Ασβεστίτης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ →‎Γενικά: Όνομα
Γραμμή 29:
Η ονομασία "calcite" προέρχεται από το Λατινικό "calx", που σημαίνει "ασβέστης", λέξη η οποία αποτελεί αντιδάνειο του αρχαίου ελληνικού "''χάλιξ''".
 
Αποτελεί το κύριο συστατικό των κελυφών πολλών οργανισμών ([[Εχινόδερμα|Εχινοδέρμων]], [[Μαλάκια|μαλακίων]], [[Κοράλλι|κοραλιών]] κτλ.), των περιβλημάτων των ωών (αυγών) των ερπετών και των πτηνών και των σκελετών των περισσότερων σπονδυλωτών.
 
Ανευρίσκεται παγκοσμίως και αποτελεί το βασικό συστατικό των [[Ασβεστόλιθος|ασβεστολίθων]] καθώς και των [[Μάρμαρο|μαρμάρων]] καθώς και των σταλακτιτών / σταλαγμιτών των σπηλαίων. Λόγω των ποικίλων τρόπων σχηματισμού του - είναι ιζηματογενούς προελεύσεως - έχουν περιγραφεί πάνω από 800 διαφορετικές μορφές του. Απαντά, επίσης, και ως [[Αραγονίτης]] (πολυμορφική μορφή του με την ίδια χημική σύσταση αλλά διαφορετικό σύστημα κρυστάλλωσης). Η ολοσχερώς διαφανής παραλλαγή του ονομάζεται ισλανδική κρύσταλλος (αγγλ. Iceland spar ή calcite spar) και εμφανίζει έντονα το φαινόμενο της διπλοθλαστικότητας, γι' αυτό και χρησιμοποιείται στην κατασκευή οπτικών οργάνων (πρίσματα Nicol). Άλλες παραλλαγές του είναι ο μονοϋδρασβεστίτης (CaCO<sub>3</sub>.H<sub>2</sub>O), o ικαΐτης (CaCO<sub>3</sub>.6H<sub>2</sub>O) και ο βατερίτης (CaCO<sub>3</sub>).