Το Redlining (πρακτική της κόκκινης γραμμής) αποκαλείται η πρακτική άρνησης ή αύξησης του κόστους υπηρεσιών όπως τραπεζικών προϊόντων, ασφαλιστικής κάλυψης, πρόσβασης σε συγκεκριμένες δουλειές, πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας, ακόμη και πρόσβαση στα supermarket, σε πολίτες ορισμένων, συνήθως φυλετικά καθορισμένων, περιοχών. Η πιο καταστροφική μορφή της πρακτικής αυτής και η πιο συνήθης, αφορά διάκριση στην παροχή στεγαστικών δανείων, κατά τις οποίες ισπανόφωνοι και έγχρωμοι πολίτες της μεσαίας τάξης αποκόπτονται στην Αμερική από τη χορήγηση δανείων που είναι διαθέσιμα σε καυκάσιους πολίτες χαμηλών εισοδημάτων. Ο όρος "redlining" (δηλαδή πρακτική της κόκκινης γραμμής) υιοθετήθηκε στα τέλη του 1960 από κοινότητες ακτιβιστών στο Σικάγο. Ο όρος περιγράφει την πρακτική σκιαγράφησης μιας κόκκινης γραμμής σε ένα τοπογραφικό χάρτη ώστε να απομονωθούν περιοχές μιας πόλης όπου οι τράπεζες δε θα ενδιαφέρονταν να επενδύσουν. Αργότερα, ο όρος χρησιμοποιήθηκε για τη διάκριση ενάντια σε συγκεκριμένες ομάδες ατόμων (συνήθως με βάση το φύλο, τη φυλή ή σεξουαλικό προσανατολισμό), ανεξαρτήτως γεωγραφικών προσδιορισμών. Στο αποκορύφωμα αυτής της πρακτικής αυτές οι περιοχές μετατράπηκαν γρήγορα σε περιθωριοποιημένες συνοικίες. Αργότερα, γύρω στο 1990 αυτή η διάκριση περιελάμβανε δανειοδότηση καυκάσιων πολιτών των κατώτερων εισοδηματικών στρωμάτων, αλλά όχι σε μεσαία ή υψηλά εισοδηματικά στρώματα έγχρωμων κατοίκων. Τα τελευταία χρόνια οι υπηρεσίες υγείας επίσης έχουν γίνει απρόσιτες ακόμη και σε Αμερικανούς πολίτες των μεσαίων εισοδηματικών στρωμάτων, ανεξαρτήτως φυλής και συχνά ασφαλιστικές εταιρίες αρνούνται να συνάψουν συμφωνία για συνταξιοδοτικά προγράμματα.

Στην Ελλάδα συνήθως οι τράπεζες προωθούσαν την πιστωτική επέκταση χωρίς να δουν το φως της δημοσιότητας περιπτώσεις redlining, μέχρι τη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση του 2007 που τις έκανε πιο συντηρητικές στη χορήγηση δανείων, αλλά κυρίως με βάση εισοδηματικά κριτήρια. Παρά ταύτα, έχουν γνωστοποιηθεί περιστατικά redlining σε αιτήσεις ασφαλιστικής κάλυψης, όπως άρνηση σύναψης ασφάλειας ζωής σε ομοφυλόφιλα άτομα.