Ο Σουλγκί (Σουμεριακή γλώσσα: "𒀭𒂄𒄀") ήταν βασιλιάς της Ουρ και Βασιλεύς του Σουμέρ και του Ακκάδ, ο δεύτερος από την Τρίτη Δυναστεία της Ουρ. Η βασιλεία του διήρκησε 48 χρόνια, σύμφωνα με το Μέσο Χρονολόγιο την περίοδο (2094 π.Χ. - 2046 π.Χ.) και σύμφωνα με το Νέο Χρονολόγιο την περίοδο (2030 π.Χ. - 1982 π.Χ.).[2][3][4] Το σπουδαιότερο επίτευγμα του ολοκλήρωσε το Μεγάλο Ζιγκουράτ της Ουρ που είχε ξεκινήσει ο πατέρας του Ουρ Ναμμού. Στις επιγραφές του καταγράφεται ως "βασιλεύς της Ουρ", "βασιλεύς του Σουμέρ και της Ακκάδ" και "βασιλιάς των τεσσάρων μερών". Το σύμβολο "𒀭" χρησιμοποιήθηκε πριν από το όνομα του, το αποτέλεσμα ήταν η αποθέωση του το 23ο έτος της βασιλείας του.[5]

Σουλγκί
Γενικές πληροφορίες
Θάνατος2045 π.Χ. (περίπου)[1]
Τόπος ταφήςΟυρ
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταμονάρχης
Οικογένεια
ΣύζυγοςAmat-Sin
Taramuram
ΤέκναΑμάρ-Σιν
Εννιρζιάννα
Σου-Σιν
ΓονείςΟυρ-Ναμμού και Βατάρτουμ
ΑδέλφιαΕννιργκαλάνα
ΟικογένειαΤρίτη Δυναστεία της Ουρ
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαLugal (2092 π.Χ.–2045 π.Χ.)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Προσωπική δόξα Επεξεργασία

Ο Σουλγκί ήταν γιος του βασιλιά της Ουρ Ουρ-Ναμμού και της συζύγου του Βατάρτουμ.[6] Η βασιλεία του έμεινε γνωστή σαν αναγέννηση της συγγραφής, δεν είναι γνωστό πόσα έγραψε ο ίδιος αλλά υπάρχουν πολλά ποιήματα που υμνούν τον ίδιο και την αποθέωση του στο 23ο έτος της βασιλείας του.[7] Πολλά μετέπειτα χρονικά τον κατακρίνουν για την ασέβεια του, το "Χρονικό της Εσαγκιλά" αναφέρει "δεν τήρησε ποτέ πιστά τις τελετές, μόλυνε όλες τις τελετουργίες".[8] Το Χρονικό "CM 48" τον κατακρίνει επίσης για τα "ασεβή του γραπτά".[9] Το "Χρονικό των πρώτων βασιλέων" αναφέρει "μεγάλα κακουργήματα, λεηλάτησε την περιουσία της Εσαγκίλα και της Βαβυλώνας και την πήρε σαν λάφυρο".[10] Ο Σουλγκί έμεινε γνωστός για την ικανότητα του να τρέχει σε μεγάλες αποστάσεις, ο ίδιος καυχήθηκε ότι τον 7ο χρόνο της βασιλείας του έτρεξε πάνω από 100 Μίλια ανάμεσα στη Νιππούρ και την Ουρ.[11] Ο Κράμερ καταγράφει τον Σουλγκί ως τον "πρώτο πρωταθλητή των μεγάλων αποστάσεων". Ο Σουλγκί, αν και επηρεασμένος από τη Σημιτική παράδοση της Ακκαδικής περιόδου (χρησιμοποιούσε λ.χ. τον Ακκαδικό τίτλο "βασιλιάς των τεσσάρων μερών"), ήταν ωστόσο λάτρης τού Σουμεριακού πολιτισμού. Αγαπούσε τη Σουμεριακή λογοτεχνία, προστάτευσε τα σχολεία και την εκπαίδευση και υπερηφανευόταν για την παιδεία την οποία απέκτησε στο σχολείο εντούμπα (edubba) (Κόρπους Νο 5: σ. 51,52). Ο Σουλγκί έγραψε ένα μεγάλο ποίημα στο οποίο υμνεί τον εαυτό του ως "βασιλιά των τεσσάρων μερών και πάστορα των μαυροκέφαλων", μιλούσε τα Ελαμίτικα εξίσου καλά με τα Σουμεριακά.[12][13] Μπορεί να προσπάθησε να μιμηθεί τον Ναράμ-Σιν, γιατί πήρε τον τίτλο τού "βασιλιά των τεσσάρων τετάρτων" αλλά ήταν μεγάλος προστάτης όλων των Σουμερίων, ακόμα και αν παντρεύτηκε μια Σημίτισσα, την Αμπισιμτί. Επρόκειτο να παραμείνει η ίδια κληρονόμος μετά τους γιους της. Ο Σουλγκί είχε περισσότερα από 50 παιδιά.

Ένοπλες συγκρούσεις Επεξεργασία

 
Προτομή του βασιλιά Σουλγκί

Ο Σουλγκί είχε ιδιαίτερο πρόβλημα να υποτάξει τα εδάφη τής Ασσυρίας, με ετήσιες εκστρατείες που άρχισαν στο 24ο έτος τής βασιλείας του. Τελικά πέτυχε να κάνει επαρχία του τη βόρεια περιοχή, με τους Χουριτικούς, Σουμπαρτικούς και Ασσυριακούς πληθυσμούς το 2051 π.Χ., μετά από είκοσι έτη πολέμου. Οδήγησε επίσης τις σωφρονιστικές εκστρατείες ενάντια στους Αμορραίους. Οι Γκούτιοι πέρασαν το Ελάμ, προκαλώντας μια αναρχία μεγαλύτερη από ότι είχε υπάρξει πριν στη Σουμερία. Αργότερα κατέβαλλε μια επανάσταση στην Ανσάν. Οι Ελαμίτες στρατολογήθηκαν σ' έναν στρατό τύπου: Λεγεώνα των Ξένων. Περίπου στο 2055 π.Χ., οδήγησε έναν στρατό ξηράς στην Παλαιστίνη, για να τιμωρήσει τους ντόπιους για τη μη αποστολή φόρου. Η Ντερ ήταν μια πόλη που ο Σουλγκί είχε τον έλεγχο της από τον πρώτο χρόνο, στο 20ο έτος της βασιλείας του καταστράφηκε όπως είπε ο ίδιος από τιμωρία των θεών, οι επιγραφές έγραψαν ότι "μπήκε η γη σε τάξη με μια αξίνα". Τον 18ο χρόνο της βασιλείας του μια από τις κόρες του αναδείχτηκε ηγεμόνας στο Μαρασί στα ανατολικά του Ελάμ, παντρεύτηκε τον τοπικό βασιλιά. Από τον 26ο μέχρι τον 45ο χρόνο της βασιλείας του ο Σουλγκί επεκτάθηκε σε πολλές γειτονικές ορεινές φυλές.[14] Το 30ο έτος της βασιλείας του μια κόρη του παντρεύτηκε τον κυβερνήτη του Ανσάν ενώ το 34ο έτος προχώρησε ήδη σε εκστρατεία για να τιμωρήσει την περιοχή. Το 45ο έτος της βασιλείας του κατέστρεψε τις τελευταίες πόλεις στα ανατολικά της Ουρ, στην περιοχή του Ελάμ.[15] Δεν στάθηκε ικανός ωστόσο να κυβερνήσει αυτές τις περιοχές, το 37ο έτος της βασιλείας του διέταξε να κατασκευαστεί ένα μεγάλο τείχος για να προστατευθεί από τους λαούς τους.[16]

Σούσα Επεξεργασία

 
Ο βασιλιάς Σουλγκί ως κτίστης

Ο Σουγκλί έμεινε γνωστός για τις αφιερώσεις του στον θεό Ινσουσινάκ, έχουν βρεθεί στα Σούσα.[17] Μιά από τις επιγραφές γράφει "Σουλγκί, κύριος των Σούσων, βασιλιάς της Ουρ, του Σουμέρ και του Ακκάδ αφιέρωσε αυτόν τον ναό".[18][19][20] Μια Οξυγραφία με Χάντρες από Κορνεόλη που βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο του Λούβρου είναι αφιέρωση του Σουλγκί στα Σούσα με την επιγραφή "στη θεά Νινγκάλ, τη μητέρα του ο Σουλγκί, βασιλιάς της Ουρ και των τεσσάρων μερών αφιέρωσε".[21][22][23] Η Τρίτη Δυναστεία της Ουρ είχε τον έλεγχο των Σούσων, οικοδόμησε σε αυτά αμέτρητα κτίσματα και ναούς, αυτό φαίνεται από τις επιγραφές που αφιέρωσε ο Σουλγκί σαν κυβερνήτης της πόλης-κράτους.[24] Συνέχισε την πολιτική του πατέρα του, πάντρεψε τις κόρες του με ηγεμόνες των ανατολικών επαρχιών.[25] Ο Σουλγκί προχώρησε σε μεγάλο βαθμό τον εκσυγχρονισμό της πόλης-κράτους της Ουρ, βελτίωσε τις επικοινωνίες, τον στρατό, τη γραφή και το νομισματικό σύστημα και αύξησε σημαντικά τη γραφειοκρατία.[26] Επικυρωποίησε τέλος επίσημα τον Νομοθετικό Κώδικα του πατέρα του.[27] Μετά τον θάνατο του Σουλγκί έκανε την εμφάνισή του από τις ερήμους της Συρίας ένα σημιτικό φύλο, οι Αμορίτες, άρχισαν να εισβάλλουν και να λεηλατούν τις Σουμεριακές πόλεις.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. www.britannica.com/biography/Shulgi.
  2. https://books.google.gr/books?id=ystMAgAAQBAJ&pg=PA458&redir_esc=y#v=onepage&q&f=false
  3. https://www.britannica.com/biography/Shulgi
  4. https://www.oxfordreference.com/display/10.1093/oi/authority.20110803114924281;jsessionid=4AE344C5A6070BFED780C7C23721E60F
  5. https://books.google.gr/books?id=mc4cfzkRVj4C&pg=PA132&redir_esc=y#v=onepage&q&f=false
  6. https://cdli.ucla.edu/tools/yearnames/HTML/T6K2.htm
  7. Van De Mieroop, Marc. (2005). A History of the Ancient Near East ca. 3000–323 BC, Oxford: Blackwell Publishing, σ. 76
  8. https://web.archive.org/web/20060228202325/http://www.livius.org/cg-cm/chronicles/abc19/weidner.html
  9. https://web.archive.org/web/20060510200708/http://www.livius.org/cg-cm/chronicles/cm/uruk.html
  10. https://web.archive.org/web/20060228202300/http://www.livius.org/cg-cm/chronicles/abc20/kings.html
  11. Hamblin, William J. Warfare in the Ancient Near East to 1600 BC. New York: Routledge, 2006
  12. https://books.google.gr/books?id=mc4cfzkRVj4C&pg=PA132&redir_esc=y#v=onepage&q&f=false
  13. Liverani, Mario (2013). The Ancient Near East: History, Society and Economy. Routledge. σ. 167
  14. https://books.google.gr/books?id=iY9xp4pLp88C&q=the+sumerians+Samuel+Noah+Kramer&redir_esc=y#v=snippet&q=the%20sumerians%20Samuel%20Noah%20Kramer&f=false
  15. https://books.google.gr/books?id=iY9xp4pLp88C&q=the+sumerians+Samuel+Noah+Kramer&redir_esc=y#v=snippet&q=the%20sumerians%20Samuel%20Noah%20Kramer&f=false
  16. Hamblin, William J. Warfare in the Ancient Near East to 1600 BC. New York: Routledge, 2006
  17. Potts, Professor Daniel T. (1999). The Archaeology of Elam: Formation and Transformation of an Ancient Iranian State. Cambridge University Press. σ. 14
  18. https://cdli.ucla.edu/search/search_results.php?SearchMode=Text&ObjectID=P226991
  19. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 31 Ιανουαρίου 2023. Ανακτήθηκε στις 31 Ιανουαρίου 2023. 
  20. Potts, Daniel T. (1999). The Archaeology of Elam: Formation and Transformation of an Ancient Iranian State. Cambridge University Press. σ. 133
  21. Potts, D.T (29 July 1999). The Archaeology of Elam. σ. 134
  22. https://collections.louvre.fr/en/
  23. https://art.rmngp.fr/fr/library/artworks/perle-au-nom-du-roi-shulgi-vouee-a-la-deesse-ningal_cornaline_perle-objet
  24. Potts, Daniel T. (2012). A Companion to the Archaeology of the Ancient Near East. John Wiley & Sons. σ. 746
  25. Potts, Daniel T. (2012). A Companion to the Archaeology of the Ancient Near East. John Wiley & Sons. σ. 746
  26. https://books.google.gr/books?id=mc4cfzkRVj4C&pg=PA132&redir_esc=y#v=onepage&q&f=false
  27. https://books.google.gr/books?id=mc4cfzkRVj4C&pg=PA132&redir_esc=y#v=onepage&q&f=false

Πηγές Επεξεργασία

  • Hamblin, William J. Warfare in the Ancient Near East to 1600 BC. New York: Routledge, 2006
  • Van De Mieroop, Marc. (2005). A History of the Ancient Near East ca. 3000–323 BC, Oxford: Blackwell Publishing.
  • Potts, Professor Daniel T. (1999). The Archaeology of Elam: Formation and Transformation of an Ancient Iranian State.