Πολιτική του Ηνωμένου Βασιλείου: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Προς Βικιθήκη
θέλει κι άλλο κόψιμο μέχρι να γίνει άρθρο, από εργασία που ήταν
Γραμμή 1:
{{επιμέλεια}}
{{Προς Βικιθήκη}}
Ένας [[δικομματισμός]] που διανύει τον τρίτο αιώνα του, ένα κομματικό σύστημα με τους ίδιους βασικούς δρώντες και ένα σταθερό εκλογικό σύστημα είναι ένα πολύ σπάνιο φαινόμενο για την πολιτική ιστορία της Δυτικής Ευρώπης. Το αγγλικό πολιτικό σύστημα βασίζεται σε δύο πυλώνες: την δικομματική διάταξη του κομματικού φάσματος και το [[Πλειοψηφικό σύστημα|πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα]]. Τα κυρίαρχα κόμματα– ανεξάρτητα αν είναι οι Φιλελεύθεροι και Συντηρητικοί ή Συντηρητικοί και οι Εργατικοί- με την δύναμη τους στο Κοινοβούλιο διατηρούν το πλειοψηφικό σύστημα και αυτό τους αποφέρει σημαντική υπεραντιπροσώπευση στο House of Commons.
 
Μια άλλη σημαντική πτυχή της Βρετανικής πολιτικής είναι η προτεραιότητα στην ταξική διαιρετική γραμμή. Για πολύ καιρό οι Άγγλοι πολιτικοί επιστήμονες θεωρούσαν πως μόνο με βάση αυτή την διαίρεση μπορούσαν να εξηγηθούν οι εξελίξεις στην Αγγλική πολιτική και η συμπεριφορά των εκλογέων.
 
Παρ’ όλη αυτή την σχετική σταθερότητα, το βρετανικό πολιτικό σύστημα δεν παραμένει αναλλοίωτο. Ήδη από την δεκαετία του 1990 πολλοί εκλογολόγοι διαπίστωναν μια υποχώρηση της σημασίας της τάξης στις επιλογές των εκλογέων, ενώ δεν ήταν λίγες οι φωνές κατά του δικομματισμού και τον τρόπο επιβολής του - το πλειοψηφικό σύστημα. Μάλιστα ο δικομματισμός πολλές φορές έτεινε να μετασχηματισθεί σε σύστημα δυόμιση κομμάτων, με τελευταίο παράδειγμα την σημαντική άνοδο των Liberal Democrat στις γενικές εκλογές του 2005 και συντηρήθηκε μόνο χάρη σε τεχνικούς παράγοντες (μονοεδρικές περιφέρειες).
 
Η εικόνα, λοιπόν, ενός σταθερού και στάσιμου συστήματος πολύ απέχει από την πραγματικότητα και στην εργασία αυτή θα προσπαθήσουμε να εξετάσουμε τις διαφορετικές μορφές που πήρε του πολιτικό σύστημα και να ερευνήσουμε την επιρροή σε αυτές τις αλλαγές των καθαρά κοινωνικών- πολιτικών δυνάμεων αλλά και του τεχνικού μέρους δηλαδή των εκλογικών συστημάτων. Γι’ αυτό το σκοπό θα αναλύσουμε τις γενικές εκλογές στο διάστημα 1950-2005 παραλείποντας τις τοπικές και ευρωπαϊκές εκλογές που αν και προσφέρουν συμπεράσματα ξεπερνούν το εύρος αυτής της εργασίας.
 
== Τα γενικά χαρακτηριστικά του συστήματος ==
=== Γενικά ===
Στα κεφάλαια που ακολουθούν θα χωρίσουμε τοΤο βρετανικό κομματικό σύστημα αναλύεται σε τέσσερις φάσεις στις περιόδους 1950-70, 1970-1979, 1983-1992 και την περίοδο 1997-2005.
 
Η πρώτη περίοδος χαρακτηρίζεται από τον David Denver ως απόλυτος δικομματισμός. Τα δύο κόμματα έχουν υψηλή απήχηση και μονοπωλούν την εξουσία. Την δεύτερη περίοδο παρατηρείται μια πτώση στην δυναμική των δυο μεγάλων κομμάτων και αύξηση της υποστήριξης των Liberals. Τα στοιχεία αυτά οδηγούν πολλούς στο συμπέρασμα πως ο παραδοσιακός βρετανικός δικομματισμός έφτανε στο τέλος του. Το βασικότερο χαρακτηριστικό της τρίτης περιόδου είναι η απόλυτη δεκαετής κυριαρχία των [[Tory]], οι οποίοι κερδίζουν την μια εκλογή μετά την άλλη πρώτα με [[Margaret Thatche]]r και με τον διάδοχο της [[J. Major]]. Οι εργατικοί καταφέρνουν να χάσουν ακόμα και τις εκλογές του 1992 διαψεύδοντας αρνητικά όλες τις δημοσκοπήσεις.
Η περίοδος 1997-2005 διακρίνεται από την επιστροφή του Labour στην εξουσία από το 1974 με ηγέτη τον T. Blair. Οι διαδοχικές νίκες το 1997, 2001, 2005 θέτουν τις βάσεις για μια «εργατική» κυριαρχία ανάλογη με εκείνη της Thatcher.
 
Πριν από αυτό όμως θα εξετάσουμε τα βασικά κόμματα της αγγλικής πολιτικής ζωής και το πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα και την επιρροή που είχε.
 
=== Το εκλογικό σύστημα ===
Γραμμή 25 ⟶ 18 :
=== Ο δικομματισμός ===
Η σημαντικότερη πολιτική συνέπεια του winner-takes-it-all συστήματος είναι η παγίωση του δικομματισμού. Ο βρετανικός δικομματισμός τις περισσότερες περιόδους μετά τον πόλεμο υπήρξε τεχνητός, εφόσον μια αναλογική αντιπροσώπευση θα έδινε ένα μοντέλο πιο κοντά στο τρικομματικό σύστημα, ή τουλάχιστον σε αυτό τον δυόμιση κομμάτων . Η διπολική διαμόρφωση του βρετανικού κομματικού έχει μια σειρά από συνέπειες για την πολιτική ζωή. Βασικό χαρακτηριστικό του βρετανικού δικομματισμού είναι ότι αναγκάζει τα μεγάλα κόμματα να αυξάνουν την πανσυλλεκτικότητά τους και να εκπροσωπούν λιγότερο τα συμφέροντα των ψηφοφόρων τους, μιας και θα πρέπει να κερδίσουν και τους υποστηρικτές των άλλων κομμάτων. Αυτό έχει σαν παράπλευρη συνέπεια την μετατόπιση του πολιτικού διαλόγου από ιδεολογικά σε περισσότερο «υλικά», χαμηλής πολιτικής θέματα και το «στρογγύλεμα» του πολιτικού λόγου (Lipset). Επιπλέον τα μεγάλα κόμματα που έχουν κυβερνητικό προσανατολισμό περιορίζουν την οξύτητα του αντιπολιτευτικού τους λόγου. Το εκλογικό σύστημα και ο διπολισμός θεωρείται από τον J. Christoph ο βασικός λόγος που στην Βρετανία δεν ευδοκίμησαν απολυταρχικές ή ολοκληρωτικές πολιτικές λύσεις. Σε ένα δικομματικό σύστημα αυξάνεται η ταύτιση του ψηφοφόρου με το γενικότερο πολιτικό σύστημα, καθώς η αλλαγή κυβερνήσεων αποσυμπιέζει την πολιτική ζωή από τις όποιες αποτυχίες. Αυτή η σταθερότητα όμως, που προσφέρει το εκλογικό σύστημα θα ανατραπεί σε περίπτωση που κάποιο τρίτο κόμμα φτάσει το 30%. Σε κάθε περίπτωση η δικομματική σταθερότητα βασίζεται σε σαθρή βάση λόγω της τεχνητής φύσης του συστήματος και ενισχύεται περισσότερο από τη γενική συναίνεση της αγγλικής κοινωνίας για την σημασία της σταθερότητας ακόμα και αλλοιώνοντας την λαϊκή εντολή. Ένα άλλο χαρακτηριστικό του βρετανικού δικομματισμού είναι ότι από την δεκαετία του 1970 είναι κυριαρχούμενος, ή τουλάχιστον ασσύμετρος, σε αντίθεση με τον ισόρροπο δικομματισμό των δεκαετιών του 50 και του 60. Σε γενικές γραμμές και παρά την κριτική που του έχει ασκηθεί το αγγλικό μακρο-σύστημα ελάχιστα έχει επηρεαστεί στην διάρκεια του 20ου αι. σε σχέση με τις δραματικές αλλαγές που συνέβησαν στο περιβάλλον του Ηνωμένου Βασιλείου.
 
Πάνω από όλα όμως ο βρετανικός δικομματισμός είναι ένας πλήρης ή τέλειος δικομματισμός μιας και δεν έχει υπάρξει κυβέρνηση συνεργασίας μεταξύ ενός από τα δυο μεγάλα κόμματα ούτε όταν και το κομματικό σύστημα έτεινε προς τον τρικομματισμό όπως την δεκαετία του ‘20 με την άνοδο των εργατικών και στις περιόδους ανάκαμψης των Liberals. Υπάρχουν, όμως, και συγγραφείς που χαρακτηρίζουν το βρετανικό κομματικό σύστημα ατελή δικομματισμό ή σύστημα των δυόμιση κομμάτων (Alan Shiaroff). Αυτό βέβαια οφείλεται σε διαφορά ορισμού καθώς ο Shiaroff ορίζει ως ατελή οποιοδήποτε δικομματισμό στον οποίο υπάρχουν πάνω από δυο κόμματα, ενώ ο Ware αυτόν στον οποίο η αθροισμένη δύναμη των δυο μεγάλων κομμάτων είναι μεγαλύτερη από 80% και μικρότερη από 95%. Αντίθετα αν ορίσουμε ως ατελή δικομματισμό αυτόν στον οποίο δεν μπορεί να υπάρξει μονοκομματική κυβέρνηση, δεν έχουμε κάτι τέτοιο ακόμα και στην συμμαχία Union Ulster- Tory αφού οι τελευταίοι συγκέντρωναν την πλειοψηφία και μόνοι τους. Άλλωστε πάντα στη συνείδηση των Βρετανών εκλογέων υπάρχει η προτεραιότητα ανάδειξης σταθερής κυβέρνησης βασικό χαρακτηριστικό του πλήρους δικομματισμού. Εκτός από πλήρης ο βρετανικός δικομματισμός είναι και άκαμπτος καθώς στις κοινοβουλευτικές ομάδες και των δυο κομμάτων υπάρχει ομοιόμορφη κα υπαγορευμένη από την ηγεσία και μια ουσιαστική υπερενίσχυση του πρωθυπουργού.
 
Γραμμή 69 ⟶ 63 :
 
O πόλεμος στο Ιράκ προκάλεσε και ένα νέο εκλογικό φαινόμενο την αντι-πολεμική τακτική ψήφο: υποστηρικτές τον Labour ψήφιζαν ως επί το πλείστον Φιλελεύθερους ως έκφραση της αντίδρασης τους στις επιλογές της Κυβέρνησης στο θέμα του Ιράκ. Αυτό το φαινόμενο στέρησε και από την Κυβέρνηση της ψήφους των νέων και των πρωτοψηφισάντων που είχαν παίξει σημαντικό ρόλο στις δυο προηγούμενες νίκες. Η διαιώνιση, όμως, της ταξικής ψήφου φαίνεται πως έγινε με τον μετασχηματισμό της πλέον σε τοπική- ταξική ψήφο και πλέον εκφράζει πέρα από τις ταξικές διαφορές και τις μεγάλες ιδιομορφίες των περιοχών του Ηνωμένου Βασιλείου.
 
=== Εκλογική συμπεριφορά τοπικών πληθυσμών ===
Η διάρθρωση του Ηνωμένου Βασιλείου πάνω σε 4 διαφορετικές περιοχές: [[Αγγλία]], [[Σκωτία]], [[Ουαλία]], [[Βόρεια Ιρλανδία]] έχει επιτρέψει σημαντικές αποκλείσεις ανά περιοχή.
 
Οι Σκοτσέζοι, πέρα από το τοπικό SNP, φαίνεται να στηρίζουν κυρίως τους Εργατικούς, ενώ οι συντηρητικοί είναι απομονωμένοι –κάτι που διαπιστώνουμε και από τις πολύ μικρές διαρροές από το SNP στους Tory . Οι Σκοτσέζοι μισθωτοί και μικροαστοί στηρίζουν τους Εργατικούς δίνοντας 28% και 30% αντίστοιχα στις εκλογές του 1997. Οι πρώτοι μάλιστα ψήφισαν SNP σε ποσοστό μόνο 14%, ενώ από τους μικροαστούς το 28% δεν προσήλθε στις κάλπες. Οι τεχνίτες και οι εργάτες ψηφίζουν συντριπτικά το Labour Party δίνοντας του κατά μέσο όρο το 51% και 54% των ψήφων τους αντίστοιχα, ενώ υποστήριξη τους για το SNP φτάνει το 17% με 18%. Σε γενικές γραμμές ο Αγγλικός Βορράς δείχνει μεγαλύτερη προτίμηση για τους Εργατικούς σε αντίθεση με τον Αγγλικό Νότο που στηρίζει σταθερά τους Συντηρητικούς. Και το εργατικό προπύργιο στον Αγγλικό Βορρά είναι η Σκωτία.
 
Η τοπική συγκέντρωση, όμως, είναι ένα πρόσφατο φαινόμενο στην Αγγλική πολιτική. Μέχρι την δεκαετία του 1970 υπήρχε μια ομοιόμορφη κατανομή των ψήφων. Η αιτία αυτής της μεταβολής σύμφωνα με τους Ron Johnston και Charles Pattie είναι η γεωγραφικά άνιση ανάπτυξη. Στις εκλογές του 1992 αναδείχθηκε μια τάση αντιστροφής. Οι Εργατικοί ανέκαμψαν στο Νότο και οι Συντηρητικοί βελτίωσαν τα ποσοστά τους στο βορρά. Η τάση αυτή μπορεί να εξηγηθεί και από τις ανισομερείς συνέπειες της Θατσερικής πολιτικής στις διάφορες περιοχές της Αγγλίας, αλλά και από την προσέγγιση Tory και Scottish Union. Παρ’ όλα αυτά η μεταστροφή αυτή συνάντησε κάποια όρια καθώς η επιτυχία, για παράδειγμα, των Τόρηδων στην Σκωτία απέδωσε τελικά, μόλις, 25.7%, ενώ στις γενικές εκλογές οι Συντηρητικοί πήραν 15.83% των ψήφων και μόλις μια από τις έδρες τις Σκωτίας, ενώ οι Εργατικοί πήραν 38.87% και 40 έδρες. Στην Αγγλία παρά την γενικότερη συντριβή των Tory κατάφεραν να πάρουν 35.74% των ψήφων δηλαδή λίγο περισσότερο από το 35.46% των εργατικών, γεγονός που δείχνει την σταθερή στήριξη του νότου προς το κόμμα ακόμα και στις δυσκολότερες περιόδους του.
 
Οι Φιλελεύθεροι αντιμετωπίζουν το διαχρονικό πρόβλημα του εδαφικού διαμοιρασμού. Η ισόποση κατανομή των ψήφων του στις constituencies του δημιουργεί πρόβλημα υποαντιπροσώπευσης λόγω του εκλογικού συστήματος. Η μόνη περιοχή στην οποία συγκεντρώνει κάποια σταθερή και σχετικά υψηλότερη υποστήριξη είναι η Ουαλία. Παραδοσιακή στήριξη δίνει και η περιοχή στο κελτικό Plaid Cymru (3 έδρες το 2005).
Την υψηλότερη τοπική ψήφο, όμως παρουσιάζει η Βόρεια Ιρλανδία η οποία δίνει τις έδρες της μόνο στα τοπικιστικά κόμματα με προεξέχοντα τους Democrat Unionist (9 έδρες το 2005).
 
Πλέον στο πλαίσιο του class dealignement η τοπική ψήφος απέκτησε μια άλλη σημασία. Μήπως στην Βρετανία η ταξική ψήφος είχε υποκατασταθεί από την τοπική; Την απάντηση την έδωσε ο David Denver ισχυριζόμενος πως το κοινωνικό περιβάλλον είναι πιο σημαντικό από τις ίδιες της ταξικές διαιρέσεις. Οι Harrop, Heath και Openshaw με αριθμητικά δεδομένα κατέληξαν στο νόμο της αυτοεπιλογής της γειτονιάς (1992). Δηλαδή την επιλογή του τόπου κατοικίας ανάλογα με τον κομματικό και ταξικό προσανατολισμό. Η εξήγηση του Miller ήταν το φαινόμενο της γειτνίασης ότι δηλαδή οι τάξεις τείνουν να συγκεντρώνονται σε συγκεκριμένες περιοχές και έτσι τοπικά και ταξικά αιτήματα συγχωνεύονται.
 
== Επίλογος ==
Αναλύοντας τα στοιχεία της αγγλικής πολιτικής ζωής διαπιστώνουμε πως η εικόνα ενός σταθερού δικομματικού πολιτικού συστήματος που όλα λειτουργούν ομαλά και σχεδόν τίποτα δεν έχει αλλάξει από τις αρχές του 20ου αι. απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Ο δικομματισμός περιήλθε σε κρίση, αποδοκιμάστηκε και καταψηφίσθηκε στις τελευταίες γενικές εκλογές. Δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις που η κυριαρχία Labour- Conservatives στηρίχθηκε καθαρά στο εκλογικό σύστημα δημιουργώντας έναν τεχνητό δικομματισμό, στρεβλώνοντας κατά πολύ την λαϊκή εντολή. Σε άλλες περιπτώσεις ένα από τα δυο μεγάλα κόμματα μονοπώλησε την εξουσία σε βαθμό που να εμφανίζονται τάσεις κυριαρχίας στο σύστημα. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά έκαναν πολλούς πολιτικούς επιστήμονες να μιλήσουν για υπέρβαση του δικομματισμού, μεταβολή του συστήματος κ.τ.λ. δίνοντας μια τελολογική ερμηνεία στις διάφορες περιόδους τις οποίες ανέλυαν και διαβλέποντας μια γραμμική πορεία του συστήματος προς μια καινούρια οργάνωση. Αυτό μου έγινε ιδιαίτερα αισθητό μελετώντας συγγράμματα άλλων δεκαετιών τα οποία ερμήνευσαν παροδικές κρίσεις του συστήματος ως τάσεις διάλυσής του. Αυτό που πιστεύω ότι είναι το πιο σημαντικό και επιτρέπει στο πολιτικό σύστημα να ξεπερνά κάθε κρίση και αστάθεια είναι αυτή η βαθειά συλλογική συναίνεση των Βρετανών υπέρ της σταθερότητας της πολιτικής ζωής. Έτσι, όσο και αν στρεβλωθεί η λαϊκή βούληση, όσο και αν κυριαρχήσει ένα κόμμα σε μια περίοδο το εκλογικό σώμα θα θεωρήσει νομιμοποιημένες τις ενέργειες που θα διατηρήσουν τον παραδοσιακό δικομματισμό. Άλλωστε, αν και πολλοί έχουν αμφισβητήσει την χρησιμότητα του πλειοψηφικού συστήματος, τουλάχιστον στα πλαίσια της δικιάς μου μελέτης κανένας δεν αμφισβήτησε την νομιμοποίησή του.
 
== Παράρτημα ==