Οι Χάττες ήταν αρχαία γερμανική φυλή με έδρα την πάνω πλευρά του ποταμού Βέζερ [1]. Εγκαταστάθηκαν στην βόρεια Έσση και στην νότια Κάτω Σαξονία και στις κοιλάδες και τα βουνά γύρω από τον Έντερ, τη Φούλντα, και τον Βέζερ. Σύμφωνα με τον Τάκιτο [2], στους Χάττες ανήκαν αρχικά και οι Μπατάβιοι αλλά μετά από εσωτερικές διαφωνίες οι τελευταίοι αποσπάστηκαν για να μετακινηθούν σε άλλα εδάφη επί του Ρήνου.

Η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία στα χρόνια του Αδριανού (117-138), με τους Χάττες στην κεντρική Γερμανία.

Πηγές Επεξεργασία

Αν και ο Ιούλιος Καίσαρας ήταν καλά ενημερωμένος για τις διάφορες φυλές στα ανατολικά του Ρήνου, τους Χάττες δεν τους ανέφερε ποτέ. Ο πρώτος αρχαίος συγγραφέας που το έκανε ήταν ο Στράβων, μετά το 16, που τους συμπεριέλαβε σε λίστα των φτωχότερων γερμανικών φυλών που πολέμησαν τους Ρωμαίους («Χάττοι») [3]. Για τον πρώτο αιώνα μ.Χ. πληροφορούμαστε αρκετά για τους Χάττες από τον Τάκιτο, που μας μιλά για τον πολιτισμό τους. Από τις αρχές του 3ου αιώνα όμως οι Χάττες σχεδόν εξαφανίζονται από τις γραπτές πηγές και αναφέρονται μόνο ως γεωγραφικός προσδιορισμός ή σε γραπτά για γεγόνοτα του πρώτου αιώνα. Ο Δίων Κάσσιος, που πρώτος ανέφερε τους Αλαμαννούς, είναι και ο τελευταίος που γράφει για τους Χάττες. Εξιστορώντας τους γερμανικούς πολέμους του Καρακάλλα το 213, λέει πως ο αυτοκράτορας πολέμησε τους «Κέννους, Κελτικόν έθνος» [4]. Όμως το κείμενο αυτό είναι μεταγενέστερη αναπαραγωγή του αυθεντικού από τον Ιωάννη Ξιφιλίνο. Αντιθέτως, άλλο κείμενο του Δίωνα Κάσσιου τους αναφέρει ως Χάττες [5]. Ο προηγούμενος όρος «Κέλτες» ήταν πολύ συνηθισμένος στην περιγραφή γερμανικών φυλών μεταξύ των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. Μετά τον Κάσσιο το όνομα Χάττες αναφέρεται επίσης σε πανηγυρικό του Σιδώνιου Απολλινάριου στα τέλη του 5ου αιώνα ως ποιητικό συνώνυμο των «Γερμανών» [6]. Ο τελευταίος που αναφέρεται στους Χάττες αν και μόνο ως παραπομπή σε λεγόμενα του Σουσπίκιου Αλέξανδρου είναι ο Γρηγόριος Τουρώνης [7].

Ιστορία Επεξεργασία

Οι Χάττες αντιστάθηκαν στους Ρωμαίους κατακτητές επιτυχώς, συνεργαζόμενοι με άλλες φυλές υπό τον ηγέτη των Χερούσκων Αρμίνιο, και αναχαίτισαν τον Ούαρρο στη Μάχη του Τευτοβούργιου δρυμού το 9. Λίγα χρόνια αργότερα ο Γερμανικός επέδραμε στα εδάφη τους για εκδίκηση, αλλά μετά τη σκληρή αντίστασή τους οι Ρωμαίοι αναγκάστηκαν να σχεδιάσουν τα σύνορά τους νότια των περιοχών που κατοικούσαν οι Χάττες, στην κεντρική Έσση. Μια μεγάλη εισβολή των Χάττων στη Άνω Γερμανία απουκρούστηκε επιτυχώς από τις ρωμαϊκές λεγεώνες το 50[8]. Οι αρχαίοι συγγραφείς προσδιορίζουν το θρυλικό Μάττιο (πάνω από τον ποταμό Έντερ) ως πρωτεύουσα των Χάττων. Επειδή η πόλη καστράφηκε από τον Γερμανικό, δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε την ακριβή τοποθεσία της, αλλά πρέπει να ήταν στη γειτονιά του σημερινού Φρίτσλαρ [9]. Ο Τάκιτος, στο βιβλίο του «Γερμανία» (κεφ. 30) λέει πως οι Χάττες ήταν πειθαρχημένοι πολεμιστές, διάσημοι για το πεζικό τους και, όπως οι περισσότεροι Γερμανοί, κουβαλούσαν εφόδια μαζί τους στις μάχες. Γείτονές τους στα βόρεια ήταν οι Ουσίποι και οι Τεντερίτες. Οι Χάττες ενσωματώθηκαν τελικά στο μεγαλύτερο έθνος των Φράγκων υπό τον βασιλιά Χλωδοβίκο Α΄ μαζί με τους Ριπουάριους στις αρχές του 6ου αιώνα. Το 723, ο Αγγλοσάξονας ιεραπόστολος Άγιος Βονιφάτιος προσηλύτισε τους Χάττες και έκοψε το άγιο δέντρο τους («Βαλανιδιά του Θορ», Thor’s Oak) κοντά στο Φρίτσλαρ, για να τους φέρει στον χριστιανισμό. Το όνομα Χάττες ίσως και να αποτελεί γλωσσικό θεμέλιο του τοπωνυμίου Έσση μετά την φωνητική αλλαγή των γερμανικών γλωσσών [10][11].

Παραπομπές και σημειώσεις Επεξεργασία

  1. Encyclopædia Britannica Article
  2. Histories iv. με χρονολογία 70 μ.Χ.
  3. Strabo, 7.1.3. [1]. Στον Κλαύδιο Πτολεμαίο (2.11.23) ονομάζονται Χάτται [2]
  4. Cassius Dio, 77.14.1f.
  5. Fragmenta Valesiana 377.
  6. Sidonius, Carmina 7.388κε. Σε αυτό το ποίημα προς τιμή του Άβιτου ο βάρβαρος Χάττος ("Chatt") εμποδίζεται από τα βαλτωμένα νερά του Έλβα. Πρβλ. Ludwig Rübekeil, Diachrone Studien zur Kontaktzone zwischen Kelten und Germanen, ÖAW, Βιέννη 2002, σσ. 45κε.
  7. Gregorius Turonenesis, Historia Francorum, 2.9.55.
  8. Tacitus, Annales (xii.27)
  9. Armin Becker: "Mattium", στο: Reallexikon der Germanischen Altertumskunde (RGA). 2η έκδ., τόμ. 19 (Βερολίνο και Νέα Υόρκη: Walter de Gruyter, 2001, σ. 443–444.
  10. «A Brief Introduction to the History of Hesse (Hessen)». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Ιουλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 15 Απριλίου 2011. 
  11. The History Files: Hesse