Χάλκη Πριγκιποννήσων: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μεταφορά σε επιμέρους άρθρα
Γραμμή 19:
Ο παλιός οικισμός εκτεινόταν από το λιμάνι και τον παλαιό ναό του Αγ. Νικολάου και αναπτυσσόταν σε στενά καλντερίμια και στριφογυριστά αδιέξοδα δρομάκια, συχνά καμαροσκέπαστα, που δημιουργούσαν μια γραφικότητα. Η ναυτική πολιτεία είχε ως επίκεντρο την πλατεία της Γλύφας, όπου το κεντρικό πηγάδι που είχε ανοιχτεί το 1768. Υπήρχαν επίσης άλλες οκτώ αστείρευτες πηγάδες. Το νερό ήταν πάντα λιγοστό στη Χαλκη και είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ τα σπίτια ήταν πάντα ξεκλείδωτα, οι κάτοικοι διπλοκλείδωναν τα πηγάδια και τις στέρνες τους για να ασφαλίσουν το πολύτιμο νερό. Στις αρχές του 20ού αιώνα η πόλη καταστράφηκε δυο φορές από πυρκαγιά και χτίστηκε ξανά.
 
Ο ενοριακός ναός του Αγ.Αγίου Νικολάου υπήρχε από τη βυζαντινή εποχή και ήταν κτισμένος σε ερείπια αρχαίου ναού. Ξαναοικοδομήθηκε το 18ο αιώνα και πάλι το 1857 λαμπρότερος και εντυπωσιακός σε σχέδια του Χατζή Στεφανή Γαϊτανάκη. Σε αυτή τη μορφή υπάρχει μέχρι σήμερα.
 
Το 1907 κτίστηκε το κτίριο του κοινοτικού σχολείου του νησιού με δαπάνη του μεγάλου ευεργέτη Κωνσταντίνου Ηλιάσκου, ο οποίος διατηρούσε επιβλητικό αρχοντικό στην παραλία με 22 δωμάτια κτισμένο το 1860. Ο ίδιος χρηματοδότησε την επισκευή της στέγης και του τρούλου του ναού.
Γραμμή 25:
Πολλά από τα εντυπωσιακά θέρετρα των εύπορων Ρωμιών της [[Κωνσταντινούπολη]]ς έχουν διατηρηθεί μέχρι σήμερα και ορισμένα έχουν αναπαλαιωθεί φανερώνοντας την παλιά αρχοντιά του νησιού.
 
Πέρα από την πόλη απλώνονταν το ύψωμα του Κουτρουλόμυλου και ο λόφος της Αγ.Αγίας Τριάδας. Οι πέραν της χώρας περιοχές του νησιού ανήκαν στα τρία μοναστήρια που υπήρχαν στη Χάλκη: της [[Μονή Καμαριώτισσας|Παναγίας Καμαριώτισσας]], της Αγ.[[Μονή Αγίας Τριάδας Χάλκης|Αγίας Τριάδας]] (όπου και η περίφημη [[Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης|Θεολογική Σχολή]]) και του Αγ.[[Μονή Αγίου Γεωργίου Κρημνού Χάλκης|Αγίου Γεωργίου]], που ήταν μετόχι του [[Πανάγιος Τάφος|Πανάγιου Τάφου]]. Στο νησί υπήρχαν επίσης δύο σκήτες (σώζεται [[Σκήτη Αγίου Σπυρίδωνα Χάλκης|αυτή του Αγίου Σπυρίδωνα]]) και τα σκηνώματα δέκα [[Οικουμενικός Πατριάρχης|πατριαρχών]].
 
{{επέκταση}}
==Τα μοναστήρια του νησιού==
 
===Μονή Αγίας Τριάδας===
 
Στις αρχές του 9ου αιώνα αναφέρεται η ύπαρξη της ''μονής των Δεσποτών'' στο νησί, στην οποία είχε εκτοπιστεί ο [[Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης|Θεόδωρος Στουδίτης]]. Η μονή αυτή θεωρείται πως ταυτίζεται με την μετέπειτα μονή Αγ. Τριάδας. Κάποιοι την αναφέρουν ως ''μονή του Εσώπτρου''. Το 1844 στην ανακαίνιση της μονής βρέθηκαν πλήθος αρχαιοτήτων και ένα επιτύμβιο γλυπτό, τα οποία θεωρήθηκε ότι ανήκαν σε αρχαίο ναό του [[Απόλλων]]α.
 
Το 860 η μονή λεηλατήθηκε από τους [[Ρως]] και ερειπώθηκε. Η παράδοση συνδέει την ανακαίνισή της με τον [[Πατριάρχης Φώτιος Α΄|πατριάρχη Φώτιο]].
 
Εξόριστη στη μονή παρέμεινε και η αυτοκράτειρα Θεοδοσία, σύζυγος του [[Κατάλογος των αυτοκρατόρων του Βυζαντίου|αυτοκράτορα]] [[Λέων Ε΄|Λέοντος Ε΄ Αρμένιου]].
 
Από το βυζαντινό παρελθόν της υπάρχει άλλη μια πληροφορία που φέρει τη βασίλισσα Αικατερίνη Κομνηνή να έχει μονάσει εδώ στα [[1063]], λαβούσα το όνομα "μοναχή Ξένη".
 
Όμως, η σπουδαιότητα της μονής Αγ. Τριάδας συνίσταται στην ίδρυση εδώ το [[1844]] της ονομαστής [[Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης|Θεολογικής Σχολής της Χάλκης]] από τον [[Πατριάρχης Γερμανός Δ΄|πατριάρχη Γερμανό Δ΄]]. Για 150 χρόνια η Θεολογική Σχολή υπήρξε το φυτώριο θεολόγων και ιεραρχών της [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθόδοξης Εκκλησίας]].
 
===Μονή Καμαριώτισσας===
 
Η δεύτερη, κι οπωσδήποτε ιστορικά σημαντικότερη, μονή του νησιού ήταν κτισμένη σε ένα διάσελο ανάμεσα σε δύο πευκόφυτους λόφους. Η απόκεντρη αυτή περιοχή είχε προσελκύσει από τα πρώτα βυζαντινά χρόνια μεμονωμένους αναχωρητές που ζούσαν είτε σε σκηνές (σκηνίτες) είτε σε μικρά κελιά, ακόμα και πάνω σε δέντρα κάποιοι. Οι μοναχοί αυτοί κάποια στιγμή συγκρότησαν ένα κοινόβιο. Αυτό συνέβη μάλλον τον 11ο αιώνα, όπως προκύπτει από τη μελέτη της σωζόμενης τοιχοποιίας.
 
Στη θέση του κοινόβιου, το 15ο αιώνα ο αυτοκράτορας [[Ιωάννης Η'|Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος]] ανέγειρε ναό και μονή του Προδρόμου. Τελικά, το συγκρότημα αυτό έμεινε γνωστό ως ''"Μονή της Θεοτόκου Καμαριώτισσας"'' από ένα μικρό ναό της Θεοτόκου, του οποίου η καμπάνα ήταν κρεμασμένη σε μια πετρόκτιστη καμάρα. Ο ναΐσκος συνδέεται με την πριγκίπισσα Μαρία Κομνηνή Παλαιολογίνα, κόρη του αυτοκράτορα της Τραπεζούντας. Οι κάτοικοι αποκαλούσαν τη μονή και "Κουμαριώτισσα", από τις πολλές κουμαριές που την περιστοίχιζαν.
 
Το 1672 κάηκε η στέγη του ναού του Προδρόμου. Ανακαινιστής της μονής υπήρξε ο [[Νικούσιος Παναγιωτάκης]], μεγάλος [[δραγουμάνος]] της [[Υψηλή Πύλη|Υψηλής Πύλης]].
 
Το 1796 ο [[Αλέξανδρος Υψηλάντης (πρεσβύτερος)|Αλέξανδρος Υψηλάντης]], ηγεμόνας της [[Βλαχία]]ς, ανοικοδόμησε ριζικά το μοναστήρι, το οποίο είχε περιπέσει σε άθλια κατάσταση. Στην ανοικοδόμηση είχαν συνεισφέρει επίσης ο [[Παΐσιος Β΄|Πατριάρχης Παΐσιος Β΄]] και η κεντήστρα Μαριώρα. Ο Υψηλάντης προίκισε τη μονή με πλούσια μετόχια στο [[Βουκουρέστι]] και στη νήσο [[Πρώτη (νήσος)|Πρώτη]]. Όμως, σε αντάλλαγμα της ευεργεσίας πέτυχε να έχει λόγο η οικογένειά του στο διορισμό του ηγουμένου.
 
Στο κιόσκι της Καμαριώτισσας έγιναν πολλές συνάξεις [[Φιλική Εταιρεία|Φιλικών]], στα χρόνια της προετοιμασίας της [[ελληνική επανάσταση|επανάστασης του εικοσιένα]], με συνέπεια η οικογένεια Υψηλάντη να στερηθεί την Καμαριώτισσα, την επιστασία της οποία ανέλαβε το [[Οικουμενικό Πατριαρχείο]].
 
Από το 1831 στη μονή στεγάστηκε το Ελληνικό Φροντιστήριο, σχολή που ίδρυσαν δεκαπέντε [[Έλληνες]] έμποροι με τη συνδρομή του [[Κωνστάντιος Α΄|πατριάρχη Κωνστάντιου Α΄]]. Η ''"Ελληνεμπορική Σχολή",'' όπως έμεινε γνωστή, λειτούργησε ως τον [[Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος|Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο]]. Άλλωστε το 1905 είχε υποστεί ζημιές από πυρκαγιά.
 
Το 1916 το κτίσμα κατέλαβε ετσιθελικά το υπουργείο Ναυτικών της [[Τουρκία]]ς για να στεγάσει ναυτική σχολή. Όμως, το πατριαρχείο κατάφερε να ανακτήσει τον έλεγχό της κι εγκατέστησε εκεί την "Εθνική Στέγη": ορφανοτροφείο θηλέων προσφύγων της [[Μικρασιατική καταστροφή|μικρασιατικής καταστροφής]].
 
Τελικά, το 1942 το Υπουργείο Ναυτικών κατέλαβε και πάλι τα κτίρια, αυτή τη φορά οριστικά, δημιουργώντας εκεί ναυτική ακαδημία. Τα κειμήλια της μονής, το τέμπλο και οι εικόνες μεταφέρθηκαν είτε στη μονή Αγ. Τρίαδας είτε στο πατριαρχείο. Ο ναός της Θεοτόκου μετατράπηκε σε αποθήκη.
 
===Μονή Αγίου Γεωργίου===
 
Η αγιοταφίτικη μονή Αγ. Γεωργίου βρίσκεται στην ανατολική ακτή του νησιού, αντίκρυ στην [[Πρίγκηπος (νήσος)|Πρίγκηπο]]. Τα κελιά της μοιάζουν να αιωρούνται, κρεμασμένα πάνω από τους γκρεμούς της απότομης ακτής γι' αυτό την αποκαλούσαν και ''"Αγ. Γεώργιο του Κρημνού"''.
 
Η ακριβής χρονολογία ίδρυσης της μονής δεν είναι εξακριβωμένη. Όμως, θεωρείται επίσης αρχαία, όπως οι άλλες δυο μονές του νησιού. Δηληδή πως υπήρχε από τα χρόνια του [[Βυζάντιο|Βυζαντίου]]. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση η σημερινή μονή ιδρύθηκε μετά την [[Άλωση]] στη θέση της παλαιάς βυζαντινής ''"Σκήτης του Ακεψιμά"'', η οποία είχε ερειπωθεί ύστερα από τις επιδρομές των Λατίνων.
 
Η επανίδρυση αυτή τοποθετείται στο β΄ μισό του 16ου αιώνα, μεταξύ 1563-1593, όπως προκύπτει από έγγραφα επικοινωνίας του τότε ηγούμενου Αρσενίου με τον [[τσάρος|τσάρο]] της [[Ρωσία]]ς. Το 1758 βρισκόταν σε κατάσταση ερειπιώδη και ανοικοδομήθηκε εκ βάθρων από τον μητροπολίτη [[Ιωαννίκιος Γ΄|Ιωαννίκιο Καρατζά]], ο οποίος μετέπειτα έγινε [[Οικουμενικός Πατριάρχης]]. Ό Ιωαννίκιος μετά την καθαίρεση του από τον οικουμενικό θρόνο εμόνασε στη μονή, της οποίας ήταν πλέον κτήτωρ, για το υπόλοιπο του βίου του. Δυσαρεστημένος από το [[Φανάρι]], πριν το θάνατό του την αφιέρωσε στον Πανάγιο Τάφο. Έτσι η μονή έγινε αγιοταφίτικο μετόχι.
 
Όπως αναφέρουν προσκυνητές, το καθολικό της ήταν εξαιρετικής τέχνης, με ξυλόγλυπτο τέμπλο, μαρμάρινα κοσμήματα και υπέροχο μωσαϊκό δάπεδο. Από τον παλιό αυτό ναό σώθηκε μόνο η εικόνα του Αγ. Γεωργίου (ιστορημένη το 1764 "δια χειρός Μελετίου μοναχού"), από την πυρκαγιά που τον κατέκαυσε το 1881. Τον αμέσως επόμενο χρόνο το καθολικό κτίστηκε ξανά, έπειτα από γενναία χορηγία του τσάρου της Ρωσίας.
 
Τα επόμενα χρόνια έζησε και πέθανε εδώ το 1910 ο [[Κατάλογος Πατριαρχών Ιεροσολύμων|πατριάρχης Ιεροσολύμων]] [[Νικόδημος Α΄ Ιεροσολύμων|Νικόδημος Α΄]], ο τάφος του οποίου υπάρχει στον περίβολο της μονής. Στη συνέχεια ηγούμενοι αναδείχθηκαν ο Γερμανός Αποστολάτος (1918-37), ο Ιωάννης Οικονομίδης ή "Παπαγιάννης" (1939-88), ο Θεοφάνης (1989-94) και ο Φώτιος ως το 1999.
 
Σήμερα είναι εγκαταλελειμμένη και χρήζει αναστήλωσης, αφού από το σεισμό της [[Νικομήδεια]]ς του 1999 έπαθε σοβαρές ζημιές. Οι ιδιοκτησίες της μονής περιορίζονται πλέον στον εντός του περιβόλου χώρο, μιας και όλα τα υπόλοιπα ακίνητα που είχε επί της νήσου τα κατέλαβε αυθαιρέτως η τουρκική ναυτική σχολή.
 
===Σκήτη Αγίου Σπυρίδωνα===
 
Η Σκήτη του Αγ. Σπυρίδωνα βρίσκεται στη νοτιοανατολική πούντα, το απότομο ακρωτήρι που οριοθετεί το λεγόμενο "Τσαμλιμάνι" του νησιού, λόγω του πυκνού πευκώνα που φτάνει ως την ακτή ([[τουρκική γλώσσα|τουρκ.]] ''çam: πεύκο''). Κτίστηκε στο β΄ μισό του 19ου αιώνα από τον αναχωρητή Αρσένιο.
 
Ο καλόγερος Αρσένιος Γανοχωρίτης ζούσε σε ένα [[Άγιον Όρος|αγιοτρείτικο]] μετόχι στο [[Φανάρι]]. Το 1862 αποφάσισε να έρθει στη Χάλκη, στα δασωμένα βουνά της οποία ζούσαν αρκετοί ασκητές γύρω από έναν φημισμένο πνευματικό, τον Ευστράτιο. Έμεινε πέντε χρόνια κοντά του και το 1868 αποφάσισε να χτίσει δική του σκήτη στο ακρωτήρι πάνω από το ''"Λιμένα της Παναγίας"'', όπως λεγόταν τότε, το σημερινό Τσαμλιμάνι.
 
Αρχικά, έφτιαξε μια ταπεινή καλύβα. Έπειτα, ανέγειρε ξύλινο ναΐσκο με δυο κελιά, άνοιξε στέρνες και πηγάδια και ισοπέδωσε το χώρο, με την ενίσχυση κυρίως του εθνικού ευεργέτη [[Γέωργιος Ζαρίφης|Γεωργίου Ζαρίφη]]. Σύντομα, άρχισαν να καταφθάνουν προσκυνητές αναζητώντας την ευλογία του.
 
Στο μεγάλο σεισμό του 1894 η σκήτη ισοπεδώθηκε. Αλλά με τη συνδρομή πολλών εύπορων πιστών, ο Αρσένιος έκτισε ξανά τη σκήτη, στη μορφή που έχει σήμερα. Η φήμη του ήταν τόση, ώστε ακόμα και ο [[σουλτάνος]] [[Αβδούλ Χαμίτ Β΄]] συνέδραμε οικονομικά με 200 χρυσές λίρες! Τον Αρσένοο σέβονταν και οι [[μουσουλμάνοι]] και στο [[ραμαζάνι]] τού έστελναν πεσκέσια! Ο Αρσένιος πέθανε το 1906. Το 1913 το λείψανό του μεταφέρθηκε στην Αγ. Τράπεζα του καθολικού της σκήτης, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα.
 
Στη σκήτη τον διαδέχθηκε ο Σωφρόνιος, καλόγερος και αγιογράφος, που έζησε εκεί πολλά χρόνια. Ακολούθως, ασκήτεψε ο αρχιμανδρίτης Κυπριανός Στυλιανίδης από την [[Καισάρεια]] της [[Καππαδοκία]]ς, τον οποίο τραυμάτισαν θανάσιμα ληστές το 1964 και πέθανε σε ηλικία 84 ετών. Από τότε στη Σκήτη μένει μόνο ένας φύλακας, ο Θεόδωρος Ροκκάς.
 
Οι λιγοστοί Ρωμιοί της Χάλκης δεν επισκέπονται συχνά τη Σκήτη, αλλά έρχονται πολλές Τουρκάλες με τάματα, βάζουν λάδι στην καντήλα του Αρσενίου κι ανάβουν τα κεριά του ναού.
 
==Πηγή==
* '''Ακύλα Μήλλα''', «Πριγκηπόνησα», εκδ. ΤΑ ΝΕΑ, 2008.
 
* '''Ακύλα Μήλλα''', «Πριγκηπόνησα», εκδ. ΤΑ ΝΕΑ, 2008.