Πανελλήνιες εξετάσεις: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Επεξεργασία από εφαρμογή κινητού επεξεργασία από εφαρμογή Android
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Επεξεργασία από εφαρμογή κινητού επεξεργασία από εφαρμογή Android
Γραμμή 390:
Αρχικά, ως βάση εισαγωγής σε ένα τμήμα (σχολή ή πανεπιστήμιο), γενικά, ορίζεται ο βαθμός (τα μόρια) του τελευταίου υποψηφίου που εισάγεται σε αυτό. Λόγου χάρην, η βάση του [[Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών|ΕΚΠΑ]] του τμήματος Ιατρικής το έτος 2020 είχε 18.250 μόρια και 129 επιτυχόντες (για τα ΓΕ.Λ.)<ref>{{Cite web|url=https://aeitei.gr/sxoli.php?sxoli=295|title=Ιατρικής - Αθήνα - Βάσεις|website=aeitei.gr|accessdate=2021-06-01}}</ref>. Αυτό σημαίνει, ότι ο 129ος υποψήφιος που εισήχθη στο τμήμα είχε 18.250 μόρια. Όσοι, πέρα από αυτόν, είχαν λιγότερα μόρια (και είχαν επιλέξει τη σχολή αυτή) δεν επιτρεπόταν η εισαγωγή τους στο συγκεκριμένο τμήμα.
 
Έτσι, οι βάσεις καθορίζονται από τις επιδόσεις των υποψηφίων κάθε χρονιά. Παρ' όλα αυτά, αυτός δεν είναι ο μόνος παράγοντας που προσδιορίζει τη μεταβολή των βάσεων. Η δυσκολία των θεμάτων που επιλέγουν οι θεματοδότες της ΚΕΕ (Κεντρική Επιτροπή Εξετάσεων), οι κοινωνικές εξελίξεις που επικρατούν κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς (βλ. [[Πανδημία COVID-19 στην Ελλάδα|πανδημία]]), ο αριθμός των εισακτέων κάθε τμήματος, οι [[Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων|υπουργικές]] αποφάσεις της εκάστοτε κυβέρνησης, η προτίμηση ενός τμήματος έναντι των άλλων και ο αριθμός των υποψηφίων έχουν σημαντική επίδραση στοστον καθορισμό των βάσεων.
 
Ειδικότερα, τα δύσκολα θέματα των Πανελλήνιων αναπόφευκτα μειώνουν τις επιδόσεις των μαθητών, με αποτέλεσμα τη μείωση της βάσης σε τμήματα τα οποία δεν είναι "πρώτης επιλογής". Αντιθέτως, τα εύκολα θέματα αυξάνουν τις επιδόσεις των μαθητών, αυξάνοντας καθολικά και τις βάσεις. Επιπλέον, όσο μειώνεται ο αριθμός των εισακτέων κάθε σχολής, αυξάνεται και ο ανταγωνισμός, επιτρέποντας την εισαγωγή περιορισμένου όγκου μαθητών, δηλαδή αυτών, των οποίων ο βαθμός είναι συγκριτικά μεγαλύτερος από τους ετέρους τους που επέλεξαν την ίδια σχολή.