Ιωακείμ Γ΄ Μεγαλοπρεπής: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 6:
Στις [[4 Οκτωβρίου]] [[1878]], μετά τον θάνατο του Ιωακείμ Β', εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης. Ρύθμισε με επιτυχία πολλά διοικητικά ζητήματα και φρόντισε ιδιαίτερα για την ενίσχυση της παιδείας. Έκτισε το Ιωακείμειο Παρθεναγωγείο και το [[1880]] έθεσε και πάλι σε λειτουργία το πατριαρχικό τυπογραφείο και εξέδωσε το περιοδικό [[Εκκλησιαστική Αλήθεια]], με διευθυντή συντάξεως το [[Μανουήλ Γεδεών]] ([[1883]]). Ακόμη Ίδρυσε την πατριαρχική βιβλιοθήκη, έθεσε τα θεμέλια του νέου οικοδομήματος της [[Μεγάλη του Γένους Σχολή|Μεγάλης του Γένους Σχολής]] στο λόφο του Φαναρίου ([[30 Ιανουαρίου]] [[1880]]) και επέκτεινε τις κτιριακές εγκαταστάσεις του Πατριαρχείου. Με έξοδα του ευεργέτη Ευστάθιου Ευγενίδη οικοδομήθηκε ιδιαίτερο ενδιαίτημα για τον Πατριάρχη, καθώς και πατριαρχικό παρεκκλήσι του [[Απόστολος Ανδρέας|Αγίου Ανδρέα]]. Συνέστησε την κεντρική Ιερατική Σχολή και ενίσχυσε τη [[Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης|Θεολογική Σχολή Χάλκης]], βοηθώντας μάλιστα τους αποφοίτους της να συνεχίσουν τις σπουδές τους στο εξωτερικό. Το [[1879]] αναγνώρισε το αυτοκέφαλο της [[Πατριαρχείο Σερβίας|σερβικής Εκκλησίας]] και μεταβίβασε τη Μητρόπολη Δρύστρας στην [[Πατριαρχείο Ρουμανίας|Εκκλησία της Ρουμανίας]]. Το [[1882]] παραχώρησε τις μητροπόλεις [[Θεσσαλία|Θεσσαλίας]] και [[Άρτα|Άρτας]] στην [[Εκκλησία της Ελλάδος|ελληνική Εκκλησία]] αφού ήδη είχε προηγηθεί η πολιτική τους ενσωμάτωση. Στις [[30 Μαρτίου]] [[1884]] εξαναγκάστηκε σε παραίτηση επειδή αντέδρασε στις απαιτήσεις της τουρκικής κυβέρνησης να καταργηθούν τα προνόμια που είχαν παραχωρηθεί στην Ορθόδοξη Εκκλησία.
 
Αποσύρθηκε στη γενέτειρα του και περιόδευσε στα πατριαρχεία Αλεξανδρείας, Ιεροσολύμων και Αντιοχείας, και τέλος εγκαταστάθηκε στο [[Κελί (μοναστικό)|κελί]] Μυλοποτάμου της [[Μονή Μεγίστης Λαύρας|Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας]] του [[Άγιο Όρος|Αγίου Όρους]] όπου παρέμεινε επί 12 έτη. Στις [[25 Μαΐου]] [[1901]] επανήλθε στον οικουμενικό θρόνο, καθώς εξελέγη για δεύτερη φορά Οικουμενικός [[Πατριάρχης]], διαδεχόμενος τον παυθέντα [[Πατριάρχης Κωνσταντίνος Ε΄|Κωνσταντίνο Ε΄]].
 
Κατά τη 2η πατριαρχεία του συμπλήρωσε και βελτίωσε τα οικονομικά του Πατριαρχείου, ίδρυσε ορφανοτροφείο θηλέων στη νήσο [[Πρώτη (νήσος)|Πρώτη]] και αρρένων στην [[Πρίγκηπος|Πρίγκηπο]], συνέστησε τη σχολή Γλωσσών και Εμπορίου με μαθητές και Τούρκους, συμπλήρωσε την οικοδομή των νοσοκομείων [[Βαλουκλή]] βοηθούμενος κυρίως από τις οικογένειες Ζαρίφη, Μαυρογορδάτου, Βαλλιάνου, Νεγρεπόντη, Κορωνιού, Σινιόσογλου και άλλων από [[Ελλάδα]], [[Βουλγαρία]], [[Ρουμανία]], [[Ρωσία]] καθώς και από [[Αίγυπτος|Αίγυπτο]]. Τέλος, παρασκέυασε [[Άγιο Μύρο]] δύο φορές, το [[1903]] και το [[1912]].