Αζιθρομυκίνη

χημική ένωση

Η αζιθρομυκίνη είναι αντιβιοτικό φάρμακο το οποίο χρησιμοποιείται σε διάφορες βακτηριακές λοιμώξεις.[1] Αυτές περιλαμβάνουν την ωτίτιδα, την στρεπτοκοκκυκική αμυγδαλίτιδα, την πνευμονία και διάφορες λοιμώξεις του γαστρεντερικού.[1] Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί σε διάφορα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, συμπεριλαμβανομένων των χλαμυδίων και της γονόρροιας.[1] Μαζί με άλλα φάρμακα χρησιμοποιείται στη θεραπεία της ελονοσίας. Μπορεί να ληφθεί από το στόμα ή ενδοφλεβίως μία φορά την ημέρα.[1]

Η χημική δομή της αζιθρομυκίνης

Παρενέργειες Επεξεργασία

Συνηθισμένες παρενέργειες περιλαμβάνουν ναυτία, εμέτους, διάρροια και γαστρικές ενοχλήσεις. Επίσης έχουν παρατηρηθεί αλλεργικές αντιδράσεις, όπως αναφυλαξία, παράταση του QT και ένας τύπος διάρροιας που προκαλείται από το Clostridium difficile.[1] Δεν έχει τεκμηριωθεί επιπλοκή κατά την εγκυμοσύνη. Η ασφάλειά λήψης του κατά τη διάρκεια του θηλασμού δεν έχει τεκμηριωθεί, αλλά πιθανότατα είναι ασφαλές.[2]

Δράση Επεξεργασία

Η αζιθρομυκίνη είναι ένα αζαλίδιο (azalide), ένα τύπος μακρολιδίου (macrolide).[1] Δρα προσδενόμενο στο βακτηριακό ριβόσωμα, με αποτέλεσμα τη μείωση της παραγωγής πρωτεϊνών και έτσι σταματάει την ανάπτυξη των βακτηρίων.[1]

Ανάπτυξη Επεξεργασία

Η αζιθρομυκίνη αναπτύχθηκε το 1980 από την Pliva και εγκρίθηκε για ιατρική χρήση το 1988.[3][4] Έχει προστεθεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας στον κατάλογο βασικών φαρμάκων,[5] ενώ έχει χαρακτηρίσει την αζιθρομυκίνη ως εξέχουσας σημασίας στην ιατρική.[6] Είναι διαθέσιμη ως γενόσημο φάρμακο[7] και πωλείται με διάφορα εμπορικά ονόματα ανά τον κόσμο.[8] Το 2017 ήταν το 57ο φάρμακο από πλευράς αριθμού συνταγογραφήσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες, με περισσότερες από 12 εκατομμύρια συνταγές.[9][10]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 1,6 «Azithromycin». The American Society of Health-System Pharmacists. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Σεπτεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 1 Αυγούστου 2015. 
  2. «Azithromycin use while Breastfeeding». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Σεπτεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 4 Σεπτεμβρίου 2015. 
  3. Greenwood, David (2008). Antimicrobial drugs : chronicle of a twentieth century medical triumph (1. publ. έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 239. ISBN 9780199534845. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Μαρτίου 2016. 
  4. Alapi, Erika M.· Fischer, Janos (2006). «Table of Selected Analogue Classes». Στο: Fischer, Janos· Ganellin, C. Robin. Analogue-based Drug Discovery. Weinheim: Wiley-Vch Verlag GmbH & Co. KGaA. σελ. 498. ISBN 978-3-527-31257-3. 
  5. World Health Organization (2019). World Health Organization model list of essential medicines: 21st list 2019. Geneva: World Health Organization. hdl:10665/325771 . WHO/MVP/EMP/IAU/2019.06. License: CC BY-NC-SA 3.0 IGO. 
  6. World Health Organization (2018). Critically important antimicrobials for human medicine (6th revision έκδοση). Geneva: World Health Organization. hdl:10665/312266 . ISBN 9789241515528. License: CC BY-NC-SA 3.0 IGO. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Ιουλίου 2020. Ανακτήθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου 2020. 
  7. Hamilton, Richart (2015). Tarascon Pocket Pharmacopoeia 2015 Deluxe Lab-Coat Edition. Jones & Bartlett Learning. ISBN 9781284057560. 
  8. «Azithromycin International Brands». Drugs.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Φεβρουαρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 27 Φεβρουαρίου 2017. 
  9. «The Top 300 of 2020». ClinCalc. Ανακτήθηκε στις 29 Μαρτίου 2020. 
  10. «Azithromycin - Drug Usage Statistics». ClinCalc. Ανακτήθηκε στις 11 Απριλίου 2020.