Αλεξάνδρα της Δανίας
Η Αλεξάνδρα (δανικά: Alexandra af Danmark, 1 Δεκεμβρίου 1844 - 20 Νοεμβρίου 1925) του Οίκου του Γκλύξμπουργκ ήταν πριγκίπισσα της Δανίας, σύζυγος του Εδουάρδου Ζ΄ του Ηνωμένου Βασιλείου και, ως εκ τούτου, βασίλισσα του Ηνωμένου Βασιλείου και αυτοκράτειρα της Ινδίας από το 1901 μέχρι το 1910.
Αλεξάνδρα | |
---|---|
Πριγκίπισσα της Δανίας Βασίλισσα του Ηνωμένου Βασιλείου Αυτοκράτειρα της Ινδίας | |
Βασιλική Σύζυγος του Ηνωμένου Βασιλείου και της Βρετανικής Κυριαρχίας Αυτοκρατορική Σύζυγος της Ινδίας | |
Περίοδος | 22 Αυγούστου 1901 – 6 Μαΐου 1910 |
Στέψη | 9 Αυγούστου 1902 |
Γέννηση | 1 Δεκεμβρίου 1844 Κίτρινο Παλάτι, Κοπεγχάγη, Δανία |
Θάνατος | 20 Νοεμβρίου 1925 (80 ετών) Οικία Σάντριγχαμ, Νόρφοκ, Αγγλία |
Τόπος ταφής | Παρεκκλήσιο του Αγίου Γεωργίου, Κάστρο του Ουίνδσορ |
Σύζυγος | Εδουάρδος Ζ΄ του Ηνωμένου Βασιλείου |
Επίγονοι | Αλβέρτος Βίκτωρ Γεώργιος Ε΄ Λουίζα Βικτωρία Ματθίλδη Ιωάννης |
Πλήρες όνομα | |
Αλεξάνδρα Καρολίνα Μαρία Καρλόττα Λουίζα Ιουλία Δανικά: Alexandra Caroline Marie Charlotte Lovise Julie Αγγλικά: Alexandra Caroline Marie Charlotte Louise Julia | |
Οίκος | Οίκος του Γκλύξμπουργκ |
Πατέρας | Χριστιανός Θ΄ της Δανίας |
Μητέρα | Λουίζα της Έσσης-Κάσσελ |
Θρησκεία | Αγγλικανισμός (πρώην Λουθηρανισμός) |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Ως Πριγκίπισσα της Ουαλίας από το 1863 μέχρι και το 1901, κέρδισε τις καρδιές των Βρετανών και παρέμεινε πολύ δημοφιλής. Το στυλ και το ντύσιμό της υιοθετήθηκαν από πολλές γυναίκες της τότε εποχής. Η Αλεξάνδρα παρέμεινε εκτός των πολιτικών πραγμάτων σε γενικές γραμμές, εκτός από την περίπτωση που προσπάθησε, ανεπιτυχώς, να επηρεάσει τη γνώμη των Βρετανών υπουργών και της οικογένειας του συζύγου της, προς όφελος της Ελλάδας και της Δανίας. Γενικότερα, τα καθήκοντα της περιορίστηκαν σε φιλανθρωπική εργασία.
Με τον θάνατο της βασίλισσας Βικτωρίας το 1901, ο Αλβέρτος Εδουάρδος στέφθηκε βασιλιάς ως Εδουάρδος Ζ΄. Από τον θάνατό του το 1910 μέχρι το τέλος της ζωής της, κράτησε τον τίτλο της Βασιλομήτορος. Ως μητέρα του Γεωργίου Ε΄ του Ηνωμένου Βασιλείου, αναφερόταν ως Η Μεγαλειότητά της, Βασίλισσα Αλεξάνδρα. Ήταν γνωστό πως δεν εμπιστευόταν καθόλου τον ανιψιό της, Γουλιέλμο Β΄ της Γερμανικής Αυτοκρατορίας, και υποστήριξε τον γιο της κατά της διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου κατά τον οποίο η Βρετανία και οι σύμμαχοί της πολέμησαν τη Γερμανία.
Βιογραφία
ΕπεξεργασίαΓέννηση
ΕπεξεργασίαΗ Αλεξάνδρα Καρολίνα Μαρία Καρλόττα Λουίζα Ιουλία γεννήθηκε την 1η Δεκεμβρίου 1844 στο Κίτρινο Παλάτι στην Κοπεγχάγη. Ήταν το δεύτερο παιδί και η πρώτη κόρη του Χριστιανού του Σλέσβιχ-Χόλσταιν-Σόντερμπουργκ-Γκλύξμπουργκ και της Λουίζας της Έσσης-Κάσσελ. Στην οικογένειά της ήταν γνωστή ως Άλιξ.
Η οικογένειά της ήταν σχετικά άγνωστη και με περιορισμένη οικονομική ευμάρεια ενώ η κατοικία τους είχε παραχωρηθεί από τον Βασιλιά.[1] Ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν ήταν συχνός καλεσμένος τους και διηγούνταν ιστορίες στα παιδιά πριν εκείνα πήγαιναν για ύπνο[2].
Το 1848 ο πατέρας της επιλέχθηκε με τη συγκατάθεση των μεγάλων δυνάμεων για να διαδεχτεί τον άτεκνο μακρινό του εξάδελφο, Φρειδερίκο Ζ΄, στον θρόνο της Δανίας. Η οικογένεια μετακόμισε στο Παλάτι Μπέρνστορφ και παρόλο που η θέση τους ήταν πλέον καλύτερη, η οικονομική τους κατάσταση δεν άλλαξε. Δεν συμμετείχαν στην κοσμική ζωή της Αυλής καθώς αρνούνταν να συναναστραφούν την τρίτη σύζυγο του Φρειδερίκου Ζ΄, Λουίζε Ράσμουσσεν, γιατί είχε αποκτήσει νόθο παιδί με έναν παλιό της εραστή.[3]
Γάμος και οικογένεια
ΕπεξεργασίαΗ Βικτωρία του Ηνωμένου Βασιλείου και ο σύζυγός της, Αλβέρτος, είχαν αρχίσει την εύρεση νύφης για τον γιο τους και διάδοχο, Αλβέρτο Εδουάρδο, Πρίγκηπα της Ουαλίας, που ήταν πλέον είκοσι ετών. Ζήτησαν επίσης και τη βοήθεια της κόρης τους Βικτωρίας, συζύγου του Διαδόχου της Πρωσίας, για την αναζήτηση κατάλληλης υποψηφίας νύφης. Η Αλεξάνδρα δεν ήταν η πρώτη επιλογή τους, δεδομένου ότι οι Δανοί ήταν σε διαμάχη με τους Πρώσους, λόγω του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν[4] και διότι η βρετανική βασιλική οικογένεια είχε περισσότερο σχέσεις με τους Γερμανούς. Τελικά, μετά από την απόρριψη των άλλων υποψηφίων, κατέληξαν στη δεκαοκτάχρονη Αλεξάνδρα. Στις 24 Σεπτεμβρίου 1861 η πριγκίπισσα Βικτωρία έφερε σε επαφή τον αδελφό της Αλβέρτο Εδουάρδο και την Αλεξάνδρα στο Σπάιερ.
Σχεδόν ένα χρόνο αργότερα, στις 9 Σεπτεμβρίου 1862 (μετά τη σχέση του με την Ιρλανδή ηθοποιό Νέλλι Κλίφντεν και τον θάνατο του πατέρα του) ο Αλβέρτος Εδουάρδος έκανε πρόταση γάμου στην Αλεξάνδρα στο Βασιλικό Παλάτι του Λάκεν, μέρος διαμονής του μακρινού θείου του, Λεοπόλδου Α΄ του Βελγίου[5]. Η Αλεξάνδρα κατέφθασε στο Γκρέιβσεντ του Κεντ στην Αγγλία στις 7 Μαρτίου 1863 μέσω της βασιλικής θαλαμηγού Βικτωρία και Αλβέρτος[6]. Η άφιξή της χαιρετίστηκε από τους Βρετανούς ενώ ο Άρθουρ Σάλλιβαν συνέθεσε μουσική για την περίσταση και ο Άλφρεντ, Λόρδος Τέννυσον, έγραψε μια ωδή προς τιμήν της.
Το ζευγάρι παντρεύτηκε στις 10 Μαρτίου 1863 στο Παρεκκλήσιο του Αγίου Γεωργίου στο Κάστρο του Ουίνδσορ. Την τελετή πραγματοποίησε ο Τόμας Λάνγκλεϋ, Αρχιεπίσκοπος του Κάντερμπερυ. Η επιλογή τού τόπου της τελέσεως τού γάμου επικρίθηκε ευρέως, καθώς η τελετή έλαβε χώρα έξω από το Λονδίνο και ο τύπος κατήγγειλε, ότι το μεγαλύτερο πλήθος του κόσμου δεν θα είναι σε θέση να δει το θέαμα Οι Δανοί δυσαρεστήθηκαν διότι λίγοι συγγενείς της Αλεξάνδρας ήταν καλεσμένοι ενώ η βρετανική Αυλή ήταν υποχρεωμένη να φορά σκούρα χρώματα λόγω πένθους για τον Πρίγκηπα Αλβέρτο. Το ζεύγος πέρασε τον μήνα του μέλιτος στο Μέγαρο Όσμπορν στη Νήσο Ουάιτ.
Η Αλεξάνδρα και ο Εδουάρδος Ζ΄ απέκτησαν τρεις γιους και τρεις κόρες. Το πρώτο τους παιδί, ο Αλβέρτος Βίκτωρ, γεννήθηκε δύο μήνες νωρίτερα στις αρχές του 1864, ενώ φαίνεται ότι και τα υπόλοιπα παιδιά της γεννήθηκαν πρόωρα. Κάποιοι ιστορικοί εικάζουν ότι η Αλεξάνδρα παραπλάνησε τη βασίλισσα Βικτωρία ως προς την ημερομηνία γέννησής τους γιατί δεν ήθελε να είναι παρούσα στον τοκετό[7]. Κατά τον τοκετό του τρίτου της παιδιού, Λουίζας, το 1867, παρουσίασε ρευματικό πυρετό που έθεσε σε κίνδυνο τη ζωή της και της προκάλεσε μόνιμο χωλό βάδισμα[8]. Σύμφωνα με πηγές της γκουβερνάντας των παιδιών[9], η Αλεξάνδρα ήταν τρυφερή και αφοσιωμένη μητέρα.
Πριγκίπισσα της Ουαλίας
ΕπεξεργασίαΜετά την ενθρόνιση του πατέρα της, η διαμάχη μεταξύ Δανίας και Πρωσίας σχετικά με το Σλέσβιχ-Χόλσταϊν οξύνθηκε και οδήγησε σε προσάρτηση των δύο πέμπτων της Δανίας από τη Γερμανική Συνομοσπονδία. Η Αλεξάνδρα και ο Αλβέρτος Εδουάρδος υποστήριζαν τους Δανούς σε αντίθεση με τη Βικτωρία που παραδοσιακά ήταν με το πλευρό των Γερμανών, γεγονός που έφερε ρήξεις στις σχέσεις τους και αποστροφή της Αλεξάνδρας προς τους Γερμανούς για το υπόλοιπο της ζωής της[10].
Στη δημόσια ζωή της η Αλεξάνδρα περιγράφηκε ως αξιοπρεπής και γοητευτική, ενώ στην ιδιωτική ζωή της τρυφερή και πρόσχαρη[11]. Ήταν γνωστή για το στυλ της και επηρέασε τη μόδα της εποχής. για Αγαπούσε τις κοινωνικές εκδηλώσεις, την ιππασία, το κυνήγι, τον χορό και την παγοδρομία[12]. Το γεγονός ότι αγαπούσε το κυνήγι και συνέχισε να έχει κοινωνική ζωή και μετά τη γέννηση του πρώτου της παιδιού δυσαρεστούσε τη Βασίλισσα και χειροτέρευε τη σχέση τους[10].
Υπέφερε από αυξανόμενη κώφωση και σταδιακά απομακρύνθηκε από την κοσμική ζωή και περνούσε περισσότερο χρόνο με τα παιδιά και τα κατοικίδιά της[13]. Το τελευταίο της παιδί, ο Αλέξανδρος Ιωάννης, έζησε μονάχα μια μέρα και ο θάνατός του τον Απρίλιο του 1871 συγκλόνισε την Αλεξάνδρα.
Ο Αλβέρτος Εδουάρδος και η Αλεξάνδρα ζούσαν κυρίως στην Οικία Σάντριγχαμ και χρησιμοποιούσαν την Οικία Μάρλμπορω όταν βρίσκονταν στο Λονδίνο. Κατά πολλούς ιστορικούς, ο γάμος τους ήταν ευτυχισμένος. Όμως, ο Αλβέρτος Εδουάρδος είχε πολλές ερωμένες καθ' όλο τον έγγαμο βίο τους, όπως την ηθοποιό Λίλλι Λάνγκτρυ, την Ντέιζυ Γκρέβιλ, Κόμισσα του Ουώρικ, τη φιλάνθρωπο Άγκνες Κήζερ και την κοσμική Άλις Κέππελ που έμεινε μαζί του έως τον θάνατό του[14].
Μαζί με τον Αλβέρτο Εδουάρδο έκαναν πολλά ταξίδια, μεταξύ άλλων στην Ιρλανδία, στην Αυστρία, στην Αίγυπτο, στην Ελλάδα, στα πεδία μάχης στην Κριμαία και στην Τουρκία (ήταν η πρώτη γυναίκα που που παρευρέθηκε σε δείπνο με τον σουλτάνο)[15]. Υποστήριζε την Ελλάδα και τη Ρωσία, στις οποίες ηγεμόνευαν τα αδέλφια της Γεώργιος και Δάγμαρ (Μαρία Φιόντοροβνα). Τάχθηκε κατά της Τουρκίας κατά τον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1877 και ζητούσε την αναθεώρηση των ελληνο-οθωμανικών συνόρων[16]. Το 1881 ταξίδεψε με τον σύζυγό της στη Ρωσία για να παραβρεθεί στη στέψη του νέου Αυτοκράτορα (μετά τη δολοφονία του Αλεξάνδρου Β΄) και να συμπαρασταθεί στην αδελφή της, πλέον Αυτοκράτειρα, Μαρία Φιόντοροβνα.[17]
Έφερε εις πέρας πολλά δημόσια καθήκοντα και η βασίλισσα Βικτωρία έγραφε ότι το έκανε για να την γλιτώσει από το βάρος και την κόπωση. Επισκεπτόταν συχνά το Νοσοκομείο του Λονδίνου και ένας από τους ασθενείς που συνάντησε ήταν ο Τζόσεφ Μέρρικ, γνωστός ως Άνθρωπος Ελέφαντας. Συνήθως δεχόταν χειροκροτήματα και επευφημίες από το πλήθος με σημαντική εξαίρεση την επίσκεψη στο Κορκ το 1885, πόλη με έντονη ιρλανδική εθνικιστική δράση.
Ο θάνατος του μεγαλύτερου γιού της, Αλβέρτου Βίκτωρα, το 1892 ήταν μεγάλο πλήγμα για την Αλεξάνδρα. Διατήρησε το δωμάτιό του και τα πράγματά του ακριβώς όπως τα άφησε, όπως είχε συμβεί με τον παππού του, πρίγκηπα Αλβέρτο, το 1861. Μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου Γ΄ της Ρωσίας και την άνοδο του ανιψιού της Νικολάου στον θρόνο το 1894, επισκέφθηκε με τον σύζυγό της την αδελφή της στη Ρωσία και τη στήριξε πολύ τις επόμενες δύο εβδομάδες έως την κηδεία του Τσάρου. Παρέμειναν έως τον γάμο του Νικολάου με την ανιψιά τους Αλίκη της Έσσης & του Ρήνου το ίδιος έτος.
Βασίλισσα και αυτοκράτειρα
ΕπεξεργασίαΟ θάνατος της Βικτωρίας το 1901 έφερε την άνοδο του Αλβέρτου Εδουάρδου στον θρόνο ως Εδουάρδου Ζ΄. Η Αλεξάνδρα έγινε βασίλισσα του Ηνωμένου Βασιλείου και αυτοκράτειρα της Ινδίας. Δύο μήνες μετά ο γιος της και πλέον διάδοχος, Γεώργιος, και η σύζυγός του, Μαρία του Τεκ, ξεκίνησαν για μια εκτεταμένη περιοδεία στην αυτοκρατορία αφήνοντας τα παιδιά τους στον Εδουάρδο και την Αλεξάνδρα που τα λάτρευαν. Με την επιστροφή τους και λίγες μέρες πριν την τελετή στέψης τον Ιούνιο του 1902, ο Εδουάρδος αρρώστησε σοβαρά με σκωληκοειδίτιδα και αναγκάστηκε να υποβληθεί σε επέμβαση. Η τελετή αναβλήθηκε, ενώ η Αλεξάνδρα πήρε τη θέση του σε δημόσιες εμφανίσεις. Τελικά, η τελετή πραγματοποιήθηκε τον Αύγουστο του 1902.
Η ζωή της Αλεξάνδρας δεν άλλαξε σημαντικά μετά την άνοδό της ως βασίλισσας. Τον Ιανουάριο του 1906 ο πατέρας της πέθανε και εκείνη και η αδελφή της Χήρα Αυτοκράτειρα Μαρία Φιόντοροβνα αγόρασαν μια έπαυλη στη Δανία σε μια προσπάθεια δημιουργίας ενός ιδιωτικού καταφυγίου, συνεχίζοντας την παραδοσιακή ετήσια συγκέντρωση με τα αδέλφια τους στη Δανία.[18]
Της απαγορεύθηκε η πρόσβαση στα έγγραφα του Βασιλιά για να αποφευχθεί η εμπλοκή της σε πολιτικά ζητήματα. Η δυσπιστία της προς τους Γερμανούς και τον Γουλιέλμο Β΄ ήταν γνωστή. Το 1908 έγραψε ένα υπόμνημα που απέστειλε σε Βρετανούς υπουργούς και στρατιωτικούς όπου τους προειδοποιούσε να μην πραγματοποιήσουν την ανταλλαγή της βρετανικής νήσου Χέλγκολαντ στη Βόρεια Θάλασσα για τη Ζανζιβάρη, όμως η ανταλλαγή έγινε εν τέλει. Όπως σωστά είχε προβλέψει, οι Γερμανοί τη χρησιμοποίησαν για να ενισχύσουν το ναυτικό τους[19]. Μισούσε τον Γουλιέλμο Β΄ που θεωρούσε εχθρό ενώ η γερμανική εφημερίδα Frankfurter Zeitung έκανε επίθεση σε αυτήν και την αδελφή της, Χήρα Αυτοκράτειρα της Ρωσίας, ως το επίκεντρο της "παγκόσμιας αντι-γερμανικής συνωμοσίας"[20].
Το 1910 έγινε η πρώτη βασίλισσα που παρακολούθησε μια σημαντική διαβούλευση στη Βουλή των Κοινοτήτων όπου κάθισε στο θεωρείο των γυναικών για δύο ώρες. Λίγο μετά από αυτό επισκέφθηκε τον αδελφό της Γεώργιο στην Κέρκυρα, όπου και έλαβε νέα για τη σοβαρή επιδείνωση της υγείας του Εδουάρδου. Έφυγε αμέσως, επέστρεψε στην Αγγλία μία ημέρα πριν τον θάνατό του και έμεινε στο πλευρό του. Αργότερα το ίδιο έτος εγκατέλειψε το Παλάτι του Μπάκιγχαμ και εγκαταστάθηκε στην Οικία Μάρλμπορω ενώ διατήρησε το Σάντριγχαμ.
Το τέλος
ΕπεξεργασίαΜετά τον θάνατο του Εδουάρδου Ζ΄ στις 6 Μαΐου 1910, η Αλεξάνδρα έγινε βασιλομήτωρ, ως χήρα βασίλισσα και μητέρα του νέου μονάρχη Γεωργίου Ε΄. Δεν παρέστη καν στη στέψη του γιου της το 1911 δεδομένου ότι δεν ήταν σύνηθες να στέφεται κάποιος βασιλιάς και να παρακολουθεί τη στέψη του άλλος βασιλιάς ή βασίλισσα, αλλά κατά τα άλλα συνέχισε τη δημόσια πλευρά της ζωής της, όπως να αφιερώνει τον περισσότερο χρόνο σε φιλανθρωπικούς σκοπούς. Ένας από αυτούς ήταν το φιλανθρωπικό ίδρυμα Αλεξάνδρα Ρόουζ Ντέυ, όπου τα άτομα με ειδικές ανάγκες κατασκεύαζαν τεχνητά τριαντάφυλλα, που πωλούντο για την ενίσχυση των νοσοκομείων από τις γυναίκες εθελόντριες.[21][22] Ήταν υπέρ της αφαίρεσης των βρετανικών τίτλων των Γερμανών αριστοκρατών η οποία νομιμοποιήθηκε το 1917 λόγω του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Όντας σε μεγάλη ηλικία, η Αλεξάνδρα είχε αρχίσει να χάνει την ακοή της, πράγμα που δυσκόλευε την επικοινωνία. Η Αλεξάνδρα επιθυμούσε να παραμένει τις ελεύθερες ώρες της μόνη της, αν και συχνά δεχόταν την επίσκεψη της αγαπημένης της αδελφής Μαρίας Φιόντοροβνας.[23] Μετά τη Ρωσική Επανάσταση και την εκτέλεση της αυτοκρατορικής οικογένειας το 1918, η Μαρία Φιόντοροβνα έφυγε από τη Ρωσία και έμεινε για ένα διάστημα με την Αλεξάνδρα. Δεν έκανε πολλά ταξίδια στο εξωτερικό, καθώς δεν το επέτρεπε η κακή κατάσταση της υγείας της. Το 1920, ένα αιμοφόρο αγγείο στο μάτι της έσπασε, αφήνοντας την προσωρινά με μερική τύφλωση.[24] Προς το τέλος της ζωής της, η μνήμη και η ομιλία της είχαν μειωθεί.[25]
Απεβίωσε στις 20 Νοεμβρίου 1925 στην Οικία Σάντριγχαμ, μετά από καρδιακή προσβολή, σε ηλικία 80 ετών. Η σωρός της τέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα στο Αββαείο του Ουέστμινστερ και τάφηκε σε έναν περίτεχνο τάφο δίπλα στον σύζυγό της στο Παρεκκλήσι του Αγίου Γεωργίου στο Κάστρο του Ουίνδσορ.[26]
Οικογένεια
ΕπεξεργασίαΠαντρεύτηκε τον Αλβέρτο Εδουάρδο, Πρίγκηπα της Ουαλίας (μετέπειτα Εδουάρδο Ζ΄ του Ηνωμένου Βασιλείου), και απέκτησαν έξι παιδιά:
- Αλβέρτος Βίκτωρ (1864 - 1892), Δούκας του Κλάρενς και Έιβοντεϊλ. Αρραβωνιάστηκε το 1891 τη Μαρία του Τεκ, πέθανε από γρίπη.
- Γεώργιος Ε΄ (1865 - 1936), Βασιλιάς του Ηνωμένου Βασιλείου. Παντρεύτηκε το 1893 τη Μαρία του Τεκ. Απέκτησαν 6 παιδιά.
- Λουίζα (1867 - 1931), Βασιλική Πριγκίπισσα. Παντρεύτηκε το 1889 τον Αλεξάντερ Νταφ, 1ο Δούκα του Φάιφ. Απέκτησαν 2 παιδιά.
- Βικτωρία (1868 - 1935).
- Ματθίλδη (1869 - 1938), παντρεύτηκε το 1896 τον Κάρολο της Δανίας (αργότερα Χάακον Ζ´ της Νορβηγίας). Απέκτησαν 1 παιδί.
- Αλέξανδρος Ιωάννης (6 - 7 Απριλίου 1871).
Τίτλοι
Επεξεργασία- 1 Δεκεμβρίου 1844 - 31 Ιουλίου 1853: Η Υψηλότητα Πριγκίπισσα Αλεξάνδρα του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν-Σόντερμπουργκ-Γκλύξμπουργκ
- 31 Ιουλίου 1853 - 21 Δεκεμβρίου 1858: Η Υψηλότητα Πριγκίπισσα Αλεξάνδρα της Δανίας
- 21 Δεκεμβρίου 1858 - 10 Μαρτίου 1863: Η Αυτης Βασιλική Υψηλότητα Πριγκίπισσα Αλεξάνδρα της Δανίας
- 10 Μαρτίου 1863 - 22 Ιανουαρίου 1901: Η Αυτής Βασιλική Υψηλότητα Η Πριγκίπισσα της Ουαλίας
- 22 Ιανουαρίου 1901 - 6 Μαΐου 1910: Η Μεγαλειότητα της Η Βασίλισσα
- Στην Ινδία: Η Αυτοκρατορική Μεγαλειότητα Της Η Βασίλισσα-Αυτοκράτειρα
- 6 Μαΐου 1910 - 20 Νοεμβρίου 1925: Η Μεγαλειότητα της Η Βασίλισσα Αλεξάνδρα
Πρόγονοι
ΕπεξεργασίαΠαραπομπές
Επεξεργασία- ↑ Duff 1980, pp. 16–17.
- ↑ Duff 1980, p. 18.
- ↑ Duff 1980, pp. 19–20.
- ↑ Ερώτηση του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ Battiscombe 1969, pp. 27–37; Bentley-Cranch 1992, p. 44; Duff 1980, p. 43
- ↑ The Landing of HRH The Princess Alexandra at Gravesend, 7th March 1863, National Portrait Gallery, retrieved on 16 July 2009.
- ↑ Hough 1993, p. 116.
- ↑ Battiscombe 1969, pp. 82–86; Duff 1980, pp. 73, 81
- ↑ Mrs. Blackburn, the head nurse, quoted in Duff, p. 115.
- ↑ 10,0 10,1 Purdue, A. W. (September 2004). "Alexandra (1844–1925)", Oxford Dictionary of National Biography, Oxford University Press, doi:10.1093/ref:odnb/30375, retrieved 16 July 2009 (subscription required).
- ↑ Battiscombe 1969, pp. 127, 222–223; Priestley 1970, p. 17
- ↑ Duff 1980, p. 143.
- ↑ Battiscombe 1969, p. 88; Duff 1980, p. 82
- ↑ Battiscombe 1969, p. 271; Priestley 1970, pp. 18, 180
- ↑ Duff 1980, pp. 93–100.
- ↑ Battiscombe 1969, pp. 150–152.
- ↑ Battiscombe 1969, pp. 157–160; Duff 1980, p. 131
- ↑ Battiscombe 1969, p. 262; Duff 1980, pp. 239–240
- ↑ Battiscombe 1969, pp. 176–179.
- ↑ Quoted in Duff, p. 234.
- ↑ Duff, pp. 251–257, 260.
- ↑ Το ταμείο του Αλεξάνδρα Ρόουζ Ντέι εξακολουθεί να υπάρχει· προστάτης του είναι η Αλεξάνδρα του Κεντ, δισεγγονή της Αλεξάνδρας.
- ↑ Duff, pp. 285–286.
- ↑ Battiscombe, p. 299.
- ↑ Battiscombe, pp. 301–302.
- ↑ Eilers, Marlene A., Queen Victoria's Descendants, p. 171.