Αρχαιολογικός πολιτισμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 1:
O πολιτισμός -(culture) ενίοτε και (civilization) σε διαφορετικό εννοιολογικό πλαίσιο- είναι ένας από τους πλέον συνηθισμένους όρους στη σύγχρονη [[αρχαιολογία]], που προήλθε από την [[ανθρωπολογία]] και την [[κοινωνιολογία]]. Oι εθνολόγοι Alfred Kroeber και Clyde Kluckhohn το [[1952]], σε μια προσπάθειά τους να καταγράψουν τα διαφορετικά νοήματα αυτής της λέξης κατέληξαν σε 164 διαφορετικές ερμηνείες. Ο ανθρωπολόγος E. B. Tylor έθεσε τις βάσεις ενός ορισμού στα τέλη του 19ου αι. ([[1871]]) καθορίζοντας τον πολιτισμό (culture) ως "σύνθετο σύνολο που περιλαμβάνει τη γνώση, την πίστη, την [[τέχνη]], τον νόμο, τα ήθη και τα έθιμα και άλλες δεξιότητες που απέκτησε ο άνθρωπος ως μέλος μιας κοινωνικής ομάδας. Υπό μία γενική έννοια λοιπόν είναι μια κοινά αποδεκτή μορφή συμπεριφοράς που υιοθετείται από μια δεδομένη [[κοινωνία]] και που περιλαμβάνει διακριτά και πολύπλοκα συστήματα [[Τεχνολογία|τεχνολογίας]], κοινωνικής οργάνωσης, σκέψης, [[Κοσμολογία|κοσμολογίας]], και ιδεολογίας. Ο πολιτισμός συνδέει την ανθρώπινη κοινωνία με το περιβάλλον της και για τον Leslie White, που έγραψε στα τέλη του [[1950]], είναι ένα υπερσωματικό χρονικό συνεχές πραγμάτων και γεγονότων εξαρτώμενων από τη συμβολοποίηση... έναν μηχανισμό δηλαδή που εξασφαλίζει την ασφάλεια και τη διάρκεια ομάδων και ατόμων του ανθρώπινου είδους.
Στην καθαρά αρχαιολογική του έννοια, η ιδέα του πολιτισμού καθιερώθηκε στα τέλη του [[1920]] από τον
Στην [[Ελλάδα]] αξίζει να αναφερθεί πως δεν υπάρχει διευκρίνιση ή ορισμός του όρου "πολιτισμός" ούτε στο [[Σύνταγμα]], και περισσότερο συνδέεται ως όρος με την ελληνική πολιτιστική κληρονομιά.
|