Λεξικό Μπαμπινιώτη (υπόθεση)

Η υπόθεση του λεξικού Μπαμπινιώτη είναι μια υπόθεση που απασχόλησε τα δικαστήρια και την κοινή γνώμη και αφορούσε την απαγόρευση κυκλοφορίας του ομώνυμου λεξικού.

Οπαδοί του Παναθηναϊκού αποκαλούν «Βούλγαρους» τους ποδοσφαιριστές του Άρη μετά την αναβολή μεταξύ τους αγώνα και αυτό αναπαράγεται στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας Αθλητική Ηχώ (7 Σεπτεμβρίου 1986).

Τα πραγματικά περιστατικά Επεξεργασία

Ο Γεώργιος Μπαμπινιώτης, καθηγητής Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, επιμελήθηκε την έκδοση ενός λεξικού το 1998 με τον τίτλο Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας[1], γνωστού και ως "λεξικού Μπαμπινιώτη". Το λεξικό εξέδωσε το "Κέντρο Λεξικολογίας".

Το λεξικό στο λήμμα «Βούλγαρος» έδινε τον ορισμό:

  1. αυτός που γεννήθηκε στη Βουλγαρία ή κατάγεται από εκεί,
  2. (καταχρ. - υβριστ.) ο οπαδός ή παίκτης ομάδας της Θεσσαλονίκης (κυρ. του ΠΑΟΚ).

Η δεύτερη ερμηνεία ενόχλησε κατοίκους της Θεσσαλονίκης, οι οποίοι θεώρησαν ότι η ερμηνεία αυτή τούς προσβάλλει. Ένας από αυτούς προσέφυγε στα δικαστήρια ζητώντας με αίτησή του στις 23 Μαΐου 1998 τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων κατά του Γ. Μπαμπινιώτη και του Κέντρου Λεξικολογίας και την απάλειψη της δεύτερης ερμηνείας από το λεξικό.

Η απόφαση του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης Επεξεργασία

Το Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, δικάζοντας κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, έκανε την αίτηση δεκτή και διέταξε με την υπ' αριθμόν 18134/1998 την απάλειψη του όρου από κάθε αντίτυπο του λεξικού που δεν έχει ακόμη διατεθεί στο κοινό και βρίσκεται ακόμη στα χέρια του εκδότη (του Κέντρου Λεξικολογίας). Ως αιτιολογία ανέφερε:

Ένα καλό λεξικό δε μεταγράφει μόνο τη γλωσσική πραγματικότητα, αλλά έχει σαν αποστολή και να διδάσκει. Προσφεύγουμε σ’ αυτό για να μάθουμε. [...] Η συγκεκριμένη λέξη Βούλγαρος με την υβριστική έννοια [...] δεν αποτελεί λήμμα που θα μπρούσε να έχει καταχωρηθεί σε λεξικό, αφού η χρήση της λέξης αυτής είναι σποραδική και μεμονωμένη και στερείται κάποιας διάρκειας. [...] Επίσης η παράθεση της λέξεως αυτής με το συγκεκριμένο περιεχόμενο αναμφίβολα προσβάλλει την προσωπικότητα του αιτούντος [...], αλλά περαιτέρω δημιουργεί σύγχυση για την εθνική καταγωγή των παικτών και των οπαδών της ομάδας του ΠΑΟΚ και γενικότερα των Μακεδόνων.

Η απόφαση δέχθηκε σφοδρή κριτική από πολλούς νομικούς ως άστοχη και αντισυνταγματική. Σε μια σπάνια στιγμή ομογνωμίας πολλοί καθηγητές Νομικής έβαλαν ομαδόν εναντίον της με άρθρα τους στον ημερήσιο και στον νομικό τύπο. Θεωρήθηκε ότι αποτελεί κατασταλτική λογοκρισία, επειδή απαγορεύει την κυκλοφορία ενός εντύπου με το περιεχόμενο που επιθυμεί ο εκδότης χωρίς να πληροί τις αυστηρές προϋποθέσεις που θέτει το Σύνταγμα για την απαγόρευση κυκλοφορίας εντύπων. Η απόφαση δεν εξέτασε επίσης καθόλου αν η έκδοση και κυκλοφορία του λεξικού εκ μέρους του Γ. Μπαμπινιώτη εμπίπτει στις ατομικές ελευθερίες που κατοχυρώνει το Σύνταγμα και ως εκ τούτου τυγχάνει ιδιαίτερης προστασίας, πράγμα που απεκλήθη από τους σχολιαστές άγνοια ή περιφρόνηση του Συντάγματος[1] και σχιζοφρενική πρόκληση περιφρόνησης προς τη συνταγματική νομιμότητα[2]. Επίσης κατακρίθηκε γιατί ο δικαστής εξέφερε κρίση επί του ζητήματος ποιες λέξεις πρέπει να περιλαμβάνονται σε ένα λεξικό, υπέδειξε δηλαδή ουσιαστικά στον λεξικογράφο πώς να κάνει τη δουλειά του, υπερβαίνοντας τα όρια της δικαιοδοτικής εξουσίας του[3]. Για αυτούς τους δύο λόγους θεωρήθηκε ακόμη και κακοδικία[4]. Προβλήθηκε ότι η κρίση για την επιστημονική ορθότητα μιας άποψης γίνεται στο πλαίσιο της οικείας επιστήμης και όχι στις αίθουσες των δικαστηρίων. Επίσης η αιτιολογία κρίθηκε ως αντιφατική, διότι απ’ τη μια δεχόταν ως σποραδική και μεμονωμένη τη χρήση της λέξης "Βούλγαρος" με υβριστική σημασία, από την άλλη όμως ικανή να προκαλέσει σύγχυση για την εθνική καταγωγή των Μακεδόνων[5]. Επισημάνθηκε ο κίνδυνος να απαγορεύεται η κυκλοφορία βιβλίων που θα διατυπώνουν απόψεις για την εθνική καταγωγή των Ελλήνων που δε θα συμφωνούν με τις απόψεις του εκάστοτε δικαστή (π.χ. Φαλμεράυερ) και να αναχθεί το "εθνικό συμφέρον", έτσι όπως το αντιλαμβάνεται ο εκάστοτε δικαστής, σε μέτρο κρίσης[6].

Η απόφαση του Αρείου Πάγου Επεξεργασία

Λόγω της δημοσιότητας του θέματος και του βαρέος σφάλματος της απόφασης, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου άσκησε αναίρεση υπέρ του νόμου στις 22 Ιουλίου 1998 και έφερε την υπόθεση ενώπιον της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου.

Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με την υπ. αριθμ. 13/1999 απόφασή της της 22ας Απριλίου 1999 αναίρεσε την απόφαση του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης (χωρίς όμως συνέπειες για το κύρος της απόφασης των ασφαλιστικών μέτρων, βλ. αναίρεση υπέρ του νόμου). Μάλιστα ανέτρεψε και προηγούμενη απόφασή της, σύμφωνα με την οποία αποφάσεις ασφαλιστικών μέτρων δεν επιδέχονται αναίρεση υπέρ του νόμου (ΟλΑΠ 47/1990). Ως προς την ουσία δέχθηκε ότι:

το άρθρο 16 παρ. 1 του Συντάγματος καθιερώνει την ελευθερία της επιστήμης και της έρευνας, ενώ οι διατάξεις του άρθρου 14 παρ. 1,2 και 3 αυτού προστατεύουν την ελευθερία εκφράσεως και διαδόσεως των στοχασμών και απαγορεύουν την κατάσχεση, τη λογοκρισία ή κάθε άλλο ισοδύναμο προληπτικό μέτρο σε βάρος του τύπου που και ρητώς ανακηρύσσεται ελεύθερος. Η προστασία των ως άνω ελευθεριών, επειδή αποσκοπεί στη διαφύλαξη ύψιστων κοινωνικών αγαθών, καλύπτει (νομιμοποιεί) και προσβολές του δικαιώματος της προσωπικότητας που τυχόν ενυπάρχουν στην ενάσκησή τους, οι οποίες έτσι, εφόσον δεν προσβάλλεται η αξία του ανθρώπου, δεν είναι παράνομες διότι η προσωπικότητα, και αν θίγεται, έχει στη συγκεκριμένη περίπτωση υποδεέστερη σημασία σε σχέση με το αγαθό των ως άνω ελευθεριών. Αυτό συμβαίνει και όταν κατά τη σύνταξη γλωσσικού λεξικού, που είναι συγχρόνως επιστημονικό έργο, ο λεξικογράφος αναζητώντας συστηματικά και μεθοδικά την αλήθεια, καταγράφει τις ποικίλες σημασίες ή χρήσεις ορισμένων λέξεων ή φράσεων που θεωρούνται μειωτικές ή εξυβριστικές για ορισμένα πρόσωπα ή μέλη ευρύτερων κοινωνικών ομάδων, εφόσον ο ίδιος δεν υιοθετεί ούτε αποδέχεται τη σημασία αυτή.

[...] η απλή αναφορά-καταγραφή στο λεξικό ότι η λέξη "Βούλγαρος" χρησιμοποιείται καταχρηστικώς ως εξυβριστική ονομασία κατηγορίας φιλάθλων και αθλητών (παικτών) δεν ενέχει αποδοχή του χαρακτηρισμού αυτού από το συντάκτη, έγινε δε στα πλαίσια της συνταγματικώς κατοχυρωμένης και αξιολογικώς υπέρτερης ελευθερίας του τύπου και της επιστήμης.

Πράγματι η ως άνω καταχώριση έγινε με την επιστημονική πεποίθηση του συντάκτη, ότι η ως άνω σημασία της λέξης "Βούλγαρος", έστω και αν αυτή χρησιμοποιείται μεμονωμένα, σποραδικά, παροδικά και από ασήμαντη μερίδα φιλάθλων του νότου, αποτελούσε "έννοια" της άνω λέξης και έπρεπε να καταγραφεί ως τέτοια, με τη διευκρίνιση μάλιστα, ότι η έννοια αυτή ήταν "καταχρηστική-υβριστική", η προσβολή δε, υπό τις προαναφερόμενες περιστάσεις της προσωπικότητας των ανωτέρω, δεν θίγει κατ’ αντικειμενική κρίση, την ανθρώπινη "αξία" τους.

Δεκαέξι μέλη του δικαστηρίου υποστήριξαν μάλιστα και την κρατούσα στη θεωρία άποψη ότι δεν υπήρχε καν προσβολή της προσωπικότητας του αιτούντος τα ασφαλιστικά μέτρα και ως εκ τούτου δεν ετίθετο θέμα στάθμισης αντικρουόμενων συνταγματικών δικαιωμάτων, διότι η απλή καταγραφή ενός λήμματος σε ένα λεξικό δεν μπορεί να προσβάλει την προσωπικότητα κάποιου:

[...] ο λεξικογράφος δεν προσδίδει νόημα στις λέξεις ούτε τις χρησιμοποιεί με το όποιο νόημα έχουν προσλάβει από τη χρήση τους. Απλώς καταγράφει τις λέξεις με το γνωστό και δεδομένο νόημά τους, άσχετα αν η χρήση τους είναι συνήθης ή σπάνια, ανεξαρτήτως δε αν πρόκειται για κυριολεκτική ή καταχρηστική χρήση. Η καταγραφή, ενόψει τούτου, της λέξης "Βούλγαρος" υπό την επίμαχη έννοια στο προαναφερόμενο λεξικό, δεν ενέχει χρησιμοποίησή της ούτε υιοθέτησή της ούτε διάδοσή της ή οποιαδήποτε χρήση της, αλλ' αποτελεί απλή, ουδέτερη καταγραφή, η οποία μπορεί να είναι επιστημονικά ορθή ή μη, πάντως όμως είναι αξιολογικά άχρωμη. Επομένως δεν μπορεί να συνιστά προσβολή υπό την έννοια του άρθρου 57 [Αστικού Κώδικα], πολύ δε περισσότερο όταν στην καταχώριση η χρήση της λέξης χαρακτηρίζεται ως "καταχρηστική- υβριστική".

Έντεκα από τους 50 δικαστές που έλαβαν μέρος στη διάσκεψη μειοψήφησαν. Θεώρησαν την απόφαση του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης ορθή και εξέφεραν κρίση για το τι επιτρέπεται να περιέχει ένα λεξικό, με το σκεπτικό ότι:

[...] δεν ανταποκρινόταν η καταχώριση στην επιδίωξη του λεξικογράφου Γεωργίου Μπαμπινιώτη να παρουσιάσει στο κοινό την κοινή γλώσσα των Ελλήνων. Αντιθέτως με την καταχώριση αυτή επισημοποιείτο και μονιμοποιείτο μια κατάσταση "περιθωριακή" πράγματι, για την οποία όμως παρεχόταν με την καταχώριση η πεπλανημένη εντύπωση, ότι νομίμως χρησιμοποιείτο η προσβλητική λέξη. Συνεπώς η ως άνω καταχώριση αποτελεί προσβολή και δεν συγχωρείται βάσει δικαιώματος του Γεωργίου Μπαμπινιώτη παρεχόμενου σ’ αυτόν στα πλαίσια της ελευθερίας της επιστήμης (άρθρο 16 παρ. 1 Συντάγματος) και της ελευθερίας εκφράσεως (άρθρο 14 παρ. 1 Συντάγματος).

Η σκοπιά της πνευματικής ιδιοκτησίας Επεξεργασία

Ο καθηγητής Γ. Μπαμπινιώτης και το Κέντρο Λεξικολογίας στράφηκαν επίσης κατά του αιτούντος την απαγόρευση με αίτημα να αναγνωρίσει το δικαστήριο ότι η αίτησή του προσέβαλε τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας που είχαν αυτοί στο λεξικό (ο πρώτος για το ηθικό του δικαίωμα ως δημιουργός, το δεύτερο για το περιουσιακό δικαίωμα που είχε κατόπιν μεταβίβασής του από τον πρώτο σε αυτό). Το Εφετείο Αθηνών τελικά έκανε τις αγωγές τους δεκτές με το αιτιολογικό ότι ο αιτών τα ασφαλιστικά μέτρα αμφισβήτησε με την αίτησή του το δικαίωμά τους να τεθεί το έργο στην κυκλοφορία και να παρουσιαστεί στο κοινό ακέραιο και όπως ήθελαν αυτοί.


Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Κασιμάτης
  2. Μπέης, (Ελευθεροτυπία)
  3. Σταμάτης 1426, Κουμάντος, Μπέης (Δίκη)
  4. Κασιμάτης. Κακοδικία καλείται η εκ δόλου ή από βαρειά αμέλεια παράβαση του νόμου από τον δικαστή κατά την άσκηση της δικαιοδοτικής του εξουσίας, η οποία θεμελιώνει και αξίωση αποζημίωσης του βλαβέντος διαδίκου
  5. Σταμάτης 1424, Κουμάντος
  6. Σταμάτης 1426

Πηγές Επεξεργασία

Δικαστικές αποφάσεις Επεξεργασία

  • ΜονΠρωτΘεσσ. 18134/1998, Αρμενόπουλος 1998, 1330
  • ΟλΑΠ 13/1999, Νομικό Βήμα 2000, 447
  • ΕφΑθ 7013/1999, Δίκαιο Επιχειρήσεων και Εταιριών 2000, 45
  • ΕφΑθ 7012/1999 και 7011/1999, Δίκαιο Επιχειρήσεων και Εταιριών 2000, 50

Άρθρα καθηγητών Νομικής Επεξεργασία