Γερμανική λογοτεχνία
Ως γερμανική λογοτεχνία θεωρείται η λογοτεχνία γραμμένη στα γερμανικά γενικά, αλλά περισσότερο η λογοτεχνία που αναπτύχθηκε στη Γερμανία ως ενιαίο πολιτιστικό και κοινωνικό κράτος.
Πρώιμος μεσαίωνας (750-1050)
ΕπεξεργασίαΚύριο άρθρο: Παλαιά γερμανική λογοτεχνία
Η λογοτεχνία στον γερμανόφωνο χώρο κατά τον πρώιμο μεσαίωνα μεταδίδονταν μόνο προφορικά και έχει χαθεί εντελώς. Το να καταγράφει κανείς γνώσεις σήμαινε πάντα συγγραφή στα λατινικά και κέντρα πνευματικά εκείνη την εποχή ήταν μόνο τα μοναστήρια. Τα αρχαιότερα γερμανικά δείγματα γραφής προέρχονται από τον 8ο αιώνα και οφείλονται αποκλειστικά και μόνο στις ιεραποστολές εκχριστιανισμού που διαδίδονταν στην Ευρώπη. Γύρω στο 830 καταγράφηκε σε περγαμηνή η Ωδή του Χίλντεμπραντ, ένα από τα παλαιότερα σωζόμενα γερμανικά κείμενα. Τα Ξόρκια του Μέρζεμπουργκ είναι το μοναδικό γνωστό τεκμήριο αρχαίας γερμανικής παγανιστικής λογοτεχνίας.[2]
Μεταξύ 900 έως 1050 η συγγραφή λογοτεχνικών έργων στα γερμανικά σταμάτησε, τα έργα της περιόδου γράφονταν στα λατινικά με εξαίρεση μερικές μεταφράσεις, η πρώτη μετάφραση στα παλαιά γερμανικά κειμένων από την αρχαιότητα έγινε το 1000 μ.Χ.[3]
Μεσαίωνας (1050-1250 περίπου)
ΕπεξεργασίαΚύριο άρθρο: Γερμανική λογοτεχνία του Μεσαίωνα
Αυτή την περίοδο, εμφανίστηκαν συγγραφείς που δεν ήταν ιερείς ή μοναχοί. Ταυτόχρονα, τα παλαιά γερμανικά έδωσαν τη θέση τους στα μεσαιωνικά γερμανικά, γλώσσα που αντικατέστησε τα λατινικά ως γλώσσα της λογοτεχνίας.
Από τον 11ο αιώνα συγγράφονται θρησκευτικά κυρίως κείμενα αλλά και ιστορίες με θρύλους όπως το Άνολιντ (1077). Αλλά ακόμη η λογοτεχνία είναι αποκλειστικά θέμα των μοναστηριών και του ανώτερου κλήρου. Ο απλός λαός δεν είχε καμία πρόσβαση σε λογοτεχνικά κείμενα.
Στα μέσα του 12ου αιώνα συνέβη μία σημαντική αλλαγή. Τα θέματα και οι μορφές της λογοτεχνίας έγιναν πιο ποικίλα και η καταγραφή περιλάμβανε από δω και πέρα υλικό που μέχρι τότε θεωρούνταν ως ανάξιο καταγραφής, όπως προφορικές αφηγήσεις. Τότε άρχισε να κερδίζει έδαφος και η ιστορική ποίηση. Το πιο σημαντικό έργο, Το αυτοκρατορικό χρονικό με περίπου 17.000 στίχους, αφηγείται με επεισόδια την ιστορία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από την ίδρυση της Ρώμης και την παρακμή της ως τον Γερμανό αυτοκράτορα Κορράδο Γ΄. Τα πρώτα αφηγηματικά ποιήματα που είχαν σκοπό καθαρά ψυχαγωγικό ήταν τα έπη των Μινεστρέλων που βασίζονταν στην προφορική παράδοση.[4]
Με τη διασκευή του επικού άσματοςΤο τραγούδι του Ρολάνδου, που αφηγείται μια μάχη του Καρλομάγνου ενάντια στους Σαρακηνούς, ξεκίνησε η γαλλική επιρροή στην μεσαιωνική γερμανική λογοτεχνία. Στις δεκαετίες μετά το 1150 σημειώθηκε άνθηση στις φεουδαρχικές αυλές ηγεμόνων, όπου αναπτύχθηκε ένα νέο εκλεπτυσμένο είδος λογοτεχνίας, η αυλική λογοτεχνία με αυλικά μυθιστορήματα και ερωτικά τραγούδια που υμνούσαν τον αυλικό έρωτα και τα ιπποτικά ιδανικά με βάση γαλλόφωνα μοντέλα. Μακριά από αυτά τα νέα αφηγηματικά και πολιτισμικά ήθη, παραμένει το ανώνυμο ηρωικό έπος Το τραγούδι των Νιμπελούγκεν (περ. 1200), μια επιστροφή σε έναν πιο πρωτόγονο, προ-αυλικό, ηρωικό κόσμο με καταγραφή γερμανικών ηρωικών θρύλων.[5]
Ύστερος Μεσαίωνας (1250 – 1450/1500)
ΕπεξεργασίαΚύριο άρθρο: Γερμανική λογοτεχνία του Ύστερου Μεσαίωνα
Προς το τέλος του 13ου αιώνα, με την παρακμή της αυλικής λογοτεχνίας, τα λογοτεχνικά ενδιαφέροντα πέρασαν στην αναδυόμενη μεσαία τάξη, η ηθική της οποίας εκφραζόταν με την πεζογραφία και τη στιχουργική σάτιρα. Οι αυλικοί ερωτοτραγουδιστές έδωσαν τη θέση τους στις συντεχνίες των αστών αρχιτραγουδιστών. Ταυτόχρονα άκμασαν τα μελωδικά δημοτικά τραγούδια. Στον 14ο αιώνα, οι νέες πνευματικές αξίες παρήγαγαν μια άνθηση έργων μυστικισμού. Η πνευματική ζωή προωθήθηκε με την ίδρυση πανεπιστημίων σε πολλές γερμανόφωνες πόλεις, με πρώτο το πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα το 1348, και με την εισαγωγή των νέων γνώσεων της Ιταλικής Αναγέννησης.[6]
Από το 1330 εμφανίστηκαν ένα πλήθος θρησκευτικά έργα σε θεατρική μορφή, Ηθικές αλληγορίες και Θαύματα, με στόχο να καθοδηγηθεί το θρησκευτικό αίσθημα. Στις αρχές του 15ου αιώνα εμφανίστηκαν δράματα και φάρσες για λαϊκή ψυχαγωγία.
Στα τέλη του Μεσαίωνα, η εφεύρεση της τυπογραφίας αποδείχθηκε επαναστατική για τη διάδοση της λογοτεχνίας. Στη μετάβαση στη σύγχρονη εποχή βρίσκεται το έργο του Γιοχάνες φον Τεπλ Ο αγρότης από τη Βοημία (περ. 1400) που οριοθετεί το ξεκίνημα της ουμανιστικής παράδοσης.[7]
Ουμανισμός και Μεταρρύθμιση (περίπου 1450–1600)
ΕπεξεργασίαΚύριο άρθρο: Γερμανική λογοτεχνία (Ουμανισμός και Μεταρρύθμιση)
Στο δεύτερο μισό του 15ου αιώνα, στη Γερμανία εξαπλώθηκε ο αναγεννησιακός ουμανισμός, το πνεύμα της Αναγέννησης - πλούσιο στην τέχνη, την αρχιτεκτονική και στη λόγια και επιστημονική ουμανιστική βιβλιογραφία - αλλά με μικρή γερμανόφωνη λογοτεχνική παραγωγή. Σημαντικοί συγγραφείς της περιόδου, όπως ο Κόνραντ Κέλτις και ο Γιόχαν Ρόιχλιν έγραψαν στα λατινικά. Ο Νίκλας φον Βίλε και ο Χάινριχ Στάινχεβελ ήταν από τους πρώτους μεταφραστές έργων του ιταλικού ουμανισμού, ιδιαίτερα του Πετράρχη, του Βοκάκιου και του Πότζιο Μπρατσολίνι.[8]
Η Μεταρρύθμιση, στις αρχές του 16ου αιώνα, είχε μεγάλη επιρροή στη γερμανική λογοτεχνία. Το πιο σημαντικό λογοτεχνικό έργο της εποχής ήταν η μετάφραση της Βίβλου από τον Μαρτίνο Λούθηρο στα γερμανικά από τα πρωτότυπα εβραϊκά και ελληνικά. Αυτό το έργο παρείχε τη βάση για την ενοποιημένη, τυπική γερμανική γλώσσα που έως τότε αποτελούνταν ουσιαστικά από τοπικές διαλέκτους.
Η περίοδος πριν και μετά τη Μεταρρύθμιση ήταν ιδιαίτερα γόνιμη σε σατιρικά και αλληγορικά έργα. Ένα από τα πιο δημοφιλή γερμανόφωνα βιβλία ήταν το σατιρικό Το πλοίο των σαλών (1494) του Σεμπάστιαν Μπραντ. Τα έργα του Ραμπελαί άσκησαν σημαντική επιρροή στη σατιρική γραφή του Γιόχαν Φίσαρτ, του ισχυρότερου Προτεστάντη λογοτεχνικού αντιπάλου της Αντιμεταρρύθμισης.[9] Ένας από τους πιο παραγωγικούς συγγραφείς δημοφιλών καρναβαλικών θεατρικών έργων, διηγημάτων σε στίχους και αφηγηματικών και σατιρικών ποιημάτων ήταν ο αρχιτραγουδιστής Χανς Ζαξ.[10]
Ευρέως διαδεδομένο είδος της εποχής ήταν τα λαϊκά αναγνώσματα. Γράφονταν ανώνυμα, αναφέρονταν σε δημοφιλή θέματα και κυκλοφορούσαν σε φθηνές εκδόσεις (λαϊκές φυλλάδες) με μεγάλη κυκλοφορία. Τα πιο γνωστά είναι η ιστορία για τον θρύλο του Φάουστ και οι διασκεδαστικές περιπέτειες για τον Τιλ Όιλενσπιγκελ και τον Φορτουνάτο, από τα πιο διαδεδομένα πεζογραφικά κείμενα της εποχής.
Ο 16ος αιώνας, αν και φτωχός σε μεγάλα λογοτεχνικά έργα, ήταν μια εξαιρετικά ζωτικής σημασίας περίοδος που ανέδειξε επιφανείς προσωπικότητες όπως ο επαναστάτης ουμανιστής Ούλριχ φον Χούτεν, ο καλλιτέχνης της Νυρεμβέργης Άλμπρεχτ Ντύρερ, ο μεταρρυθμιστής Λούθηρος, ο λόγιος Φίλιππος Μελάγχθων, ο μαθητής του Ιερώνυμος Βολφ και ο γιατρός-επιστήμονας Παράκελσος.
Μπαρόκ (περίπου 1600-1720)
ΕπεξεργασίαΗ γερμανική λογοτεχνία του 17ου αιώνα, γνωστή ως περίοδος του μπαρόκ, αντανακλά την κοινωνική και πολιτική αναταραχή της εποχής που σημαδεύτηκε από τον Τριακονταετή Πόλεμο (1618-1648) και τις καταστροφικές του επιπτώσεις στη γερμανική κοινωνία. Κυρίαρχα θέματα είναι η ματαιότητα, η ευθραυστότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, ο ανθρώπινος πόνος και η παροδικότητα της επίγειας ζωής.
Κατά το πρώτο μισό του 17ου αιώνα, στις γερμανικές πόλεις ιδρύθηκαν ακαδημίες με στόχο να παρακινήσουν τους συγγραφείς να χρησιμοποιήσουν τη γερμανική γλώσσα. Ο ποιητής Μάρτιν Όπιτζ θέσπισε κανόνες για την «καθαρότητα» της γερμανικής γλώσσας, του ύφους, του στίχου και της ομοιοκαταληξίας. Η κοσμική ποίηση έφθασε σε υψηλό επίπεδο με κύριους εκπρόσωπους τον Αντρέας Γκρύφιους και τον Κρίστιαν Χόφμαν φον Χόφμανσβαλνταου. Στη θρησκευτική ποίηση, στα γερμανικά και λατινικά, χαρακτηριστικοί είναι οι ύμνοι του μυστικιστή Άγγελου Σιλέσιου και του θεολόγου Φρίντριχ Σπέε, συγγραφέα επίσης της πραγματείας Cautio Criminalis κατά των βασανιστηρίων στις δίκες μαγισσών. Κηρύγματα, ποίηση και ηθικολογικά μυθιστορήματα που διακρίνονται από χιούμορ περιλαμβάνει και το διασκεδαστικό αλλά μισαλλόδοξο έργο του Ρωμαιοκαθολικού ιεροκήρυκα Αβράαμ α Σάνκτα Κλάρα.[11]
Η ανάπτυξη του μυθιστορήματος αρχικά επηρεάστηκε από πλήθος ξένων μεταφράσεων. Το πικαρέσκο μυθιστόρημα του Γκρίμελσχαουζεν Ο περιπετειώδης Γερμανός Σιμπλιτσίσιμος (1668) ήταν το πιο διάσημο γερμανικό πεζογράφημα της περιόδου.[12] Η Σίβυλλα Ούρσουλα του Μπράουνσβαϊγκ-Λύνεμπουργκ έγραψε μέρος του πολύτομου μυθιστορήματος Αράμενα, η ευγενής κυρία από τη Συρία, το οποίο όταν ολοκληρώθηκε από τον αδελφό της Άντον Ούλριχ ήταν το πιο διάσημο αυλικό μυθιστόρημα στη γερμανική μπαρόκ λογοτεχνία.
Το θέατρο των Ιησουιτών, με κυριότερο εκπρόσωπο τον Ιησουίτη ιερέα Γιάκομπ Μπίντερμαν, παιζόταν στα λατινικά, ειδικά στις νότιες Καθολικές περιοχές. Δεδομένου ότι το κοινό δεν καταλάβαινε τη γλώσσα, δόθηκε μεγαλύτερη έμφαση στα οπτικά εφέ. Ανάλογη ήταν η κατάσταση και με τους ξένους περιοδεύοντες θιάσους. Η μπαρόκ όπερα, η μάσκα, το μπαλέτο προορίζονταν για το αυλικό κοινό. Η επίδραση των αγγλικών θιάσων, ορατή στα θεατρικά έργα του δούκα Ερρίκου Ιούλιου του Βολφενμπύτελ, συνεχίστηκε το πρώτο μισό του αιώνα. Στη συνέχεια, μεταξύ άλλων οι Αντρέας Γκρύφιους [13] και Ντάνιελ Κάσπαρ φον Λόενσταϊν έγραψαν γερμανικές τραγωδίες με κλασικά και συχνά αρκετά βίαια θέματα.
Σε ευρύτατο φάσμα θεμάτων αναφέρονται τα (λατινικά) έργα του Αθανάσιου Κίρχερ - χαρακτηρίστηκε ως «ο τελευταίος άνθρωπος της Αναγέννησης» - που συνέβαλαν στην εκκολαπτόμενη προσέγγιση διαφόρων επιστημονικών κλάδων. Στη φιλοσοφία διακρίθηκαν ο μυστικιστής Γιάκομπ Μπέμε και κυρίως ο Γκότφριντ Βίλχελμ Λάιμπνιτς, το φιλοσοφικό και επιστημονικό έργο του οποίου προοιώνιζε τον Διαφωτισμό του 18ου αιώνα.[14]
Διαφωτισμός και ευαισθησία (περίπου 1720–1780)
ΕπεξεργασίαΚύρια άρθρα: Διαφωτισμός, Συναισθηματισμός
Υπό την ώθηση των νέων φιλοσοφικών ιδεών, οι Γερμανοί λόγιοι τον 18ο αιώνα στράφηκαν στην ανάπτυξη και προώθηση της γερμανικής γλώσσας και της λογοτεχνίας. Ήδη από το 1687, ο Κρίστιαν Τομάσιους, ο «πατέρας του γερμανικού Διαφωτισμού», στις διαλέξεις του αντικατέστησε τα λατινικά με τα γερμανικά ως γλώσσα διδασκαλίας. Επιδραστικοί φιλόσοφοι της εποχής του πρώιμου Διαφωτισμού ήταν ο Κρίστιαν Βολφ και ο Γκότφριντ Βίλχελμ Λάιμπνιτς. Ο πρώτος σημαντικός μεταρρυθμιστής του γερμανικού λογοτεχνικού ύφους ήταν ο κριτικός Γιόχαν Κρίστοφ Γκότσεντ: από το 1724, με τα ρηξικέλευθα θεωρητικά του κείμενα απέρριψε τα θρησκευτικά θέματα που κυριαρχούσαν στη λογοτεχνία του 17ου αιώνα και έθεσε τις αρχές της σοβαρής λογοτεχνίας εισάγοντας τη νέα ορθολογιστική κατεύθυνση. Σε αντίδραση ενάντια στις υπερβολές του μπαρόκ, εισήγαγε τους κανόνες του γαλλικού κλασικού θεάτρου. Επιπλέον, επιμελήθηκε μερικά από τα πρώτα γερμανικά εβδομαδιαία περιοδικά που στόχευαν στη διάδοση των ιδεών του Διαφωτισμού στη μεσαία τάξη.[15] Γύρω στο 1740 ξέσπασε λογοτεχνική διαμάχη κατά του ορθολογισμού του Γκότσεντ και πολλοί λογοτέχνες, με πρωτοπόρους τους Ελβετούς Γιόχαν Γιάκομπ Μπόντμερ και Γιόχαν Γιάκομπ Μπράιτινγκερ, απέρριψαν τις παραδοσιακές ποιητικές αρχές και υπερασπίστηκαν τη δημιουργική φαντασία που κυριάρχησε στο εξής.[16]
Οι σημαντικότεροι Γερμανοί συγγραφείς του Διαφωτισμού επηρεάστηκαν από τη λογοτεχνική τάση του Συναισθηματισμού. Ο Κρίστιαν Φύρχτεγκοτ Γκέλερτ έγραψε δημοφιλείς αλληγορικούς μύθους, ύμνους και συναισθηματικά θεατρικά έργα με ευρύτατη απήχηση. Ο Γιόχαν Κρίστιαν Γκύντερ απομακρύνθηκε από το πομπώδες μπαρόκ ύφος και έγραψε σε ανεπιτήδευτη γλώσσα συναισθηματικά και ερωτικά ποιήματα με βαθιά ευαισθησία και ζωηρή φαντασία, η ποίησή του θεωρείται πρόδρομος του Στουρμ ουντ Ντρανγκ. Ο Μπάρτολντ Χάινριχ Μπρόκες ήταν επίσης ένας από τους σημαντικούς ποιητές, οι στίχοι του εκφράζουν τη νέα ποιητική ευλαβική στάση απέναντι στη φύση. Ο Φρίντριχ Κλόπστοκ έγινε πρότυπο για μια ολόκληρη γενιά με το έπος του Ο Μεσσίας (1748), που θεωρείται το σημαντικότερο λογοτεχνικό έργο του γερμανικού Πιετισμού. Σημαντικοί ποιητές της περιόδου ήταν επίσης ο Ματίας Κλαύδιος, ο Φρίντριχ φον Χάγκεντορν και ο Έβαλντ Κρίστιαν φον Κλάιστ.
Ο Κρίστοφ Μάρτιν Βίλαντ συνέβαλε σημαντικά στην πεζογραφία, το ψυχογραφικό του μυθιστόρημα Ιστορία του Αγάθωνα (1766/67), το επικό ποίημα Όμπερον και η σάτιρα Η ιστορία των Αβδηριτών (1774) επηρέασαν μεταγενέστερους συγγραφείς. Η φίλη του Σόφι φον Λα Ρος είναι η πρώτη Γερμανίδα γυναίκα επαγγελματίας συγγραφέας, το μυθιστόρημά της Ιστορία της δεσποινίδας φον Στέρνχαϊμ (1771), εμποτισμένο με το ορθολογικό πνεύμα του Διαφωτισμού δείχνει το ενδιαφέρον της για οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα της εποχής, συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης των γυναικών. Το ψυχολογικό μυθιστόρημα Άντον Ράιζερ του Καρλ Φίλιπ Μόριτς, που δημοσιεύτηκε το 1785, εντάσσεται επίσης στην εποχή της ευαισθησίας του πρώιμου ρομαντισμού.[17]
Ο θεατρικός συγγραφέας με τη μεγαλύτερη επιρροή είναι ο Γκότχολντ Εφραίμ Λέσινγκ, τα έργα του θεωρούνται πρότυπα δραματικής σύνθεσης και καινοτομίας: κατά τα αγγλικά πρότυπα, εισήγαγε στη σκηνή πρόσωπα της αστικής τάξης και όχι αριστοκράτες ή βασιλιάδες. Η πρώτη του τραγωδία Μις Σάρα Σάμσον (1755) είναι το πρώτο γερμανικό αστικό δράμα. Η κωμωδία Μίνα φον Μπάρνχελμ (1767) σηματοδοτεί τη γέννηση της γερμανικής κωμωδίας. Η τραγωδία Εμίλια Γκαλότι (1771) μέσα από την ιστορία της Ρωμαίας Βιργινίας ασκεί κριτική στην αυθαίρετη διακυβέρνηση των πριγκίπων που έρχονταν σε αντίθεση με τη νέα, φωτισμένη ηθική της αστικής τάξης. Το πιο εμποτισμένο με το πνεύμα του Διαφωτισμού είναι το θεατρικό του Νάθαν ο Σοφός (1779), που παραμένει μνημείο των αρχών της θρησκευτικής ανεκτικότητας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Αντίστοιχο με το κύριο έργο του ως θεατρικού συγγραφέα είναι η επηρεασμένη από τον Γιόχαν Γιοάχιμ Βίνκελμαν πραγματεία του Λαοκόων που διερευνά τις θεμελιώδεις καλλιτεχνικές διαφορές ανάμεσα στις καλές τέχνες και τη λογοτεχνία συγκρίνοντας το Σύμπλεγμα του Λαοκόωντος με τους στίχους του Βιργιλίου. Μαζί με τον Φρίντριχ Νικολάι, ήταν επίσης ένας από τους σημαντικότερους κριτικούς λογοτεχνίας του Διαφωτισμού.
Στα πλαίσια της προώθησης των ιδεών του Διαφωτισμού, τον 18ο αιώνα ιδρύθηκαν όλο και περισσότεροι σύλλογοι, όπως η Λέσχη της Δευτέρας (1749) στο Βερολίνο, τα μέλη των οποίων συζητούσαν θέματα της επιστήμης, των τεχνών και της λογοτεχνίας και δημιούργησαν μια πνευματική δημόσια σφαίρα με τις δημοσιεύσεις τους. Ο Μόζες Μέντελσον, κεντρικό πρόσωπο της γερμανικής εβραϊκής διανόησης, ήταν ένας από τους σημαντικότερους πρωτοπόρους της Χασκαλά, σημαντικό κίνημα του εβραϊκού διαφωτισμού που συνέβαλε σημαντικά στη μύηση των Εβραίων στον γερμανικό πολιτισμό και την αφομοίωσή τους στη γερμανική αστική τάξη.
Θύελλα και ορμή (περ. 1767-1787)
ΕπεξεργασίαΚύριο άρθρο: Θύελλα και ορμή
Θύελλα και ορμή (Στουρμ ουντ Ντραγκ) ήταν ένα γερμανικό λογοτεχνικό και αισθητικό κίνημα διαμαρτυρίας του δεύτερου μισού του 18ου αιώνα, πρόδρομος του ρομαντισμού. Πήρε το όνομα από το ομώνυμο θεατρικό έργο του Φρίντριχ Μαξιμίλιαν Κλίνγκερ. Τον πυρήνα του κινήματος αποτελούσε μια παθιασμένη νέα γενιά συγγραφέων που εξεγέρθηκε ενάντια στη δομή και τις συμβάσεις της κοινωνίας, που κυριαρχούνταν από την αριστοκρατία και την αστική τάξη, και ενάντια στις αστικές ηθικές αρχές. Η σύντομη εποχή αντέδρασε επίσης στον ορθολογισμό του Διαφωτισμού και τους παραδοσιακούς λογοτεχνικούς κανόνες, προβάλλοντας τον κόσμο των συναισθημάτων και την ιδιοφυΐα του συγγραφέα. Η ελευθερία, η εξύμνηση της φύσης, η ιδιοφυΐα, η συγκίνηση και το συναίσθημα ήταν κατευθυντήριες έννοιες της περιόδου.[18]
Οι ήρωες των θεατρικών έργων και των μυθιστορημάτων προσπαθούν να υπερβούν τις συμβάσεις και τις ηθικές δεσμεύσεις και δημιουργούν τους δικούς τους κανόνες που βασίζονται στη δικαιοσύνη και την ελευθερία. Το κίνημα άντλησε μεγάλη έμπνευση από τον Ζαν-Ζακ Ρουσώ και τον Ουίλιαμ Σαίξπηρ. Χαρακτηριστικά των έργων της εποχής είναι η απομάκρυνση από τις αριστοτελικές θεατρικές ενότητες και η ρεαλιστική απεικόνιση των χαρακτήρων. Οι φιλόσοφοι Γιόχαν Γκέοργκ Χάμαν και Γιόχαν Γκότφριντ Χέρντερ στήριξαν θεωρητικά το κίνημα με κείμενα επικεντρωμένα στη σημασία της γλώσσας και της πνευματικότητας, την υποκειμενικότητα, τη δημιουργικότητα, τη λαϊκή ποίηση.[19]
Εμβληματικές μορφές του κινήματος είναι - στην πρώτη περίοδο της συγγραφικής τους δραστηριότητας - ο νεαρός Γκαίτε, με αντιπροσωπευτικά έργα το πρώτο του σημαντικό θεατρικό έργο Γκετς φον Μπερλίχινγκεν (1773) και το μυθιστόρημα Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου (1774), και ο Φρίντριχ Σίλερ με τα τρία πρώτα του θεατρικά έργα: Οι ληστές (1780), Η συνωμοσία του Φιέσκο στη Γένοβα (1784) και Έρωτας και ραδιουργία (1784), οι οποίοι αργότερα στράφηκαν στον κλασικισμό αξιοποιώντας την αρχαιοελληνική γραμματεία και τα κλασικά πρότυπα. Άλλοι αντιπροσωπευτικοί συγγραφείς είναι ο Γιάκομπ Λεντς με πιο γνωστά τα θεατρικά έργα Ο παιδαγωγός (1774) και Οι στρατιώτες (1776), ο Γιόχαν Άντον Λάιζεβιτς στην τραγωδία Ιούλιος του Τάραντα (1774) και ο Φρίντριχ Μαξιμίλιαν Κλίνγκερ: Οι δίδυμοι (1776) αναφέρθηκαν στην καταστροφική εχθρότητα δύο αδελφών, ο Χάινριχ Λέοπολντ Βάγκνερ με το αστικό δράμα Η βρεφοκτόνος απεικονίζει την ηθική εξαθλίωση των ευγενών.[20]
Κλασικισμός της Βαϊμάρης (περίπου 1786 - 1805)
ΕπεξεργασίαΚύριο άρθρο: Κλασικισμός της Βαϊμάρης
Ο Κλασικισμός της Βαϊμάρης είναι μια σύντομη περίοδος της γερμανικής λογοτεχνίας που διήρκεσε από τα τέλη του 18ου έως τις αρχές του 19ου αιώνα και συνδέεται με την πόλη της Βαϊμάρης, όπου έζησαν οι κορυφαίοι εκπρόσωποι: Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε, Φρίντριχ Σίλερ, Γιόχαν Γκότφριντ Χέρντερ και Κρίστοφ Μάρτιν Βίλαντ.[21]
Βασισμένοι στο αρχαίο καλλιτεχνικό ιδεώδες, οι Γερμανοί κλασικοί συγγραφείς απομακρύνθηκαν από την άκρως συναισθηματική υποκειμενικότητα της εποχής Θύελλα και ορμή και αναζήτησαν την τελειότητα, την αρμονία, τον ουμανισμό και την αντιστοιχία περιεχομένου και μορφής αντλώντας την έμπνευσή τους από τον κλασικό αρχαίο κόσμο και τα αρχαία πρότυπα. Καθιέρωσαν την ισορροπία μεταξύ λογικής και συναισθήματος από τη σύνθεση ιδεών της εποχής του Διαφωτισμού και του Κλασικισμού. [22]
Ο όρος αναφέρεται ιδιαίτερα στην περίοδο που ακολούθησε το ταξίδι του Γκαίτε στην Ιταλία το 1786 και συνεχίστηκε με τη φιλία και συνεργασία του με τον Σίλερ από το 1794 μέχρι το θάνατο του Σίλερ το 1805.
Άλλοι συγγραφείς στον ευρύτερο κύκλο των κλασικών ήταν ο Φρήντριχ Χαίλντερλιν, ένθερμος θαυμαστής του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, ο Ζαν Πωλ που έγραψε κυρίως σατιρικά μυθιστορήματα και ο Χάινριχ φον Κλάιστ, του οποίου το θέμα είναι συχνά το άτομο που αγωνίζεται μεταξύ ηρωισμού και δειλίας, ονείρου και πραγματικότητας ή καταρρέει λόγω κοινωνικών συνθηκών, δεν ανήκουν στους κλασικούς με τη στενή έννοια και τα έργα τους είναι επηρεασμένα από τον παράλληλα αναδυόμενο ρομαντισμό. [23]
Ρομαντισμός (περ. 1796-1835)
ΕπεξεργασίαΚύρια άρθρα: Ρομαντισμός, Γερμανικός ρομαντισμός, Ρομαντισμός στη λογοτεχνία
Ο γερμανικός ρομαντισμός στη λογοτεχνία χωρίζεται σε τρία ρεύματα που αναπτύχθηκαν σε διαφορετικό χρόνο και περιοχές και με διαφορετική θεματολογία αλλά και πολλά κοινά σημεία, όπως η απόρριψη του ορθολογισμού του Διαφωτισμού, ο θαυμασμός για καθετί το μεσαιωνικό και η απομάκρυνση από τις ιστορικο-φιλοσοφικές θεωρήσεις των κλασικών της Βαϊμάρης Γκαίτε και του Σίλερ, των οποίων θαύμαζαν τα πρώιμα έργα της περιόδου Θύελλα και ορμή. Χαρακτηριστικά μοτίβα ήταν τα όνειρα, οι ψευδαισθήσεις, ο έντονος και βασανιστικός πόθος, η μελαγχολική αίσθηση έλλειψης ή απώλειας, η ρομαντική ειρωνεία, η μεσαιωνική λογοτεχνία, η υπέρβαση, η θρησκευτικότητα, η φύση, η νύχτα, το φως του φεγγαριού, το μυστήριο. [24]
Ο πρώιμος γερμανικός ρομαντισμός αναπτύχθηκε στην Ιένα (1796-1803) γύρω στους αδερφούς Άουγκουστ Βίλχελμ Σλέγκελ και Φρήντριχ Σλέγκελ με καθοριστική συμβολή του Νοβάλις, οι οποίοι μέσω του λογοτεχνικού περιοδικού τους Ατενέουμ (1798) διέδωσαν τις πολιτιστικές, ηθικές και λογοτεχνικές βάσεις του κινήματος. Άλλοι σημαντικοί εκπρόσωποι: Λούντβιχ Τηκ, Βίλχελμ Χάινριχ Βάκενροντερ και οι φιλόσοφοι Φρήντριχ Βίλχελμ Γιόζεφ Σέλινγκ και Γιόχαν Γκότλιμπ Φίχτε.[25]
Η δεύτερη περίοδος του ρομαντισμού (1804 -1815) διαμορφώθηκε στη Χαϊδελβέργη από τους Κλέμενς Μπρεντάνο και Λούντβιχ Άχιμ φον Άρνιμ και τη δημοσίευση της ανθολογίας τους με γερμανικά λαϊκά τραγούδια και μεσαιωνικούς θρύλουςΤο μαγικό κέρας του αγοριού τα οποία αναδείκνυαν τον παραδοσιακό τρόπο της γερμανικής ζωής. Διακρίθηκε από το ενδιαφέρον για τη λαϊκή ποίηση, τους θρύλους, τους μύθους, τα παραμύθια, τη μαγεία, το υπερφυσικό, τον πατριωτισμό και τον εθνικισμό που αναπτύχθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα από την επιθετική πολιτική του Ναπολέοντα. Άλλοι σημαντικοί εκπρόσωποι είναι οι αδερφοί Γκριμ και ο ένθερμος Φιλέλληνας Βίλχελμ Μύλερ. Επιπλέον, η ομάδα του Βερολίνου που έδειξε μεγάλη προτίμηση για τη μυθολογία και τα παραμύθια, περιλαμβάνει τον Φρίντριχ ντε λα Μοτ Φουκέ, τον Άντελμπερτ φον Σαμίσο και τον φιλόσοφο Φρήντριχ Σλάιερμάχερ. Σημαντικοί επίσης είναι ο Λούντβιχ Ούλαντ, ο Γκούσταβ Σβαμπ και ο Έντουαρντ Μέρικε.[26]
Στην ύστερη ρομαντική περίοδο (1815-1835) οι πιο γνωστοί συγγραφείς είναι ο Ερνστ Τεοντόρ Αμαντέους Χόφμαν, ο οποίος εισήγαγε στα λογοτεχνικά του μοτίβα τον φόβο, το φανταστικό, τη φρίκη, το υπερφυσικό και την τρέλα, με έργα όπως το γοτθικό μυθιστόρημα Τα ελιξίρια του Διαβόλου (1815) και ο Βίος και πολιτεία του γάτου Μουρ (1819-21), έργο που αποτελεί προάγγελο του μοντερνισμού. Επίσης, ο Γιόζεφ φον Άιχεντορφ, η νουβέλα του Από τη ζωή ενός ακαμάτη (1826) θεωρείται πεμπτουσία του γερμανικού ρομαντισμού.
Σημαντικοί λογοτέχνες της εποχής είναι επίσης οι Χάινριχ φον Κλάιστ, Φρίντριχ Χέλντερλιν, Χάινριχ Χάινε και Γκέοργκ Μπύχνερ που δέχθηκαν την επίδραση του ρομαντισμού αλλά επηρεάστηκαν συγχρόνως και από άλλα ρεύματα και ιδεολογίες της εποχής τους.
Τα κέντρα του γερμανικού ρομαντισμού στην πρώιμη ρομαντική φάση ήταν κυρίως η Ιένα και το Βερολίνο σε μεταγενέστερες φάσεις ομάδες ρομαντικών σχηματίστηκαν στη Χαϊδελβέργη και τη Δρέσδη.[27]
Τα έτη 1830-1848
ΕπεξεργασίαΑνάμεσα στο τέλος της εποχής του κλασικισμού/ρομαντισμού στις αρχές της δεκαετίας του 1830 και τα πρώτα έργα του ρεαλισμού γύρω στο 1850, στη γερμανική λογοτεχνία διαμορφώθηκαν δύο τάσεις που εξέφραζαν την απογοήτευση της κοινωνίας από την απολυταρχική διακυβέρνηση στα κράτη της Γερμανικής Συνομοσπονδίας μετά το Συνέδριο της Βιέννης το 1815: η συντηρητική τάση της εποχής Μπίντερμαγιερ την οποία εκπροσωπούν συγγραφείς που αποδέχθηκαν τη σύγχρονη πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα με κυρίαρχα έργα χωρίς πολιτικές προεκτάσεις και λυρική ποίηση και η περίοδος Πριν τον Μάρτιο (που τελείωσε με την επανάσταση του Μαρτίου 1848) με κυρίαρχη την πολιτική γραφή και αιτήματα για κοινωνικές και πολιτικές μεταρρυθμίσεις με βασικό αίτημα τη γερμανική ενοποίηση.[28]
Συντηρητισμός
ΕπεξεργασίαΣτους λογοτέχνες της εποχής Μπίντερμαγιερ περιλαμβάνονται οι ποιητές: Νικολάους Λέναου, Έντουαρντ Μέρικε, Φρίντριχ Ρύκερτ και Αουγκούστ φον Πλάτεν-Χάλερμυντε. Από τους πεζογράφους ξεχωρίζουν η Ανέτε φον Ντρόστε-Χύλσοφ: Η οξιά του Εβραίου (1842), ο Άνταλμπερτ Στίφτερ: Το τέλος του καλοκαιριού (1857) και ο Ιερεμίας Γκότχελφ: Η μαύρη αράχνη (1842). [29]
Σημαντικοί θεατρικοί συγγραφείς της εποχής ήταν ο Φραντς Γκριλπάρτσερ, που έγραψε κλασικές τραγωδίες όπως Η πρόγονος (1817), Σαπφώ (Sappho, 1818), Η Εβραιοπούλα του Τολέδο (1855) και οι Γιόχαν Νέστροϋ και Φέρντιναντ Ράιμουντ που εκπροσωπούν τη λαϊκή κωμωδία της Βιέννης.
Πολιτική γραφή
ΕπεξεργασίαΟι λογοτέχνες που δραστηριοποιήθηκαν στην περίοδο Πριν τον Μάρτιο αντιτάχθηκαν στον ρομαντισμό και το συντηρητικό Μπίντερμαγιερ και χαρακτηρίζονται από τον αυξανόμενο πολιτικό προσανατολισμό στη Γερμανία πριν την Επανάσταση του Μαρτίου 1848-1849, κυρίως στη δεκαετία 1840.
Πολλοί από τους ποιητές και συγγραφείς ανήκαν σε μια ομάδα φιλελεύθερων διανοούμενων που έγινε γνωστή ως Νέα Γερμανία. Μετά την Ιουλιανή Επανάσταση του 1830 στη Γαλλία, τα έργα τους απαγορεύθηκαν με διάταγμα του 1835 και πολλοί εξορίστηκαν ή έφυγαν από τη Γερμανία. Αυτοί ήταν οι Χάινριχ Χάινε, Καρλ Γκούτσκοβ, Χάινριχ Λάουμπε, Tέοντορ Μουντ, Λούντβιχ Μπέρνε και Λούντολφ Βίνμπαργκ.
Οι Γκέοργκ Μπύχνερ, Γκούσταβ Κύνε, Φέρντιναντ Φράιλιγκρατ, Γκέοργκ Χέρβεγκ και Χόφμαν φον Φάλερσλεμπεν, μεταξύ άλλων, συγκαταλέγονται επίσης μεταξύ των ποιητών και συγγραφέων που καταπιάστηκαν με κοινωνικά και πολιτικά θέματα.
Ρεαλισμός (1848-1890)
ΕπεξεργασίαΟι Γερμανοί εκπρόσωποι του λογοτεχνικού ρεαλισμού απέφυγαν τα μεγάλα κοινωνικοπολιτικά προβλήματα και επικεντρώθηκαν στην κοινωνική πραγματικότητα στρεφόμενοι προς τα τοπία και τους ανθρώπους της περιοχής καταγωγής τους ή στο παρελθόν, προβάλλοντας τις θετικές αξίες της καθημερινής ζωής και όχι την άσχημη, νοσηρή πλευρά της. Στο επίκεντρο όλων των μυθιστορημάτων, των θεατρικών έργων και των ποιημάτων βρίσκεται το άτομο. Οι ρεαλιστές συγγραφείς καταφέρονται εναντίον ατομικών λαθών και αδυναμιών στην κοινωνική δομή, αλλά δεν στρέφονται εναντίον του συστήματος συνολικά. Όταν αναφέρονται στις κοινωνικές συνθήκες, περιορίζονται στην αστική τάξη αντιπαραβάλλοντας τη δύναμη, την πολιτική της ωριμότητα και την οικονομική της άνοδο με την παρακμή των ευγενών. Το υφολογικό χαρακτηριστικό πολλών έργων είναι το χιούμορ, που απομακρύνει από τις δυσκολίες της πραγματικότητας.
Το προτιμώμενο είδος ήταν αρχικά η νουβέλα με σημαντικούς συγγραφείς τον Ελβετό Κόνραντ Φέρντιναντ Μάγερ κυρίως με ιστορικά θέματα:Το φυλαχτό (1872) και τον Τέοντορ Στορμ με ιστορίες ανεκπλήρωτου έρωτα: Ίμενζεε, κοινωνικά θέματα: Στο κάστρο (1863) και επιρροές από τον ύστερο ρομαντισμό και θρύλους και ιστορίες της λαϊκής παράδοσης: Ο καβαλάρης με το άσπρο άλογο (1888). Στο θέατρο, σημαντική είναι η συμβολή του Φρίντριχ Χέμπελ, εισηγητή του γερμανικού αστικού ψυχολογικού δράματος: Ο Γύγης και το δαχτυλίδι του (1854).
Στο μυθιστόρημα μεταξύ άλλων, διακρίθηκαν ο Γκούσταβ Φράιταγκ: Χρεώσεις και πιστώσεις (1855) με θέμα την άνοδο της εμπορικής αστικής τάξης και την παρακμή της αριστοκρατίας και ο Βίλχελμ Ράαμπε, με εστίαση στη μεσαία τάξη, τα κοινωνικά προβλήματα και τις κοινωνικές αλλαγές της εποχής του: Το χρονικό της οδού Σπέρλινγκ (1856).[30]
Σημαντικοί συγγραφείς του ρεαλισμού είναι επίσης ο Ελβετός Γκότφριντ Κέλερ, με σημαντικό το μυθιστόρημα μαθητείας Ο πράσινος Χάινριχ, και ο Τέοντορ Φοντάνε, ο οποίος ξεκίνησε ως δημοσιογράφος και επεκτάθηκε στο κοινωνικό μυθιστόρημα παρουσιάζοντας με χιούμορ και λεπτή ειρωνεία ένα διασκεδαστικό πορτρέτο της γερμανικής αστικής τάξης στα τέλη του 19ου αιώνα. Συχνά αναφέρθηκε στις ταξικές διαφορές: Λάθη και δοκιμασίες (1888) και σε γυναικείους χαρακτήρες, όπως Η κυρία Τζένη Τράιμπελ (1892) και Έφη Μπριστ (1894). Επίσης, ο Πάουλ φον Χάιζε, ο πρώτος Γερμανός λογοτέχνης που τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1910.
Στην Αυστρία, αξιοσημείωτα είναι τα ψυχολογικά μυθιστορήματα με κοινωνικά κριτικό περιεχόμενο της Μαρί φον Έμπνερ-Έσενμπαχ: Το παιδί της κοινότητας (1887) και τα θεατρικά έργα και μυθιστορήματα του Λούντβιχ Αντσενγκρούμπερ που συχνά αναφέρονται στην αγροτική κοινωνία.
Νατουραλισμός (1880-1900)
ΕπεξεργασίαΗ αποκάλυψη της ζοφερής, νοσηρής πλευράς της ζωής, που είχε απορριφθεί ως θέμα από τους ρεαλιστές των μέσων του 19ου αιώνα, έγινε το κύριο θέμα του λογοτεχνικού κινήματος του Νατουραλισμού. Οι συγγραφείς καταγγέλλουν την κοινωνική εξαθλίωση αδιαφορώντας για τα παραδοσιακά όρια της ευπρέπειας και των αστικών αντιλήψεων περί τέχνης. Μια σημαντική υφολογική καινοτομία ήταν η γενίκευση της καθομιλουμένης γλώσσας και των τοπικών διαλέκτων που μαζί με τη φωτογραφική απεικόνιση συνέβαλαν περαιτέρω στη ρεαλιστική αναπαράσταση της πραγματικότητας. Το επίκεντρο πλέον δεν είναι ο ήρωας που μπορεί να αποφασίσει ελεύθερα, αλλά το άτομο που καθορίζεται από την καταγωγή, το περιβάλλον και τις συνθήκες του περιβάλλοντος που γεννήθηκε.[31]
Ο σημαντικότερος εκπρόσωπος του νατουραλισμού στη γερμανική λογοτεχνία είναι ο βραβευμένος με Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1912 Γκέρχαρτ Χάουπτμαν, με πρώτη επιτυχία τη νουβέλα Ο σιδηροδρομικός φύλακας Τιλ (1888). Στο θεατρικό έργο Πριν από την ανατολή (1889) σοκάρισε το αστικό κοινό με την απεικόνιση της σεξουαλικότητας και του αλκοολισμού στην αγροτική κοινωνία. Στο Οι υφαντές (1892), που αναφέρεται στην εξαθλίωση της εργατικής τάξης σαν αποτέλεσμα της βιομηχανικής επανάστασης, χρησιμοποίησε την καινοτόμο τεχνική για θεατρικό έργο χωρίς κεντρικό ήρωα και χωρίς πλοκή. Ο Χέρμαν Ζούντερμαν στα - πιο προσιτά και εμπορικά - θεατρικά έργα του Η τιμή (1889) και Η πατρίδα (1893) καταγγέλλει την ηθική της μεσαίας τάξης. Ο Μαξ Χάλμπε έγινε διάσημος με το θεατρικό έργο του Τα νιάτα (1893) που αναφέρεται σε έναν τραγικό εφηβικό έρωτα. Στα θεατρικά έργα του Φρανκ Βέντεκιντ κυριαρχεί ο αμοραλισμός και ο άκρατος αισθησιασμός.
Στη νατουραλιστική ποίηση, κυριαρχεί ο Άρνο Χολτς, στη συλλογή του Φάντασος (1898) αναφέρεται στον κόσμο των μποέμ καλλιτεχνών και ποιητών που λιμοκτονούν στις σοφίτες σε γειτονιά του Βερολίνου. Σε συνεργασία με τον Γιοχάνες Σλαφ έγραψαν τρεις νουβέλες με τον τίτλο Πάπα Άμλετ (1889) και ένα θεατρικό έργο, Η οικογένεια Ζέλικε, τα οποία συγκλόνισαν το κοινό με την απεικόνιση της ζοφερής πλευράς της ζωής, εστιάζοντας στους κοινωνικά απόκληρους και τα κοινωνικά προβλήματα της εποχής τους.[32]
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ . «germanic.fandom.com/wiki/Old_High_German_literature».
- ↑ . «sites.google.com/site/germanliterature/medieval».
- ↑ . «cambridge.org/core/books/abs/new-cambridge-medieval-history/carolingian-renaissance-education-and-literary-culture/».
- ↑ . «grin.com/Spiel¬manns-dichtung».
- ↑ Bumke, Joachim (2000). Geschichte der deutschen Literatur im hohen Mittelalter (4η έκδ.). Μόναχο: dtv. σελ. 133–195, 213–260.
- ↑ . «britannica.com/students/article/German-literature».
- ↑ . «digi.ub.uniheidelberg.de/Der Ackermann aus Böhmen».
- ↑ . «kids.britannica.com/students/article/German-literature».
- ↑ . «dhm.de/blog/Johann Fischart/geschichtsklitterung/».
- ↑ . «allpoetry.com/Hans-Sachs».
- ↑ . «study.com/academy/lesson/german-baroque-literature-characteristics-examples».
- ↑ . «enotes.com/topics/simplicissimus-vagabond».
- ↑ . «allpoetry.com/AndreasGryphius».
- ↑ . «plato.stanford.edu/entries/leibniz/».
- ↑ Τα λεγόμενα ηθικά εβδομαδιαία περιοδικά κυκλοφόρησαν στην Ευρώπη το πρώτο μισό του 18ου αιώνα και συνέβαλαν σημαντικά στη διάδοση των ιδεών του Διαφωτισμού με ποικιλία κειμένων: φανταστικές συνομιλίες, επιστολές, μύθους, τραγούδια και διηγήματα.
- ↑ . «wikisource.org/wiki/The_American_Cyclopedia_(1879)/Germany,_Language_and_Literature_of».
- ↑ . «getabstract.com/de//anton-reiser».
- ↑ . «studysmarter.de/schule/deutsch/literaturepochen/sturm-und-drang/».
- ↑ . «useum.org/Romanticism/Sturm-und-Drang».
- ↑ . «academia.edu/Θύελλα και Ορμή:Ένας σταθμός στην ιστορία του ευρωπαϊκού θεάτρου»».
- ↑ . «studyflix.de/deutsch/weimarer-klassik-epoche».
- ↑ . «studysmarter.de/schule/deutsch/literaturepochen/weimarer-klassik/».
- ↑ . «encyclopedia.com/arts/encyclopedias-almanacs-transcripts-and-maps/kleist-bernd-heinrich-wilhelm-von».
- ↑ . «rep.routledge.com/articles/thematic/romanticism-german/».
- ↑ . «lexis.gs.uoa.gr/fileadmin/lexis.gs.uoa.gr/Germanikos_romantismos_End.pdf» (PDF).
- ↑ Χάινριχ Χάινε: Η ρομαντική σχολή, εκδ. Στιγμή, σελ 77
- ↑ .. «abipur.de/Romantik etwa 1796–1835».
- ↑ . «deutschlandmuseum.de/en/history/the-german-confederation/».
- ↑ . «studysmarter.de/schule/deutsch/literaturepochen/biedermeier/».
- ↑ . «abipur.de/Realism - Era of Beautiful Reality (1848 1890)».
- ↑ . «studysmarter.de/schule/deutsch/literaturepochen/naturalismus/».
- ↑ . «istoriatexnespolitismos.wordpress.com/Ο Νατουραλισμός στη λογοτεχνία και ο Ευρωπαϊκός Νατουραλισμός».
Βιβλιογραφία
Επεξεργασία- Συλλογικό, Ιστορία της γερμανικής λογοτεχνίας. Από τις αρχές της ως σήμερα, (μτφρ. Κυριακή Χρυσομάλλη-Henrich), εκδ. University Studio Press, 2016
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Επεξεργασία- Πολυμέσα σχετικά με το θέμα German-language literature στο Wikimedia Commons
Αυτό το λήμμα σχετικά με τη λογοτεχνία χρειάζεται επέκταση. Μπορείτε να βοηθήσετε την Βικιπαίδεια επεκτείνοντάς το. |