Ο Βάττος που αναφέρεται και ως Βάττος Ἀριστοτέλης ή Αρισταίος[1] και από σύγχρονους ιστορικούς ως Βάττος ο Α΄, υπήρξε ο οικιστής της Κυρήνης και ο πρώτος Έλληνας βασιλιάς στην Αφρική, ιδρυτής της (δυναστείας των Βαττιαδών). Αυτή άντεξε μέχρι περίπου το 450 π.Χ. ενώ ο ίδιος ο Βάττος πέθανε γύρω στο 600 π.Χ. Σχετικά με τη βιογραφία του αλλά και τον τρόπο οικισμού της Κυρήνης έχουν αναπτυχθεί δύο θεωρίες. Η μία φέρει την ίδρυση της Κυρήνης ως αποτέλεσμα της φτώχειας και του υπερπληθυσμού της μητρόπολης (της Θήρας) και η δεύτερη παρουσιάζει τον Βάττο ως επικεφαλής εξόριστων ή πάντως πολιτικώς διαφωνούντων που έπρεπε να απομακρυνθούν από το νησί τους.

Βάττος Α΄
Βασιλιάς της Κυρήνης
Περίοδοςπ. 631 π.Χ.π. 600 π.Χ.
Προκάτοχοςυπήρξε ο πρώτος
ΔιάδοχοςΑρκεσίλαος Α΄
ΓέννησηΘήρα
Θάνατοςπ. 600
Κυρήνη
ΕπίγονοιΑρκεσίλαος Α΄
ΟίκοςΒαττιάδες
ΠατέραςΠολύμνηστος
ΜητέραΦρονίμη
δεδομένα (π  σ  ε )
Αρχαιολογικός τόπος στην Κυρήνη

Γέννηση και ονομασία Επεξεργασία

Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο και τις περισσότερες πηγές, πατέρας του Βάττου ήταν ο Πολύμνηστος, ένας ευγενής της Θήρας και 16η γενιά από τον αργοναύτη Εύφημο, ενώ μητέρα του ήταν η Φρονίμη, κόρη του Ετέαρχου, βασιλιά της πόλης Οαξού (σημερινής Αξού) της Κρήτης. Η Φρονίμη βρέθηκε στη Σαντορίνη και παντρεύτηκε εκεί, από το μίσος της μητρυιάς της που τη διέβαλε. Η μητρυιά της (το όνομα της οποίας είναι άγνωστο) είχε πει συγκεκριμένα στον βασιλιά Ετέαρχο ότι η κόρη του και πριγκήπισα Φρονίμη έκανε "ακόλαστη ζωή". Εκείνος φέρεται να πείσθηκε και να παρέδωσε την κόρη του σε έναν Θηραίο έμπορο με την εντολή σε αυτόν να την πνίξει. Ο έμπορος όμως τη λυπήθηκε και την πήρε με το καράβι του στη Θήρα, όπου και την ερωτεύθηκε ο άρχοντας Πολύμνηστος. Αρχικά την κράτησε ως ερωμένη του, στη συνέχεια όμως πιθανόν να την παντρεύτηκε. Το βέβαιο είναι ότι απέκτησαν μαζί ένα γιο, τον Βάττο[2].

Το όνομά του πιθανόν να ήταν Αριστοτέλης[3] ή Αρισταίος[4] και το Βάττος να αποτελούσε παρατσούκλι επειδή είχε μεγάλη δυσχέρεια στην ομιλία -ίσως τραύλιζε, αφού η λέξη βάττος σήμαινε τραυλός. Από τον Ηρόδοτο χαρακτηρίζεται "ισχνόφωνος και τραυλός", δηλαδή "με αδύναμη φωνή και τραυλός", όμως ο ιστορικός πιστεύει ότι δεν ονομάσθηκε Βάττος λόγω των προβλημάτων στην ομιλία. Θεωρεί πιο πιθανή μια άλλη ερμηνεία: ότι "βάττος" στη λιβυκή γλώσσα σήμαινε τον βασιλιά. Ο Ηρόδοτος αιτιολογεί το γιατί η Πυθία αναφερόταν σε αυτόν ως Βάττο εξαρχής, λέγοντας ότι "είχε μαντέψει πώς θα τον αποκαλούσαν αργότερα στη Λιβύη"[5].Ομως αυτό δεν θεωρείται και τόσο πιθανό[6]. Ο Πίνδαρος τον αναφέρει ως Βάττο[7] αλλά και ως Αριστοτέλη[8] Το γεγονός ότι ο εγγονός του ονομάστηκε Βάττος και όχι Αριστοτέλης, μαρτυρεί πιθανόν ότι το "Βάττος" ήταν το πραγματικό όνομά του. Πιθανόν όμως και να μαρτυρεί ότι οι οικιστές και οι συνεχιστές της δυναστείας που εκείνος δημιούργησε στην Κυρήνη είχαν στην πραγματικότητα εξοριστεί από τη Θήρα -σε αυτή την περίπτωση ήθελαν να καταξιώσουν το παρατσούκλι ως τιμημένο όνομα και όχι ως μομφή όπως πιθανόν το έθεταν οι πολιτικοί τους αντίπαλοι στη Θήρα. Τέλος, μπορεί η αλήθεια να βρίσκεται κάπου στη μέση: το όνομα του Βάττου ίσως έμοιαζε ηχητικά με τη λέξη των ντόπιων της Λιβύης για τον "βασιλιά" και ο οικιστής αποφάσισε να το διατηρήσει από σκοπιμότητα παρότι ίσως ήταν αρχικά παρατσούκλι.

Οικιστής Επεξεργασία

 
 
Κυρήνη
Η θέση της Κυρήνης στον χάρτη

Είτε εξαιτίας εμφυλίου στη Θήρα είτε για άλλους πολιτικούς λόγους, ο Βάττος αποφασίστηκε να απομακρυνθεί από το νησί. Αναφέρεται ότι δόθηκε σχετικά και ένας χρησμός από τον Απόλλωνα (από τους Δελφούς, το 639 π.Χ. προς τον βασιλέα της Θήρας Γρίννο ή Γρίνο). Ο χρησμός αναφέρεται από τον Ρωμαίο ιστορικό Ιουστίνο που όμως παρουσιάζει τον Γρίνο ως πατέρα του οικιστή Βάττου. Ο Ηρόδοτος απεναντίας αναφέρει τον ίδιο χρησμό παρουσιάζοντας τον Γρίνο ως βασιλιά που απευθύνθηκε στο μαντείο όχι για τα προβλήματα του Βάττου, αλλά του νησιού εν γένει. Για τον Ηρόδοτο είναι σαφές ότι ο Βάττος δεν ήταν γιος του βασιλιά της Θήρας. Όταν η Πυθία απάντησε ότι η λύση είναι να αποικήσουν τη Λιβύη ο Γρίνος είπε ότι είναι πολύ γέρος για τέτοιες περιπέτειες και ότι θα έπρεπε αυτό να ανατεθεί σε κάποιον νέο σαν τον Βάττο, που ήταν παρών στο μαντείο. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο οι κάτοικοι της Θήρας δεν κινήθηκαν για τη Λιβύη γιατί ούτε καν γνώριζαν πού βρίσκεται. Ομως το νησί υπέφερε από ξηρασία και πείνα. Ο βασιλιάς ξαναζήτησε χρησμό και του επανελήφθη η αποίκηση της Λιβύης, οπότε και την αποφάσισε. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή ο δεύτερος χρησμός ζητήθηκε από τον Βάττο που ήθελε να βρει θεραπεία για την ομιλία του και τότε το μαντείο χρησμοδότησε περί Λιβύης. Ο Βάττος σύμφωνα με τον Ηρόδοτο δυσανασχέτησε λέγοντας ότι ήθελε να λύσει το πρόβλημα λόγου που είχε και ότι δεν είχε έρθει στο μαντείο για να πάρει εντολή να γίνει οικιστής και μάλιστα χωρίς δυνάμεις σε ένα μέρος που κανένας δεν γνώριζε.

Εντούτοις λόγω των ατυχιών στη Θήρα (ή πιθανόν λόγω πολιτικής διαμάχης) ο οικισμός αποφασίστηκε και ύστερα από πολλές ταλαιπωρίες δύο καράβια με οικιστές κατέπλευσαν σε ένα νησί που νόμιζαν ότι ήταν η Λιβύη. Εκεί όμως (στην Πλατέα που αναφέρει ο Ηρόδοτος και που είναι πιθανόν η σημερινή Μπαρντά) δεν μπόρεσαν να βρουν εύφορη γη και ξαναγύρισαν στη Θήρα. Ο λαός ή μερίδα του κατέβηκε στο λιμάνι και τους λιθοβόλησε για να τους αναγκάσει να ξαναγυρίσουν στη Λιβύη επειδή έπρεπε να πειθαρχήσουν στον χρησμό, σύμφωνα με τον οποίο μόνον έτσι θα σωνόταν η Θήρα. Ο μικρός αριθμός των αποίκων πάντως και η στάση των Θηραίων ίσως υποδηλώνει ότι ο Βάττος ήταν ανεπιθύμητος για πολιτικούς λόγους -ήταν ίσως στην ουσία εξόριστος[9]. Οι οικιστές (με δύο καράβια όλα κι όλα) ξαναζήτησαν τη βοήθεια του μαντείου των Δελφών που φέρεται να τους είπε ότι δεν είχαν πάει ακόμα στη Λιβύη, οπότε ξεκίνησαν πάλι με τα πλοία τους για να βρουν τον προορισμό που εννοούσε το μαντείο και που προφανώς δεν ήταν εκείνος στον οποίο είχαν εγκατασταθεί. Αυτή τη φορά έφτασαν όντως στην περιοχή όπου θα ίδρυαν κατοπινά την Κυρήνη.

Στην Κυρηναϊκή ο Βάττος όντως άρχισε να μιλά κανονικά, ίσως γιατί σύμφωνα με τον Παυσανία είδε ένα λεοντάρι "και τρόμαξε τόσο πολύ που λύθηκε η γλώσσα του"[10] Ανεξαρτήτως του αν ευσταθεί η άποψη που κατέγραψε ο Παυσανίας, ο Βάττος όντως άρχισε να μιλά πλέον κανονικά και αυτό έδωσε θάρρος στους Θηραίους οικιστές ότι όλα θα πήγαιναν καλά και σύμφωνα με τους χρησμούς. (Υπάρχει πάντως σύγχυση για το τι ακριβώς ανέφεραν οι χρησμοί και πόσοι ήταν).

Οι Λίβυοι στην αρχή συνεργάστηκαν, ίσως επειδή οι Έλληνες ήταν λίγοι, όμως στη συνέχεια συνέστησαν στους αποίκους να πάνε σε άλλη περιοχή και μάλιστα τους οδήγησαν σε αυτήν οι ίδιοι λέγοντάς τους ότι είναι ιδανική "γιατί έχει τρύπα στον ουρανό" (εννοώντας ίσως ότι εκεί βρέχει συχνά). Σύμφωνα με τους ιστορικούς επειδή ακριβώς οι ντόπιοι δεν ήθελαν οι Έλληνες να δουν ίσως ευφορότερα μέρη, τους οδήγησαν εκεί νύχτα (στη διάρκεια της μέρας δηλαδή σταματούσαν και συνέχιζαν το ταξίδι μόνον νύχτα). Αυτό πάντως μπορεί και να μην οφειλόταν σε σκοπιμότητα αλλά στο γεγονός ότι τα ταξίδια εκεί ήταν πιο εύκολα με τη δροσιά της νύχτας παρά με την αφόρητη ζέστη της ημέρας. Όπως και να έχει, οι Έλληνες εγκαταστάθηκαν σε αυτή τη νέα περιοχή και ο Βάττος ίδρυσε εκεί την Κυρήνη γύρω στο 631 π.Χ.[11] Έδωσε στην πόλη το όνομα μιας πηγής που υπήρχε στην περιοχή -πηγή που θεώρησαν ότι ήταν αφιερωμένη στον Απόλλωνα- ή το όνομα μιας παρθένου που είχε απαχθεί από τον Απόλλωνα και από τον οποίο είχε αποκτήσει τέσσερεις γιους.

Ο Βάττος βασίλεψε ή πάντως ηγήθηκε των αποίκων γύρω στα 40 χρόνια, διάστημα κατά το οποίο οι οικιστές με τη σειρά τους επεκτάθηκαν και σε άλλα σημεία και η πόλη άκμασε. Φαίνεται πως ήταν μετρημένος ηγεμόνας και ότι είχε βρει κάποιες ισορροπίες με τους ντόπιους. Μετά τον θάνατό του βασίλεψε ο γιος του Αρκεσίλαος Α΄ ενώ ο οικιστής συνέχισε να λατρεύεται σαν ήρωας. Ο τάφος του ήταν κοντά στην αγορά και στον δρόμο που οικοδομήθηκε με δικές του εντολές και ο οποίος οδηγούσε στον ναό του Απόλλωνα. Οι Κυρηναίοι αφιέρωσαν στους Δελφούς και ένα άγαλμα του Βάττου -τον παρίστανε να οδηγεί ένα άρμα μαζί με τη νύμφη Κυρήνη και με μια φιγούρα που ενσάρκωνε τη Λιβύη να τον στέφει βασιλιά.[12]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Ιουστίνος, 13ο βιβλίο
  2. Ηρόδοτος Δ, 154
  3. Πίνδαρος
  4. Ιουστίνος
  5. Λίβυες γὰρ βασιλέα βάττον καλέουσι, Ιστορία Δ, 155
  6. Επειδή αναφέρεται ως Βάττος και στο Μαντείο τον Δελφών, η Brittannica δεν θεωρεί πιθανό οι Έλληνες να τον αποκαλούσαν με λιβυκό όνομα και θεωρεί πιθανότερο να τον αποκαλούσαν Βάττο προτού φύγει από την Ελλάδα για να οικήσει την Κυρήνη, επειδή απλώς ήταν έτσι γνωστός, με το παρατσούκλι του. Πιθανόν αν ευσταθεί και η εκδοχή του εμφυλίου, η χρήση και η καθιέρωση του χαρακτηρισμού τραυλού αντί του ονόματος ίσως έδειχνε και την πολιτική αντιπαλότητα
  7. Πυθιόνικοι, ΑΡΚΕΣΙΛᾼ ΚΥΡΗΝΑΙῼ, ΑΡΜΑΤΙ
  8. "Ἀριστοτέλης ἄγαγε, ναυσὶ θοαῖς ἁλὸς βαθεῖαν κέλευθον ἀνοίγων" (στο πέμπτο κεφάλαιο του ανωτέρω, 118)
  9. αυτή την εκδοχή αναφέρει ο Κυρηναίος ιστορικός Μενεκλής από τη Βάρκη που έζησε τον 2ο π.Χ. αιώνα
  10. Φωκικά, Λοκρών Οζόλων, XV, 7 : ἐπεὶ δὲ ᾤκισε Βάττος τὴν Κυρήνην, λέγεται καὶ τῆς φωνῆς γενέσθαι οἱ τοιόνδε ἴαμα: ἐπιὼν τῶν Κυρηναίων τὴν χώραν ἐν τοῖς ἐσχάτοις αὐτῆς ἐρήμοις ἔτι οὖσι θεᾶται λέοντα, καὶ αὐτὸν τὸ δεῖμα τὸ ἐκ τῆς θέας βοῆσαι σαφὲς καὶ μέγα ἠνάγκασεν.
  11. James (2005), σελίδες 1–20
  12. Φωκικά, Λοκρών Οζόλων, XV, 4:Κυρηναῖοι δὲ ἀνέθεσαν ἐν Δελφοῖς Βάττον ἐπὶ ἅρματι, ὃς ἐς Λιβύην ἤγαγε σφᾶς ναυσὶν ἐκ Θήρας. ἡνίοχος μὲν τοῦ ἅρματός ἐστι Κυρήνη, ἐπὶ δὲ τῷ ἅρματι Βάττος τε καὶ Λιβύη στεφανοῦσά ἐστιν αὐτόν: ἐποίησε δὲ Ἀμφίων Ἀκέστορος Κνώσσιος

Πηγές Επεξεργασία