Κυδώνι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: ::''Το άρθρο αναφέρεται ανάμεσα στον καρπό της κυδωνιάς. Για το ομώνυμο θαλάσσιο ζώο, δες [[κυδώνι (... |
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 1:
::''Το άρθρο αναφέρεται ανάμεσα στον καρπό της κυδωνιάς. Για το ομώνυμο θαλάσσιο ζώο, δες [[κυδώνι (ζώο)]]''.
Το '''Κυδώνι''' είναι ο καρπός του είδους Κυδωνέα η προμήκης (''Cydonia oblonga'') (το μοναδικό είδος του γένους ''[[κυδωνιά]]'') και κατάγεται από τη νοτιοδυτική [[Ασία]] και την περιοχή του [[Καύκασος|Καυκάσου]]. Πρόκειται για φυλλοβόλο δέντρο, που φτάνει τα 8 μέτρα σε ύψος και είναι συγγενικό με τη [[μηλιά]] και με την [[αχλαδιά]]. Ο καρπός του έχει χρώμα κίτρινο προς το χρυσό, όταν είναι ώριμο και έχει σχήμα αχλαδιού. Το εξωκάρπιο είναι αρχικά χνουδωτό και έπειτα λείο και γυαλιστερό<ref>Εγκυκλοπαίδεια 2002, εκδ. 1984, τ. 10, σελ. 293.</ref>. Το μήκος του κυμαίνεται από 7 ως 12 εκατοστά και το πλάτος του από 6 ως 9 εκατοστά. Η σάρκα του είναι λευκοκίτρινη. Τα κυδώνια είναι πράσινα όταν είναι άγουρα .Χρησιμοποιούνται ευρέως στη μαγειρική και στη ζαχαροπλαστική.
== Προέλευση ==
Το φρούτο ήταν γνωστό στους [[Ακκάδιοι|Ακκάδιους]], οι οποίοι το έλεγαν ''supurgillu''<ref>[[http://www.premiumwanadoo.com/cuneiform.languages/dictionary/dosearch.php?searchkey=2853&language=id]<?ref> στα αραβικά سفرجل ''safarjal'' = κυδώνια (πληθυντικός). Το σημερινό όνομα προήλθε από το ''quoyn'' (14ος αιώνας), μέσω της αρχαίας γαλλικής λέξης ''cooin'' από το λατινικό ''cotoneum malum'' / ''cydonium malum'', που επίσης προήλθε από το κυδώνιον μήλον.
|