Δεύτερη μεταβατική περίοδος (αρχαία Αίγυπτος)


Η Δεύτερη μεταβατική περίοδος σηματοδοτεί την περίοδο όπου η αρχαία Αίγυπτος περιήλθε σε αποδιοργάνωση για δεύτερη φορά, κατά την περίοδο μεταξύ του τέλους του Μέσου Βασιλείου και την αρχή του Νέου Βασιλείου.

Δεύτερη μεταβατική περίοδος

~1650 – ~1550 π.Χ.
Τοποθεσία {{{κοινό_όνομα}}}
Η πολιτική κατάσταση κατά τη Δεύτερη μεταβατική περίοδο της Αιγύπτου (~1650-~1550 π.Χ.). Οι Θήβες για σύντομο διάστημα είχαν κατακτηθεί από τους Υξώς περίπου το 1580 π.Χ.
Πρωτεύουσα - Άβαρις
(~1674–~1535 π.Χ.)
(15η Δυναστεία)
- Θήβες
(~1660–~1600 π.Χ.)
(16η Δυναστεία)
- Άβυδος
(~1650–~1600 π.Χ.)
(Δυναστεία της Αβύδου)
Γλώσσες Αρχαία αιγυπτιακή
Θρησκεία Αρχαία αιγυπτιακή
Πολίτευμα Μοναρχία
Φαραώ
 -  ~1648 π.Χ Σαλίτις (πρώτος)
 -  ~1555–~1550 π.Χ. Καμόσε (τελευταίος)
Ιστορία
 -  Ίδρυση
 -  Κατάλυση
Σήμερα  Αίγυπτος

Δυναστείες της Αρχαίας Αιγύπτου

π  σ  ε

Είναι περισσότερο γνωστή ως η περίοδος που έκαναν την εμφάνισή τους στην Αίγυπτο οι Υξώς και η βασιλεία των οποίων αποτέλεσε τη Δέκατη πέμπτη Δυναστεία.

Τέλος του Μέσου Βασιλείου

Επεξεργασία

Η Δωδέκατη Δυναστεία τελείωσε στο τέλος του 19ου αιώνα π.Χ. με τον θάνατο της Βασίλισσας Νεφρουσομπέκ (1806–1802 π.Χ.)[1]. Προφανώς δεν είχε διαδόχους, προκαλώντας τον απότομο τερματισμό της 12ης Δυναστείας, και μαζί με αυτήν το τέλος της χρυσής εποχής του Μέσου Βασιλείου. Τη 12η διαδέχτηκε η κατά πολύ πιο αδύναμη 13η Δυναστεία. Διατηρώντας τη βάση της 12ης, η 13η κυβέρνησε από την Ίτι Τάουι ("Κατακτητής των Δύο Χωρών") κοντά στη Μέμφιδα και το Λιστ, μόλις νότια από την άκρη του Δέλτα του Νείλου.

Η 13η Δυναστεία The 13th είναι γνωστή για την άνοδο στον θρόνο του πρώτου βασιλιά που γνωρίζουμε με βεβαιότητα ότι μιλούσε Σημιτικά, Χεντζέρ ("Κάπρος"). Η 13η Δυναστεία αποδείχτηκε ανίκανη να κρατήσει όλη την επικράτεια της Αιγύπτου υπό τον έλεγχό της, και μια επαρχιακή οικογένεια ηγεμόνων από τη Δυτική Ασία με καταγωγή από την Άβαρι, αποσπάστηκε από την κεντρική εξουσία και σχημάτισε τη 14η Δυναστεία[1].

Ηγεμονία των Υξώς

Επεξεργασία
Κύριο λήμμα: Υξώς

Ο ελληνικός όρος Υξώς (ή Υκσώς) προέρχεται από τις αιγυπτιακές ιερογλυφικές λέξεις "ḥqꜣ(w)-ḫꜣswt" που προφέρονται ως "Hekau-khasut" και μεταφράζονται ως "Ηγεμόνες από ξένες χώρες". Η ηγεμονία των Υξώς ταυτίζεται με τη Δέκατη πέμπτη δυναστεία της Αιγύπτου, με την οποία ξεκινά η Δεύτερη Μεταβατική (ή 2η Ενδιάμεση) περίοδος (1650 - 1550 π.Χ.), μετά το τέλος του Μέσου Βασιλείου (2055 - 1650 π.Χ.).[2] Οι Υξώς βασίλεψαν στην Κάτω Αίγυπτο, στην περιοχή του Δέλτα του Νείλου και είχαν για πρωτεύουσά τους την Άβαρη. Στις επιγραφές που αναφέρονται στους Υξώς έχει αναγνωριστεί ένα είδος δυτικο-σημιτικής γλώσσας, από την περιοχή της Συροπαλαιστίνης. Αναφορές στους Hekau-khasut υπάρχουν ήδη από την εποχή του Παλαιού Βασιλείου, οι οποίες σχετίζονται με Ασιάτες και Νούβιους.[2]

 
Τοιχογραφία από τον τάφο του νομάρχη Κνουμχοτέπ της 12ης Δυναστείας στο Beni Hasan που απεικονίζει Ασιάτες με αρχηγό "Hekau khasut".

Σε τοιχογραφία που βρέθηκε στο Beni Hasan, στον τάφο του νομάρχη Κνουμχοτέπ Β΄(Khnumhotep II) της 12ης Δυναστείας, απεικονίζονται οικογένειες Ασιατών (σε ειρηνική πομπή/ επίσκεψη, μετανάστευση ή εμπορική αποστολή) και δίπλα στον αρχηγό τους υπάρχει επιγραφή με το όνομά του και τη φράση "Hekau-khasut".[2] Ο όρος χρησιμοποιήθηκε και αργότερα, στην εποχή της δυναστείας των Πτολεμαίων, ως αναφορά στους "ξένους". Στον βασιλικό Κανόνα του Τορίνο τα ονόματα των ηγεμόνων της 15ης Δυναστείας που βασίλευαν στην Άβαρι ακολουθούνται από τη φράση Hekau-khasut, ενώ η ίδια φράση συνοδεύει τα ονόματά τους και στις σφραγίδες τους.[2] Τους Υξώς πολέμησαν οι Αιγύπτιοι βασιλείς των Θηβών Σεκενένρε Τάο (Seqenenre Tao) και Κάμωθις (Κamose) στη διάρκεια της 17ης Δυναστείας, ενώ ο Άμωσις Α΄(Ahmose I) ήταν αυτός που κατόρθωσε τελικά να εξουδετερώσει τη δύναμη των Υξώς, ιδρύοντας τη 18η Δυναστεία και το Νέο Βασίλειο, και αποκαθιστώντας την ηγεμονία των εντόπιων ηγεμόνων στην Αίγυπτο, με πρωτεύουσα τις Θήβες.

15η Δυναστεία

Η 15η Δυναστεία έχει διάρκεια περίπου από 1650 ως τυο 1550 π.Χ.[3]. Οι γνωστοί ηγεμόνες αυτής της Δυναστείας:[3]:

Η 15η Δυναστεία ήταν η πρώτη δυναστεία των Υξώς. Κυβέρνησε από την Άβαρι αλλά δεν έλεγχε όλη τη χώρα. Οι Υξώς προτίμησαν να παραμείνουν στη βόρεια Αίγυπτο από τη στιγμή που διείσδυσαν από τα βορειοανατολικά. Τα ονόματα και η σειρά των βασιλέων είναι αβέβαια. Ο Κατάλογος των Βασιλέων του Τορίνο υποδηλώνει ότι υπήρξαν έξι βασιλείς των Υξώς, με έναν με το όνομα Χαμουντί ως τον τελευταίο της 15ης Δυναστείας[4].

Κάποιοι μελετητές πιστεύουν ότι υπήρχαν δύο βασιλιάδες με το όνομα Απέπι, οι Απέπι Α΄και Απέπι Β΄, αλλά αυτό συμβαίνει κυρίως λόγω του ότι υπάρχουν δύο γνωστά Ονόματα Θρόνου για αυτόν τον βασιλιά: Αουοσερέ και Ακενενρέ. Όμως, ο Δανός αιγυπτιολόγος Kim Ryholt στη μελέτη του για τη Δεύτερη μεταβατική περίοδο υποστηρίζει ότι αυτά τα ονόματα αναφέρονται σε ένα άτομο, τον Απέπι, που βασίλευσε για 40 ή παραπάνω χρόνια [5]. Το παραπάνω έχει στήριξη επιπλέον από το γεγονός ότι αυτός ο βασιλιάς χρησιμοποίησε και τρίτο Όνομα Θρόνου κατά τη βασιλεία του, το Νεμπκεπεσχρέ[6]. Ο Απέπι πιθανόν χρησιμοποίησε αρκετά ονόματα θρόνου κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, γεγονός που δεν είναι χωρίς προηγούμενο, καθώς και γνωστοί φαραώ των τελευταίων περιόδων, όπως ο Ραμσής Β΄ και Σετί Β΄ έκαναν το ίδιο.

16η Δυναστεία

Επεξεργασία

Η 16η Δυναστεία κυβέρνησε από την περιοχή των Θηβών στην Άνω Αίγυπτο[7] for 70 years.[8].

Από τις δύο βασικές εκδοχές των Αιγυπτιακών του Μανέθωνα, η 16η Δυναστεία περιγράφεται από τον πιο αξιόπιστο[9] Αφρικανό (που υποστηρίζεται από τον Σύγγελο)[10]) ως δυναστεία των "βασιλέων βοσκών, [υξώς]", αλλά από τον Ευσέβιο ως Θηβαϊκή[9].

Ο Kim Ryholt (1997), που ακολουθήθηκε από τον Bourriau (2003), ανακατασκευάζοντας τον Κανόνα του Τορίνο, ερμήνευσε έναν κατάλογο με βασιλιάδες με βάση τις Θήβες για να σχηματίσει τη 16η Δυναστεία έτσι όπως περιγράφει ο Μανέθων, αν και είναι ένα από "τα πιο αμφισβητούμενα και τραβηγμένα συμπεράσματα του Ryholt"[9]. Για αυτό τον λόγο άλλοι μελετητές δεν ακολουθούν τα συμπεράσματα του Ryholt και βλέπουν μόνο ανεπαρκείς ενδείξεις ότι η 16η Δυναστεία ήταν Θηβαϊκή[11].

Ο συνεχιζόμενος πόλεμος εναντίον της 15ης Δυναστείας επικράτησε της βραχύβιας 16ης Δυναστείας. Οι στρατοί της 15ης Δυναστείας κατακτώντας τη μία πόλη μετά την άλλη από τους νότιους εχθρούς της, εισέβαλε στην επικράτεια της 16ης Δυναστείας, απειλώντας και τελικά κατακτώντας τις ίδιες τις Θήβες. Στη μελέτη του για τη Δεύτερη μεταβατική περίοδο, ο Ryholt υποστήριξε ότι ο Ντετουμόσε επεδίωξε ανακωχή τα τελευταία χρόνια της δυναστεία[8], αλλά ένας από τους προκατόχους του, ο Νεμπιριράου Α', μπορεί να ήταν πιο επιτυχής και φαίνεται ότι πέτυχε μια περίοδο ειρήνης κατά τη διάρκεια της βασιλείας του[8].

Κατά το τέλος της 13ης και τη 14η Δυναστεία την Άνω Αίγυπτο μάστιζε λιμός, που έπλειξε και τη 16η Δυναστεία, κυρίως κατά και μετά τη βασιλεία του Νεφερχοτέπ Γ΄[8].

 
Οι Θήβες (στην εικόνα ο Ναός του Λούξορ) ήταν η πρωτεύουσα πολλών φαραώ τις 16ης Δυναστείας.

Από την ανακατασκευή του Κανόνα του Τορίνο από τον Ryholt, μπορούν τώρα να κατονομαστούν 15 βασιλιάδες της δυναστείας, πέντε από τους οποίους εμφανίζονται σε σύγχρονες με εκείνη την εποχή πηγές[7]. Ενώ ήταν κατά πάσα πιθανότητα ηγεμόνες με βάση τις ίδιες τις Θήβες, κάποιοι ήταν τοπικοί ηγεμόνες από άλλες σημαντικές πόλεις της Άνω Αιγύπτου, συμπεριλαμβανομένων της Αβύδου, Ελ Καμπ, και Ένφου[7]. Μέχρι τη βασιλεία του Νεμπιριαού Α΄, το βασίλειο που έλεγχε η 16η Δυναστεία επεκτεινόταν τουλάχιστον βόρεια ως το Χου και νότια ως το Έντφου[8][12]. Στον Κανόνα του Τορίνο (κατά Ryholt) υπάρχει ο Ουεπαουουετεμσάφ,από τον οποίο έχουμε μια στήλη στην Άβυδο και ο οποίος πιθανόν ήταν τοπικός βασιλίσκος της Δυναστεία της Αβύδου[7].

Ο Ryholt δίνει τον κατάλογο της 16ης Δυναστείας όπως φαίνεται στον πίνακα (της παραπομπής)[13]. Άλλοι, όπως οι Helck, Vandersleyen, και Bennett σχετίζουν κάποιους από αυτούς τους ηγεμόνες με τη Δέκατη έβδομη Δυναστεία. Οι εκτιμώμενες χρονολογίες είναι από τη δημοσίευση του Bennett.[14].

Δυναστεία της Αβύδου

Επεξεργασία

Η Δυναστεία της Αβύδου μπορεί να ήταν μια βραχύβια τοπική δυναστεία που ηγεμόνευε μέρους της Άνω Αιγύπτου κατά τη Δεύτερη μεταβατική περίοδο και ήταν σύγχρονη της Δέκατης πέμπτης και Δέκατης έκτης Δυναστείας, περίπου από το 1650 έως το 1600 π.Χ.[15]. Η ύπαρξη της Δυναστείας της Αβύδου προτάθηκε πρώτα από Γερμανό αιγυπτιολόγο Detlef Franke[16] και αργότερα αναπτύχθηκε από τον Kim Ryholt το 1997. Η θεωρία για την ύπαρξη της δυναστείας μπορεί να δικαιώθηκε το 2014, όταν ανακαλύφθηκε ο τάφος του προηγουμένως άγνωστου φαραώ Σενεμπκαΐ στην Άβυδο[15]. Η δυναστεία πιθανόν περιλαμβάνει τέσσερεις ηγεμόνες: τους Σενεμπακαΐ, Ουεπαουουετεμσάφ, Παντζενί, και Σνααΐμπ[17].

Η βασιλική νεκρόπολη της Δυναστείας της Αβύδου βρέθηκε στο νότιο τμήμα της Αβύδου, στην περιοχή που στους αρχαίους χρόνους αποκαλούνταν Όρος του Άνουβι. Οι ηγεμόνες της δυναστείας τοποθέτησαν την τοποθεσία ταφής τους δίπλα στους τάφους των ηγεμόνων του Μέσου Βασιλείου[15].

17η Δυναστεία

Επεξεργασία

Περίπου τον καιρό που η Μέμφιδα και η Ίτι Τάουι έπεσε στους Υξώς, η τοπική αιγυπτιακή βασιλική οικογένεια στις Θήβες ανακήρυξε την ανεξαρτησία της από την Ίτι Τάουι, γινόμενη έτσι η 17η Δυναστεία. Αυτή η δυναστεία τελικά ηγήθηκε του πολέμου της απελευθέρωσης που απώθησε τους Υξώς πίσω στην Ασία. Οι ηγεμόνες της δυναστείας αναστήλωσαν πολλούς ναούς στην Άνω Αίγυπτο ενώ διατήρησαν ειρηνικές εμπορικές σχέσεις με τους Υξώς στα βόρεια. Όντως, ο Σενακχτενρέ Αχμόσε, εισήγαγε άσπρο ασβεστόλιθο από την Τούρα για την κατασκευή της θύρας στον Ναό του Καρνάκ. Όμως, οι διάδοχή του —οι τελευταίοι δύο ηγεμόνες αυτής της δυναστείας — Σεκενερνέ Ταό και Καμόσε παραδοσιακά χρεώνονται τη νίκη επί των Υξώς κατά τη διάρκεια των πολέμων για την απελευθέρωση. Με τη δημιουργία της Δέκατης όγδοης Δυναστείας γύρω στο 1550 π.Χ. αρχίζει η περίοδος του Νέου Βασιλείου της αρχαίας Αιγύπτου με Αχμόσε, τον πρώτο φαραώ της, ολοκληρώνοντας την εκδίωξη των Υξώς, και θέτοντας και πάλι τη χώρα κάτω από έναν ενιαίο κεντρικό έλεγχο.

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 Kim S. B. Ryholt, The Political Situation in Egypt during the Second Intermediate Period, c. 1800–1550 B.C., Museum Tusculanum Press, Carsten Niebuhr Institute Publications 20. 1997, p.185
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 Mieroop, M. Van De. 2011, A History of Ancient Egypt, Wiley-Blackwell, Oxford. ISBN 9781405160711
  3. 3,0 3,1 Shaw, Ian, επιμ. (2000). The Oxford History of Ancient Egypt. Oxford University Press. σελ. 481. ISBN 0-19-815034-2. 
  4. Turin Kinglist Αρχειοθετήθηκε 2006-09-27 στο Wayback Machine. Accessed July 26, 1006
  5. Kim Ryholt, The Political Situation in Egypt during the Second Intermediate Period c. 1800–1550 B.C." by Museum Tuscalanum Press. 1997. p.125
  6. Kings of the Second Intermediate Period University College London; scroll down to the 15th dynasty
  7. 7,0 7,1 7,2 7,3 Bourriau 2003: 191
  8. 8,0 8,1 8,2 8,3 8,4 Ryholt 1997: 305
  9. 9,0 9,1 9,2 Bourriau 2003: 179
  10. Cory 1876
  11. Δείτε για παράδειγμα, Quirke, in Maree: The Second Intermediate Period (Thirteenth – Seventeenth Dynasties, Current Research, Future Prospects, Leuven 2011, Paris — Walpole, MA. (ISBN 978-9042922280), p. 56, n. 6
  12. Darrell D. Baker: The Encyclopedia of the Pharaohs: Volume I – Predynastic to the Twentieth Dynasty 3300–1069 BC, Stacey International, (ISBN 978-1-905299-37-9), 2008, pp. 256–257
  13. Kings of the Second Intermediate Period 16th dynasty (after Ryholt 1997)
  14. Chris Bennet, A Genealogical Chronology of the Seventeenth Dynasty, Journal of the American Research Center in Egypt, Vol. 39 (2002), pp. 123–155
  15. 15,0 15,1 15,2 «Giant Sarcophagus Leads Penn Museum Team in Egypt To the Tomb of a Previously Unknown Pharaoh». Penn Museum. Ιανουαρίου 2014. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Ιουλίου 2018. Ανακτήθηκε στις 16 Ιανουαρίου 2014. 
  16. Detlef Franke: Zur Chronologie des Mittleren Reiches. Teil II: Die sogenannte Zweite Zwischenzeit Altägyptens, In Orientalia 57 (1988), p. 259
  17. Ryholt, K.S.B. (1997). The Political Situation in Egypt During the Second Intermediate Period, c. 1800–1550 B.C. Museum Tusculanum Press. σελ. 164. ISBN 8772894210. 

Βιβλιογραφία

Επεξεργασία
  • Von Beckerath, Jürgen. "Untersuchungen zur politischen Geschichte der zweiten Zwischenzeit in Ägypten," Ägyptologische Forschungen, Heft 23. Glückstadt, 1965.
  • Alan Gardiner. Egypt of the Pharaohs. Oxford, 1964, 1961.
  • Hayes, William C. "Egypt: From the Death of Ammenemes III to Seqenenre II." Chapter 2, Volume II of The Cambridge Ancient History. Revised Edition, 1965.
  • James, T.G.H. "Egypt: From the Expulsion of the Hyksos to Amenophis I." Chapter 8, Volume II of The Cambridge Ancient History. Revised Edition, 1965.
  • Kitchen, Kenneth A., "Further Notes on New Kingdom Chronology and History," Chronique d'Egypte, 63 (1968), pp. 313–324.
  • Oren, Eliezer D. The Hyksos: New Historical and Archaeological Perspectives Philadelphia, 1997.
  • Kim Ryholt. The Political Situation in Egypt during the Second Intermediate Period c. 1800–1550 B.C., Museum Tuscalanum Press, 1997. (ISBN 87-7289-421-0)
  • Van Seters, John. The Hyksos: A New Investigation. New Haven, 1966.