοκρατόρων Μιχαήλ Ε΄ Καλαφάτη και Κωνσταντίνου Θ΄ του Μονομάχου, του οποίου εκτελούσε και χρέη πρωθυπουργού, διαχειριζόμενος εξ ολοκλήρου την διακυβέρνηση του κράτους[2]. Όταν όμως περί το 1050 ο Κωνσταντίνος Θ΄ ο Μονομάχος θεώρησε ότι ο Λειχούδης είχε συγκεντρώσει πολλή εξουσία και δεν μπορούσε πια να τον ελέγξει[3], φοβήθηκε μήπως του σφετεριστεί και τον Θρόνο[2] και τον απομάκρυνε από την Αυλή, εξαναγκάζοντάς τον να γίνει μοναχός[4].

Διετέλεσε ηγούμενος της Μονής Μαγγάνων, στην οποία εκείνη την εποχή οικοδομήθηκε επιβλητικό κτιριακό συγκρότημα με φιλανθρωπικά παραρτήματα, των οποίων τις τεράστιες προσόδους διαχειριζόταν ο ίδιος[5].

Με την εύνοια του Αυτοκράτορα Ισαάκιου Κομνηνού[1], αλλά και με τον εκβιασμό του να παραιτηθεί από την επιστασία και τα δικαιώματα της Μονής Μαγγάνων[6], εξελέγη με ψήφο κλήρου και λαού Πατριάρχης[α] τον Φεβρουάριο του 1059, μετά την απομάκρυνση του Μιχαήλ Κηρουλάριου.

Πέθανε στις 9 ή 10 Αυγούστου του 1063[8] και ο Μιχαήλ Ψελλός έγραψε επιτάφιο λόγο προς τιμήν του. Ανακηρύχθηκε άγιος και η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τη μνήμη του στις 29 Ιουλίου.

Μακρυνοί απόγονοι της οικογενείας του ήταν οι λόγιοι αδερφοί Ιωαννίκιος[9] και Σωφρόνιος Λειχούδης[10] (17ος αιώνας).

Έργα Επεξεργασία

Διασώζονται δύο κείμενά του[6]:

  1. Περί δούλου εγκληματικού
  2. Περί του φονεύσαντος ιερέως και καθαιρεθέντος

Επίσης προέτρεψε τον Μιχαήλ Ψελλό να γράψει το πρώτο μέρος της Χρονογραφίας του[11], δηλαδή της ιστορίας των ετών 976-1059.

Υποσημειώσεις και παραπομπές Επεξεργασία

Υποσημειώσεις Επεξεργασία

  1. «Προχειρίζεται πατριάρχης Κωνσταντίνος πρόεδρος και πρωτοβεστιάριος Λειχούδης, πρότερον ψήφου προβάσης επ' αύτω παρά των μητροπολιτών και του κλήρου και του λαού παντός[7]».

Παραπομπές Επεξεργασία

Πηγές Επεξεργασία

Περαιτέρω ανάγνωση Επεξεργασία


τίτλοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας
Προκάτοχος
Μιχαήλ Α΄
Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
1059-1063
Διάδοχος
Ιωάννης Η΄