Βασίλ Τσακαλάρωφ
Ο Βασίλ Χρήστου Τσεκαλάρωφ ή Τσίλιος Τσακαλάρωφ (1874-1913) ήταν βουλγαρόφρων (κομιτατζής), επικεφαλής της δεξιάς αόρατης τότε πτέρυγας[1] της Εσωτερικής Μακεδονικής Επαναστατικής Οργάνωσης (ΕΜΕΟ) στην περιοχή της Καστοριάς και Φλώρινας, ο κύριος αντίπαλος, ως γηγενής, του Μακεδονικού Αγώνα στη δυτική Μακεδονία.[2]
Βασίλ Τσακαλάρωφ | |
---|---|
Ο Βασίλ Τσακαλάρωφ σε πορτραίτο του 1903. | |
Ψευδώνυμο | Τσίλιος |
Γέννηση | 1874 Σμαρδέσι (Κρυσταλλοπηγή) |
Θάνατος | 9 Ιουλίου 1913 Μπελκαμένη (Δροσοπηγή) |
Χώρα | Βουλγαρία, Ελλάδα |
Κλάδος | Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση |
Διοικήσεις | Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση |
Σύζυγος | Olga Chekalarova |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Πρώιμα χρόνια
ΕπεξεργασίαΟ Βασίλ Τσακαλάρωφ γεννήθηκε το 1874 στο χωριό Σμαρδέσι (σημ. Κρυσταλλοπηγή της Φλώρινας). Αρχικά ήταν μαθητής σε Ελληνικό δημοτικό σχολείο. Ύστερα από δική του επιμονή ο πατέρας του τον μεταφέρει σαν μαθητή σε Βουλγαρικό σχολείο. Τέλειωσε την τετάρτη τάξη και παράλληλα εργάστηκε μαζί με τον πατέρα του σε οικοδομές στην Ελλάδα.
Κατά το 1894 και για σύντομο χρονικό διάστημα βρίσκεται στη φυλακή της Καστοριάς από όπου κατάφερε να διαφύγει και εγκαταστάθηκε στη Βουλγαρία. Εκεί εργάστηκε ως τσαγκάρης, λιθοτόμος και οικοδόμος και κατά την παραμονή του στο Σούμεν τελείωσε το νυκτερινό γυμνάσιο.
Συμμετοχή στην ΕΜΕΟ
ΕπεξεργασίαΚατά το 1901 ο Βασίλ Τσακαλάρωφ εγκαταστάθηκε στη Σόφια, όπου έγινε πρόεδρος του φιλανθρωπικού συλλόγου της περιοχής της Καστοριάς. Συμμετέχει στη νόμιμη δράση της Ανώτατης Μακεδονο-Ανδριανουπολίτικης Οργάνωσης (BMARC-ΑΜΑΟ) και γίνεται στενός φίλος του Μπόρις Σαράφωφ. Βοηθά και την επαναστατική δράση της ΕΜΕΟ και μαζί με τον Λάζαρ Κισελίντσεφ δημιουργεί διαύλους για την αγορά όπλων από την Ελλάδα (Αθήνα). Μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης Ιβάντσου ο Βασίλ Τσακαλάρωφ στέλνεται από το ένοπλο επαναστατικό κομιτάτο του Μοναστηρίου να στηρίξει τη δράση των Πάντο Κλιάσεφ και Λάζαρ Μοσκόφ, συντρόφων του στην περιοχή των Κορεστίων της Καστοριάς.[εκκρεμεί παραπομπή]
Στις 20 Μαρτίου 1902 ο Γκότσε Ντέλτσεφ και ο Μπόρις Σαράφωφ επισκέπτονται την περιοχή της Καστοριάς και χρίζουν ως τοπικούς ηγέτες της περιοχής τους [3] Κούσμαν Στέφωφ, Λάζαρ Ποπτράικωφ, Λάζαρ Μοσκώφ, Πάντο Κλιάσεφ και Μιχαήλ Νικόλοφ, όσο ο Βασίλ Τσακαλάρωφ εξακολουθεί να ασχολείται με την αγορά όπλων από την Ελλάδα. Σε συγκέντρωση της οργάνωσης καταδικάζεται σε θάνατο ο Κωνσταντίνος (Κώττας) Χρήστου (ο οποίος τότε συμετείχε στην ΕΜΕΟ), με τις προσχηματικές κατηγορίες ότι επιδίδεται σε ληστείες[4][5], και ενώ ο Τσακαλάρωφ επιμένει στην άμεση εκτέλεση της ποινής, τελικά δόθηκε χάρη στον Κώττα Χρήστου από τον Γκότσε Ντέλτσεφ[6]. Στην αναβολή της εκτέλεσης της ποινής του Κώτα συνέβαλε κι η ολιγωρία του Μήτρου Βλάχου να τον σκοτώσει, ενώ βρίσκονταν αμφότεροι στο Κονομπλάτι (Μακροχώρι). Παρά τις εισηγήσεις των Τσακαλάρωφ, Αθ. Πετρώφ (ο οποίος επέστρεψε στην ΕΜΕΟ), Γ. Ιβάνωφ (Μαρκώφ) και Σιλιάνωφ περί εξόντωσης του Κώττα, ο Ντέλτσεφ αποφάσισε να εκβιάσει την επιστροφή του στο Κομιτάτο, γιατί τον θεωρούσε ιδιαίτερα ικανό και χρήσιμο. Έτσι, ο Κώττας συνοδευόμενος από τους Μήτρο Βλάχο, Βασίλ Τσακαλάρωφ και άλλους κομιτατζήδες, υποχρεώθηκε δέσμιος να τους ακολουθήσει στη Ρούλια και να παρακολουθήσει ιδίοις όμμασι τη φρικτή δολοφονία του Στογιάννη Κεσίνη, πατέρα του φίλου του, Τραϊανού Κεσίνη. Με τον τρόπο αυτό ο Γ. Ντέλτσεφ απέσπασε τη μεταμέλεια του Κώττα και όταν ο τελευταίος του ζήτησε άδεια για να επισκεφτεί τους γονείς του στη Ρούλια, ο Γ. Ντέλτσεφ δέχτηκε. Μη έχοντάς του όμως εμπιστοσύνη, ανέθεσε στον Μήτρο Βλάχο και άλλους κομιτατζήδες να τον συνοδεύσουν στη γενέτειρά του. Εκεί ο Κώττας, μόλις βρέθηκε ανάμεσα σε συμπατριώτες του, δήλωσε στους άντρες του Γκότσε Ντέλτσεφ ότι απαρνείται την ΕΜΕΟ. Μετά από αυτά τα γεγονότα, οι εξοργισμένοι Βούλγαροι κομιτατζήδες δολοφόνησαν τον επιστήθιο φίλο του Κώττα, Τραϊανό Κεσίνη, στα τέλη Δεκεμβρίου του 1901.[5] Μετά από αυτά ο Τσακαλάρωφ ρυθμίζει τις τελευταίες προμήθειες όπλων από την Ελλάδα, με τις οποίες ολοκληρώνει τον βασικό εξοπλισμό στις περιοχές της Καστοριάς και της Φλώρινας.
Στο τέλος Αυγούστου 1902 φθάνει στη Βασιλειάδα (τότε Ζαγκορίτσανη) ο συνταγματάρχης Γιαγκώφ, ένας από τους κυριότερους συνεργάτες του Τσόντεφ στην Κεντρική Εσωτερική Οργάνωση της Σόφιας, με ένοπλο σώμα που είχε οργανωθεί στη Βουλγαρία. Ο Γκρούεφ είχε δώσει οδηγίες να αφοπλισθεί το τμήμα μόλις θα έφθανε, αλλά οι τοπικοί αρχηγοί, Βασίλ Τσακαλάρωφ, Παπάντσεφ και Αντρέιφ, που γνώριζαν τον Γιαγκώφ προσωπικά, ενήργησαν διαφορετικά και αποφάσισαν να συναντηθούν στην Οξυά Καστοριάς (τότε Μπλάτζα) για να συνεννοηθούν. Τουρκικός όμως στρατός φάνηκε απροσδόκητα και τους διασκόρπισε. Έτσι, η συνάντηση έγινε δύο ημέρες αργότερα στα υψώματα στο Σιδηροχώρι Καστοριάς (τότε Σίστεβο).[7]
«Εγώ και ο Τσακαλάρωφ κατεβήκαμε στις 19 Αυγούστου στη Μπρέσνιτσα (Βατοχώρι), κάψαμε τό σπίτι τού Ιωάννου Ζάικου και σκοτώσαμε τον Ιωάννη Ζάικο, τον πατέρα του, Αντώνη, και τον αδελφό του, Λάζαρο, και κρεμάσαμε στην πλατεία του χωριού τον Μουχτάρη (πρόεδρο) Γεώργιο Καραούλα και τον Αγροφύλακα Αντώνιο Παναγιώτου...»[8]
Στη συνέχεια οι ενωμένες τσέτες (ένοπλες ομάδες) της περιοχής της Καστοριάς, με επικεφαλής τον Τσακαλάρωφ δίνουν μάχη με τον Κώτα Χρήστου, κοντά στο χωριό Όστιμα (Τρίγωνο Φλώρινας). Μέχρι τις αρχές Σεπτεμβρίου ο Βασίλ Τσακαλάρωφ και το καθοδηγητικό σώμα εμποδίζουν τον συνταγματάρχη Αναστάς Γιανκώφ να ξεσηκώσει πρόωρη εξέγερση στην περιοχή της Καστοριάς, σύμφωνα με την ιδέα της ΒΜΑRC-ΑΜΑΟ. Για τον χειμώνα ο Βασίλ Τσακαλάρωφ εγκαθιστά τα μέλη του σώματός του στα χωριά της περιοχής ενώ ο ίδιος οργανώνει την κατασκευή βομβών στην Κρυσταλλοπηγή. Στις 29 Δεκεμβρίου ο Τσακαλάρωφ βρίσκεται στο χωριό Λαμπάνιστα (Άγιος Δημήτριος Καστοριάς) και γράφει στο ημερολόγιό του:
Αν και είχαμε πει να είμαστε κρυφά, παρ' όλα αυτά όλοι μας κατάλαβαν, ακόμα-ακόμα και ο γραικομάνος παπάς Γκέρμαν ζήτησε να έρθει σε μας. Του επιτρέψαμε να έρθει. Αυτός ο αδελφός σε τέτοιο βαθμό είχε εξελληνιστεί, που άρχισε να μας μιλά και μια βουλγαρική λέξη έλεγε και δύο ελληνικές. Αναφερθήκαμε στο ζήτημα της εθνικότητάς του, αυτός προσπάθησε με κάθε τρόπο να μας αποδείξει ότι είμαστε Έλληνες! Αφού απέτυχε να παρουσιάσει τα στοιχεία που του ζητήσαμε, άρχισε να αναπτύσσει την ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου του Μακεδόνα, ότι δεν είμαστε ούτε Έλληνες ούτε Βούλγαροι, αλλά είμαστε Μακεδόνες, χωρίς να σκεφτεί ότι στη Μακεδονία έχει και Τούρκους και Εβραίους και πολλά άλλα έθνη. Κάποιος που δεν γνωρίζει την ιστορία και αρχίσει να σου κάνει κήρυγμα για αυτήν είναι πολύ αστείο! Δεν θέλαμε να μπούμε σε περισσότερες διαμάχες μαζί του και γι' αυτό τον σταματήσαμε.[9]
Στις 13-14 Μαρτίου 1903 ο Βασίλ Τσακαλάρωφ όρκισε στη Βουλγαρική Εξαρχία τα χωριά Βερνίκι (σήμερα Βράμπνικ στην Αλβανία, παραχωρήθηκε από την Ελλάδα στην Αλβανία το 1923) και Βαμπέλι (Μοσχοχώρι) (εγκαταλελειμμένο σήμερα), που μέχρι τότε ήταν Πατριαρχικά. Στις αρχές Μαρτίου εξαναγκάζει διά της απειλής θανάτου τον Έλληνα ιερέα και τον δάσκαλο της Ζουμπάνιστας (Λεύκη Καστοριάς) να εγκαταλείψουν το χωριό και εγκαθιστά Βούλγαρο ιερέα[10]. Στις 20 Μαρτίου στην Τσερέσνιτσα (Πολυκέρασο Καστοριάς) ο Τσακαλάρωφ συναντάται με την ομάδα του Μπόρις Σαράφωφ, ενώ και το χωριό περνάει επίσης στη Βουλγαρική Εξαρχία. Στις 28 Μαρτίου παγιδεύονται από τα τουρκικά στρατεύματα στην Κρυσταλλοπηγή, αλλά με τη βοήθεια από σώματα ορισμένων χωριών της περιοχής καταφέρνουν να ξεφύγουν. Στα μέσα Απριλίου φτάνουν στο χωριό Σμίλεβο, Μοναστηρίου, Βόρεια Μακεδονία για το επερχόμενο συνέδριο. Σε αυτό οι Βασίλ Τσακαλάρωφ και Πάντο Κλιάσεφ αντιπροσωπεύουν την περιοχή της Καστοριάς.
Στις 24 Απριλίου στο Ζλάταρι της περιοχής Ρέσνας (σήμερα Ρέσεν) (στη σημερινή Βόρεια Μακεδονία), οι Βασίλ Τσακαλάρωφ, Πάντο Κλιάσεφ, Ίβαν Ποπόφ και Μήτρε Βλάχο δίνουν μάχη με οθωμανικό στρατό. Κατά την προετοιμασία για την εξέγερση μαζεύει ανάλογα με τα όπλα και τις σφαίρες από τα χωριά Κρυσταλλοπηγή, Κωστενέτσι (Ιεροπηγή Καστοριάς), Δενδροχώρι, Τούρια (Κορυφή Φλώρινας), Κονομπλάτη (Μακροχώρι Καστοριάς) και τους στέλνει στο χωριό Στάτιστα (Μελάς Καστοριάς). Στις 7 Μαΐου ο Βασίλ Τσακαλάρωφ βρίσκει το χωριό που γεννήθηκε, την Κρυσταλλοπηγή, καμμένο από τον Οθωμανικό στρατό. Στις 31 Μαΐου 1903 χίλιοι Τούρκοι στρατιώτες περικύκλωσαν το χωριό Δενδροχώρι, η ομάδα του Λάζαρ Ποπτράικοφ καταλαμβάνει την κορυφή Βίνιαρι του βουνού του Δενδροχωρίου (Τρικλάριο), σε ενίσχυση των μαχόμενων έφτασε η ομάδα του Ντίμτσο Αντόνοφ, η οποία καταλαμβάνει την κορυφή Λόζβατα και χτύπησε τους Τούρκους από πίσω. Η μάχη συνεχίζεται επί μακρόν, καθώς σε βοήθεια των μαχόμενων καταφθάνουν οι ομάδες των Βασίλ Τσακαλάρωφ, Πάντο Κλιάσεφ και Μήτρε Βλάχο.
Κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του Ίλιντεν (προφήτη Ηλία)
ΕπεξεργασίαΣτις 20 Ιουλίου η εξέγερση του Ίλιντεν λαμβάνει χώρα στην περιοχή της Καστοριάς από περίπου 2.000 εξεγερμένους. Ακόμα από τις 23 Ιουλίου καταλήφθηκε η Κλεισούρα, όταν από το χωριό διώχθηκαν ο Οθωμανικός στρατός και η αντάρτικη ομάδα του καπετάν Βαγγέλη Στρεμπενιώτη. Στην Κλεισούρα ο Τσακαλάρωφ ζήτησε από τους κατοίκους του χωριού όπλα και χρήματα. Η σύζυγος του προύχοντα Ιωάννη Αργυρόπουλου, Ιφιγένεια παρουσιάστηκε αντί αυτού (ο ίδιος έλλειπε στα Λουτρά Βόλβης), αρνούμενη να παραδώσει οτιδήποτε. Τη νύκτα κρατήθηκαν αρκετές γυναίκες των κατοίκων ως όμηροι προκειμένου να τους αναγκάσουν να προσφέρουν χρήματα. Τελικά οι κομιτατζήδες συνέλεξαν 1.300 λίρες και αποχώρησαν οριστικά από το χωριό μετά από 20 μέρες[11]. Στις 28 Ιουλίου οι ομάδες των Λάζαρ Ποπτράικοφ και Βασίλ Τσακαλάρωφ ανταλλάσσουν πυρά με Οθωμανικά στρατεύματα ενώ στις 29 στα βουνά κοντά στο Δενδροχώρι (Τρικλάριο) αποκρούουν τον Οθωμανικό στρατό για 6 ώρες, ο οποίος αποσύρθηκε στην Καστοριά. Στις 12 Αυγούστου μετά από μεγάλη μάχη, με επικεφαλής τον Τσακαλάρωφ καταλαμβάνεται η Νέβεσκα (Νυμφαίο Φλώρινας),[12] αλλά το εγκαταλείπουν αμέσως μετά την κατάληψη. Τις μέρες εκείνες στόχος του σώματος του Τσακαλάρωφ γίνεται και ο Άγιος Αθανάσιος Πέλλας και οι κάτοικοί του υποφέρουν από τις βιαιότητες. Δεκάδες Έλληνες θανατώνονται μεταξύ των οποίων και γυναικόπαιδα[13]. Μετά από πολλές μάχες στις 27 Αυγούστου αποφασίζεται να αποσυρθούν οι ένοπλες ομάδες από την περιοχή της Καστοριάς για να προφυλάξουν τον άμαχο πληθυσμό από τους 15 χιλιάδες στρατιώτες στην περιοχή. Στην κορύφωση της εξέγερσης ο Τσακαλάρωφ είναι ο εμπνευστής της σύνταξης του μνημονίου εκ μέρους των Καστοριανών ηγετών για τις τουρκικές φρικαλεότητες στην περιοχή της Καστοριάς. Αφού το μνημόνιο ετοιμάστηκε, στις 30 Αυγούστου δόθηκε στους ξένους διπλωμάτες στο Μοναστήρι.
Ο Βασίλ Τσακαλάρωφ τίθεται επικεφαλής ομάδας 450 ατόμων από τα χωριά Κρυσταλλοπηγή, Δενδροχώρι, Ιεροπηγή και την κεντρική τσέτα του Απόσκεπου. Διεξάγουν μάχη στις 29 Αυγούστου στο χωριό Απόσκεπος και κοντά στην πόλη της Καστοριάς. Στο χωριό Νεστράμι (Νεστόριο) την 1η Σεπτεμβρίου τιμωρούν ένοχους προδότες (Έλληνες αντιρρησίες) και καταστρέφουν μικρά τμήματα Οθωμανικού στρατεύματος. Στη συνέχεια διαμέσου των Καστανοχωρίων πηγαίνουν στην Αλβανική περιοχή της Κολωνίας. Εκεί κάνουν εκκαθάριση Αλβανών και Τούρκων ληστών και κερδίζουν την συμπάθειά του τοπικού Ελληνικού και Αλβανικού πληθυσμού. Τελικά, επιστρέφουν στην ερειπωμένη Καστοριά, όπου διαλύονται. Ο Βασίλ Τσακαλάρωφ, μαζί με την αδελφή του Ζωή, ο Πάντο Κλιάσεφ και ο Λάζαρ Κιλεσίντσεφ διέρχονται κρυφά τα σύνορα με την Ελλάδα, και από εκεί με ατμόπλοιο επιστρέφουν στη Βουλγαρία.
Η δράση της ομάδας Τσακαλάρωφ προκάλεσε την αντίδραση των Ελληνικών πληθυσμών της περιοχής που κλιμάκωσαν τις πράξεις αντεκδίκησης τα επόμενα χρόνια. Στο ακόλουθο δημοτικό τραγούδι από το Ροδοχώρι Κοζάνης τραγουδιέται ο ρόλος του Τσακαλάρωφ:
- Τί 'ν το κακό που γένηκε το φετινό χειμώνα,
- κλαίγαν μανάδες για παιδιά, γυναίκες κλαιν για άντρες,
- κλαίγουν και δυο Βουλγάρισσες, στης Φλώρινας τον κάμπο:
- Ανάθεμά σας βόιβοντες και σένα Τσακαλάρωφ,
- οπού 'στε σεις οι αίτιοι, σεις είστε η αιτία,
- που σκότωσαν τους άντρες μας, μαζί και τα παιδιά μας.[14]
Ειρηνική ζωή
ΕπεξεργασίαΣτις αρχές του 1904, ο Βασίλ Τσακαλάρωφ πήγε για θεραπεία στη Γενεύη της Ελβετίας. Στις 14 Μαρτίου οι Τσακαλάρωφ, Μπορίς Σαραφόφ και άλλοι δημιουργούν μια προσωρινή επιτροπή, με στόχο να αντικαταστήσει την εκτός των συνόρων εκπροσώπηση της ΕΜΕΟ, αλλά το 1905 οι διαφορές εξαφανίζονται, και η επιτροπή διαλύεται από μόνη της.
Στη Σόφια ο Τσακαλάρωφ χτίζει ένα σπίτι με τη βοήθεια του αρχιτέκτονα Γκεόργκι Κισελίντσεφ, στην οδό Σίπκα, απέναντι από την Στρατιωτική Ακαδημία της Σόφιας. Ζει φτωχικά αλλά παντρεύεται με την Όλγα, με την οποία αποκτά μια κόρη, την Αικατερίνη. Συμμετέχει ως εκπρόσωπος στο συνέδριο της ΕΜΕΟ στο Κιουστεντίλ το 1908. Μετά την ανακοίνωση της Επανάστασης των Νεότουρκων, επισκέπτεται για προσκυνήμα τον τάφο των χαμένων κομιτατζήδων της ΕΜΕΟ στον Απόσκεπο.[15]
Πρώτος Βαλκανικός Πόλεμος
ΕπεξεργασίαΜε το ξέσπασμα του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου το 1912, ο Βασίλ Τσακαλάρωφ ορίζεται διοικητής του σώματος των παρτιζάνων Νο.4, μέρος του ενωμένου σώματος Καστοριάς, μαζί με το σώμα Νο.5 του Ιβάν Ποπόφ και το σώμα Νο.6 του Χρήστο Σιλίανοφ που αποτελούν μέρος της Μακεδονο - Αδριανοπολίτικης Πολιτοφυλακής. Μετά την έναρξη των εχθροπραξιών, το σώμα κατευθύνεται διαμέσου της Φλώρινας στην Καστοριά.
Μετά τις 20 Οκτωβρίου το μικτό σώμα καταλαμβάνει διαδοχικά το Νυμφαίο, την Πρεκοπάνα (Περικοπή Φλώρινας) και την Ζαγορίτσανη (Βασιλειάδα Καστοριάς) και αφοπλίζει τα γύρω Τουρκικά χωριά και το μουσουλμανικό Ζέρβενι (Άγιος Αντώνιος Καστοριάς). Μετά από αυτό καταλαμβάνονται και τα χωριά Απόσκεπος, Δενδροχώρι, Γάβρος Καστοριάς και Ιεροπηγή. Μετά την ήττα του Ελληνικού πέμπτου τμήματος στο χωριό Βεύη, το μικτό σώμα του Βασίλ Τσακαλάρωφ διεξάγει μάχες οπισθοφυλακής κατά του Τουρκικού στρατού για να εξασφαλίσει την απόσυρση των Ελληνικών τμημάτων. Κατά την γενική οπισθοχώρηση το σώμα προσπάθησε να προστατεύσει τα χωριά από τους προελαύνοντες Τούρκους. Στις 29 Οκτωβρίου το σώμα βοήθησε τα Ελληνικά στρατεύματα στη απελευθερωση των Καϊλαρίων (Πτολεμαΐδα), ενώ στις 8 Νοεμβρίου συντρίβει και αιχμαλωτίζει 600 Τούρκους στρατιώτες στο Πισοδέρι και στο Ζέλοβο (Αντάρτικο). Μια ημέρα αργότερα αιχμαλωτίζουν ακόμα 100 Τούρκους στρατιώτες στο χωριό Καπέστιτσα (Αλβανία), και στις 13 Νοεμβρίου το μικτό σώμα εισέρχεται στην Καστοριά όπου τους υποδέχονται πανηγυρικά τα μέλη της Βουλγαρικής κοινότητας, με επικεφαλής τον αναπληρωτή του Αρχιεπισκόπου Πανάρετου. Στις 29 Νοεμβρίου, τα Ελληνικά τμήματα αποσύρονται από την περιοχή των Κορεστίων και το ενωμένο σώμα τοποθετείται εκεί για να προστατεύσει τα χωριά. Κατόπιν τούτου διαλύεται στις 20 Δεκεμβρίου.
Ο Βασίλ Τσακαλάρωφ όπως και πολλοί άλλοι ηγέτες της Μακεδονίας, πιστεύει ότι η Μακεδονο-Αδριανουπολίτικη Πολιτοφυλακή έπρεπε να σταλεί στο μέτωπο της Μακεδονίας και όχι στην Θράκη, έτσι ώστε να μην επιτρέψει στους συμμάχους Έλληνες και τους Σέρβους να απελευθερωσουν εδάφη τα οποία κατοικούνται από Βουλγάρους. Σε επιστολή προς τον αναπληρωτή διοικητή της ΜΟΟ-ΜΑΠ Αλεξάντερ Προτογέροφ στις 10 Δεκεμβρίου 1912 ο Τσακαλάρωφ γράφει:
Όπως βλέπετε, αγαπητέ Προτογέροφ εσείς εκεί με τα παλικάρια απελευθερώνετε και Ελληνικά μέρη για να παραδεχθούμε υποδούλωση στα δικά μας καθαρά Βουλγαρικά εδάφη. Αν είχαμε ξεκινήσει για εδώ, για τα δικά μας μέρη, οι άνθρωποι σήμερα δεν θα διαμαρτύρονταν για την άθλια κατάστασή τους αλλά θα ήταν χαρούμενοι, όπως στο Στίπ (ΠΓΔΜ) και σε άλλα μέρη που απελευθερώθηκαν από τη Βουλγαρία[16].
Δεύτερος Βαλκανικός Πόλεμος και θάνατος
ΕπεξεργασίαΗ ουδέτερη οπτική γωνία αυτής της ενότητας αμφισβητείται. |
Κατά τη διάρκεια του Β΄ Βαλκανικού Πολέμου ο Βασίλ Τσακαλάρωφ και ο Ιβάν Ποπόφ εκ νέου οργανώνουν ένα μεγάλο σώμα για να διεισδύσουν εκ των όπισθεν στον Ελληνικό στρατό. Στα μέσα του Ιουνίου του 1913 αναχωρούν από την Δοϊράνη για την Καστοριά με βοεβόδες και μέλη του σώματος. Ανάμεσά τους συμπεριλαμβάνονταν οι Χρήστο Τσέτκοφ, Ηλία Ντιμούσεφ, Ν. Ιβανόφ, Γκριγκόρ Τζιντζιφίλοφ, Ντόντσο Λαζάροφ, Παναγιότ Καραμφίλοβιτς, Πάντο Σίντοφ και άλλοι. Ξεκινάνε προς τα νοτιοανατολικά της εμπροσθοφυλακής των 41ου και 42ου ταγμάτων πεζικού του Βουλγαρικού στρατού. Στη Φούρκα Γευγελής (Βόρεια Μακεδονία), στις 17 Ιουνίου, 160 μέλη του σώματος και στρατιώτες νίκησαν Σερβοελληνικά τμήματα, ενώ στα χωριά Στογιάκοβο Γευγελής και Βογδάντσα (Μπογκντάντσι) (Βόρεια Μακεδονία) 80 εύζωνες και 1 ανθυπολοχαγός καταλαμβανουν την Γευγελή. Στην Τούσιανη (Αετοχώρι) Αλμωπίας χτυπούν εκ νέου Ελληνικά τμήματα.
Στις 19 Ιουνίου η Γευγελή απελευθερωνεται από τους Ελληνες και το μεγαλύτερο τμήμα του σώματος αποσύρεται. Οι Βασίλ Τσακαλάρωφ, Ιβάν Ποπόφ, Κοζιντσέφ, Χρήστο Τσβετκόφ, Πάντο Σίντοφ συνεχίζουν προς την περιοχή της Καστοριάς. Στις 2-3 Ιουλίου πέφτουν σε ενέδρα στο φαράγγι Ντάρμανι (περιοχή Έδεσσας) από την οποία ενέδρα ο Βασίλ Τσακαλάρωφ ξεγλιστρά με το σώμα του με πονηριά. Υποδύεται Έλληνα αξιωματικό που συνοδεύει την ομάδα του Τσακαλάρωφ και περνάει την θέση. Στις 4 Ιουλίου στο χωριό Τσέγανη (Άγιος Αθανάσιος Πέλλας) το σώμα του έγινε αντιληπτό από τους κατοίκους του χωριού. Αυτοί ειδοποίησαν το Γεώργιο Μακρή (παλαιός Μακεδονομάχος) που ήταν σταθμάρχης της Άρνισσας. Έτσι το σώμα του Τσακαλάρωφ περικυκλώθηκε από δύναμη χωροφυλάκων της Άρνισσας, 25 ντόπιους πολιτοφύλακες από τον Άγιο Αθανάσιο Πέλλας και από το λόχο Ευζώνων Φλώρινας. Μετά από ολονύκτια συμπλοκή ο Τσακαλάρωφ τραυματίστηκε ελαφρά και διέφυγε[17].
Το σώμα χωρίζεται στα δύο και οι Ιβάν Ποπόφ και Πάντο Σίντοφ αναχωρούν για την Μπάνιτσα (Βεύη), αλλά υπέστησαν μια ήττα στις 5 Ιουλίου. Την ίδια ημέρα και το σώμα του Τσακαλάρωφ είναι διεσπαρμένο, ενώ ο ίδιος τραυματίστηκε εκ νέου αλλά κατάφεραν να φθάσουν στο βουνό Βέρνο στις 8 Ιουλίου. Ο τραυματισμός του αυτός, από τον Αντίγονο Χολέρη θα απέβαινε θανάσιμος [18]. Τον μετέφερε το σώμα του έως το Νυμφαίο όπου δέχτηκε επίθεση από Έλληνες, αλλά ήδη ο Τσακαλάρωφ ξεψυχούσε[17] στις 9 του Ιουλίου 1913 κοντά στο χωριό Δροσοπηγή Φλώρινας, όπου του επιτέθηκε ένας κάτοικος του χωριού, ονόματι Γιατρός[19]. Ο Έλληνας Συνταγματάρχης Μιχαλακόπουλος περιγράφει την κατάσταση που ακολούθησε ως εξής:
Πέντε έξι στρατιώτες και αντάρτες έσπευσαν προς το πεσμένο σώμα με πανηγυρικές κραυγές. Αυτός κινήθηκε προς έκπληξή μας. Αρχικά ανασήκωσε το κεφάλι του σκεπασμένο από τα πλούσια όμορφα σγουρά μαλλιά, και στη συνέχεια ανασήκωσε το σώμα του και ψάχνοντας για στήριγμα το πιο κοντινό δέντρο, στάθηκε όρθιος. Έτσι ο Τσακαλάρωφ πραγματικά ήταν πολύ τρομακτικός. Όσοι έσπευδαν σταμάτησαν για μια στιγμή. Στιγμιαία τρέμοντας κουνήθηκε έπεσε κάτω και δεν ξανακινήθηκε πια! (Εκείνη την στιγμή αντάρτης χτύπησε το άψυχο σώμα του Τσακαλάρωφ με ένα μαχαίρι.) Πιθανόν αυτή να ήταν η τελευταία συνειδητή κίνηση και το επικίνδυνο κεφάλι αποχαιρέτισε το σώμα του. Σχεδόν δεν ένοιωθε τίποτα όταν αντάρτες παλιοί εχθροί του κάρφωναν αυτό το οποίο δεν έμοιαζε καθόλου με τον τρομερό Τσακαλάρωφ. Ο καπετάν Χ. με δύο ακόμα κτυπήματα αποκόπτει το κεφάλι από το νεκρό του σώμα[20].
Το κομμένο κεφάλι του Βασίλ Τσακαλάρωφ μεταφέρθηκε από τους στρατιώτες στη Φλώρινα και καρφωμένο σε πάσσαλο περιφέρεται στους δρόμους με κραυγές:
Δεν υπάρχει ο Τσακαλάρωφ! Δεν υπάρχει η Μακεδονία![21]
Εξοντώσαμε τον Τσακαλάρωφ και μαζί του και όλους τους Τσακαλάρωφ![21]
Στη συνέχεια ένας Έλληνας καπετάνιος χτύπησε με το κεφάλι τον Ηλία Ντιμούσεφ και τον ανάγκασε να το κρατάει στην κορυφή της πομπής. Ένας Σέρβος αξιωματικός δεν επιτρέπει ο εμπαιγμός να συνεχιστεί και διαμαρτύρεται στους Έλληνες. Αυτοί παραδίνουν το κεφάλι στον επίτροπο της Βουλγαρικής εκκλησίας του «Αγίου Παντελεήμονα», ο οποίος το ενταφιάζει στο νεκροταφείο. Είκοσι έξι από μέλη του σώματος του Τσακαλάρωφ δικάστηκαν στην Θεσσαλονίκη από στρατιωτικό δικαστήριο τιμωρούμενοι με διάφορες ποινές[22].
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ ΙΕΕ, Τόμος ΙΔ, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε. σσ 223-226, 1977
- ↑ Τα χωριά βορειοανατολικά της λίμνης της Καστοριάς 1870- 1908, εκδ. Αποστόλη Δούκη, 1992 ISSN GR-0073-865x
- ↑ bg:Васил Чекаларов Βασίλ Τσακαλάρωφ
- ↑ Ιωάννης Κ. Μαζαράκης Αινιάν, Ο Μακεδονικός Αγώνας, εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα 1981, σελ. 25
- ↑ 5,0 5,1 Βακαλόπουλος, Εθνοτική Διαπάλη στη Μακεδονία (1894 – 1904), Η Μακεδονία στις παραμονές του Μακεδονικού Αγώνα, Ηρόδοτος, Θεσσαλονίκη, 1999, σσ. 309, 310
- ↑ (βουλγαρικά) Силянов, Христо, „Освободителните борби на Македония, том I“, стр.134 Αρχειοθετήθηκε 2008-04-29 στο Wayback Machine.
- ↑ Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. ΙΔ΄ σ. 226, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., 1977
- ↑ Από την υπαγόρευση της δράσης του στον Π. Μίλιτιτς σ. 193 του Πάντο Κλιάσεφ και άλλα πολλά... όπως: 7.11.1901. Ο Τσακαλάρωφ εκτελεί τον Έλληνα Τσέμαν από το χωριό Δέμπενη (Δενδροχώρι Καστοριάς).
- ↑ (βουλγαρικά) Чекаларов, Васил, „Дневник 1901-1903 г.“, ИК „Синева” София, 2001 г., стр.188
- ↑ «Δημήτρης Λιθοξόου, περιοχή Καστοριάς, γεωγραφία της ιστορίας, Ζουπάνιστα». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Απριλίου 2009. Ανακτήθηκε στις 4 Απριλίου 2009.
- ↑ Νικόλαος Δημ. Σιώκης, Ο Μακεδονομάχος ιατρός Ιωάννης Αργυρόπουλος (1852-1920) μέσα από της σελίδες μιας ανέκδοτης εξιστόρησης του βίου και της εθνικής δράσης του, ΕΜΣ, σ. 204[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ (βουλγαρικά) Илинденското въстание в Костурско - Спомени на Манол Кочов и Наум Масалинков.
- ↑ Ιωάννης Παπαλαζάρου, Ο Μακεδονικός Αγώνας στην περιοχή Οστρόβου, ΕΜΣ, σ. 223[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ Δημοτικά τραγούδια του Μακεδονικού Αγώνα, Δημήτριος Α. Πετρόπουλος, Θεσσαλονίκη 1969[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ (βουλγαρικά) "Илюстрация Илинден", година II, кн. 1(11), София, септември 1928, с. 8-9
- ↑ (βουλγαρικά) Гоцев, Димитър. Национално-освободителната борба в Македония 1912 - 1915, Издателство на БАН, София, 1981, стр. 98.
- ↑ 17,0 17,1 Ιωάννης Παπαλαζάρου, Ο Μακεδονικός Αγώνας στην περιοχή του Οστρόβου, ΕΜΣ, σ. 224[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ Το Βήμα της Φλώρινας, Florina Press, Η ηλεκτρονική εφημερίδα της Φλώρινας, Καπετάν Αντίγονος -Γκόνος Χολέρης, Βεύη 1886 - θέση Ψαλίδι Βεύης 1913 / Ο Εξολοθρευτής του Τσακαλάρωφ και όχι μόνο, Δημ. Δημόπουλος, Αμύνταιο 18 Σεπτεμβρίου 2017
- ↑ "Σαρακατσάνοι και Μακεδονικός Αγώνας", Ομιλία του Χρήστου Ντέντα, στην εκδήλωση του Συλλόγου Σαρακατσαναίων Νομού Κιλκίς "Ο Φλάμπουυρας" για τη συμβολή των Σαρακατσάνων στον Μακεδονικό Αγώνα, 20 Οκτωβρίου 2013
- ↑ (βουλγαρικά) Генов, Георги (2006). Беломорска Македония 1908 - 1916. Toronto: Veritas et pneuma publishers Ltd., стр.241
- ↑ 21,0 21,1 (βουλγαρικά) Васил Иванов, „Отрязаната глава 9 юлий 1913 г.“, 1928, стр.78
- ↑ (βουλγαρικά) Васил Иванов, „Отрязаната глава 9 юлий 1913 г.“, 1928
Πηγές
Επεξεργασία- Васил Чекаларов, Дневник, издателство Синева 2001 г. (Βουλγάρικα)
- Германос Каравангелис, Македонската борба (Спомени), издателство Синева 2001 г. (Βουλγάρικα)
- Илинденското въстание в Костурско — Спомени на Манол Кочов и Наум Масалинков. (Βουλγάρικα)
- Христо Силянов, „История на освободителните борби в Македония и Одринско“, Том I Αρχειοθετήθηκε 2010-04-09 στο Wayback Machine. и Том II Αρχειοθετήθηκε 2010-04-09 στο Wayback Machine., 1983 г. (Βουλγάρικα)
- Васил Иванов, Отрязаната глава 9 юлий 1913 г., 1928 (Βουλγάρικα)
- Евгени Чекаларов за Васил Чекаларов - интервю на Агенция Фокус (Βουλγάρικα)
- Евгени Чекаларов: Ще направя барелеф на Васил Чекаларов в селото, кръстено на негово име[νεκρός σύνδεσμος] - интервю на Радио Фокус (Βουλγάρικα)
- Кирил Назъров. Страшният. Васил Чекаларов. В: „Български войводи“, София, 1985, стр.191. (Βουλγάρικα)
- Гласове от старите къщи - Спомен за войвода къта домът на "Шипка" 52, вестник „Новинар“, Илиана Манева, 09.09.2006 г.[νεκρός σύνδεσμος] (Βουλγάρικα)
- Песен за Васил Чекаларов (Βουλγάρικα)
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Επεξεργασία- Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Vasil Chakalarov στο Wikimedia Commons