Γλουταμίνη
Η γλουταμίνη (σύντμηση Gln ή Q) είναι α-αμινοξύ με συντακτικό τύπο NH2C(O)CH2CH2CH(NH2)COOH. Είναι ένα πρωτεϊνογόνο αμινοξύ που κωδικοποιείται στο DNA με τα κωδικόνια CAA και CAG. Η πλευρική της αλυσίδα καταλήγει σε μια ομάδα καρβοξαμιδίου (ή αλλιώς καρβοξυλαμιδίου), που σχηματίζεται με αντικατάσταση του υδροξυλίου του γλουταμινικού οξέος από μια αμινομάδα (-NH2). Από χημικής άποψης κατατάσσεται στα πολικά αμινοξέα λόγω της πλευρικής της αλυσίδας. Δεν θεωρείται διατροφικώς απαραίτητο αμινοξύ.
Γλουταμίνη | |
---|---|
Γενικά | |
Άλλες ονομασίες | 2-αμινο-4-καρβαμοϋλοβουτανοϊκό οξύ |
Χημικά αναγνωριστικά | |
Χημικός τύπος | C5H10N2O3 |
Μοριακή μάζα | 146,14 amu |
Συντομογραφίες | Gln, Q |
Φυσικές ιδιότητες | |
Σημείο τήξης | 185–186 °C (αποσυντίθεται) |
Διαλυτότητα στο νερό |
26 g/l (18 °C) |
Εμφάνιση | άχρωμο και άοσμο στερεό |
Χημικές ιδιότητες | |
pKa | pKCOOH: 2,18 (25 °C), pKNH2: 9,00 (25 °C)[1] |
pI | 5,65 |
Εκτός αν σημειώνεται διαφορετικά, τα δεδομένα αφορούν υλικά υπό κανονικές συνθήκες περιβάλλοντος (25°C, 100 kPa). |
Δομή
ΕπεξεργασίαΗ γλουταμίνη απαντάται σε δύο οπτικά ισομερή, την L-γλουταμίνη (ή S-γλουταμίνη) και το εναντιομερές D-γλουταμίνη (ή R-γλουταμίνη). Από τα δύο χειρόμορφα μόρια μόνο η L-γλουταμίνη βρίσκεται στις πρωτεΐνες.
L-γλουταμίνη (αριστερά) και D-γλουταμίνη (δεξιά) |
Διατροφικές πηγές
ΕπεξεργασίαΟι τροφές με τη μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε γλουταμίνη είναι τα κρέατα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, αλλά και τα όσπρια, η σόγια και το σιτάρι. Όλες αυτές οι τροφές περιέχουν L-γλουταμίνη ως συστατικό των πρωτεϊνών τους και όχι σε ελεύθερη μορφή.
Βιολογικός ρόλος
ΕπεξεργασίαΗ γλουταμίνη συμμετέχει σε πολλές βιοχημικές διαδικασίες. Ως ένα από τα πρωτεϊνογενετικά αμινοξέα συμμετέχει στην πρωτεϊνοσύνθεση. Χρησιμεύει ως δότης αζώτου σε πολλές αναβολικές διεργασίες που οδηγούν στον σχηματισμό αζωτούχων ενώσεων, όπως για παράδειγμα στη σύνθεση πουρινών. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τον οργανισμό ως μεταφορέας αμμωνίας στο αίμα, αλλά και ως πρώτη ύλη για την παραγωγή ενέργειας από τα κύτταρα, μαζί με τη γλυκόζη. Επίσης διαδραματίζει ρυθμιστικό ρόλο στη λειτουργία των νεφρών.
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ CRC Handbook of Chemistry and Physics, Ed. D.R. Lide, 85th Ed., CRC Press, Boca Raton, FL, 2005.
Πηγές
Επεξεργασία- J. M. Berg, L. Stryer, J. L. Tymoczko, Βιοχημεία, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2005.