Σαφαρίδες

Δυναστεία από το Σιστάν. Κυβέρνησε τμήματα του ανατολικού Ιράν καθώς και την περιοχή του Χορασάν, Αφγανιστάν και Βαλουχιστάν

Οι Σαφαρίδες (861-1003 μ.Χ., περσ. سلسله صفاریان) ήταν μουσουλμανική σουνιτική δυναστεία από το Σιστάν, που κυβέρνησε τμήματα του ανατολικού Ιράν καθώς και την περιοχή του Χορασάν, Αφγανιστάν και Βαλουχιστάν, από το 861 έως το 1003 μ.Χ. Η δυναστεία, περσικής καταγωγής, ιδρύθηκε από τον Γιακούμπ ιμπν Λέιθ ας-Σαφφάρ, γεννημένο στο Σιστάν, τοπικό αγιάρο (τάξη πολεμιστών), ο οποίος εργάστηκε ως χαλκουργός πριν γίνει πολέμαρχος. Αρχικώς πήρε τον έλεγχο της περιοχής Σιστάν και ξεκίνησε την κατάκτηση της περιοχής που σήμερα είναι γνωστή ως Αφγανιστάν, στο όνομα του Ισλάμ.

Σαφαρίδες
861 – 1003
Τοποθεσία {{{κοινό_όνομα}}}
Πρωτεύουσα Ζαράντζ
Γλώσσες Περσικά
Θρησκεία Σουνιτικός Ισλαμισμός
Πολίτευμα Μοναρχία
Εμίρης Γιακούμπ ιμπν Λέιθ ας-Σαφφάρ (πρώτος)
Χάλαφ Α΄ (τελευταίος)
Ιστορία
 -  Ίδρυση 861
 -  Κατάλυση 1003

Οι Σαφαρίδες χρησιμοποίησαν την πόλη Ζαράντζ ως βάση για μια επιθετική επέκταση ανατολικά και δυτικά. Πρώτα εισέβαλαν στις βουδιστικές και ινδουιστικές περιοχές που βρίσκονται νότια του Ινδοκούς στο Αφγανιστάν και μετά ανέτρεψαν την περσική δυναστεία των Ταχιριδών, προσαρτώντας το Χορασάν το 873. Κατά το έτος θανάτου του Γιακούμπ ας-Σαφφάρ, είχαν κατακτήσει την κοιλάδα της Καμπούλ, τη Σινδική, το Τοχαριστάν, τη Μακρανία, την Καρμανία, τη Φαρς, το Χορασάν και είχαν μάλιστα φτάσει ώς τις πύλες της Βαγδάτης, όπου και ηττήθηκαν από τους Αββασίδες.

Η Αυτοκρατορία των Σαφαριδών δεν κράτησε πολύ μετά το θάνατο του Γιακούμπ ας-Σαφφάρ. Ο αδελφός και διάδοχός του, Αμρ ιμπν Λέιθ, ηττήθηκε σε μάχη στη Μπαλχ από τους Σαμανίδες του Ισμαήλ το 900. Ο Αμρ ιμπν Λέιθ αναγκάστηκε τότε να παραδώσει τις περισσότερες περιοχές του στους νέους αφέντες. Οι Σαφαρίδες περιορίστηκαν στην καρδιά του Σιστάν, με το ρόλο τους να μειώνεται σε αυτόν των υποτελών των Σαμανιδών και των διαδόχων τους.

Ιστορία Επεξεργασία

Η δυναστεία ξεκίνησε με τον Γιακούμπ ιμπν Λέιθ ας-Σαφφάρ (Γιακούμπ, γιος του Λαΐθ, Λαΐθ=Λέων στα αραβικά), έναν Πέρση χαλκουργό που μετακόμισε στην πόλη Ζαράντζ. Ο Γιακούμπ άφησε την εργασία του για να γίνει αγιάρος (τάξη επαγγελματιών πολεμιστών), και τελικώς ανήλθε στην ιεραρχία, έγινε τοπικός ηγεμόνας των Αββασιδών, και απέκτησε κατόπιν την εξουσία να δρα ως ανεξάρτητος. Από την πρωτεύουσά του, Ζαράντζ, επεκτάθηκε ανατολικά στις περιοχές Αρ-Ρουχάντζ και Ζαμινταβάρ, και ακολούθησαν οι περιοχές Ζαμπουλιστάν και Καμπουλιστάν μέχρι το 865 μ.Χ. Κατόπιν εισέβαλε στις περιοχές Μπαμιγιάν, Μπαλχ, Μπαντγκίς και Γκουρ. Στο όνομα του Ισλάμ κατέκτησε αυτές τις περιοχές που κυβερνώνταν κυρίως από βουδιστές φυλάρχους. Από αυτή την εκστρατεία απέκτησε μεγάλο πλούτο από λεηλασίες, καθώς και μεγάλο αριθμό σκλάβων. Η Αμερικανίδα ιστορικός και αρχαιολόγος Νάνσυ Ντυπρέ, ειδική στα θέματα του Αφγανιστάν, στο βιβλίο της Ένας Ιστορικός Οδηγός στο Αφγανιστάν (An Historical Guide to Afghanistan, 1971), περιγράφει τις κατακτήσεις του Γιακούμπ ως εξής:

Οι αραβικές στρατιές με το λάβαρο του Ισλάμ προέβαλαν από τη Δύση, νίκησαν τους Σασσανίδες το 642 και κατόπιν προέλασαν με αυτοπεποίθηση στην Ανατολή. Στη δυτική περιφέρεια της περιοχής του Αφγανιστάν, οι πρίγκιπες της Χεράτ και του Σιστάν μεταβίβασαν την εξουσία στους Άραβες κυβερνήτες, αλλά στην ανατολή, στα βουνά, οι πόλεις υποτάχθηκαν μόνο για να εξεγερθούν αργότερα, και οι βιαστικώς προσηλυτισθέντες επέστρεψαν στην παλαιά πίστη τους όταν οι αραβικοί στρατοί προσπέρασαν. Η σκληρότητα και πλεονεξία της αραβικής εξουσίας προκάλεσαν τόσης έκτασης ανταρσία παρόλα αυτά, που όταν η εξασθενούσα εξουσία του χαλιφάτου κατέστη εμφανής, οι γηγενείς ηγεμόνες για ακόμα μια φορά διακήρυξαν την ανεξαρτησία τους. Μεταξύ αυτών ξεχώρισαν για μικρό χρονικό διάστημα οι Σαφαρίδες του Σιστάν. Ο φανατικός ιδρυτής αυτής της δυναστείας, ο παραγιός χαλκουργού Γιακούμπ ιμπν Λέιθ Σαφφάρι (σημ. το αραβικό επώνυμο Ας-Σαφφάρ στην περσική γλώσσα), ήρθε στο προσκήνιο από την πρωτεύουσά του Ζαράντζ το 870 και προέλασε μέσα από τις περιοχές Μποστ, Κανταχάρ, Γκάζνα, Καμπούλ, Μπαμιγιάν, Μπαλχ και Χεράτ, κατακτώντας στο όνομα του Ισλάμ.

Η πόλη Χεράτ των Ταχιριδών κατελήφθη το 870 και η εκστρατεία του Γιακούμπ στην περιοχή Μπαντγκίς οδήγησε στην αιχμαλώτιση των αιρετικών Χαριζιτών (σημ.: Οι Χαριζίτες μουσουλμάνοι, ή κα'αριτζίτες, από το αραβικό ρήμα κρτζ, «αποχωρώ», αρνήθηκαν να αποδεχτούν την καθιέρωση του συστήματος των μουσουλμανικών δυναστειών και ισχυρίστηκαν ότι το αξίωμα του χαλίφη θα έπρεπε να περιέρχεται στον πιο ευσεβή μουσουλμάνο, ακόμα και σε έναν Αιθίοπα σκλάβο, όπως χαρακτηριστικά έλεγαν. Κοινότητες Χαριζιτών υπάρχουν σήμερα στην Αλγερία, το Ομάν και τη Ζανζιβάρη), που αργότερα σχημάτισαν ειδικό τμήμα στο στρατό του. Κατόπιν ο Γιακούμπ έστρεψε την προσοχή του στα δύση και ξεκίνησε επιθέσεις στο Χορασάν, Χουζιστάν, Κερμάν (νοτιοανατολικό Ιράν) και Φαρς (νοτιοδυτικό Ιράν). Ύστερα οι Σαφαρίδες κατέλαβαν το Χουζιστάν (νοτιοδυτικό Ιράν) και τμήματα του νοτίου Ιράκ, και το 876 έφτασαν κοντά στην ανατροπή των Αββασιδών, των οποίων ο στρατός κατάφερε να τους αναχαιτίσει ενώ είχαν μόλις λίγες ημέρες πορείας ακόμα για να φτάσουν στην πρωτεύουσα του χαλιφάτου, Βαγδάτη. Οι εισβολές αυτές παρόλα αυτά, ανάγκασαν τους Αββασίδες να αναγνωρίσουν τον Γιακούμπ ως κυβερνήτη των περιοχών Σιστάν, Φαρς και Κερμάν, ενώ προσφέρθηκαν επίσης στους Σαφαρίδες ακόμα και θέσεις κλειδιά στον πυρήνα της αββασιδικής εξουσίας στη Βαγδάτη.

Το 901, ο Αμρ ας-Σαφφάρ ηττήθηκε στη μάχη της Μπαλχ από τους Πέρσες Σαμανίδες, γεγονός που περιόρισε τη δυναστεία των Σαφαριδών στην εξουσία μιας μικρής ηγεμονίας στην περιοχή του Σιστάν.

Το 1002, ο Μαχμούντ της Γκάζνας, σουλτάνος των Γαζναβιδών, εισέβαλε στο Σιστάν, εκθρόνισε τον Χάλαφ Α΄ και τερμάτισε τη δυναστεία των Σαφαριδών.

Πολιτισμός Επεξεργασία

 
Ιππέας των Σαφαριδών

Οι Σαφαρίδες έδωσαν μεγάλη προσοχή στην περσική κουλτούρα. Υπό την εξουσία τους, ο ανατολικός ισλαμικός κόσμος κατέστη μάρτυρας της εμφάνισης σημαντικών Περσών ποιητών, όπως του Φεϊρούζ Μασρίκι, του Αμπού Σαλίκ αλ-Τζιρτζάνι, και του Μουχάμμαντ ιμπν Ουασίφ αλ-Σιστάνι, που ήταν γραμματέας του ηγεμόνα και αυλικός ποιητής. Τον ύστερο 9ο αιώνα, η δυναστεία έδωσε ώθηση σε μια αναγέννηση της νέας περσικής λογοτεχνίας και πολιτισμού. Μετά την κατάκτηση της Χεράτ από τον Γιακούμπ, κάποιοι ποιητές επέλεξαν να υμνήσουν τη νίκη του στα Αραβικά, ενώ ο Γιακούμπ αιτήθηκε στον γραμματέα του, Μουχάμμαντ ιμπν Ουασίφ αλ-Σιστάνι, να γράψει τους στίχους στα Περσικά.

Από ορυχεία αργύρου στην κοιλάδα Παντζσίρ του Αφγανιστάν οι Σαφαρίδες έκοβαν ασημένια νομίσματα.


Πηγές Επεξεργασία

  • Baumer, Christoph (2016). The History of Central Asia: The Age of Islam and the Mongols. Three. I.B. Tauris. σελ. 24. ISBN 978-1-78453-490-5. 
  • Bosworth, C.E. (1969). «The Ṭāhirids and Persian Literature». Iran 7: 104. doi:10.2307/4299615. 
  • Bosworth, C.E. (1975). «The Ṭāhirids and Șaffārids». Στο: Frye, R.N. The Cambridge History of Iran. 4: The Period from the Arab invasion to the Saljuqs. Cambridge University Press. σελίδες 90–135. 
  • Bosworth, C.E. (1995). «Saffarids». Στο: Bosworth, C.E.· van Donzel, E.· Heinrichs, W.P.· Lecomte, G. Encyclopedia of Islam. VIII:NED-SAM. Brill. σελίδες 795–798. 
  • Cunliffe, Barry W. (2015). By Steppe, Desert, and Ocean: The Birth of Eurasia. Oxford University Press. σελίδες 388–389. ISBN 9780199689170. 
  • Dabashi, Hamid (2019). The Shahnameh: The Persian Epic in World Literature. Columbia University Press. ISBN 978-0231544948. 
  • Meisami, Julie Scott (1999). Persian Historiography to the End of the Twelfth Century. Edinburgh University Press. ISBN 978-0748612765. 
  • Tor, D.G. (2007). Violent Order: Religious Warfare, Chivalry, and the ʻAyyār Phenomenon in the Medieval Islamic World. Orient-Institut-Istanbul. 
  • Bosworth, C.E.; van Donzel, E.; Heinrichs, W.P. και άλλοι., επιμ. (1995). «Pandjhir». The Encyclopaedia of Islam. VIII:NED-SAM. Brill, σελ. 258.