Αρχαία ελληνική λογοτεχνία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Elena153 (συζήτηση | συνεισφορές)
Elena153 (συζήτηση | συνεισφορές)
τραγωδία: δομή και επιμέλεια
Γραμμή 61:
<p>Κυριότεροι τέτοιοι ποιητές είναι ο [[Θαλήτας]], ο [[Αλκμάν]], ο [[Αρίων]] ο Μηθυμναίος, ο [[Στησίχορος]], ο [[Ίβυκος]] , ο [[Σιμωνίδης ο Κείος]], ο [[Βαχκυλίδης]] ο Κείος και ο [[Πίνδαρος]] </p>
 
====Διθύραμβος====
<p>'''Αττικοί διθυραμβοποιοί'''</p>
<p>Ο διθύραμβος, το λειτουργικό αυτό άσμα της διονυσιακής λατρείας, εξελίχτηκε στην Αττική σε λαϊκό δράμα. Ήταν ένα από τα πιο αγαπητά ακροάματα των Αθηναίων. Συνοδευόταν με μουσική και η ορχήστρα είχε έναν ή περισσότερους αυλητές.</p>
<p>Παραβάλλεται ο διθύραμβος με το νεότερο μελόδραμα. Όμως πάντοτε στην Αθήνα είχε το χαρακτήρα διδασκαλίας χορού. Αρχικά τον αποτελούσαν χορικά άσματα, με τα οποία ο Φιλόξενος ανέμειξε και μονωδίες, μέλη, που στην αρχή τραγουδούσε ο κορυφαίος του χορού.</p>
Γραμμή 70 ⟶ 69 :
 
===Η γένεση του δράματος===
:''Δείτε επίσης: [[Αρχαίο ελληνικό θέατρο]], [[τραγωδία]], [[αρχαία κωμωδία]]''
Στο δεύτερο μισό του 6ου αι. π.Χ. άρχισε να αναπτύσσεται στην [[Αθήνα]] η δραματική ποίηση. Για την προέλευσή της είναι λίγες πληροφορίες γνωστές και οι αρχαίες πηγές συχνά δίνουν αντιφατικές πληροφορίες. Από συνδυασμό των παρατηρήσεων του [[Αριστοτέλης|Αριστοτέλη]] στην ποιητική του με τα ιστορικά δεδομένα, συμπεραίνουμε ότι [[τραγωδία]] και [[κωμωδία]] έχουν τις ρίζες τους σε λατρευτικές τελετές. Κατά τον [[Αριστοτέλης|Αριστοτέλη]] η τραγωδία προήλθε από τους εξάρχοντες του διθυράμβου αλλά και από τα σατυρικά άσματα. Αυτές οι πληροφορίες, αν και επιφανειακά αντιφατικές, αν συνδυαστούν με άλλες μαρτυρίες οδηγούν σε μια εύλογη υπόθεση. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο [[Αρίων]] ήταν ο πρώτος που συνέθεσε διθυράμβους και το λεξικό της Σούδας αναφέρει τον Αρίωνα ως ευρετή του τραγικού τρόπου. Φαίνεται ότι αυτός ήταν ο πρώτος που ανέδειξε τον λατρευτικό προς τον Διόνυσο διθύραμβο σε καλλιτεχνικό είδος και το παρουσίασε με [[σάτυρος|σατύρους]]. Επομένως η ονομασία τραγωδία προήλθε από τη σύνθεση των λέξεων τράγων ωδή, αφού οι σάτυροι εκλαμβάνονταν ως μορφές τράγων.<ref>Lesky, σελ. 328-330.</ref>
 
Γραμμή 76 ⟶ 75 :
Μετά τον Θέσπη, οι πρώτοι τραγικοί ποιητές για τους οποίους υπάρχουν μαρτυρίες είναι ο [[Φρύνιχος (τραγικός ποιητής)|Φρύνιχος]], γνωστός κυρίως γιατί εμπνεύστηκε από την άλωση της [[Μίλητος|Μιλήτου]] το [[494 π.Χ.]] για την τραγωδία του ''Μιλήτου άλωσις'' και τιμωρήθηκε επειδή θύμησε στους Αθηναίους «οικεία κακά», ο [[Χοιρίλος]], για τον οποίο οι γνώσεις μας είναι ελάχιστες και από τα 160 δράματα που φέρεται να έγραψε γνωρίζουμε μόνο ένα, την ''Αλόπη'', και ο [[Πρατίνας]], γνωστός κυρίως για τη διαμόρφωση του [[σατυρικό δράμα|σατυρικού δράματος]].
 
Για την κατανόηση της ανάπτυξης του [[αρχαίο ελληνικό θέατρο|αρχαίου ελληνικού θεάτρου]] δεν πρέπει να παραβλέπεται η στενή σχέση του με τη θρησκευτική λατρεία και ο δημόσιος χαρακτήρας του. Οι παραστάσεις τραγωδιών και κωμωδιών («διδασκαλίες») γίνονταν αποκλειστικά στο πλαίσιο θρησκευτικών εορτών: στα Μεγάλα Διονύσια, τον μήνα Ελαφηβολιώνα (Μάρτιος-Απρίλιος) στα Λήναια, το μήνα Γαμηλιώνα (Ιανουάριος-Φεβρουάριος). Στα Μεγάλα Διονύσια οι δραματικοί αγώνες διαρκούσαν τρεις ημέρες και κάθε μέρα παρουσιαζόταν μία τετραλογία (τρεις τραγωδίες και ένα σατυρικό δράμα) και μία κωμωδία. Η χρηματοδότηση των παραστάσεων γινόταν εν μέρει από το κράτος και εν μέρει από εύπορους πολίτες (''χορηγούς''). Την εποχή του [[Περικλής|Περικλή]] καθιερώθηκε και οικονομική ενίσχυση για τους άπορους πολίτες που δεν μπορούσαν να διαθέσουν την αγορά εισιτηρίων.
Και οι ρίζες της κωμωδίας είναι επίσης άγνωστες. Κατά τον Αριστοτέλη η κωμωδία προήλθε από τα φαλλικά άσματα που σχετίζονταν πάλι με την λατρεία του Διονύσου και η ονομασία της προήλθε από τον κώμο, μια εύθυμη συντροφιά που έπαιρνε μέρος σε αυτές τις γιορτές. Η κωμωδία άργησε να ενταχθεί σε επίσημα προγράμματα διαγωνισμών σε σχέση με την τραγωδία: ο πρώτος διαγωνισμός κωμωδίας στα Μεγάλα Διονύσια έγινε το [[486 π.Χ.]] με νικητή τον [[Χιωνίδης|Χιωνίδη]].
 
==Από το διθύραμβο στην τραγωδία==
<p>Η μαρτυρία του Αριστοτέλη για την αρχή της τραγωδίας: '''"ύστερα από αυτά, αφού έγινε με αυτοσχεδιασμό τόσο η τραγωδία όσο και η κωμωδία και η μεν τραγωδία από εκείνους, οι οποίοι ήταν επικεφαλής στο διθύραμβο, η δε κωμωδία από εκείνους, οι οποίοι ήταν επικεφαλής των φαλλικών"''', κατά την οποία η τραγωδία αναπτύχθηκε από το διθύραμβο, μάλλον δε από αυτά που έλεγε αυτοσχεδίως ο επικεφαλής του λυρικού αυτού άσματος, που έσυρε το χορό, στάθηκε σημείο, γύρω από το οποίο χωρίστηκαν οι φιλόλογοι. Για τη στήριξη της θεωρίας του Αριστοτέλη οι ερευνητές φέρνουν τις λέξεις τραγωδία, τραγωδός. Δίδεται η ερμηνεία ότι οι λέξεις αυτές αναφέρονται κατά ένα τρόπο σε μεταμφιεσμένους σατύρους με μορφή τράγου.</p>
<p>Τίποτε όμως δε μαρτυρεί ότι ο διθύραμβος χορευόταν κάποτε από πρόσωπα με περιβολή σατύρου, ούτε ανιχνεύεται δραματικό στοιχείο σε διθύραμβο πριν το Βακχυλίδη, ο οποίος πάντως είναι πολύ μεταγενέστερος της τραγωδίας.</p>
<p>Εξάλλου ο Αριστοτέλης δεν είχε στη διάθεσή του ιστορικό υλικό για να μελετήσει τα σχετικά με την τραγωδία ως τις αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα. Τα πρώτα δράματα γράφονταν στην Αθήνα ex tempore και όχι για δημοσίευση. Έτσι δεν υπήρχε οποιοδήποτε αρχείο των δραμάτων αυτών. Και το ότι δε μας εξηγεί γιατί ο χορός της τραγωδίας διαφέρει από το χορό του διθυράμβου και γιατί κατά κανόνα η τραγωδία πρέπει να έχει οδυνηρό τέλος, αφήνοντάς μας πολλά άλλα ανεξήγητα κενά, οδηγούν στη σκέψη ότι ο Αριστοτέλης έγραψε τα παραπάνω θεωρητικά, από όσα γνώριζε για την τραγωδία και το διθύραμβο των ημερών του.</p>
<p>Το πιο πιθανό είναι ότι πολύ νωρίς, κατά τον 6ο π.Χ. αιώνα, στις πόλεις της Βόρειας Πελοποννήσου και ιδιαίτερα στην Κόρινθο και τη Σικυώνα έγιναν λυρικά άσματα με περιεχόμενο παρμένο από ηρωικούς θρύλους. Στη Σικυώνα, όπως είδαμε, τα άσματα αυτά συνδέθηκαν με τη λατρεία του θεού Διονύσου. Αργότερα, κατά τον ίδιο αιώνα, ο Θέσπις εισήγαγε στην Αθήνα τον υποκριτή, που έδινε απαντήσεις στο χορό και κυρίως στον κορυφαίο του χορού. Αυτή πρέπει να είναι η πρώτη μορφή του δράματος.</p>
<p>Στο ίδιο '''"Περί Ποιητικής"''' σύγγραμμά του ο Αριστοτέλης μας παρέχει την εξής είδηση: '''"και το πλήθος των υποκριτών ο [[Αισχύλος]] αύξησε και τα του χορού έκανε κατώτερα και το διάλογο ετοίμασε πρωταγωνιστή, τρεις δε υποκριτές και σκηνογραφία εισήγαγε ο [[Σοφοκλής]]"'''.</p>
<p>Η εξέλιξη της τραγωδίας κατέστησε τις καινοτομίες τόσο του Αισχύλου όσο και του Σοφοκλή απολύτως αναγκαίες. Στον '''"Οιδίποδα επί Κολωνώ"''', τραγωδία των τελευταίων χρόνων του Σοφοκλή, χρειάστηκε να υπάρχουν τέσσερις υποκριτές. Περισσότερους δε γνώρισε η αρχαιότητα. Με τον καιρό αυξάνονταν τα διαλογικά μέρη του δράματος σε βάρος των λυρικών, όμως ποτέ δεν έγινε διδασκαλία χωρίς χορικά.</p>
 
==Κλασική περίοδος==
===Η αττική τραγωδία===
===Η ακμή της τραγικής ποίησης===
<p>Η τραγωδία ήταν στην αρχαία Ελλάδα τελετή θρησκευτική. Το χαρακτήρα της δε αυτόν φαίνεται να διατήρησε για πολύν καιρό, αφού στην Αλεξάνδρεια τη βρίσκουμε σε μεταγενέστερα χρόνια να εντάσσεται στη γιορτή του Διόνύσου. Για την Αττική πρέπει να σημειωθεί πως σε αυτήν διαμορφώθηκε και τελειώθηκε το δράμα.</p>
====Αισχύλος, Σοφοκλής και Ευριπίδης====
<p>Ο Πεισίστρατος ίδρυσε στην Αθήνα νέο τέμενος στη μεσημβρινή πλαγιά της Ακρόπολης, όπου μετέφερε από τις Ελευθερές, αρχαία πόλη νότια του Κιθαιρώνα στη Βοιωτία, που ανήκε στο δήμο Οινόης της Αττικής και είχε ναό του Διονύσου, το ξόανο του Διονύσου Ελευθερέως. Κοντά στο ναό αυτό δίδαξε έργο ο Θέσπις το 534 π.Χ.</p>
<p>Οι περισσότεροι από τους νεότερους μελετητές παραδέχονται ότι στην Αθήνα δεν υπήρξε σκηνή, παρά μετά τις αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα και ότι στην αρχή η διδασκαλία της τραγωδίας γινόταν στην ορχήστρα. Με την αύξηση των θεατών των τραγωδιών, δημιουργήθηκε η ανάγκη κατασκευής ικρίων ώστε να βλέπουν και οι πίσω θεατές. Όμως σε μεγάλο συνωστισμό τα ικρία αυτά έπεφταν και παραδίδεται δυστύχημα που συνέβη στην Αθήνα περί την 70η Ολυμπιάδα (500- 497), οπότε έπεσαν τα ικρία, που ανυψούσαν τα βάθρα των θεατών. Έπρεπε γι' αυτό να βρεθεί ασφαλέστερο οικοδόμημα και επειδή δεν ήταν δυνατό να ανεγερθεί αμέσως λίθινο θέατρο σε ομαλό χώρο για τις μεγάλες δαπάνες του, χρησιμοποιήθηκε η επικλινής πλαγιά του λόφου της Ακρόπολης. Έτσι δημιουργήθηκε στην Αθήνα το '''<b>θέατρο''' '''του''' '''Διόνυσου</b>''', που στάθηκε το πρωτότυπο για όλα τα θέατρα της αρχαιότητας.</p>
<p>Κατά το λεξικό της Σούδας άρχισαν να οικοδομούν το θέατρο, μετά το δυστύχημα της 70ης Ολυμπιάδας, τα εγκαίνια του όμως έγιναν μόλις το 472. Το θέατρο αποπερατώθηκε όταν ο Λυκούργος διαχειριζόταν τα οικονομικά των Αθηνών (338- 326), οπότε κοσμήθηκε με αγάλματα των τριών μεγάλων τραγικών, του Αισχύλου του Σοφοκλή και του Ευριπίδη. Σύμφωνα με τις έρευνες του Dorpeld ο Λυκούργος μαρμάρωσε το θέατρο ενώ πριν από αυτόν γινόταν κάποια πρόσχωση της γης για τους θεατές και κατασκευαζόταν κάθε χρόνο πρόχειρη σκηνή για τους υποκριτές.</p>
<p>Ενώ στην αρχή όπως αναφέραμε, η διδασκαλία της τραγωδίας γινόταν σε κυκλική ορχήστρα στον περίβολο του ναού του Διόνυσου χωρίς καθορισμένο βάθος και υπήρχαν πρόχειρα παραπήγματα και υπόστεγα για τους υποκριτές, με τον καιρό η ορχήστρα αποχωρίστηκε από το ναό και αποτέλεσε τον κυριότερο χώρο του θεάτρου. Στο μέσο της ορχήστρας υπήρχε βωμός, η θυμέλη, στην οποία αρχικά γίνονταν θυσίες. Η σκηνογραφία της τραγωδίας εμφανιζόταν σε πίνακα, που τοποθετούσαν στην άκρη της ορχήστρας, απέναντι από τους θεατές.</p>
<p>Μεταξύ της σκηνής και της ορχήστρας υπήρχαν διάδρομοι, είσοδοι και πάροδοι, που χρησιμοποιούνταν από τους υποκριτές και το χορό. Από την είσοδο στα δεξιά των θεατών έμπαιναν οι κάτοικοι της πόλης και από την είσοδο στα αριστερά οι κάτοικοι των αγρών.</p>
<p>Οι ποιητές χρησιμοποιούσαν στις τραγωδίες τους ορισμένες επινοήσεις για να εντυπωσιάσουν τους θεατές, τον γερανό, τη μηχανή ή το θεολογείον (για να δείξουν τους ηθοποιούς στον αέρα) το εκκύκλημα (για να δείξουν το εσωτερικό ανακτόρου, ναού) κλπ. Ο [[Αισχύλος]] έκανε χρήση των επινοήσεων αυτών στις παραστάσεις των έργων του, ο [[Σοφοκλής]] περιορισμένη και ο [[Ευριπίδης]] έκανε κατάχρηση της μηχανής και του θεολογείου, για να παρουσιάσει τους από μηχανής θεούς.</p>
<p>Ο θρησκευτικός χαρακτήρας της τραγωδίας, για τον οποίο έγινε ήδη λόγος, φαίνεται από το ότι την τιμητική έδρα στο θέατρο του Διονύσου στη μέση της πρώτης σειράς των καθισμάτων κατείχε ο ιερέας του Διονύσου Ελευθερέως. Έτσι το δράμα περιλήφτηκε στον κύκλο των μουσικών αγώνων και ορίστηκαν έπαθλα για τους νικητές.</p>
<p>Διδασκαλίες δραμάτων γίνονταν στην Αθήνα στα Μεγάλα ή εν άστει Διονύσια, που γιορτάζονταν το μήνα Ελαφηβολιώνα (Μάρτιο- Απρίλιο) και στα Λήναια, το μήνα Γαμηλιώνα (Ιανουάριο- Φεβρουάριο). Κατά τη διάρκεια της εορτής των Διονυσίων η Αθήνα ζούσε μεγάλες μέρες. Έφταναν εκεί αντιπρόσωποι από όλες τις συμμαχικές πόλεις, προσκόμιζαν τους φόρους και παρακολουθούσαν τους δραματικούς αγώνες. Γι' αυτό της εορτής επιστατούσε ο επώνυμος άρχων της πόλης. Διδάσκονταν τότε νέες τραγωδίες και μόνο τρεις ποιητικές επιτρεπόταν να διαγωνιστούν κατά τον 5ο και 4ο π.Χ. αιώνα θα είχε δε προηγηθεί επιλογή τους. Όφειλαν να παρουσιάσουν τετραλογία από τρεις τραγωδίες κι ένα σατυρικό δράμα που απαραίτητα έπρεπε να έχουν σχέση μεταξύ τους. Κατακλείδα θα ήταν το σατυρικό δράμα που από μερικούς χαρακτηρίζεται '''"τραγωδία παίζουσα"'''. Η διδασκαλία της τετραλογίας θα διαρκούσε επί τρεις συνεχές ημέρες. Για τις τραγωδίες που διδασκόταν στα Λήναια δε γνωρίζουμε πολλά. Κατά την εορτή αυτή, στην οποία εποπτεύεται ο άρχων βασιλεύς, φαίνεται ότι κύριο αγώνισμα ήταν η ακόλαστη κωμωδία τουλάχιστον στα μετά το 472 χρόνια. Όπως λέγει ο Αριστοφάνης στους Αχαρνής (503) οι Αθηναίοι στα Λήναια ήταν μόνοι τους και μπορούσαν άφοβα να επικρίνουν την πολιτική τους. Διδάσκονταν και τραγωδίες στα Λήναια. Ο Αθηναίος (V, 217a) αναφέρει την νίκη του τραγικού Αγάθωνος σε αυτά.</p>
<p>Η δαπάνη των παραστάσεων καταβαλλόταν από τους χορηγούς, πλούσιους Αθηναίους που ασκούσαν έτσι λειτουργία. Στα χρόνια της παρακμής της πόλης τη δαπάνη την κατέβαλλε η πολιτεία. Η κρίση του δραματικού αγώνα γινόταν στην αρχή με βοή αργότερα με κριτικούς, πιθανώς πέντε, οι οποίοι κληρώνονταν από τον κατάλογο πολιτών.</p>
<p>Η λειτουργία των χορηγών χρονολογείται κατά το Πάριο μάρμαρο από το 509/8. Σύμφωνα με σχόλιο του Αριστοφάνη από την εποχή του άρχοντα Καλλίου (406/5) δύο πολίτες χορηγούσαν τα Διονύσια. Μετά τον Αλέξανδρο αντί τους χορηγούς υπήρχαν αγωνοθέτες. Οι δαπάνες της τραγικής χορηγίας έφταναν τις 3.000 δραχμές και της κωμικής τις 1.600.</p>
<p>Ο ποιητής και ο χορηγός του δράματος, που νικούσε, βραβευόταν με στέφανο από κισσό, όπως και ο καλύτερος υποκριτής. Ο ποιητής ως διδάσκαλος του χορού έπαιρνε μισθό. Πόσος ήταν ο μισθός μπορούμε να εικάσουμε από τα απονεμόμενα στα Παναθήναια έπαθλα. Σύμφωνα με επιγραφή, ο πρώτος κιθαρωδός έπαιρνε χρυσό στεφάνι ελαίας αξίας 1.000 δραχμών και 500 αργυρές δραχμές, ο δεύτερος 1.200, ο τρίτος 600, ο τέταρτος 400 και ο πέμπτος 300. Ανάλογος πρέπει να ήταν και ο μισθός των ποιητών.</p>
<p>Μόνο οι Αθηναίοι είχαν το προνόμιο να γίνονται μέλη του χορού. Αργότερα, αλλά μόνο στα Λήναια, γίνονταν και μέτοικοι. Οι υποκριτές δίδασκαν όλα τα μέρη της τραγωδίας εκτός από τα του χορού. Οι υποκριτές, όπως και οι χορευτές, έφεραν προσωπεία, ανάλογα με τους ρόλους τους. Φορούσαν κοθόρνους, υποδήματα με πολύ παχιά καττύματα, κατασκευασμένα έτσι ώστε να χρησιμεύουν και τα δύο για το ένα ή το άλλο πόδι. Γι' αυτό οι Αθηναίοι καλούσαν κοθόρνους τους πολίτες, που εύκολα μεταπηδούσαν από τη μια μερίδα στην άλλη.</p>
<p><b>Οι κυριότεροι εκπρόσωποι της αττικής τραγωδίας</b></p>
<p>Ασφαλώς οι μεγαλύτερες μορφές της αττικής τραγωδίας υπήρξαν ο '[[Αισχύλος]], ο [[Σοφοκλής]] και ο [[Ευριπίδης]]. Και οι τρεις με το μεγαλόπνοο έργο τους συνέβαλαν στην ανάπτυξη του τραγικού δράματος στην Αθήνα και υπήρξαν οι κυριότεροι διαμορφωτές του. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει ο Αισχύλος, ο μέγιστος των τραγικών, που αναδεικνύεται πλάι στο δραματικό συγγραφέα και μεγάλος ποιητής, ώστε και σήμερα να μπορούμε άφοβα να τον συγκαταλέγουμε ανάμεσα στους περιφημότερους ποιητές της ανθρωπότητας. Ο Σοφοκλής πάλι ξεχωρίζει για το δραματικό βάθος των τραγωδιών του, την ανθρωπιά των ηρώων του και την προσήλωσή του στους μύθους της Αττικής. Τέλος ο Ευριπίδης διακρίνεται για τις τεχνικές και γενικότερες καινοτομίες, που εισήγαγε στο αρχαίο ελληνικό θέατρο. Ο Ευριπίδης επιχείρησε να εισδύσει στο βάθος της ψυχής του ανθρώπου και να την παραστήσει σε κατάσταση πάθους. Φέρνει δε συχνά τους ήρωές του σε εσωτερικές συγκρούσεις καθήκοντος και πάθους.</p>
 
<p><b>====Οι άλλοι τραγικοί</b></p>====
<p>Οι τρεις μεγάλοι τραγικοί, ο Αισχύλος, ο Σοφοκλής και ο Ευριπίδης δεν ήταν οι μόνοι αττικοί συγγραφείς τραγωδιών των χρόνων αυτών. Στη σχολή του Αισχύλου ανήκε ο γιος του Ευφορίων, που νίκησε τέσσερις φορές. Ο γιος της αδελφής του Αισχύλου Φιλοκλής έγραψε και αυτός τραγωδίες, που η Σούδα ανεβάζει σε 100 και μεταξύ των οποίων ήταν η τετραλογία '''"Πανδιονίς"'''.</p>
<p>Ο γιος του Σοφοκλή Ιοφών δίδαξε κατά τη Σούδα πενήντα δράματα. Τραγωδίες έγραψε και ο νόθος γιος του Αρίστων και ο εγγονός του μεγάλου τραγικού Σοφοκλής ο νεότερος. Επίσης ο ανιψιός του δημιουργού της '''"Μήδειας"''' Ευριπίδης ο νεότερος.</p>
Γραμμή 109 ⟶ 89 :
 
===Η αττική κωμωδία===
Και οι ρίζες της κωμωδίας είναι επίσης άγνωστες. Κατά τον Αριστοτέλη η κωμωδία προήλθε από τα φαλλικά άσματα που σχετίζονταν πάλι με την λατρεία του Διονύσου και η ονομασία της προήλθε από τον κώμο, μια εύθυμη συντροφιά που έπαιρνε μέρος σε αυτές τις γιορτές. Η κωμωδία άργησε να ενταχθεί σε επίσημα προγράμματα διαγωνισμών σε σχέση με την τραγωδία: ο πρώτος διαγωνισμός κωμωδίας στα Μεγάλα Διονύσια έγινε το [[486 π.Χ.]] με νικητή τον [[Χιωνίδης|Χιωνίδη]].
 
<p>Όπως ήδη αναφέρθηκε, κατά τον Αριστοτέλη η κωμωδία προήλθε '''"από
των εξαρχόντων τα φαλλικά"'''. Σε πολλά μέρη της αρχαίας Ελλάδας οι
Γραμμή 175 ⟶ 157 :
του λέγεται ότι σκόρπισε πολύ γέλιο στους Αθηναίους σε δύσκολους
καιρούς.</p>
<p>'''<b>====Αριστοφάνης'''</b></p>====
<p>Ο χρόνος που γεννήθηκε ο μεγαλύτερος κωμικός ποιητής της αρχαιότητας
δεν είναι γνωστός. Άλλοι τον τοποθετούν στο 453 π.Χ. άλλοι στο 452 π.Χ.