Όνγκους Α΄ των Πίκτων
Ο Όνγκους Α΄ των Πίκτων (Αρχ. Ιρλανδικά : Angus mac Fergus, πέθανε το 761) βασιλιάς των Πίκτων (732 - 761) ανέβηκε στον θρόνο μετά από μια περίοδο αναρχίας στα τέλη της δεκαετίας του 720. Την εποχή του υποτάχθηκαν το γειτονικό βασίλειο της Νταλ Ριάτα και το βασίλειο του Στραθκλάιντ με μικρότερη επιτυχία, ο ισχυρός βασιλιάς της Σκωτίας περιπλέχτηκε σε πολέμους με την Αγγλία και την Ιρλανδία. Οι βασιλείς από την οικογένεια του Όνγκους κυβέρνησαν τους Πίκτες μέχρι το 839 την χρονιά που μια καταστροφική ήττα από τους Βίκινγκ έφερε νέα περίοδο αστάθειας μέχρι την άνοδο του Κένεθ Α΄ της Σκωτίας. Οι πηγές των Πίκτων ήταν ελάχιστες, στις αρχές της δεκαετίας του 720 αναφέρεται η ίδρυση του Αγίου Ανδρέα που ονομαζόταν τότε Κένριγκμονάιντ. Οι κύριες πηγές ήταν τα Ιρλανδικά Χρονικά από τα οποία τα πιο αξιόπιστα ήταν τα Χρονικά του Ούλστερ και τα Χρονικά του Τίγκερναχ, οι πληροφορίες περιέχουν υλικό που διατηρήθηκε στο μοναστήρι του Ίωνα στην Σκωτία. Ο Όνγκους και οι Πίκτες εμφανίζονται σποραδικά σε Ουαλικές πηγές όπως τα Χρονικά του Καμπραί και πιο συχνά σε πηγές της Νορθουμβρίας τις οποίες καταγράφουν ο Βέδας και ο Συμεών του Ντάραμ στο έργο του Βασιλική Αγγλική Ιστορία. Οι Πίκτες ήταν μια από τις τέσσερις εθνότητες της βόρειας Βρετανίας στις αρχές του 8ου αιώνα, η Πικτία βρισκόταν νότια από τον ποταμό Φορθ περιλαμβάνοντας τις Ορκάδες, την Σέτλαντ και τις Εβρίδες, πριν την εποχή των Βίκινγκ το κέντρο του βασιλείου ήταν το Φορτριού. Οι σημαντικότερες τοποθεσίες στο Φορτριού ήταν το Μπούργκχιντ και το Ινβερνές, η χώρα των Πίκτων είχε μόνο μια επισκοπή το Ρόζμαρι.
Όνγκους Α΄ των Πίκτων | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 7ος αιώνας[1] |
Θάνατος | 761 Σαιντ Άντριους |
Τόπος ταφής | Σαιντ Άντριους |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | μονάρχης |
Οικογένεια | |
Τέκνα | Τάλοργκαν Β΄ των Πίκτων |
Αδέλφια | Μπρίντει Ε΄ των Πίκτων |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Κατάλογος Βασιλέων των Πικτών (732–761) |
Άνοδος στον θρόνο
ΕπεξεργασίαΗ Νορθουμβρία κυρίαρχη δύναμη στην Βρετανία βρισκόταν νότια του ποταμού Φορθ μέχρι τον ποταμό Χάμπερ αλλά το τέλος της παλιάς δυναστείας με τον θάνατο του Όσρικ της Νορθουμβρίας (729) οδήγησε σε εμφύλιες συγκρούσεις για τον θρόνο. Η Μερκία στα νότια ήταν μεγάλο πρόβλημα για τους βασιλείς της Νορθουμβρίας, την εποχή του Όνγκους Α΄, η Νορθουμβρία κυβερνήθηκε από τον ικανότατο Έαντμπερτ της Νορθουμβρίας. Στα νοτιοδυτικά των Πίκτων υπήρχαν οι Γαλάτες την Νταλ Ριάτα, το βασίλειο διεκδικούσαν οι δυναστείες Κένελ Λόαρν του βορείου Άρτζιλ και ο Κένελ εν Γκάμπραιν του Κιντύρ. Το 723 ο Σελβάχ μακ Φερτσέρ παραιτήθηκε ως διεκδικητής της Κένελ Λόαρν στην Νταλ Ριάτα υπέρ του γιου του Ντουνγκάλ ο οποίος στην συνέχεια ανατράπηκε από τον Έοχεντ μακ Έχνταχ γιο του Κένελ εν Γκάμπραιν (726). Ο Ντουνγκάλ και ο Έοχεντ βρέθηκαν ξανά σε σύγκρουση (731) όταν ο Ντούνγκαλ έκαψε την Τάρμπερτ. Η ιστορία των Κελτών του Άλτ Κάλτ του αργότερα βασιλείου του Στραθκλάιντ έχει αφήσει ελάχιστα ιστορικά ίχνη, ο Τεύδεμπουρ του Άλτ Κάλτ κυβέρνησαν την Ντάμπαρτον Ροκ από το 722 μέχρι τον θάνατο του (752), τον διαδέχθηκε ο γιος του Ντουμναγκουάλ.[2]
Τα Ιρλανδικά γενεαλογικά δέντρα καταγράφουν τον Όνγκους μέλος της δυναστείας του Έογκαναχ του Μάνστερ, απογόνους μιας θρυλικής μορφής του "Καίμπρ του μικρού Πίκτου" γιου του Κόναλ Κορκ που κυβέρνησε το βασίλειο του Ιάρμουμαν.[3] Η δυναστεία κυβέρνησε το Κιρκίν μια περιοχή που σχετίζεται με τις σημερινές περιοχές του Άνγκους και του Μερνς.[4] Δεν υπάρχουν πληροφορίες για τα πρώτα χρόνια της ζωής του, την εποχή που εμφανίστηκε ήταν ήδη μεσήλικας.[5] Οι πιο στενοί του συγγενείς ήταν οι δυο γιοι του Μπρίντει και Τάλοργκαν Β΄ των Πίκτων και οι δυο του αδελφοί Τάλοργκαν και Μπρίντει Ε΄ των Πίκτων. Ο Νέχταν μακ Ντερ-Ίλει γιος του Ντερ-Ίλει παραιτήθηκε για να μπει σε μοναστήρι (724) και φυλακίστηκε από τον διάδοχο του Ντρεστ Ζ΄ των Πίκτων (726). Μετά το 728 εμφανίστηκαν τέσσερις διεκδικητές του θρόνου των Πίκτων : ο Ντρεστ Ζ΄, ο Νέχταν, ο Άλπιν Α΄ των Πίκτων και τελευταίος ο ίδιος ο Όνγκους Α΄ σαν οπαδός και διάδοχος του Νέχταν. Την διετία 728 - 729 καταγράφηκαν τέσσερις μάχες μάχες στην Ιρλανδία, ο Άλπιν ηττήθηκε δυο φορές από τον Όνγκους και ο Νέχταν επανήλθε στον θρόνο, σε νέα μάχη μεταξύ των οπαδών του Όνγκους και των εχθρών του Νέχταν κοντά στο Φέττερτσαιν (729) οι οπαδοί του Νέχταν ήταν νικητές. Ο Νέχταν μετά την επαναφορά του στον θρόνο κυβέρνησε μέχρι τον θάνατο του (732).[6] Στις 12 Αυγούστου 729 ο Όνγκους νίκησε και σκότωσε τον Ντρεστ σε μάχη που δεν έχει προσδιοριστεί η θέση της.
Υποταγή της Νταλ Ριάτα
ΕπεξεργασίαΤην δεκαετία του 730 ξέσπασε πόλεμος ανάμεσα στην Νταλ Ριάτα και τον Όνγκους, στην Νταλ Ριάτα κυρίαρχοι και προστάτες η Ιρλανδική δυναστεία της Κένελ Κονάιλ που είχε εξασθενήσει. Ο στόλος της Νταλ Ριάτα πολέμησε για λογαριασμό του Φλέθμπερταχ μακ Λουάνγκσιγκ Υψηλού βασιλιά της Ιρλανδίας εναντίον του Εντ Αλλάν της Κένελ εν Έογκαν και είχε βαριές απώλειες (733).[5][7] Η Νταλ Ριάτα κυβερνήθηκε τότε από τον Έοχεντ μακ Έχνταχ της δυναστείας των Κένελ εν Γκαμπραίν που πέθανε το 733 και οι βασιλικοί κατάλογοι για εκείνη την εποχή είναι ασαφείς. Οι Κένελ Λόαρν του βορείου Άρτζιλ κυβέρνησαν την Νταλ Ριάτα με τον Ντουνγκάλ μακ Σελμπάιγκ τον οποίο εκθρόνισε την δεκαετία του 720 ο Έοχεντ. Το 731 καταγράφονται μάχες ανάμεσα στον γιο του Όνγκους Α΄ Μπρίντει και τον Τάλοργκαν μακ Κονγκούζα της Νταλ Ριάτα. Ο Ντουνγκάλ μακ Σελμπάιγκ βεβήλωσε το ιερό του Τόρι Ίσλαντ όταν έσυρε έξω από αυτό τον Μπρίντει, ο Ντούνγκαλ είχε εκθρονιστεί από επικυρίαρχος της Νταλ Ριάτα και βασιλιάς των Κένεθ Λόαρν και αντικαταστάθηκε από τον ξάδελφο του Μουιρεντάχ μακ Έιμπγκελαιγκ.[8]
Ο Ταλοργκάν μακ Κονγκούζα παραδόθηκε στους Πίκτες από τον αδελφό του και πνίγηκε.[9] Ο Ταλοργκάν γιος του Ντρόσταν συνελήφθη κοντά στο Νταν Ολλαίνγκ και πνίγηκε υπό τις διαταγές του Όνγκους (739). Ο Ντουνγκάλ έγινε διπλός στόχος εκείνη την εποχή, τραυματίστηκε, το κάστρο του Νταν Λέιθφιν καταστράφηκε και ο ίδιος δραπέτευσε στην Ιρλανδία για να βρεθεί εκτός της εξουσίας του Όνγκους.[10] Τα χρονικά αναφέρουν δεύτερη εκστρατεία του Όνγκους στην Νταλ Ριάτα (736). Ο Ντουνγκάλ που είχε επιστρέψει από την Ιρλανδία και ο αδελφός του Φερεντάχ συνελήφθησαν και αλυσοδέθηκαν, τα κάστρα του Κρέικ και του Ντανάντ κυριεύθηκαν. Ο Μουιρεντάχ του Κένελ Λόαρν δεν είχε καλύτερη τύχη αφού συνετρίβη από τον αδελφό του Όνγκους Α΄ Ταλοργκάν, στην τελική εκστρατεία η Νταλ Ριάτα ηττήθηκε ξανά (741), τα Χρονικά του Ούλστερ σημειώνουν την "τελική επικράτησε στην Νταλ Ριάτα του Όνγκους γιου του Φέργκους".[11] Μετά την ήττα η Νταλ Ριάτα χάθηκε από τις ιστορικές καταγραφές για μια γενιά.[12][13][14] Ο Όνγκους στην συνέχεια βρέθηκε σε πολέμους στην Ιρλανδία στο πλευρό του Εντ Αλλάν ή εναντίον του σαν σύμμαχος του Κέιθαλ μακ Φινγκουίν.[15] Τα στοιχεία γι'αυτή την εμπλοκή είναι περιορισμένα, υπάρχει παρουσία του Μπρίντει γιου του Όνγκους στην Τόρι Ίσλαντ στην βορειοδυτική ακτή του Ντόνεγκαλ (733) στα εδάφη του εχθρού του Εντ Αλλάν Φλάιθμπερταχ μακ Λουάνγκσιγκ. Τα Θραυσματικά Χρονικά της Ιρλανδίας αναφέρουν παρουσία στόλου των Πίκτων από το Φορτριού (733) σε μάχη με τον Φλάιθμπερταχ σαν σύμμαχοι ή εναντίον του.[5][16]
Νορθουμβρία και Μερκία
ΕπεξεργασίαΤο 740 ξέσπασε πόλεμος ανάμεσα στους Πίκτες και τους Νορθούμβριους, ο Έθελμπαλντ της Μερκίας εκμεταλλεύτηκε το πλεονέκτημα της απουσίας του Έαντμπερτ της Νορθουμβρίας για να λεηλατήσει τα εδάφη του και να κάψει την Γιορκ.[17] Οι αιτίες του πολέμου είναι ασαφείς, μάλλον σχετίζονται με την δολοφονία του Ίρνγουιν γιου του Ίντγουλφ της Νορθουμβρίας υπό τις διαταγές του Έαντμπερτ της Νορθουμβρίας. Ο Ίντγουλφ εξορίστηκε μετά την ήττα του στον εμφύλιο του 705 - 706 και ο Όνγκους, ή ο Έθελμπαλντ ή και οι δυο προσπάθησαν να τον επαναφέρουν στον θρόνο της Νορθουμβρίας.[18] Οι μάχες ανάμεσα στους Πίκτες και τους Βρετανούς του Αλτ Κλάτ ή το Στραθκλάιντ καταγράφονται το 744 και στην συνέχεια το 750 όταν το Κάιλ κατελήφθη από τον Έαντμπερτ της Νορθουμβρίας. Σε νέα μάχη ανάμεσα στους Βρετανούς και τους Πίκτες (750) σε μια θέση με το όνομα Μοσετώ, ο αδελφός του Όνγκους Τάλοργκαν σκοτώθηκε.[19][20] Τα Χρονικά του Ούλστερ αναφέρουν την ήττα αυτή σαν το "τέλος της κυριαρχίας του Όνγκους".[21] Το αποτέλεσμα ήταν η άνοδος του Εντ Φίντ γιου του Έοχεντ μακ Έχνταχ στο μεγαλύτερο τμήμα της Νταλ Ριάτα και η απόρριψη του Όνγκους σαν επικυρίαρχου.[22][23]
Ένας μεγάλος αριθμός από ερμηνείες έχουν προταθεί για τις σχέσεις ανάμεσα στον Όνγκους, τον Έαντμπερτ και τον Έθελμπαλντ την περίοδο 740 - 750. Η μια εξήγηση είναι ότι ο Όνγκους και ο Έθελμπαλντ ήταν σύμμαχοι εναντίον του Έαντμπερτ και ασκούσαν κοινή συμβασιλεία στην Βρετανία, ο Όνγκους ζητούσε όρκο υποτέλειας βόρεια του ποταμού Χάμπερ και ο Έθελμπαλντ νότια του Χάμπερ. Η άποψη αυτή βασίζεται σε μια αναφορά του Συμεών του Ναρχάμ στο έργο του "Βασιλική Αγγλική Ιστορία" αλλά ο ιστορικός Φρανκ Στέντον (1880 - 1967) σημειώνει ότι πρόκειται για λεκτικό λάθος του Συμεών, ο Όνγκους και ο Έθελμπαλντ δεν ήταν ποτέ σύμμαχοι στην πραγματικότητα.[20][22] Ο Όνγκους εξεστράτευσε στο πλευρό του Έαντμπερτ της Νορθουμβρίας (756), η εκστρατεία περιγράφεται ως εξής :
"Την χρονιά της ενσάρκωσης του Κυρίου (756), ο Έαντμπερτ τον 18ο χρόνο της βασιλείας του και ο Ούνουστ, βασιλιάς των Πίκτων οδήγησαν τους στρατούς τους στην πόλη του Νταμπάρτον. Οι Βρετανοί αποδέχτηκαν τους όρους την πρώτη μέρα του Αυγούστου αλλά την δέκατη μέρα του ίδιου μήνα καταστράφηκε το μεγαλύτερο τμήμα του στρατού στον δρόμο από την Ουανία στο Νιούμπιριγκ.[24]
Έχει γίνει αποδεκτό ότι η Ουανία ταυτίζεται με το Γκόβαν αλλά η θέση του Νιούμπιριγκ δεν έχει εντοπιστεί.[25][26] Υπάρχουν πολλές τοποθεσίες με αυτό το όνομα με πιο γνωστό το Νιούμπεργκ στο Χέξαμ.[27] Μια εναλλακτική εξήγηση των γεγονότων του 756 τοποθετεί το Νιούμπιριγκ στο Λίχφιλντ στην Μερκία. Η ήττα του Έαντμπερτ και του Όνγκους από τον Έθελμπαλντ στάθηκε σύμφωνα με τον θρύλο ή αφορμή για την ίδρυση της επισκοπής του Αγίου Ανδρέα ώστε να ευχαριστήσει ο Όνγκους τον άγιο για την σωτηρία του μετά την ήττα του από την Μερκία.[28]
Η ίδρυση του Αγίου Ανδρέα
ΕπεξεργασίαΗ ιστορία της ίδρυσης του Αγίου Ανδρέα που ονομαζόταν αρχικά Κένριγκμονάιντ περιγράφεται με πολλές ερμηνείες. Τα Ιρλανδικά Χρονικά αναφέρουν τον θάνατο του "Τουθαλάν, ηγούμενου του Κίνριγκ Μονά" (747) παραπέμποντας την ίδρυση του Αγίου Ανδρέα πριν από εκείνη την εποχή του από τον Όνγκους ή τον Νέχταν μακ Ντερ-Ίλει.[29][30][31] Έχει προταθεί η άποψη ότι η σαρκοφάγος του Αγίου Ανδρέα κατασκευάστηκε υπό τις διαταγές του Όνγκους.[32][33] Μετέπειτα ιστορικοί συγχέουν τον Όνγκους με βασιλιά του 9ου αιώνα που είχε το ίδιο όνομα.[34][35] Η επιλογή του Δαυίδ σαν μοντέλο οφείλεται σύμφωνα με τον Άλεξ Γουλφ στην παρουσία πολλές φορές σφετεριστή με το ίδιο όνομα.[36] Η λατρεία του Αγίου Ανδρέα εισήχθη στην χώρα των Πίκτων από την Νορθουμβρία, το μοναστήρι του Χέξαμ ήταν αφιερωμένο στον Άγιο Ανδρέα. Η σύνδεση με την εκκλησία της Νορθουμβρίας έχει αφήσει γραπτές καταγραφές, το όνομα του Όνγκους όπως και των διαδόχων του εμφανίζεται σε έναν κατάλογο 3000 δωρητών που οι προσκυνητές τους συνδέονται θρησκευτικά με το Ντάραμ.[37][38]
Θάνατος και κριτικές
ΕπεξεργασίαΟ Όνγκους πέθανε το 761 πιθανότατα πάνω από 70 ετών ... κυρίαρχη μορφή στην βόρεια Βρετανία.[39] Ο θάνατος του αναφέρεται από τους ιστορικούς με την συνηθισμένη σύντομη μορφή, μοναδική εξαίρεση ο Βέδας που με βάση τις πηγές της Ντελ Ριάτα γράφει :
"Ο Όνγκους βασιλιάς των Πίκτων πέθανε, από την αρχή της βασιλείας του μέχρι το τέλος διέπραξε αιμοσταγή εγκλήματα σαν τυραννικός σφαγέας".[40][41][42][43]
Τα Χρονικά των Πίκτων λένε ότι τον διαδέχθηκε ο αδελφός του Μπρίντει, ο γιος του Ταλοργκάν έγινε βασιλιάς αργότερα και έμεινε γνωστός σαν ο πρώτος βασιλιάς των Πίκτων που διαδέχθηκε τον πατέρα του.[44] Ένα Ιρλανδικό ποίημα του 9ου αιώνα από την Βίβλο του Λένστερ σχετικά με τον Οένγκους γράφει :
"Καλή η μέρα που ο Όνγκους πήρε την Άλμπα, η λοφώδης Άλμπα με τους ισχυρούς αρχηγούς έφερε την μάχη στις παλιρροϊκές πόλεις με πόδια, χέρια και με μεγάλες ασπίδες".[4]
Η αξιολόγηση του Όνγκους είναι προβληματική επειδή οι πηγές παρέχουν ελάχιστες πληροφορίες για την Σκωτία τις επόμενες γενεές. Οι περισσότερες Ιρλανδικές πηγές αμφισβητούν ότι ο εκγαλατισμός των Πίκτων ξεκίνησε από τον Κένεθ Α΄ της Σκωτίας με τον ισχυρισμό ότι πραγματοποιήθηκε πριν την εποχή του Όνγκους. Πολλοί Πίκτες βασιλείς μέχρι τον θάνατο του Εογκάναν μακ Οένγκουσα ανήκαν στην οικογένεια του Όνγκους ανάμεσα τους και οι Κονσταντίν μακ Φέργκουσα και Όνγκους Β΄ των Πίκτων.[36][45] Ο αριθμός των πληροφοριών που διασώθηκαν για τον Όνγκους σε σχέση με άλλους Πίκτες βασιλείς εκείνη την εποχή αρκούν για να τον κατατάξουν σαν έναν από τους σημαντικότερους βασιλείς του μεσαίωνα.
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 Ανακτήθηκε στις 26 Νοεμβρίου 2018.
- ↑ Anderson (1990), pp. 240–241 & 243
- ↑ Byrne (2001), pp. 193–194, 291
- ↑ 4,0 4,1 Forsyth (2000), pp. 27–28
- ↑ 5,0 5,1 5,2 Woolf (2005), p. 36
- ↑ Woolf (2006a)
- ↑ Anderson (1990), pp. 229–230
- ↑ Anderson (1990), pp. 227–229
- ↑ Anderson (1990), p. 232 & corrigenda, p. xviii
- ↑ Anderson (1990), p. 232
- ↑ AU 741.10
- ↑ Anderson (1990), pp. 182, 232–238
- ↑ Woolf (2005), pp. 36–37
- ↑ Anderson (1980), pp. 184–186
- ↑ Woolf (2002)
- ↑ Anderson (1990), pp. 227–228
- ↑ Anderson (1908), pp. 55–56
- ↑ Woolf (2005), p. 37. For Earnwine, see Kirby (1991), p. 150, Yorke (1990), p. 90
- ↑ Anderson (1990), pp. 238–239
- ↑ 20,0 20,1 Anderson (1908), p. 56
- ↑ Anderson (1990), p. 240
- ↑ 22,0 22,1 Woolf (2005), p. 38
- ↑ Anderson (1980), pp. 186–187
- ↑ After Forsyth (2000), p. 29; see also Anderson (1908), p. 57.
- ↑ Forsyth (2000), pp. 29–30
- ↑ Woolf (2005), p. 39
- ↑ Kirby (1991), p. 150
- ↑ Woolf (2005), pp. 39–40.
- ↑ Anderson (1990), p. 238
- ↑ Forsyth (2000), pp. 21–22
- ↑ Foster (1998), pp. 42–43
- ↑ Henderson (1998), pp. 155–156
- ↑ MacLean (2000), pp. 200–201
- ↑ Foster (1998), p. 42
- ↑ Broun (1998), pp. 80–81
- ↑ 36,0 36,1 Woolf (2005), p. 40
- ↑ Forsyth (2000), pp. 25–26
- ↑ Yorke (2006), p. 167
- ↑ Forsyth (2000), p. 21
- ↑ Forsyth (2000), p. 22
- ↑ Anderson (1990), p. 244
- ↑ Anderson (1908), p. 57
- ↑ Woolf (2005), p. 37
- ↑ Yorke (2006), p. 49
- ↑ Broun (1998), passim
Πηγές
Επεξεργασία- Anderson, Alan Orr (1990). Early Sources of Scottish History AD 500 to 1286. 1. Reprinted, with corrections by Marjorie O. Anderson. Stamford: Paul Watkins.
- Anderson, Alan Orr (1908). Scottish Annals from English Chroniclers A.D. 500–1286. London: D. Nutt.
- Bede (1990). D. H. Farmer, ed. Ecclesiastical History of the English People. Translated by Leo Sherley-Price. Revised by R. E. Latham. London: Penguin.
- Anderson, Marjorie Ogilvie (1980). Kings and Kingship in Early Scotland. Edinburgh: Scottish Academic Press.
- Aitchison, Nick (2006). Forteviot: a Pictish and Scottish royal centre.
- Bannerman, John (1999). "The Scottish takeover of Pictland and the relics of Columba". In Dauvit Broun; Thomas Owen Clancy. Spes Scotorum: Saint Columba, Iona and Scotland. Edinburgh: T. & T. Clark.
- Broun, Dauvit (1998). "Pictish kings 761–839: integration with Dál Riata or separate development". In Sally Foster. The St Andrews Sarcophagus: a Pictish Masterpiece and its International Connections. Dublin: Four Courts Press. pp. 71–83.
- Byrne, Francis John (2001). Irish Kings and High-Kings (2nd revised ed.). Dublin: Four Courts Press.
- Charles-Edwards, T. M. (2000). "'The Continuation of Bede', s.a. 750: High-Kings of Tara and 'Bretwaldas'". In Alfred P. Smyth. Seanchas: Studies in Early Medieval Irish Archaeology, History and Literature in Honour of Francis J. Byrne. Dublin: Four Courts Press.
- Clancy, Thomas Owen (2002a). "Caustantín son of Fergus (Uurgust)". In M. Lynch. The Oxford Companion to Scottish History. Oxford, UK: Oxford University Press.
- Clancy, Thomas Owen (2002b). "Nechtan son of Derile". In M. Lynch. The Oxford Companion to Scottish History. Oxford, UK: Oxford University Press.
- Foster, Sally (1998). "Discovery, recovery, context and display". In Sally Foster. The St Andrews Sarcophagus: a Pictish Masterpiece and its International Connections. Dublin: Four Courts Press. pp. 36–62.
- Foster, Sally (2004). Picts, Gaels, and Scots: Early Historic Scotland (2nd ed.). London: Batsford.
- Forsyth, Katherine (2000). "Evidence of a lost Pictish source in the Historia Regum Anglorum of Symeon of Durham". In Simon Taylor. Kings, Clerics and Chronicles in Scotland, 500–1297: Essays in Honour of Marjorie Ogilvie Anderson on the Occasion of her Ninetieth Birthday. Dublin: Four Courts Press. pp. 19–32.
- Henderson, Isabel (1998). "Primus inter Pares: the St Andrews Sarcophagus and Pictish sculpture". In Sally Foster. The St Andrews Sarcophagus: a Pictish Masterpiece and its International Connections. Dublin: Four Courts Press. pp. 97–167.
- Henderson, George; Henderson, Isabel (2004). The Art of the Picts. London: Thames and Hudson.
- Kirby, D. P. (1991). The Earliest English Kings. London: Unwin Hyman.
- MacLean, Douglas (2000). "The Northumbrian perspective". In Simon Taylor. Kings, Clerics and Chronicles in Scotland, 500–1297: Essays in Honour of Marjorie Ogilvie Anderson on the Occasion of her Ninetieth Birthday. Dublin: Four Courts Press.
- Woolf, Alex (2002). "Ungus (Onuist), son of Uurgust". In M. Lynch. The Oxford Companion to Scottish History. Oxford, UK: Oxford University Press.
- Woolf, Alex (2005). "Onuist son of Uurguist: tyrannus carnifex or a David for the Picts?". In David Hill & Margaret Worthington. Aethelbald and Offa: Two Eighth-Century Kings of Mercia. British Archaeological Reports, British series. 383. Oxford: Archaeopress.
- Woolf, Alex (2006a). "AU 729.2 and the last years of Nechtan mac Der-Ilei" (PDF). The Scottish Historical Review. 85 (1): 131–137.
- Woolf, Alex (2006b). "Dún Nechtain, Fortriu and the geography of the Picts". The Scottish Historical Review. 85 (2): 182–201.
- Yorke, Barbara (1990). Kings and Kingdoms of Early Anglo-Saxon England. London: Routledge.
- Yorke, Barbara (2006). The Conversion of Britain: Religion, Politics and Society in Britain c. 600–800. London: Longman.