Ιουδαιοχριστιανικός πλατωνισμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Papyrus (συζήτηση | συνεισφορές)
Papyrus (συζήτηση | συνεισφορές)
Γραμμή 48:
#Η τελική συνάντηση του ανθρώπου με τον Θεό, θα γίνει με τον άνθρωπο ως ψυχοσωματική ενότητα (το οποίο για τη φιλοσοφική σκέψη ήταν αδιανόητο<ref>Καρακωστάνογλου, "Συνάντηση Χριστιανισμού...", ό.π., σελ. 14.</ref>) και όχι ως ψυχή μόνο, και σε αντίθεση με την φιλοσοφία, ο άνθρωπος δεν θα ενταχθεί στην ουσία του θεού από την οποία απορρέει, αλλά θα παραμείνει ετερούσιος του Θεού και θα γίνει Θεός μόνο κατά χάρη<ref>Καρακωστάνογλου, "Συνάντηση Χριστιανισμού...", ό.π., σελ. 13.</ref>.
#Σημαντικό είναι ακόμη το γεγονός ότι η λύτρωση και σωτηρία του ανθρώπου στον χριστιανισμό, δεν τον οδηγεί σε μια τελική και οριστική κατάσταση όπως πρεσβεύει η φιλοσοφία, αλλά σε μια κατάσταση αιώνιας προόδου<ref>Καρακωστάνογλου, "Συνάντηση Χριστιανισμού...", ό.π., σελ. 15.</ref>.
#Στο ίδιο πλαίσιο παρουσιάζεται και η διαφοροποίηση του Νεοπλατωνισμού από την χριστιανική διδασκαλία περί [[Αγία Τριάδα|Αγίας Τριάδας]]<ref>''"Επομένως όσοι νομίζουν ότι αυτές οι τρεις υποστάσεις είναι η χριστιανική τριάδα δεν έχουν καταλάβει τον Πλωτίνο ή σκέφτονται 'χριστιανικά', καθώς ερμηνεύουν τη φιλοσοφία του"'' (Ματσούκας Α. Νίκος, ''Ιστορία της Φιλοσοφίας'', 7η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 250).</ref><ref>''"Εις την ελληνικήν κυρίως Πατερικήν Παράδοσιν η τοιαύτη ταύτισις των περί Θεού διδασκαλιών των Πλατωνικών και των Χριστιανών θα προεκάλη τον γέλωτα, όχι μόνον των Ορθοδόξων αλλά και των Νεοπλατωνικών"'' (Ρωμανίδης Σ. Ιωάννης, 'Δογματική και Συμβολική Θεολογία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας', τόμ. Α', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1999 (c1973), σελ. 350).</ref>. Ο [[Πλωτίνος]], κορυφαίος εκπρόσωπος του [[Νεοπλατωνισμός|Νεοπλατωνισμού]], έχοντας γνώση των ανατολικών θρησκειών, του γνωστικισμού και του χριστιανισμού<ref>Παπαδόπουλος Γ. Στυλιανός, ''Πατρολογία'', τόμ. Α΄, έκδ. 4η, Αθήνα 2000, σελ. 156.</ref> δημιούργησε δικό του φιλοσοφικό σύστημα. Η Θεότητα του Πλωτίνου είναι μια μονάδα, το ''Έν'', το οποίο είναι ουσία, χωρίς προσωπική ετερότητα. Αυτή η ουσία ''ξεδιπλώνεται'' ιεραρχικά σε ''Νου'' και ''Ψυχή'', τα οποία αποτελούν απρόσωπα ξεδιπλώματα της ουσίας του ''Εν''. Αντιθέτως, στην χριστιανική διδασκαλία υπάρχουν ιδιαίτερες προσωπικές υποστάσεις όπως ο [[Ιησούς Χριστός]] και το [[Άγιο Πνεύμα]] τα οποία στα πλαίσια της ετερότητάς τους έχουν ιδιώματα ''ακοινώνητα'', δηλαδή που ανήκουν μόνο στην υπόσταση που τα έχει και σε καμμία άλλη<ref>Ρωμανίδης, ''Δογματική...'', τόμ. Α', ό.π., σελ. 300.</ref>. Επανερχόμενοι στον νεοπλατωνισμό, το "άπλωμα" της ουσίας του ''Εν'' δεν μένει τριμερές, αλλά καταλήγει σε πολλαπλή μορφή, αφού ξεδιπλώνεται σε ''Φύση'' και ''Ύλη'', σε μια ενιαία διάρθρωση της πραγματικότητας<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Ιστορία της Φιλοσοφίας'', 7η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 249.</ref>. Έτσι ούτε στον νεοπλατωνισμό υπάρχει η έννοια της δημιουργίας και η σχέση κτιστού-ακτίστου, αλλά μόνο απορροή από την ουσία της απρόσωπης αρχής<ref>Παπαδόπουλος, ''Πατρολογία'', τόμ. Α΄, ό.π., σελ. 155.</ref>. Η όλη πραγματικότητα είναι μόνο το ''Εν'' και σε αντίθεση με τον χριστιανισμό, αυτό δεν κινείται προς τον άνθρωπο. Τελικός σκοπός του ανθρώπου είναι να ενσωματωθεί η ψυχή του στο ''Εν'', με το οποίο είναι ομοούσια<ref>Ματσούκας, ''Ιστορία της Φιλοσοφίας'', ό.π., σελ. 250.</ref>. Αδιανόητες παραμένουν για τον πλατωνισμό και νεοπλατωνισμό οι διδασκαλίες περί αγιασμού του σώματος, ο ψυχοσωματικός άνθρωπος και η σωτηρία του ψυχοσωματικούως ανθρώπουψυχοσωματική οντότητα<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Οικουμενική Θεολογία'', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2005, σελ. 201.</ref>.
 
Τελικά, η πλατωνική και νεοπλατωνική φιλοσοφία για την Πατερική θεολογία είχε μεν τον ρόλο ενός ''"τεχνητού βοηθητικού οργάνου στην υπηρεσία της κατανοήσεως των θείων αληθειών"'' πρέπει όμως, ετκός των παραπάνω, να διευκρινιστεί και το σημαντικότερο: ''"ενώ η φιλοσοφία παρέχει κάποια ικανοποίησι στο ανθρώπινο πνεύμα, όμως δεν μπορεί να λύτρωση τον άνθρωπο"''<ref>Φούγιας Γ. Μεθόδιος, ''Το Ελληνικό Υπόβαθρο του Χριστιανισμού'', Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1992, σελ. 142.</ref>.