Μπλόφα είναι ένα παιχνίδι που παίζεται με τράπουλα και είναι είδος Shedding-type game.Σκοπός είναι να λες μπλόφες (ψέματα) για τα φύλλα που ρίχνεις ώστε να νικήσεις. Όταν παίζει κάποιος δεν χρειάζεται να ρίχνει τα φύλλα με τον ίδιο αριθμό αλλά να λέει ότι το έκανε ώστε να ξεφορτωθεί όλα του τα φύλλα και να κερδίσει την παρτίδα. Συνιστάται για ηλικίες άνω των 8 ετών και συνήθως συμμετέχουν 2 ως 10 άτομα. Στα αγγλικά λέγεται Cheat ή Bluff ή Bullshit ή I Doubt It ή Liar και είναι γαλλικής καταγωγής. Αποκαλείται εύκολο από τους συχνούς παίχτες.

Μοίρασμα χαρτιών Επεξεργασία

Στην πιο κοινή παραλλαγή μία τράπουλα και όλα τα φύλλα της τράπουλας, μη συμπεριλαμβανομένων των τζόκερ, χρησιμοποιούνται. Ωστόσο, περισσότερες από μία τράπουλες μπορεί να χρησιμοποιηθούν, με ή χωρίς τζόκερ, ανάλογα με τον αριθμό των παικτών και ποια παραλλαγή παίζεται. Σε κάποιες παραλλαγές που χρησιμοποιούν δύο ή περισσότερες τράπουλες, δεν χρησιμοποιούνται όλα τα χαρτιά και οι παίκτες επιλέγουν ποιες φιγούρες θα χρησιμοποιήσουν (για παράδειγμα όσον αφορά τη χρήση δύο τραπουλών μπορούν να υπάρξουν οκτώ από καθένα από τα ακόλουθα: 2, 4, 5, 8, 9, Q, Α και οι τέσσερις τζόκερ. Ο ντίλερ μοιράζει σε κάθε παίκτη ίσο αριθμό χαρτιών, ή μπορεί να μοιράσει το σύνολο της τράπουλας μέχρι να τελειώσει (που σημαίνει ότι κάποιοι παίκτες μπορεί να έχουν ένα παραπάνω χαρτί από τους άλλους). Αν οι παίκτες θέλουν τα χαρτιά να μοιραστούν ομοιόμορφα, τα επιπλέον τοποθετούνται με την όψη προς τα κάτω για να ξεκινήσουν την στοίβα απόρριψης. Μην ξεχάσετε πριν από ένα παιχνίδι να ανακατέψετε την τράπουλα.

Ένας ή περισσότεροι τζόκερ μπορεί να χρησιμοποιηθούν για επιπρόσθετη στρατηγική ή για το μοίρασμα όλων των χαρτιών ομοιόμορφα: προσθέτοντας και τους δύο τζόκερ το σύνολο αυξάνει σε 54, που διαιρείται ίσα μεταξύ 3 παικτών, ενώ ένας τρίτος τζόκερ που εισάγεται από μία παρόμοια τράπουλα κάνει την τράπουλα να διαιρείται με το 5.

Έναρξη Επεξεργασία

Οι παίκτες παίζουν με σειρα. Ο πρώτος παίκτης έχει επιλογή ως εξής: είτε όποιος έχει ένα ειδικό χαρτί (π.χ. Δύο Σπαθί), είτε όποιος είναι ο επόμενος από τον ντίλερ, είτε από ένα ειδικό χαρτί του κατασκευαστή σε κάποιες τράπουλες, είτε όποιος έχει ένα χαρτί, είτε όποιος κερδίσει μια δημοπρασία για να δειχθεί ποιος έχει τα καλύτερα χαρτιά. Οποιοσδήποτε και αν είναι ο πρώτος παίκτης, κάνει μια δήλωση και τοποθετεί κάποια χαρτιά κάτω. Οφείλει να δηλώσει την φιγούρα των χαρτιών (για παράδειγμα Ρηγάδες) και πόσα υπάρχουν (για παράδειγμα, ότι υπάρχουν δύο από αυτούς). Σε κάποιες παραλλαγές ο παίκτης πρέπει να ξεκινάει με μια συγκεκριμένη φιγούρα, ωστόσο, σε άλλες είναι εντελώς η επιλογή του παίκτη για το με ποια κάρτα αυτός θα ξεκινήσει. Το κέντρο του τραπεζιού θα κατέχει το σωρό με όλα τα κλειστά φύλλα που έχουν παιχθεί κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού.

Ο πρώτος παίκτης ξεκινάει ρίχνοντας όσα χαρτιά θέλει στη μέση του τραπεζιού, κλειστά, δηλώνοντας την φιγούρα / αριθμό τους (μπορεί να δηλώσει μόνο μια φιγούρα / αριθμό), π.χ. "τρία δυάρια" ή "τέσσερις βαλέδες" κ.λπ..

Ο επόμενος παίκτης μετά τον πρώτο και όλοι οι επόμενοι παίκτες έχουν δύο επιλογές: (α) να ρίξουν έναν αριθμό χαρτιών επάνω στη στοίβα που υπάρχει στη μέση του τραπεζιού, κλειστά, δηλώνοντας την φιγούρα / αριθμό τους, όπως έκανε ο πρώτος παίκτης, (β) να δηλώσουν "μπλόφα".

Στην περίπτωση (β), ανοίγονται τόσα χαρτιά από την στοίβα των κλειστών χαρτιών όσα είπε ο προηγούμενος παίκτης, και εάν η δήλωση του προηγούμενου παίκτη αποδειχτεί ψεύτικη τότε ο προηγούμενος παίκτης παίρνει όλα τα χαρτιά της στοίβας. Στην αντίθετη περίπτωση ο παίκτης που δήλωσε "μπλόφα" παίρνει όλα τα χαρτιά της στοίβας που βρίσκεται στη μέση του τραπεζιού. Επιπλέον σε κάποιες παραλλαγές του παιχνιδιού στην περίπτωση που δηλώθηκε "μπλόφα" ανοίγονται τόσα χαρτιά από τη στοίβα των κλειστών χαρτιών όσα είπε ο προηγούμενος παίκτης, και εάν η δήλωση του προηγούμενου παίχτη αποδειχτεί ψεύτικη τότε ο προηγούμενος παίκτης παίρνει μόνο τα χαρτιά που ανοίχτηκαν. Στην αντίθετη περίπτωση ο παίκτης που δήλωσε "μπλόφα" παίρνει τα χαρτιά που ανοίχτηκαν.

Νικητής αναδεικνύεται ο παίκτης που απαλλάσσεται πρώτος από όλα τα χαρτιά που κρατούσε στα χέρια του.

Μπλόφα σαν λέξη Επεξεργασία

Μπλόφα είναι η ενέργεια με την οποία κάποιος προσπαθεί να παραπλανήσει τον αντίπαλό του, να δημιουργήσει ψεύτικη εντύπωση για τις προθέσεις του ή τις δυνατότητές του. Η λέξη ανήκει στη χαρτοπαικτική ορολογία, αλλά έχει περάσει εδώ και πολύ καιρό στην καθημερινή ζωή. Στο πόκερ, από όπου προέρχεται η λέξη, ο παίκτης που μπλοφάρει (που κάνει μπλόφα, δηλαδή) προσπαθεί, με την ποσότητα αλλά και με το ρυθμό του πονταρίσματός του, καθώς και με τη γενικότερη συμπεριφορά του, να δημιουργήσει την εντύπωση ότι έχει πολύ καλό χαρτί και να φοβίσει τους αντιπάλους του ώστε να πουν πάσο.

Η λέξη προέρχεται από το αγγλικό bluff, που όμως έχει σκοτεινή ετυμολογία. Η αγγλική λέξη είναι και ρήμα και ουσιαστικό, και δεν είναι σαφές ποιο από τα δύο δημιουργήθηκε πρώτο, αν και το ρήμα καταγράφεται νωρίτερα. Το ετυμολογικό του Μπαμπινιώτη βρίσκει ολλανδική αρχή στην αγγλική λέξη, αλλά το OED περιορίζεται να πει ότι η αρχική σημασία του ουσιαστικού bluff είναι οι παρωπίδες των αλόγων και μετά προέκυψε η σημασία ‘παραπλανώ’, αλλά δεν λέει κάτι για την αρχή της λέξης, που την τοποθετεί στον 17ο αιώνα. Η χαρτοπαικτική σημασία εμφανίζεται στα αμερικάνικα, στα μέσα του 19ου αιώνα. Όσο για το πέρασμα της  λέξης στα ελληνικά, τόσο ο Μπαμπινιώτης όσο και το ΛΚΝ θεωρούν ότι εμείς πήραμε τη λέξη από τα γαλλικά, κάτι που φαίνεται πολύ λογικό αφού το 1900 τα γαλλικά ήταν η διεθνής γλώσσα.

Η λέξη έχει ενσωματωθεί θαυμάσια στη γλώσσα μας, όπως τα περισσότερα θηλυκά σε -α, και μάλιστα έχει δώσει και παράγωγα, το ρήμα «μπλοφάρω», το ουσιαστικό «μπλοφάρισμα» και το άλλο ουσιαστικό «μπλοφατζής» (αυτός που κάνει συχνά μπλόφες), μια αρμονική συνεργασία αγγλοσαξονικού θέματος με τουρκογενές επίθημα. Υπάρχει και ο νεότερος «μπλοφαδόρος», που δεν λεξικογραφείται σε ΛΝΕΓ και ΛΚΝ. Εδώ τα λεξικά δείχνουν συντηρητισμό, διότι μπορεί ο μπλοφατζής να έχει απαθανατιστεί στη φερώνυμη ταινία του Λάμπρου Κωνσταντάρα, αλλά ο μπλοφαδόρος σήμερα χρησιμοποιείται πολύ περισσότερο, όπως δείχνει το google. Άλλωστε, ο Νίκος Παπάζογλου δίδαξε ότι «είναι κάτι μπλοφαδόροι που παινεύουν τη δουλειά, μπράβοι και κοντυλοφόροι καθενού μαχαραγιά». Θυμάμαι επίσης πριν από καμιά εικοσαριά χρόνια ότι ένας φίλος εκδότης είχε βγάλει μια σειρά βιβλίων (ήταν οδηγοί γραμμένοι με χιουμοριστικό ύφος) που είχαν τον τίτλο «Το εγκόλπιο του καλού μπλοφαδόρου» (π.χ. για το σεξ, το μάρκετινγκ, το ποδόσφαιρο, τις δημόσιες σχέσεις κτλ.)