Γκρεγκόριο Αλλέγκρι

Ιταλός συνθέτης


Ο Γκρεγκόριο Αλλέγκρι (Gregorio Allegri, 158217 Φεβρουαρίου 1652) ήταν Ιταλός συνθέτης της Ρωμαϊκής Σχολής την περίοδο της Αναγέννησης. Ήταν αδελφός του συνθέτη Ντομένικο Αλλέγκρι και διετέλεσε ιερέας και τραγουδιστής -κάποιες πηγές μάλιστα αναφέρουν ότι ήταν καστράτος. Είναι γνωστός για τη μελοποίηση του 51ου Ψαλμού (ελλ. αρ. 50) που έχει επικρατήσει στην ιστορία ως Miserere του Αλλέγκρι.

Γκρεγκόριο Αλλέγκρι
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Gregorio Allegri (Ιταλικά)
Γέννηση1582[1][2][3]
Ρώμη[3]
Θάνατος17  Φεβρουαρίου 1652[4][3][5]
Ρώμη[3]
Χώρα πολιτογράφησηςΠαπικά Κράτη
ΘρησκείαΡωμαιοκαθολική Εκκλησία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΙταλικά[6]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητασυνθέτης[3]
ιερέας
πρωτοψάλτης
τραγουδιστής[3]
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμααρχιμουσικός εκκλησιαστικής μουσικής (1607–1621, Fermo Cathedral)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Βιογραφικά στοιχεία

Επεξεργασία

Ως παιδί υπήρξε χορωδός στην εκκλησία του San Luigi dei Francesi, υπό την καθοδήγηση του μαέστρου Τζιοβάννι Μπερναντίνο Νανίνο, αδελφού του Τζιοβάννι Μαρία Νανίνο, ο οποίος διατηρούσε σχολή μουσικής στην οποία δίδασκε μεταξύ άλλων και ο Τζιοβάννι Πιερλουίτζι ντα Παλεστρίνα. Έγινε ιερέας στον καθεδρικό ναό του Φέρμο ώσπου το 1629, κατά διαταγή του Πάπα Ουρβανού Η΄, διορίστηκε τραγουδιστής (στη φωνή της κοντράλτο) στη χορωδία της Καπέλα Σιξτίνα. Έγραψε πλήθος θρησκευτικών έργων, που περιλαμβάνει μοτέτα, ψαλμούς και λειτουργίες.

Στα έργα του περιλαμβάνονται δύο τόμοι με κοντσέρτα για πέντε φωνές (εκδ. 1618 και 1619), δύο τόμοι με μοτέτα για έξι φωνές (εκδ. 1621), μια τετράφωνη συμφωνία, πέντε λειτουργίες, δύο μελοποιήσεις των Θρήνων του Ιερεμία, καθώς και άλλα έργα που δεν βρήκαν το δρόμο του τυπογραφείου. Θεωρείται ένας από τους πρώτους συνθέτες που έγραψαν για έγχορδα, δείγμα του οποίου μνημονεύει και ο Ατανάζιους Κίρχερ στο έργο του Musurgia. Στυλιστικά, τα φωνητικά έργα του Αλλέγκρι εντάσσονται στο ύφος του Παλεστρίνα, εντούτοις τα οργανικά του ακροβατούν ανάμεσα στο ύφος της ύστερης αναγέννησης και του όψιμου μπαρόκ -ειδικότερα δε τη μανιέρα του κοντσερτάτο.

Το Μιζερέρε αποτελεί το πλέον γνωστό έργο του Αλλέγκρι· γράφτηκε για δύο χορωδίες, η μία πεντάφωνη και η άλλη τετράφωνη. Συστηματική είναι η χρήση του ψευδοβάσιμου (fauxbourdon) και για τις δύο χορωδίες, βασισμένο πάνω σε ένα γρηγοριανό μέλος του Tonus peregrinus ("ξένος τόνος" - τονοδοτική μελωδία στην αρχή μιας ψαλμωδίας).

Αποτελούσε για πολλά χρόνια καθιερωμένο κομμάτι για την Καπέλα Σιξτίνα την Μεγάλη Εβδομάδα, η φήμη του οποίου ξεπερνούσε τα σύνορα της Ιταλίας. Το Βατικανό, θέλοντας να διατηρήσει μια αύρα μυστικότητας γύρω απ' αυτό, απαγόρεψε την αντιγραφή του και επέβαλλε στους τραγουδιστές την εκτέλεσή του από μνήμης. Μάλιστα, η αντιγραφή του και η κυκλοφορία του επείχε την ποινή του αφορισμού. Ο θρύλος λέει πως ο δεκατεσσάρων ετών Μότσαρτ, επισκεπτόμενος το 1770 την Ιταλία, ακούγοντάς το μόλις δύο φορές κατάφερε να το αποτυπώσει, δημιουργώντας έτσι το πρώτο πειρατικό αντίγραφο.

Η παρτιτούρα αυτή μεταφέρθηκε στην Αγγλία και εξεδόθη από τον περιηγητή και μουσικό ιστορικό Δρ. Charles Burney. Η έκδοση αυτή, ωστόσο, αποτυπώνει μόνο τη βασική αρμονία του κομματιού, καθώς απουσιάζουν οι καλλωπισμοί, χάρη στους οποίους έγινε τόσο γνωστό. Κατά τη συνήθη πρακτική της εποχής, οι καλλωπισμοί αφήνονταν στη φαντασία των εκτελεστών, οι οποίοι με τη σειρά τους άλλαζαν κατά περιόδους, αλλοιώνοντας έτσι το πρωτότυπο. Η σημερινή έκδοση προέρχεται από ένα αντίγραφο του 1880, το οποίο περιέχει ένα περίεργο λάθος: η μετατροπία από τη Σολ ελάσσονα στη Ντο ελάσσονα, αποτελεί απλώς μεταφορά του αυθεντικού, αποκλείοντας έτσι την ύπαρξη του περίφημου ψηλού Ντο.

Ολόκληρη η μουσική της Μεγάλης Εβδομάδας στο Βατικανό έχει εκδοθεί πλέον στη Λειψία, από τον οίκο Breitkopf und Härtel, ενώ ενδιαφέρουσες είναι οι εντυπώσεις που αναφέρει ο Φέλιξ Μέντελσον στην αλληλογραφία του.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία