Συζήτηση:Ιστορικότητα του Ιησού: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
JohnMad (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 179:
 
Συμφωνώ. Επιπλέον το κομμάτι για Τάκιτο, Σουητώνιο κλπ. μου κάνει λίγο POV υπέρ της ιστορικότητας έτσι όπως είναι γραμμένο. Τα κείμενα αυτά απλώς μας λένε ότι υπήρχαν χριστιανοί που πίστευαν στην ιστορικότητα. Συμφωνώ και εγώ με τη μετακίνηση στο [[Ιστορικότητα του Ιησού]] ---[[Χρήστης:JohnMad|JohnMad]] 11:08, 22 Μαΐου 2008 (UTC)
 
Περί της ιστορικότητας του ιδρυτού του Εβραιοχριστιανισμού –
Η Ελληνική θέση
 
Κατ’ αρχάς, ο ιδρυτής του Εβραιοχριστιανισμού, τον οποίον όλοι οι άλλοι
λεγόμενοι ευαγγελιστές ονομάζουν Ιησού, αλλά ο Ματθαίος στο
λεγόμενο ευαγγέλιό του ονομάζει Εμμανουήλ, τοποθετείται σε μία από
τις πλέον τεκμηριωμένες ιστορικώς περιόδους.
Καί αυτό συμβαίνει, διότι στην πολυθεϊστική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία,
τόσο στην περίοδο της ηγεμονίας, όσο καί στην περίοδο της
απολυταρχίας, υπήρξαν ιστορικοί καί φιλόσοφοι μεγάλης αξίας, οι οποίοι
σίγουρα κάτι θα μπορούσαν να έχουν αναφέρει για αυτό το πρόσωπο, αν
είχε υπάρξει ιστορικώς.
 
Ας δούμε πρώτα ποιοί Έλληνες καί Ελληνόφωνοι, ή Ρωμαίοι καί
Ρωμαιόφωνοι συγγραφείς υπήρξαν καί άκμασαν αυτήν την περίοδο, ώστε
μετά να δούμε ποιοι έγραψαν ο,τιδήποτε για τον ιδρυτή αυτής της
θρησκείας.
 
Α) Στην Ελληνική Γλώσσα εκείνη την περίοδο έγραψαν οι κάτωθι
ιστορικοί καί φιλόσοφοι:
 
1) ο Στράβων ο Αμισεύς γεωγράφος: Έγραψε τα Γεωγραφικά σε 17
τόμους.
2) ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς, ρήτορας καί ιστορικός, ο οποίος
χρονικώς βρίσκεται στο μεταίχμιο του πρώτου προχριστιανικού
καί του πρώτου μεταχριστιανικού αιώνα, ο οποίος έγραψε την
Ρωμαϊκή Αρχαιολογία σε 13 τόμους, Περί συνθέσεως ονομάτων,
Περί αρχαίων ρητόρων, Περί Λυσίππου, Περί Ισοκράτους, Περί
Ισαίου, Περί της Δημοσθένους λέξεως, Περί Θουκυδίδου,
Περί Δεινάρχου, Προς Πομπήιον Γέμινον επιστολή, Προς Αμαίον
επιστολή, Περί των Θουκυδίδου ιδιωμάτων προς Αμαίον, Του
περί συνθέσεως ονομάτων επιτομή, Περί μιμήσεως,
Τέχνη ρητορική
3) ο Λογγίνος, ρήτορας του πρώτου μεταχριστιανικού αιώνα που
έγραψε το έργο «Περί ύψους»
4) ο Δημήτριος, ο οποίος έζησε τον πρώτο προχριστιανικό ή
μεταχριστιανικό αιώνα, ενώ ήταν περιπατητικός φιλόσοφος.
5) Φιλόστρατος, έζησε τον δεύτερο προς τρίτο μεταχριστιανικό
αιώνα, ενώ έγραψε Τα ες τον Τυανέα Απολλώνιον σε οκτώ βιβλία,
δημοσίευσε τις επιστολές του Απολλωνίου, έγραψε το έργο
Βίοι σοφιστών, καθώς καί τα έργα Ηρωικός, Νέρων, Εικόνες,
Γυμναστικός, Επιστολαί, ενώ ο γιος του Φιλόστρατος ο Νεώτερος
έγραψε τις δικές του Εικόνες.
6) Αίλιος Αριστείδης,
7) Δίων ο Προυσσαεύς ή Χρυσόστομος,
8) Μάξιμος,
9) Λουκιανός, Σύριος στην καταγωγή, συγγραφέας του δευτέρου μεταχριστιανικού αιώνα.
Έγραψε πολλά έργα, αλλά αυτό που αφορά την παρούσα εργασία
είναι το έργο του «Περί της Περεγρίνου τελευτής», από το οποίο
δημοσιεύω αποσπάσματα.
10) Αρριανός, έζησε τον πρώτο προς δεύτερο μεταχριστιανικό αιώνα,
έγραψε την Αλεξάνδρου ανάβασιν, την Ινδική, τον Κυνηγετικό,
τον Περίπλου Ευξείνου Πόντου, την Τέχνη Τακτική, την Έκταξιν
κατά Αλανών καί Αποσπάσματα
11) Αππιανός, ο οποίος έζησε τον πρώτο με δεύτερο μεταχριστιανικό
αιώνα καί έγραψε ιστορία των πολέμων της Ρώμης μέχρι την
εποχή του Μιθριδάτη Στ΄ Ευπάτορα.
12) Παυσανίας, ο οποίος έζησε τον δεύτερο μεταχριστιανικό αιώνα
ήταν περιηγητής καί έγραψε την Ελλάδος περιήγησιν, σε δέκα
τόμους.
13) Δίων Κάσσιος, έγραψε την ιστορία της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας
για τα έτη μέχρι το 229μ.α.χ.χ.
14) Ηρωδιανός, έζησε καί έγραψε για την περίοδο 180 – 238μ.α.χ.χ.
15) Πλούταρχος, έζησε τον πρώτο με δεύτερο μεταχριστιανικό αιώνα,
ενώ έγραψε τους «Παραλλήλους Βίους» καί τα «Ηθικά».
16) Διόφαντος, ο οποίος έζησε τον τρίτο μεταχριστιανικό αιώνα, ήταν μαθηματικός καί έγραψε όσον αφορά την ιστορία τα Ελληνικά
καί τα Αραβικά, ενώ επίσης έγραψε καί τα Αριθμητικά.
17) Φλάβιος Ιώσηπος, Ιουδαίος στην καταγωγή, έζησε τον πρώτο
μεταχριστιανικό αιώνα, έγραψε τον Βίο του, τον λόγο
Κατ’ Απίωνος, την Ιουδαϊκή Αρχαιολογία σε είκοσι βιβλία καί τον
Ιουδαϊκό πόλεμο σε επτά βιβλία.
18) Μάρκος Αυρήλιος, Ρωμαίος στην καταγωγή, έζησε τον δεύτερο μεταχριστιανικό αιώνα, έγραψε τα Εις εαυτόν σε δώδεκα βιβλία.
19) Πολύαινος, έζησε τον δεύτερο μεταχριστιανικό αιώνα, έγραψε τα
Στρατηγήματα.
20) Φίλων ο Αλεξανδρεύς, Ιουδαίος, έζησε τον πρώτο προχριστιανικό
με πρώτο μεταχριστιανικό αιώνα καί έγραψε πολλά βιβλία
προσπαθώντας να συμβιβάσει την Πλατωνική φιλοσοφία με τον
Ιουδαϊσμό, για αυτό καί βγήκε η παροιμιώδης φράση
«ή ο Πλάτων φιλωνίζει ή ο Φίλων Πλατωνίζει».
21) Κέλσος, Ρωμαίος ή Έλληνας, πλατωνιστής φιλόσοφος, έζησε τον
δεύτερο μεταχριστιανικό αιώνα, το μόνο σωζόμενο έργο του είναι
ο «Αληθής Λόγος», ο οποίος αποτελεί μία από τις πηγές αυτής της
εργασίας.
22) Πορφύριος, Έλληνας ή εξελληνισμένος Σύριος, νεοπλατωνικός
φιλόσοφος, έζησε τον τρίτο με αρχές του τετάρτου
μεταχριστιανικού αιώνα. Πηγή σε αυτήν την εργασία θα
αποτελέσει το έργο του «κατά Χριστιανών».
23) Ιουλιανός, ο Εστεμμένος Φιλόσοφος, Έλληνας, ο οποίος έζησε
τα έτη 331 – 363μ.α.χ.χ., έγινε αυτοκράτορας τα έτη
361 – 363μ.α.χ.χ., ενώ καί έγραψε πολλά φιλοσοφικά έργα.
Σημαντικά έργα του, αν καί δεν θα αποτελέσουν μέρος στην
εργασία, είναι οι λόγοι του «Κατά Γαλιλαίων α΄» καί
«Μισοπώγων ή Αντιοχικός».
24) Σαλλούστιος, φιλόσοφος του τετάρτου μεταχριστιανικού αιώνα,
έγραψε το έργο «Περί θεών καί κόσμου».
25) Λεύκιος Ανναίος Κορνούτος, Ρωμαίος, έζησε τον πρώτο
μεταχριστιανικό αιώνα, στωϊκός φιλόσοφος, έγραψε το έργο
 
«Επιδρομή των κατά την Ελληνικήν θεολογίαν παραδεδομένων».
Θανατώθηκε από τον Νέρωνα, επειδή τον ειρωνευόταν.
26) Θαλλός,
27) Μαρά Βαρ Σεραπίων,
 
Β) Στην Λατινική Γλώσσα, έγραψαν οι κάτωθι ιστορικοί καί
φιλόσοφοι:
1) Βελλήιος Πατέρκουλος,
2) Κ. Κούρτιος Ρούφος,
3) Τάκιτος,
4) Πλίνιος ο Νεότερος,
5) Σουητώνιος,
6) Φλώρος,
7) Κοϊντιλιανός,
8) Φρόντων,
9) Αύλος Γέλλιος
 
Από όλους αυτούς τους συγγραφείς, 34 τον αριθμό, οι 25 έγραψαν
στα Ελληνικά, ενώ οι 9 στα Λατινικά.
 
Από αυτούς για τον Εβραιοχριστιανισμό μαρτυρίες έχουμε από τους
εξής συγγραφείς:
 
1) Λουκιανό
2) Κέλσο
3) Πορφύριο
4) Φλάβιο Ιώσηπο
5) Πλίνιο Νεότερο
6) Σουητώνιο
7) Τάκιτο
8) Θαλλό
9) Μαρά Βαρ Σεραπίων
 
 
 
Επίσης ο Ιουλιανός στον λόγο του με τον τίτλο «Κατά Γαλιλαίων α΄»
αντικρούει τις Εβραιοχριστιανικές διδασκαλίες. Όπως καί στο έργο
του «Μισοπώγων ή Αντιοχικός».
Να λοιπόν τί γράφουν οι συγγραφείς αυτής της εποχής για τον
λεγόμενο ιδρυτή του Εβραιοχριστιανισμού.
 
1) Λουκιανός
 
Ο Λουκιανός στο σύγγραμμά του με τον τίτλο «Περί της Περεγρίνου
τελευτής», στα κεφάλαια 11 – 13, γράφει τα εξής σε μετάφραση των
εκδόσεων Κάκτος, Αθήνα, Ιούνιος 1.994μ.α.χ.χ., τόμος 15 των
Απάντων του Λουκιανού καί 271 της σειράς «Οι Έλληνες»:
 
11. Τότε ήταν που γνώρισε την θαυμαστή σοφία των Χριστιανών,
συναναστρεφόμενος ιερείς καί γραμματείς τους στην Παλαιστίνη.
Τί έγινε; Πολύ σύντομα τους έκανε να μοιάζουν παιδιά, κι ο ίδιος έγινε
προφήτης, θρησκευτικός αρχηγός καί επικεφαλής στις συναγωγές, όλα
μόνος του. Ερμήνευε καί εξηγούσε μερικά ιερά βιβλία, ενώ πολλά
συνέγραφε ο ίδιος, καί εκείνοι τον σέβονταν σαν θεό, τον έκαναν
νομοθέτη καί τον όρισαν επίσημα προστάτη τους, μετά από εκείνον που
λατρεύουν ακόμα, τον άνθρωπο που σταυρώθηκε στην Παλαιστίνη,
επειδή εισήγαγε στον κόσμο την νέα τούτη θρησκεία.
12. Τελικά ο Πρωτέας συνελήφθη για τούτο καί ρίχτηκε στη φυλακή,
γεγονός που του χάρισε όχι μικρό πλεονέκτημα για τη μελλοντική του
σταδιοδρομία, την αγυρτεία καί την ακόρεστη φιλοδοξία, που ήταν τα
κυρίαρχα πάθη του. Όταν λοιπόν φυλακίστηκε, οι Χριστιανοί, θεωρώντας
το συμβάν συμφορά, κατέβαλαν κάθε προσπάθεια να τον
απελευθερώσουν. Έπειτα, καθώς τούτο ήταν αδύνατο, έκαναν ό,τι
μπορούσαν για να τον περιποιηθούν, δείχνοντας όχι συνηθισμένη
προθυμία αλλά μεγάλο ζήλο. από τα ξημερώματα έβλεπες να περιμένουν
έξω από τη φυλακή γριές, χήρες καί ορφανά, ενώ οι επίσημοι
δωροδοκούσαν τους δεσμοφύλακες καί κοιμούνταν μαζί του.
Του έφερναν επίσης ποικίλα φαγητά, του διάβαζαν ιερά τους βιβλία καί ο
εξαίρετος Περεγρίνος – γιατί έτσι τον προσφωνούσαν ακόμη –
αποκαλούνταν από αυτούς νέος Σωκράτης.
13. Κατέφθαναν επίσης αρκετοί καί από τις πόλεις της Ασίας, σταλμένοι
από τις Χριστιανικές κοινότητες για να βοηθήσουν, να υπερασπίσουν καί
να παρηγορήσουν τον άνδρα. Δείχνουν, βλέπεις, αξιοθαύμαστη σβελτάδα,
όταν πρόκειται για τέτοιου είδους κοινή ενέργεια. στη στιγμή προσφέρουν
γενναιόδωρα τα πάντα. Έτσι καί τότε έφεραν στον Περεγρίνο με το
αιτιολογικό της φυλάκισής του καί εκείνος απέκτησε έτσι όχι μικρό
εισόδημα. Οι κακόμοιροι έχουν πείσει τους εαυτούς τους πως θα είναι
αθάνατοι καί θα ζουν αιώνια, για τούτο καταφρονούν τον θάνατο καί οι
περισσότεροι παραδίδονται σ’ αυτόν εκούσια. Έπειτα ο πρώτος τους
νομοθέτης τους έπεισε πως είναι όλοι αδέλφια μεταξύ τους, άπαξ καί
γίνουν παραβάτες, απαρνηθούν τους Έλληνες θεούς, προσκυνούν τον
εσταυρωμένο εκείνο σοφιστή καί ζουν σύμφωνα με τους νόμους του.
Καταφρονούν λοιπόν τα πάντα αδιακρίτως καί τα θεωρούν κοινά,
αποδεχόμενοι, χωρίς συγκεκριμένη απόδειξη, τη διδασκαλία εκείνου.
Αν επομένως φτάσει ανάμεσά τους κάποιος αγύρτης καί επιτήδειος,
ικανός να επωφελείται από τις περιστάσεις, μπορεί πολύ γρήγορα να
γίνει πλούσιος εξαπατώντας απλοϊκούς ανθρώπους.
 
Αυτά γράφει ο Λουκιανός, ο οποίος ΔΕΝ ΚΑΤΟΝΟΜΑΖΕΙ τον ιδρυτή
του Εβραιοχριστιανισμού.
Αν ερωτήσετε γιατί δεν τον κατονομάζει, να η απάντηση:
 
Εμμανουήλ ο (λ. άκλ.) ΑΝ. παρ’ Εβραίοις κύριον όνομα, σημαίνον
«μεθ’ ημών ο Θεός», διά τον οποίον ο Ησαΐας ονομάζει τον μέλλοντα
Μεσσίαν. Εις το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον ταυτίζεται προς τον Ιησούν.
Κατά παραφθοράν, Μανουήλ, Μανώλης καί Μανόλης, καί θωπευτικώς
Μάνος, Μανούσος, Μανωλάκις, Μανωλιός.
Πηγή: Πάπυρος – Λαρούς, τόμος 17, σελίδα 444, Αθήνα 1.963μ.α.χ.χ.
 
Άρα αφού ο μέν Ματθαίος τον ιδρυτή του Εβραιοχριστιανισμού τον
ονομάζει Εμμανουήλ, οι δε άλλοι ευαγγελιστές(Μάρκος, Λουκάς καί
Ιωάννης) τον ονομάζουν Ιησού, ποιό είναι το πραγματικό όνομα αυτού
του προσώπου;
 
Ακόμη ο Λουκιανός θεωρεί τους οπαδούς του Ιησού ή Εμμανουήλ, όπως
θέλετε πείτε τον, αποστάτες καί αφελείς.
 
2) Κέλσος
 
Ο Κέλσος, ο οποίος σημειωτέον ήταν Πλατωνικός φιλόσοφος όπως τείνει
να αποδεχθεί η σύγχρονη ιστορική έρευνα καί έζησε τον δεύτερο
μεταχριστιανικό αιώνα, ενώ έγραψε το έργο του «Αληθής Λόγος» ή
«Κατά Χριστιανών» το 175 – 180μ.α.χ.χ., αμφισβητεί την θεία φύση
αυτού του προσώπου που οι οπαδοί του ονόμασαν «Χριστό», αναλύοντας
με επιχειρήματα σε οκτώ βιβλία, την θέση της Ελληνικής Κοσμοθέασης
από την Πλατωνική οπτική. Από αυτά τα οκτώ βιβλία, σώθηκαν αρκετά
μεγάλα τμήματα, επειδή ο Ωριγένης αναγκάσθηκε να τον αντικρούσει.
Στο βιβλίο της «Αντιγνώση – τα δεκανίκια του καπιταλισμού», εκδόσεις
Αλεξάνδρεια, δέκατη τέταρτη έκδοση, σελίδα 229, η Λιλή Ζωγράφου,
τοποθετεί την χρονολόγηση του έργου του Κέλσου στο 177μ.α.χ.χ.
 
Παρακάτω παραθέτω κάποια αποσπάσματα του Κέλσου, ο οποίος
Αποκρούει την θεία φύση του ιδρυτή του Εβραιοχριστιανισμού,
γράφοντας αυτά εδώ τα σαφή, σε μετάφραση Κάκτου, πρώτη έκδοση
2.001μ.α.χ.χ., τόμος 514 της σειράς «Οι Έλληνες».
Ως χρήσιμη σημείωση, πριν αρχίσει η παράθεση του κειμένου, καλό είναι
να γνωρίζουν όσοι διαβάσουν αυτό το κείμενο, ότι με πλάγια γραφή είναι
τα λεγόμενα του Κέλσου καί με ευθεία γραφή τα λεγόμενα του Ωριγένη.
 
1,28 Μετά από αυτά εισάγει ως φανταστικό πρόσωπο έναν Ιουδαίο να
συζητά με τον ίδιο τον Ιησού καί να τον ελέγχει για πολλά, όπως πιστεύει,
καί πρώτα ότι έπλασε εκείνος την γέννηση από την Παρθένο. τον χλευάζει
μάλιστα καί για το ότι προέρχεται από Ιουδαϊκό χωριό καί από γυναίκα
φτωχιά που ξενοδούλευε. Υποστηρίζει μάλιστα ότι αυτή εκδιώχτηκε από
τον σύζυγό της, ο οποίος ήταν ξυλουργός στο επάγγελμα, επειδή την
ανακάλυψε να έχει διαπράξει μοιχεία. Κι έπειτα λέει ότι, αφού εκδιώχτηκε
από τον άντρα της καί περιπλανιόταν ατιμασμένη, γέννησε τον Ιησού
κρυφά. καί ότι αυτός, αφού δούλεψε λόγω της φτώχιας του στην Αίγυπτο
καί γνώρισε εκεί κάποιες δυνάμεις, για τις οποίες καυχώνται οι Αιγύπτιοι,
επέστρεψε υπερηφανευόμενος για τις δυνάμεις του καί με αυτές
ανακήρυξε τον εαυτό του θεό.
1,32 Αλλά ας επανέλθουμε στην εισαγωγή του φανταστικού προσώπου
του Ιουδαίου, όπου έχει αναφερθεί ότι η μητέρα του Ιησού εκδιώχτηκε
από τον ξυλουργό που την είχε αρραβωνιαστεί, επειδή την ανακάλυψε να
έχει διαπράξει μοιχεία, καί τον γέννησε από κάποιον στρατιώτη ονόματι
Πάνθηρα.
1,37 Επειδή όμως ο Κέλσος εισήγαγε τον Ιουδαίο να συζητά με τον Ιησού
καί να διασύρει την υποκρισία, όπως πιστεύει, της γέννησής του από την
Παρθένο φέρνοντας ως παράδειγμα τους μύθους για την Δανάη καί τη
Μελανίππη καί την Αύγη καί την Αντιόπη, πρέπει να πούμε…
1,39 Τόσο ωραία ήταν λοιπόν η μητέρα του Ιησού καί σαν όμορφη έσμιξε
ο Θεός μαζί της, ενώ από τη φύση του δεν αγαπά το φθαρτό σώμα;
Πράγματι δεν θα ήταν φυσικό ο Θεός να την αγαπήσει, καθώς δεν θα ήταν
Ούτε πλούσια ούτε αρχόντισσα, αφού κανείς, ακόμα καί γείτονάς της,
δεν την ήξερε .καί την περιπαίζει λέγοντας ότι μισητή από τον ξυλουργό καί
διωγμένη δεν την έσωσε η θεία δύναμη ούτε οι δικαιολογίες. Αυτά λοιπόν,
υποστηρίζει, δεν έχουν σχέση με την βασιλεία του Θεού.
 
 
Σε αυτά λοιπόν τα χωρία, ο Κέλσος, αμφισβητεί την καταγωγή του ιδρυτή
του Εβραιοχριστιανισμού.
 
Αλλά καί παρακάτω αμφισβητεί την ανάσταση, η οποία αποτελεί για τους
πιστούς του Ιησού ή Εμμανουήλ βασικό θρησκευτικό δόγμα τους.
Ας δούμε τί λέγει όμως ο Κέλσος.
 
2, 55 Μετά από αυτά λέει ο Ιουδαίος προς τους συμπολίτες του οι οποίοι
πιστεύουν στον Ιησού: Εμπρός λοιπόν, ας σας πιστέψουμε ότι η ανάστασή
του είχε προφητευτεί. Πόσοι άλλοι διακηρύσσουν τέτοιες τερατολογίες για
να πείσουν όσους τους ακούν με αφέλεια καί να κερδοσκοπήσουν από την
εξαπάτηση; Αυτό ακριβώς λοιπόν λένε ότι έκανε ο Ζάλμοξης, ο δούλος του
Πυθαγόρα, στους Σκύθες καί ο ίδιος ο Πυθαγόρας στην Ιταλία καί ο
Ραμψίνιτος στην Αίγυπτο. ο τελευταίος μάλιστα λένε ότι στον Άδη
‘‘έπαιξε ζάρια με τη Δήμητρα’’ καί ότι ανέβηκε φέρνοντας από αυτήν σαν
δώρο μία χρυσή πετσέτα. αλλά καί ο Ορφέας στους Οδρύσες καί ο
Πρωτεσίλαος στη Θεσσαλία καί ο Ηρακλής στο Ταίναρο καί ο Θησέας.
Αλλά πρέπει να εξετάσουμε εκείνο, αν δηλαδή ποτέ κανείς, αφού πέθανε,
αναστήθηκε με αυτούσιο το σώμα του. ή πιστεύετε, ότι οι ιστορίες των
άλλων είναι καί φαίνονται μύθοι, ενώ η πλοκή του δράματος έχει
ανακαλυφθεί από εσάς με ευπρέπεια καί πειστικότητα, δηλαδή η φωνή του
πάνω στο ξύλο, όταν εξέπνεε, καί ο σεισμός καί το σκοτάδι; Για το ότι
λοιπόν όσο ζούσε δεν βοηθούσε τον εαυτό του, ως νεκρός όμως
αναστήθηκε καί έδειξε καί τα σημάδια της τιμωρίας του καί τα χέρια του
όπως ήταν καρφωμένα, ποιός είδε ποτέ κάτι τέτοιο; Μία γυναίκα σε
κατάσταση μανίας, όπως λέτε, καί κάποιος άλλος ίσως που να έβλεπε
όνειρα παρασυρμένος από την ίδια μαγεία ή ευρισκόμενος σε κάποια άλλη
κατάσταση καί φαντασιώθηκε πράγματα από μία αντίληψη εσφαλμένη που
ακολουθούσε τη δική του θέληση – πράγμα το οποίο ήδη έχει συμβεί σε
χιλιάδες ανθρώπους – , ή (το οποίο είναι καί το πιο πιθανό) θέλοντας να
καταπλήξει με αυτήν την τερατολογία τους υπόλοιπους καί με αυτό το ψέμα
να δώσει αφορμή καί σε άλλους τσαρλατάνους.
2,70 Πού ακούστηκε μέχρι τώρα, απεσταλμένος αγγελιοφόρος να κρύβεται,
ενώ έπρεπε να αναγγείλει μηνύματα που του έδωσαν. Ή μήπως, όταν δεν
τον πίστευαν βρισκόταν μέσα στο σώμα, κήρυττε σε όλους φανερά, όταν
όμως είχε να δώσει αδιάσειστο πειστήριο, αφού αναστήθηκε από τους
νεκρούς, παρουσιάστηκε κρυφά σε μία γυναικούλα καί στους δικούς του
θιασώτες; Όλοι λοιπόν τον είδαν να τιμωρείται, ένας όμως τον είδε
αναστημένο. το αντίθετο όμως από αυτό θα έπρεπε.
 
3) Πορφύριος
 
Νεοπλατωνικός φιλόσοφος, ο οποίος έζησε τα έτη 232 – 305μ.α.χ.χ. καί
έγραψε τα εξής έργα:
 
α) Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα
β) Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα
γ) Σχόλια στον Κρατύλο του Πλάτωνα
δ) Σχόλια στον Σοφιστή του Πλάτωνα
ε) Σχόλια στον Φίληβο του Πλάτωνα
στ) Σχόλια στον Φαίδωνα του Πλάτωνα
ζ) Σχόλια στην Πολιτεία του Πλάτωνα
η) Υπομνημάτισε τις Κατηγορίες του Αριστοτέλη γράφοντας το έργο
Εξήγησις εις τάς Αριστοτέλους Κατηγορίας κατά πεύσιν καί απόκρισιν
θ) Έγραψε ερμηνείες στο Περί ερμηνείας, στο δωδέκατο βιβλίο των
Μετά τα Φυσικά, στα Ηθικά Νικομάχεια καί στην Φυσική
ι) Περί Πλωτίνου βίου καί της τάξεως των βιβλίων αυτού
ια) Πυθαγόρου βίος
ιβ) Περί της εκ λογίων φιλοσοφίας
ιγ) Ιστορία φιλοσοφίας
ιδ) Η προς Ανεβώ επιστολή
ιε) Περί αποχής εμψύχων
ιστ) Υπόμνημα «Εις τά Αρμονικά του Πτολεμαίου»
ιζ) Υπόμνημα «Εις τά Αποτελεσματικά του Πτολεμαίου»
ιη) Εισαγωγή εις την αποτελεσματικήν Πτολεμαίου
ιθ) Κατά Χριστιανών
 
Όλα αυτά χάθηκαν.
 
Αντιθέτως, σώθηκε, αν καί αποσπασματικώς, το έργο του με τον τίτλο
Κατά Χριστιανών, το οποίο έγραψε το 270μ.α.χ.χ., όπως σημειώνει η
συγγραφέας Λιλή Ζωγράφου στο βιβλίο της «Αντιγνώση – τα δεκανίκια
του καπιταλισμού», εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 14η έκδοση, Αθήνα, σελίδα
229, στο οποίο καταφέρθηκε κατά του Εβραιοχριστιανισμού, με σαρωτικό
τρόπο. Μάλιστα, το 448μ.α.χ.χ., ο Θεοδόσιος Β΄, ο λεγόμενος καί
«Μικρός», διέταξε να καούν τα βιβλία του Πορφυρίου Κατά Χριστιανών.
Το ερώτημα που προκύπτει, είναι γιατί χάθηκαν καί όλα τα άλλα έργα,
τα οποία δεν στρέφονται κατά της Εβραιοχριστιανικής θρησκείας.
Αυτό το ερώτημα μένει αναπάντητο.
 
Ωστόσο, ήλθε η ώρα να παραθέσω κάποια αποσπάσματα του Πορφυρίου
περί του Ιησού ή Εμμανουήλ, από το βιβλίο του με τον τίτλο
Κατά Χριστιανών, τα οποία αφορούν την ιστορική ύπαρξη αυτού του
προσώπου, αλλά καί την ανάσταση των σωμάτων.
Ως μία μικρή σημείωση, σημειώνω ότι με λατινικούς αριθμούς
αναφέρεται το βιβλίο του Πορφυρίου καί με Ελληνικούς το κεφάλαιο
αυτού του βιβλίου. Λόγου χάριν II 12, σημαίνει δωδέκατο κεφάλαιο του
δευτέρου βιβλίου.
Ωστόσο, ήλθε η ώρα να μιλήσει ο Πορφύριος.
Όλα τα κείμενα του Πορφυρίου, προέρχονται από το βιβλίο με τον τίτλο
«Πορφύριος Νεοπλατωνικός – Κατά Χριστιανών», εκδόσεις Θύραθεν,
Θεσσαλονίκη, Σεπτέμβριος 2.000μ.α.χ.χ.
 
ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ ΤΟΥΣ
 
ΙΙ, 12. Οι ευαγγελιστές δεν μεταφέρουν μαρτυρίες, απλώς επινόησαν τα
όσα συνέβησαν στον Ιησού. Ο καθένας τους, βλέπετε, έγραψε για τα
πάθη του πράγματα που δεν συμφωνούν με των άλλων. Γιατί ο ένας
εξιστορεί ότι στον εσταυρωμένο προσέφερε κάποιος ένα σφουγγάρι που
το ’χε γεμίσει ξύδι…(αυτό λέει ο Μάρκος). Άλλος τα λέει διαφορετικά:
όταν έφτασαν στον τόπο που λεγόταν Γολγοθάς, του έδωσαν να πιεί
κρασί ανακατωμένο με χολή. Το γεύτηκε καί δεν θέλησε να το πιεί.
Καί λίγο παρακάτω. την ένατη ώρα έβγαλε φωνή μεγάλη ο Ιησούς:
ελωείμ, ελωείμ, λεμά σαβαχθανεί, που θα πει, θεέ μου, θεέ μου, γιατί με
εγκατέλειψες; Αυτά είναι του Ματθαίου. Άλλος ισχυριζόταν ότι
βρισκόταν καταγής ένα αγγείο γεμάτο ξύδι. Αυτό το γεμάτο ξύδι σκεύος
μαζί με ύσσωπο δεμένο τού το έφεραν στο στόμα. καί μόλις ήπιε το ξύδι
ο Ιησούς, είπε, «τετέλεσται». έγειρε το κεφάλι καί παρέδωσε το πνεύμα.
Αυτά είναι του Ιωάννη. Άλλος λέει καί βγάζοντας φωνή μεγάλη είπε,
«πατέρα, στα χέρια σου παραδίδω το πνεύμα μου». Αυτό τυχαίνει να είναι
του Λουκά. Εξιστορήσεις από δεύτερο χέρι, διαφορετικές μεταξύ τους,
θαρρείς καί τα ’παθαν πολλοί καί όχι ένας! Γιατί αν ο ένας γράφει,
«εις χείράς σου παραθήσομαι τό πνεύμά μου» καί ο άλλος γράφει
«τετέλεσται» κι ο τρίτος «θεέ μου, ίνα τί με εγκατέλιπες;» κι ο τέταρτος
λέει «ο θεός, θεός μου, εις τί ωνείδισάς με;», είναι φανερό ότι η
μυθοπλασία παρουσιάζει ασυμφωνίες. είτε εμφανίζει περισσότερους από
έναν εσταυρωμένους ή κάποιον που ενώ είχε κακό τέλος, δεν άφησε
σε όσους βρίσκονταν εκεί μία ανεξίτηλη εικόνα του πάθους του.
Αν ετούτοι(οι ευαγγελιστές), επειδή δεν ήξεραν να μας πουν πώς πέθανε
στ’ αλήθεια, έκοψαν κι έρραψαν την όλη ιστορία, έπεται ότι καί τα
υπόλοιπα δεν μας τα διηγούνται με καθαρότητα.
ΙΙ, 13 Σε άλλο κεφάλαιο θα δειχτεί ότι ολόκληρη η ιστορία του θανάτου
του ήταν αποκύημα φαντασίας. Γράφει ο Ιωάννης: «Μα όταν ήλθαν στον
Ιησού, βλέποντας πως ήταν ήδη νεκρός, δεν συνέτριψαν τα σκέλη του.
μόνον ένας από τους στρατιώτες εκέντησε με τη λόγχη τα πλευρά του κι
αμέσως βγήκε αίμα καί νερό»(Ιωάννης 19.33).
Μόνον ο Ιωάννης το είπε αυτό. Κανείς από τους άλλους. Να γιατί θέλει
να καταθέσει καί την εξής μαρτυρία για να στηρίξει τα λεγόμενά του:
«Κι εκείνος που τα είδε έχει δώσει μαρτυρία γι’ αυτά, κι είναι αληθινή η
μαρτυρία του»(Ιωάννης 19.35). Αυτή τη δήλωση, νομίζω, μόνο ένας
ανόητος θα την έκανε. Πώς θα μπορούσε να ’ναι αληθινή μία μαρτυρία,
όταν δεν αφορά σε πραγματικό συμβάν θανάτου; Οι μαρτυρίες δίνονται
για πράγματα υπαρκτά. Για τα ανύπαρκτα τί μαρτυρία να δοθεί;
ΙΙ, 14. Υπάρχει ακόμα ένα επιχείρημα με την πολυθρύλητη ανάστασή του,
που αναιρεί τη σαθρή αυτή δοξασία. Για ποιό λόγο ο Ιησούς, μετά από τα
πάθη του, καθώς ισχυρίζεστε, καί την ανάστασή του, δεν εμφανίζεται
στον Πιλάτο που τον είχε τιμωρήσει ενώ έλεγε πως ο Ιησούς δεν διέπραξε
αδίκημα που να επισύρει την θανατική καταδίκη, ή στον Ηρώδη το
βασιλιά των Ιουδαίων, ή στον αρχιερέα της Ιουδαϊκής φυλής, ή σε
πολλούς μαζί καί αξιόπιστους ανθρώπους, καί πρώτα – πρώτα στην βουλή
καί τον λαό της Ρώμης, ώστε να τον θαυμάσουν καί να μην καταδικάζουν
ομόθυμα σε θάνατο τους οπαδούς του ως ασεβείς; Παρά εμφανίζεται στη
Μαρία Μαγδαληνή, μία γυναίκα χαμηλής υποστάθμης από ένα άθλιο
χωριουδάκι, γυναίκα που κάποτε κυριεύτηκε από «επτά δαίμονες». Καί
εμφανίζεται καί σε άλλη Μαρία(άλλη, πάλι, γυναικούλα, μία χωριάτισσα
που δεν την ήξερε κανείς), καί σε δύο τρεις άλλους, όχι ιδιαίτερα
αξιομνημόνευτους ανθρώπους. παρ’ όλο που από τα πριν στον αρχιερέα
των Ιουδαίων είχε πει ακριβώς τα εξής: «όψεσθε τόν υιόν τού ανθρώπου
καθήμενον εν δεξιά τής δυνάμεως καί ερχόμενον μετά τών νεφελών»,
όπως ισχυρίζεται ο Ματθαίος. Γιατί αν εμφανιζόταν μπρος σε
διακεκριμένους άνδρες, μέσω αυτών θα πίστευαν οι πάντες, καί κανένας
δικαστής δεν θα τιμωρούσε τους οπαδούς του ως ψεύτες που επινοούν
αλλόκοτους μύθους. Κανένας θεός – όπως καί κανένας συνετός
άνθρωπος – δεν αρέσκεται να βλέπει να τιμωρείται με την εσχάτη των
ποινών τόσος κόσμος για χάρη του.
ΙΙ, 15. Κι αν διαβάσει κανείς με προσοχή εκείνα τα παραπλανητικά στο
ευαγγέλιο θα καταλάβει για τα καλά ότι πρόκειται για τερατολογίες:
νύν κρίσις εστί τού κόσμου, νύν ο άρχων τού κόσμου τούτου βληθήσεται
έξω. Μα πες μου, για το θεό, ποιά είναι αυτή η «Κρίση» που έγινε τότε;
Καί ποιός άρχων του κόσμου πετάχτηκε έξω; Γιατί αν πείτε
«ο αυτοκράτωρ», θα απαντήσω ότι ο αυτοκράτορας δεν είναι ο μόνος
άρχων, αλλά ούτε καί πετάχτηκε έξω. Βλέπετε, είναι πολλοί οι άρχοντες
του κόσμου. Αν εννοείτε κάποιον νοητό άρχοντα χωρίς σάρκα καί οστά,
τότε αυτός δεν είναι δυνατόν να «πεταχτεί έξω». Πού να εκσφενδονιστεί,
όντας άρχοντας σε τούτο τον κόσμο; Αν εννοείτε ότι κάπου υπάρχει
κάποιος άλλος κόσμος όπου θα ριχτεί ο άρχων, υποθέτω ότι θα κατέχετε
κάποιες αξιόπιστες πληροφορίες για το ζήτημα αυτό.
Αν όμως δεν υπάρχει άλλος κόσμος, εφ’ όσον δεχόμαστε ότι δεν είναι
δυνατόν να υπάρχουν δύο κόσμοι, πού θα εκσφενδονιστεί ο άρχων αν όχι
μες στον κόσμο όπου τυχαίνει να ζει; Πώς γίνεται τότε, να
εκσφενδονίζεται κάποιος καί να παραμένει στον ίδιο τόπο;
Ή μήπως έχουμε εδώ κάτι παρόμοιο με το πήλινο αγγείο, που όταν
συντριβεί χύνεται έξω το περιεχόμενό του, όχι βέβαια στην ανυπαρξία,
αλλά πάνω σε άλλο σώμα, στερεό ή αέριο ή άλλης λογής, όπως τύχει;
Αν συμβαίνει κάτι παρόμοιο, πράγμα αδύνατον, με το που θα συντριβεί
ο κόσμος, όποιος βρίσκεται εντός του θα πεταχτεί έξω. πού έξω όμως,
σε ποιόν χώρο; Τί χαρακτηριστικά έχει ο χώρος αυτός, πόσο ή τί ύψος
έχει, τί πλάτος καί μήκος; Γιατί εφ’ όσον έχει τέτοιες ιδιότητες, τότε
πρόκειται για έναν κόσμο. Καί ποιά η αιτία που ρίχτηκε ο άρχοντας ως
ξένος έξω από τον κόσμο; Καί πώς έγινε καί υπήρξε άρχων, όντας ξένος;
Καί πώς διώχνεται; Οικειοθελώς ή με το ζόρι; Προφανώς με το ζόρι. Το
λέει καί η λέξη. Όταν διώχνεται κάτι, διώχνεται χωρίς τη θέλησή του.
Όμως, το αδίκημα το διαπράττει αυτός που ασκεί βία, όχι αυτός που την
υφίσταται. Όσο για την θολούρα των ευαγγελίων, καλά θα κάνουμε
να θεωρήσουμε ότι προορίζεται για γυναικούλες καί όχι για άντρες.
Γιατί αν θέλαμε να ερευνήσουμε τα ζητήματα αυτά με ακρίβεια,
θα βρίσκαμε μυριάδες ασαφείς διηγήσεις στερημένες από κάθε λογικό
υπόβαθρο.
 
ΠΕΡΙ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ
 
IV, 24. Ας μιλήσουμε πάλι για την ανάσταση των νεκρών. Για ποιόν λόγο
να κάνει τέτοιο πράγμα ο θεός; Γιατί να ακυρώσει με τόση ευκολία τους
νόμους του που ορίζουν την αλληλοδιαδοχή των όντων καί τη διατήρηση
καί μη εξαφάνιση των ειδών, καί να θέσει εξ αρχής καί να διατυπώσει
άλλους νόμους; Άπαξ καί αποφάσισε κάποια πράγματα ο θεός καί τα
διατήρησε επί τόσους αιώνες, είναι φυσικό αυτά να είναι αιώνια καί
να μην καταδικάζονται από το δημιουργό τους ούτε να καταστρέφονται
– θαρρείς καί τα ’χει φτιάξει κανένας άνθρωπος κι είναι θνητά
κατασκευάσματα κάποιου θνητού. Συνεπώς θα ήταν παράλογο να
επακολουθήσει η ανάσταση γενεών ολόκληρων που έχουν πεθάνει.
καί μαζί με κάποιον που πέθανε πριν τρία χρόνια να αναστήσει καί τον
Πρίαμο καί το Νέστορα που πέθαναν πριν χίλια χρόνια, καί τους άλλους
που έχουν πεθάνει ακόμα πιο πριν, από καταβολής του ανθρώπινου
γένους. Κι αν καλοεξετάσει κανείς καί το παρακάτω, θα βρει ολωσδιόλου
ανόητη την ιδέα της αναστάσεως: πολλοί άνθρωποι, βέβαια, έχασαν
τη ζωή τους στη θάλασσα καί τα κορμιά τους φαγώθηκαν από τα ψάρια.
κι άλλοι τόσοι έχουν καταβροχθιστεί από θηρία καί όρνεα. Πώς είναι
δυνατόν να επανέλθουν τα σώματά τους; Ας το ελέγξουμε αυτό πιο
λεπτομερώς: κάποιος ναυαγεί, στη συνέχεια τον τρώνε τα μπαρμπούνια,
κι οι ψαράδες που έπιασαν κι έφαγαν τα μπαρμπούνια κατόπιν
σκοτώθηκαν καί στη συνέχεια φαγώθηκαν από τα σκυλιά, καί τα σκυλιά
σαν ψόφησαν φαγώθηκαν εξ ολοκλήρου από κόρακες καί γύπες. Πώς
λοιπόν θα ξανασυντεθεί το σώμα του ναυαγού που αφανίστηκε
περνώντας μέσα από τόσα ζώα; Καί πάλι, ένα νεκρό σώμα που κάηκε στη
φωτιά κι ένα άλλο που κατέληξε να φαγωθεί από τα σκουλήκια, πώς είναι
δυνατόν να ανασυσταθούν καί να επανέλθουν στην αρχική τους μορφή;
Μα θα μου πεις ο θεός είναι δυνατόν να το κάνει αυτό. πράγμα που
δεν είναι αλήθεια. Δεν τα μπορεί όλα ο θεός. Δεν μπορεί να κάνει ώστε να
μην έχει γεννηθεί ο ποιητής Όμηρος καί να μην έχει γίνει η άλωση της
Τροίας. Δεν θα μπορούσε, το δύο διπλασιάζοντάς το να το κάνει πέντε
ενώ είναι τέσσερα, ακόμα καί να το ’θελε. Ούτε θα μπορούσε να γίνει
ποτέ κακός ο θεός, ακόμα καί να το ήθελε. Ούτε θα μπορούσε ποτέ να
πέσει σε σφάλμα, διότι είναι αγαθός. Καί δεν είναι από αδυναμία του που
δεν μπορεί να γίνει κακός ή να πέσει σε σφάλμα. Διότι όσοι είναι από τη
φύση τους προετοιμασμένοι καί ικανοί για κάτι μα εμποδίζονται να το
πράξουν, είναι φανερό ότι εμποδίζονται επειδή είναι αδύναμοι. Όμως ο
θεός είναι εκ φύσεως αγαθός καί όχι επειδή κάτι τον εμποδίζει να είναι
κακός. μα καί χωρίς να εμποδίζεται, πάλι δεν μπορεί να γίνει κακός.
Ας σκεφτούμε καί πόσο παραλογισμό κρύβει ετούτη η υπόθεση: τον
ουρανό, που η θεσπέσια ομορφιά του ξεπερνά κάθε άλλη σύλληψη του
νου, να τον αφήσει ο Δημιουργός να λιώσει καί τα άστρα να πέσουν καί
τη γη να χαθεί. καί συγχρόνως να αναστήσει τα σαπισμένα καί
κατεστραμμένα κορμιά των ανθρώπων – ίσως αξιόλογων ανθρώπων
μερικά –, κι άλλα που ακόμα καί πριν τον θάνατό τους ήσαν άχαρα,
δύσμορφα καί με φάτσες σιχαμερές. Μα ακόμα κι αν του ήταν εύκολο
να τα αναστήσει ευπρεπισμένα, θα ήταν αδύνατο να χωρέσει η γη
αναστημένους όλους όσους έχουν πεθάνει από καταβολής κόσμου.
 
4) Φλάβιος Ιώσηπος
 
Ο Φλάβιος Ιώσηπος γεννήθηκε το 37μ.α.χ.χ., όταν στην Ρώμη έγινε
αυτοκράτορας ο Γάϊος Καίσαρας Γερμανικός ή Καλιγούλας, ενώ
καταγόταν από ιερατικό γένος. Έτυχε επιμελέστατης μόρφωσης καί
σπούδασε τα σχετικά με τον Ιουδαϊκό νόμο, ενώ ήλθε σε επαφή με τις
Ιουδαϊκές αιρέσεις των Φαρισαίων, Σαδδουκαίων καί Εσσαίων, μέχρι το
19ο έτος της ηλικίας του, δηλαδή ως το 56μ.α.χ.χ.
Κατόπιν μαθήτευσε επί τριετία στον ερημίτη Βάννο, ο οποίος πιθανότατα
ανήκε στους Εσσαίους.
Αργότερα ο Φλάβιος Ιώσηπος έγινε Φαρισαίος καί το 64μ.α.χ.χ.
απεστάλη από το Μεγάλο Συνέδριο για να μεσιτεύσει για κάποιους ιερείς,
τους οποίους ο Ρωμαίος ανθύπατος Φήλιξ είχε στείλει στην Ρώμη για να
λογοδοτήσουν στον αυτοκράτορα.
Μέσω της φιλίας του με τον Αλίτυρο, τον ευνοούμενο του Νέρωνα,
πέτυχε να γνωρίσει την Ποππαία, μέσω της οποίας καί πέτυχε τον σκοπό
του.
Το 66μ.α.χ.χ. συμμετέσχε στην Ιουδαϊκή επανάσταση, αν καί ήταν
φιλορρωμαίος, ενώ εστάλη στρατηγός στην Γαλιλαία.
Μετά την ήττα καί την αιχμαλωσία του από τον Ρωμαϊκό στρατό,
οδηγήθηκε μπροστά στον Βεσπασιανό, στον οποίο προείπε ότι θα γίνει
σύντομα αυτοκράτορας καί έτσι ο Βεσπασιανός τον ελευθέρωσε.
Όταν μετά από δύο έτη, το 69μ.α.χ.χ., ο Βεσπασιανός έγινε
αυτοκράτορας, ο Ιώσηπος παρέμεινε κοντά στον Βεσπασιανό καί έλαβε
το όνομα Φλάβιος, δηλαδή το όνομα της οικογένειας του Βεσπασιανού,
τον οποίο συνόδευσε στην Αλεξάνδρεια.
Αφού μετέβη στην Ρώμη, τιμήθηκε ως Ρωμαίος πολίτης, έλαβε πλούσια
δώρα καί μεγάλες εκτάσεις στην Ιουδαία.
Διεκρίθη ως συγγραφέας καί δή πολυγραφότατος. Έγραψε τον «Βίο» του,
«Περί του Ιουδαϊκού Πολέμου» σε επτά(7) βιβλία, την
«Ιουδαϊκή Αρχαιολογία» σε είκοσι(20) βιβλία, το Κατ’ Απίωνος, καθώς
καί άλλα.
Το Κατ’ Απίωνος είναι το τελευταίο έργο του, το οποίο έγραψε το
95μ.α.χ.χ.
Ο Φλάβιος Ιώσηπος, πέθανε το 96μ.α.χ.χ. σε ηλικία 59 ετών, λίγο πριν
ή λίγο μετά από την δολοφονία του αυτοκράτορα Δομιτιανού.
Η επίμαχη μαρτυρία βρίσκεται στην «Ιουδαϊκή Αρχαιολογία», στο 18:3:3
ή 18:63 – 64 αναλόγως της έκδοσης.
 
Πριν παραθέσω την μαρτυρία, σημειώνω ότι για αυτήν έχουμε τα εξής:
 
1. Είναι κατά 60 – 65 έτη υστερότερη των γεγονότων.
2. Αναφέρει εξαιρετικώς λιτά μόνον δύο τρία σημεία των θρύλων
των Ευαγγελίων.
3. Δεν την έγραψε σύγχρονος ή αυτόπτης μάρτυρας.
 
Τώρα ήλθε η ώρα να παραθέσω την μαρτυρία.
 
Φλαβιανή Μαρτυρία ή Testimonium Flavianum
 
Είναι κατά πολλούς η ισχυρότερη μαρτυρία για την ιστορικότητα του
ιδρυτή του Εβραιοχριστιανισμού. Πολλοί την επικαλούνται ως
επιχείρημα για να πείσουν ότι τάχα υπήρξε ο συγκεκριμένος Ιησούς ή
Εμμανουήλ.
Ας την δούμε λοιπόν, για να εξετάσουμε πόσο πειστική είναι ως μαρτυρία
για αυτό το θέμα, αλλά καί εξίσου σημαντικό πόσο γνήσια.
Στην αρχή θα παρατεθεί η μαρτυρία με μία μετάφραση καί στην συνέχεια
η επιχειρηματολογία για την γνησιότητα ή πλαστότητά της.
 
α) Φλαβιανή Μαρτυρία – Κείμενο
 
Γίνεται δέ κατά τούτον τόν χρόνον Ιησούς σοφός ανήρ, εί γε άνδρα αυτόν
λέγει χρή. ήν γάρ παραδόξων έργων ποιητής, διδάσκαλος ανθρώπων τών
ηδονή ταληθή δεχομένων, καί πολλούς μέν Ιουδαίους, πολλούς δέ καί τού
Ελληνικού επηγάγετο. ο Χριστός ούτος ήν. καί αυτόν ενδείξει τών
πρώτων ανδρών παρ’ ημίν σταυρώ επιτετιμηκότος Πιλάτου, ουκ
επαύσαντο οι τό πρώτον αγαπήσαντες. εφάνη γάρ αυτοίς τρίτην έχων
ημέραν πάλιν ζών, τών θείων προφητών ταύτά τε καί άλλα μυρία περί
αυτού θαυμάσια ειρηκότων. εισέτι τε νύν τών Χριστιανών από τούδε
ωνομασμέον ουκ επέλιπε τό φύλον.
β) Φλαβιανή Μαρτυρία – Μετάφραση
 
Εμφανίζεται δέ αυτόν περίπου τον καιρό ο Ιησούς, άνδρας σοφός, αν
φυσικά πρέπει να τον λέμε απλώς άνδρα. διότι έκανε έργα παράδοξα,
ήταν διδάσκαλος ανθρώπων που χαίρονται να παραδέχωνται την αλήθεια,
καί προσείλκυσε κοντά του πολλούς Ιουδαίους καί πολλούς εθνικούς.
αυτός ήταν ο Χριστός. Κι όταν ο Πιλάτος με την υπόδειξι τών δικών μας
προυχόντων, τόν κατεδίκασε σέ σταυρικό θάνατο, εκείνοι πού τόν είχαν
αγαπήσει εξ αρχής δεν έπαυσαν νά τόν αγαπούν. διότι τήν τρίτη ημέρα
από τόν θάνατό του παρουσιάστηκε πάλι σ’ αυτούς ζωντανός, αφού οι
θείοι προφήτες είχαν πή γι’ αυτόν κι αυτά καί άπειρα άλλα
αξιοθαύμαστα. Καί μέχρι σήμερα δέν έχει εκλείψει η τάξι των
Χριστιανών που έχει πάρει τ’ όνομά της απ’ αυτόν.
 
Η συγκεκριμένη μετάφραση, είναι από το βιβλίο του γνωστού θεολόγου
Κωνσταντίνου Σιαμάκη «Εξωχριστιανικές μαρτυρίες για τον Χριστό καί
τους Χριστιανούς», εκδόσεις Άθως, 2.000μ.α.χ.χ.
 
Όμως αυτή η μαρτυρία, ενώ φαίνεται ως μία ατράνταχτη απόδειξη για την
ιστορικότητα του ιδρυτή του Εβραιοχριστιανισμού, ωστόσο απορρίπτεται
για τους παρακάτω σοβαρούς λόγους:
 
1. Η παράγραφος είναι παρείσακτη καί επιπλέον ξένη νοηματικώς, διότι
δεν σχετίζεται ούτε με τα προηγούμενα ούτε με τα επόμενα
σημεία του κειμένου.
2. Οι επικριτές του Εβραιοχριστιανισμού αμφισβήτησαν την
Ιστορικότητα του Ιησού ή Εμμανουήλ. Από την άλλη μία σειρά
από απολογητές της νέας θρησκείας, ήσαν βαθείς γνώστες της
συγγραφής του Φλαβίου Ιωσήπου, όπως ο Ιουστίνος ο μάρτυρας,
ο Θεόφιλος Αντιοχείας, ο Μελίτων Σάρδεων, ο Μινούκιος Φήλιξ,
ο Ειρηναίος Λυώννος, ο Κλήμης Αλεξανδρείας,
ο Ιούλιος Αφρικανός, ο Ψευδοϊουστίνος, ο Τερτυλλιανός,
ο Ιππόλυτος Ρώμης, ο Ωριγένης, ο Μεθόδιος καί ο Λακτάντιος.
Αυτοί είναι συνολικώς δεκατρείς απολογητές ενδεικτικώς.
Κανείς όμως από όλους αυτούς δεν αναφέρει την μαρτυρία του
Φλαβίου Ιωσήπου, πράγμα που δεν είναι δυνατόν να περάσει
απαρατήρητο, δεδομένου μάλιστα ότι ο Ωριγένης παραθέτει από
τον Ιώσηπο μαρτυρία για την ιστορικότητα του Ιωάννη του
λεγομένου Βαπτιστή, αν καί αυτή δεν αμφισβητήθηκε ποτέ.
Άρα αν ο Ιώσηπος γνώριζε καί παρέθετε για τον Ιησού ή
Εμμανουήλ, τότε θα το προέβαλλαν οι απολογητές.
3. Επίσης το ίδιο το κείμενο έχει πολλούς σολοικισμούς, ενώ καί η
γλώσσα της μαρτυρίας διαφέρει αυτής του Ιωσήπου.
Το «επαύσαντο» στερείται αντικειμένου συντακτικώς.
Το «ποιητής» την εποχή του Ιωσήπου είχε την έννοια του
λογοτέχνη του εμμέτρου λόγου.
Το «παρ’ ημίν» αποτελεί σολοικισμό.
Η λέξη «φύλο» έχει την σημερινή έννοια του έθνους, της φυλής
ήδη κατά την εποχή του Ιωσήπου καί με αυτήν την έννοια την
χρησιμοποιεί ο Ιώσηπος ένδεκα φορές.
Όμως σε αυτό το λάθος πέφτει ο Ευσέβιος στην Εκκλησιαστική
Ιστορία δύο φορές! Επομένως συμπεραίνουμε ότι η παράγραφος
γράφθηκε από κάποιον που δεν γνώριζε καλώς την Ελληνική.
Ο Ken Olson σε ενδιαφέρουσα εργασία του (Eusebian Fabrication
of the Testimonium, 2.001μ.α.χ.χ.), έδειξε ότι η παράγραφος
συμφωνεί καθ’ όλα με τον τρόπο γραφής του Ευσεβίου! Εκτός των
άλλων αυτός συνηθίζει να χρησιμοποιεί την περίεργη έκφραση
«παραδόξων έργων ποιητής» αναφερόμενος στην θαυματοποιία!
Ο Ευσέβιος επιθυμεί να αποσείσει την κατηγορία ότι ο Ιησούς ή
Εμμανουήλ ήταν ένας ταχυδακτυλουργός, ένας «γόης» καί για
αυτό μας λέγει ότι ήταν «σοφός» καί ότι οι οπαδοί του συνέχισαν
να πιστεύουν διότι ο οικτρός θάνατος δεν διέψευσε τις προσδοκίες
καθώς ανέστη! Πρόκειται για σειρά συλλογισμών που
χρησιμοποιεί συχνά ο Ευσέβιος! Αυτή η παράγραφος γράφθηκε
από τον Ευσέβιο ειδικώς για να τονώσει την πριν από αυτήν
επιχειρηματολογία στο έργο του Ευαγγελική Προπαρασκευή,
καταλήγει ο Olson.
4. Βεβαίως, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε καί τον ίδιο τον Ιώσηπο
ως πρόσωπο.
Ο Ιώσηπος λοιπόν, ο οποίος ήταν οπαδός της Ρωμαϊκής ειρήνης,
προσωπικός προστατευόμενος του Βεσπασιανού καί γράφοντας
για ένα Ρωμαϊκό ακροατήριο, όχι μόνον δεν παύει να καταδικάζει
όλους όσους διετάρασσαν την ειρήνη, αλλά καί θεωρεί ότι αυτοί
ευθύνονται για την καταστροφή των Ιεροσολύμων.
Ακόμη, με την φράση «σοφός ανήρ» ο Ιώσηπος ονομάζει τον
Σολομώντα καί τους Εβραίους προφήτες, ενώ τα γραφόμενα σε
αυτήν την παράγραφο αποτελούν από μόνα τους παραχάραγμα.
 
Ακόμα όμως καί αν δεχθούμε ότι δεν είναι 100% αυθεντική αυτή
η μαρτυρία, αλλά εν μέρει, τότε πάλι θα υπήρχε ένα πρόβλημα.
α)Γιατί ο Φλάβιος Ιώσηπος να αναφερθεί σε έναν αντιπαθή προς
την τάξη του Ιουδαίο, εφόσον ο ίδιος ο Ιώσηπος ήταν Φαρισαίος,
ενώ οι Φαρισαίοι κατεδίκασαν τον Ιησού ή Εμμανουήλ στην
σταύρωση ως προδότη;
β) Πώς είναι δυνατόν λοιπόν να εγκωμιάζει ο Ιώσηπος ως
«προφήτη» ή «υιό του Θεού» κάποιον που οι Φαρισαίοι
κατεδίκασαν σε θάνατο καί να μην συγκρουσθεί μαζί τους,
αντιμετωπίζοντας παρόμοιο κίνδυνο;
γ) Πώς θα μπορούσε ταυτοχρόνως ο Ιώσηπος, ο οποίος ήταν
πιστός στον ναό να αποδέχεται την θεϊκότητα του Ιησού ή
Εμμανουήλ, όταν αυτό το συνέδριο το θεωρούσε ασυμβίβαστο;
 
Κατόπιν όλων αυτών καί πολλών περισσοτέρων, στους ερευνητές
των 300 τελευταίων ετών, έχουν διαμορφωθεί οι εξής τρείς τάσεις:
 
α. Το 40% την απορρίπτει πλήρως ως ακραιφνώς πλαστή.
β. Το 50% δέχεται ότι είναι εν μέρει πλαστή καί εν μέρει
αυθεντική.
γ. Το 10% την αποδέχεται ως έχει.
 
5) Πλίνιος ο Νεότερος
 
Ο Πλίνιος Καικίλιος Σεκούνδος ο Νεότερος (Gaius Plinius Caecilius Secundus, 61-113 μ.Χ.) νομικός και ρήτορας, ήταν ανιψιός και θετός γιος του Πλίνιου τον Πρεσβύτερου. Εκτός άλλων, διασώθηκαν 19 βιβλία Επιστολών του, που περιέχουν πληροφορίες σχετικά με τα γεγονότα του τότε ρωμαϊκού κόσμου.
Ήταν φίλος του αυτοκράτορα Τραϊανού και είχε διοριστεί απ' αυτόν ως Legatus Caesaris στην επαρχία της Βιθυνίας του Πόντου.
Η μαρτυρία του ανάγεται στο 111-112 μ.Χ. Γράφει, λοιπόν, ο Πλίνιος προς τον Αυτοκράτορα Τραϊανό, μετά την ανάκριση κάποιων χριστιανών νεανίδων, ότι η μόνη ενοχή ή πλάνη των χριστιανών ήταν αυτή:
«[...] Quod essent solid stato die ante lucem convenire, carmenque Christo quasi deo dicere secum invicem seque sacramento non in scelus aliquod obstringere, sed ne furta ne latrocinia ne adulteria commiterent, ne fidem fallerent, ne depositum adpellati, abnegarent. Quibus peractis morem sibi discendendi fuisse rursusque coeundi ad capiendum cibum, promiscuum tamen et innoxium [...]» (Plinius,Epistularum liber X,96),
που σημαίνει:
«[...] συνήθιζον να συνέρχωνται καθωρισμένην ημέραν προ της ανατολής του ηλίου και να αναπέμπουν ύμνο εις τον Χριστόν ως εις θεόν και εδένοντο με αμοιβαίον όρκον, όχι δια κάποιο έγκλημα, αλλά ότι δεν θα διέπρατταν απάτην, ληστεία ή μοιχεία, δεν θα παρέβαιναν την πίστην τους, ούτε θα ηρνούντο την ιερή τους παρακαταθήκη, ακόμη κι αν τους εδίκαζαν [...]».
Ο Πλίνιος στο γράμμα αυτό, εκτός από την επιβεβαίωση για την ύπαρξη χριστιανών στις αρχές του 2ου αιώνα μ.Χ. και την άποψη που εκφράζει γενικότερα γι αυτούς ότι ήταν μάλλον ακίνδυνοι, αναφέρεται και στον Χριστό σε ένα μικρό πέρασμα.
Για κάποιους ιστορικούς, το πέρασμα αυτό ναι μεν αμφισβητεί την υπερφυσική του διάσταση με τη φράση «ως εις Θεόν», όμως θα μπορούσε να θεωρηθεί από τη διατύπωσή του ότι δεν δείχνει να αντιλαμβάνεται ότι πρόκειται για κάποιο ανύπαρκτο ή μυθικό πρόσωπο (όπως αν χρησιμοποιούσε εκφράσεις π.χ. "σε κάποιον Χριστό", ή "σε κάποια θεότητα που λέγεται Χριστός" κ.λπ.).
Το πέρασμα όμως αυτό αμφισβητείται από άλλους για το κατά πόσο μας δίνει μια θετική εικόνα για την ιστορικότητα του Ιησού.
 
Απαντώ, λέγοντας ότι τα στοιχεία είναι ανακριβή.
Αντιγράφω από το βιβλίο των E. J. KENNEY – W. V. CLAUSEN,
με τον τίτλο «Ιστορία της Λατινικής Λογοτεχνίας», εκδόσεων
Δ. Ν. ΠΑΠΑΔΗΜΑΣ, δεύτερη έκδοση αναθεωρημένη, Αθήνα
1.999μ.α.χ.χ., σε μετάφραση Θεοδώρου Πίκουλα καί Αριστέας
Σιδέρη Τόλια, σελίδες 1.154 καί 1.155, για τον βίο καί τα έργα του
Πλινίου.
 
PLINIUS CAECILIUS SECUNDUS GAIUS
 
ΒΙΟΣ
 
Γεννήθηκε το 61/62μ.α.χ.χ. στο Κώμο. Μετά το θάνατο του πατέρα
του ανατράφηκε από τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο, θείο από τη μητέρα
του, καί πήρε το όνομά του όταν τυπικά υιοθετήθηκε από αυτόν στη
διαθήκη του. Στη Ρώμη σπούδασε ρητορική στους Νικήτα, Σακέρδο
καί Κοϊντιλιανό. άρχισε μία μεγάλη σταδιοδρομία στα δικαστήρια.
Ανέλαβε όλα τα συνήθη αξιώματα(ύπατος suffectus το 100) καί άλλες
διοικητικές θέσεις: praefectus aerari militaris, praefecctus aerari
Saturni, curator alvei Tiberis. Διοικητής της Βιθυνίας περ. το 111.
Πέθανε το 112. Πηγές: Πλιν. Epist. σποραδικά. CIL V 5262. Βλ.
T. Mommsen Hermes 3(1869) 31 – 140 = Gesamm. Schr. 4(Berlin 1906)
366 κ.ε. W. Otto, S.B.A. W. 1919, 10. M. Schuster στη RE XXI
(1951) 439-45. R. Syme Tacitus (Oxford 1958) 75-85. A. N. Sherwin-
White, The letters of Pliny (Oxford 1966) 69-82.
 
ΕΡΓΑ
 
Δύο έργα σώζονται: (1) ο Panegyricus, η ανεπτυγμένη από τον Πλίνιο
διατύπωση του λόγου του, με τον οποίο ευχαριστεί τον Τραϊανό όταν
γίνεται ύπατος το 100μ.α.χ.χ., παραδόθηκε μαζί με ένδεκα πολύ
μεταγενέστερους λόγους με το ίδιο ύφος( τους καλουμένους
Panegyrici Latini), καί (2) μία συλλογή από επιστολές σε εννέα
βιβλία, που χρονολογούνται από το 97 περίπου μ.α.χ.χ. έως το
108μ.α.χ.χ. καί δημοσιεύθηκαν τμηματικά από τον Πλίνιο τα έτη
103 – 109μ.α.χ.χ. (σε πόσα μέρη αμφισβητείται ακόμη). Επιπλέον,
υπάρχει ένας αριθμός από ιδιωτικές καί υπηρεσιακές επιστολές του
από καί προς τον Τραϊανό, από τις οποίες οι 111 περίπου γράφτηκαν
όταν ο Πλίνιος ήταν διοικητής της Βιθυνίας, που δημοσιεύθηκαν
πιθανώς μετά το θάνατό του. Καί προστέθηκαν ως δέκατο βιβλίο
στη συλλογή του Πλινίου. Πληροφορούμαστε από τον ίδιο τον
Πλίνιο για κάποιους λόγους που αναθεώρησε καί κυκλοφόρησε
(βλ. π.χ. 1.8.2., 4.9.23, 5.20.2, 7.30.4, 9.13.1), για μία εγκωμιαστική
βιογραφία (Epist. 3.10), καί για στίχους σε ποικίλα μέτρα. Από αυτά
τίποτα δεν έχει απομείνει, εκτός ίσως από το ποίημα στην Anth. Lat.
710. Δείγματα της ποιητικής ικανότητας του Πλινίου στις Erist. 7.4
καί 7.9.
 
Παρατηρήσεις
 
1. Ο Γάϊος Πλίνιος Καικίλιος Σεκούνδος ο Νεότερος πέθανε το
112μ.α.χ.χ. καί όχι το 113μ.α.χ.χ. όπως γράφετε.
2. Ο Πλίνιος ο Νεότερος έγραψε εννέα(9) βιβλία επιστολών καί όχι
δεκαεννέα όπως υποστηρίζετε. Αυτή είναι η απάντηση των
KENNEY καί CLAUSEN. Το δε δέκατο θεωρούμενο ως βιβλίο των
επιστολών περιλαμβάνει 111 επιστολές του Πλινίου, οι οποίες
προσετέθησαν μετά τον θάνατό του. Αυτό σημαίνει ότι ο ίδιος ο
Πλίνιος δεν τις προσέθεσε όσο ζούσε. Γιατί άραγε; Καί αν ο ίδιος
Δεν τις προσέθεσε όσο ζούσε, γιατί τις προσέθεσαν οι
μεταγενέστεροι;
Άρα δεν μπορεί να θεωρηθεί έγκυρη η προσκομιζομένη ως
μαρτυρία του Πλινίου του Νεοτέρου.
 
6) Σουητώνιος
 
 
Ο Ρωμαίος ιστορικός, Γάιος Σουητώνιος Τρανκίλλιος, (Gaius Suetonius Tranquillus, 70-160 μ.Χ.) επί Τραϊανού έλαβε το δημαρχιακό αξίωμα και επί Αδριανού έγινε ο εξ απορρήτων γραμματεύς του. Το κυριότερο ιστορικό έργο του (120 μ.Χ.), και πλήρες σωζόμενο, αναφέρεται στη ζωή των δώδεκα πρώτων αυτοκρατόρων της Ρώμης, από τον Ιούλιο Καίσαρα έως τον Δομιτιανό, και επιγράφεται: «Βίοι των 12 Καισάρων» (Vitae XII Caesarum).
Η Ύψωσις του Τιμίου Σταυρού
Στον «Βίο του Κλαυδίου» (XXV, 4) αναφέρεται στο διάταγμα του αυτοκράτορα (49 ή 53 μ.Χ.) με το οποίο οι Ιουδαίοι της Ρώμης -χωρίς διάκριση χριστιανών και μη χριστιανών- εξορίζονταν απ' αυτήν:
«Iudaeos impulsore Chresto assidue tumultuants Roma expulit»
Δηλαδή:
«Τους Ιουδαίους οι οποίοι τη υποκινήσει του Χριστού εδημιούργουν θόρυβον εις την Ρώμη τους εξόρισε»
Πράγματι το διάταγμα αυτό του αυτοκράτορα Κλαυδίου διασταυρώνεται ως ιστορικό γεγονός με τις «Πράξεις των Αποστόλων», αφού όταν ο Απόστολος Παύλος πήγε στην Κόρινθο βρήκε εκεί τους Ιουδαίους Ακύλα και Πρίσκιλλα που είχαν εξοριστεί από τη Ρώμη:
«Μετά δε ταύτα χωρισθείς ό Παύλος εκ των 'Αθηνών ήλθεν εις Κόρινθον καί εύρων τίνα Ίουδαίον ονόματι Άκυλαν, Ποντικόν τω γένει, προσφάτως εληλυθότα από τής Ιταλίας, και Πρίσκιλλαν, γυναίκα αυτού, δια το διατεταχέναι Κλαύδιον χωρίζεσθαι πάντας τους Ιουδαίους από τής Ρώμης» (Πράξ. ιη', 1-2)
Ο πρώτος αυτός επίσημος διωγμός επί Κλαυδίου είναι μια σημαντική πληροφορία, γιατί μας φέρνει πολύ κοντά στα χρόνια του Ιησού και έτσι μαθαίνουμε ότι από το 50 μ.Χ. γίνονταν διώξεις χριστιανών, πριν ακόμη παρουσιασθεί οργανωμένη χριστιανική κοινότητα στη Ρώμη και ανεξάρτητη από εκείνη τής ιουδαϊκής.
Tο απόσπασμα αυτό αναφέρει εκδιώξεις από τη Ρώμη Ιουδαίων και Χριστιανών, εξαιτίας των ταραχών που δημιουργούνταν μεταξύ τους με επίκεντρο το όνομα του Ιησού Χριστού. Και πάλι, η αναφορά του Σουητώνιου χωρίς την αόριστη αντωνυμία «κάποιος», αν μάλιστα συνδεθεί με την έκφραση «τη υποκινήσει», ίσως να υπονοεί υπαρκτό πρόσωπο.
Το ότι στις εξιστορήσεις χρησιμοποιείται γενικά ο τίτλος «Χριστός» αντί για το όνομα Ιησούς, ερμηνεύεται λόγω της καθιέρωσής του σε ευρύτατη κλίμακα και έκτος της Παλαιστίνης. Το χρησιμοποιούσαν για να διακρίνουν τις χριστιανικές κοινότητες από εκείνες των παραδοσιακών Ιουδαίων, που είχαν αρχίσει να παρουσιάζονται σε μέρη της Αυτοκρατορίας αμέσως σχεδόν μετά τη σταύρωση. Από την άλλη μεριά ήθελαν να αιτιολογήσουν τους διωγμούς που ξεσπούσαν κάθε τόσο από τις ιουδαϊκές θρησκευτικές παρατάξεις κατά των κοινοτήτων εκείνων που ομολογούσαν το όνομα του Ιησού Χριστού.
Σε αυτά έχω να απαντήσω τα εξής σαφή:
 
Κατ’ αρχάς θα παραθέσω τον βίο του Σουητωνίου καί τα έργα του
καί στην συνέχεια θα εξετάσω τί ισχύει από τα λεγόμενα της
ιστοσελίδας.
 
Αντιγράφω από το βιβλίο «Ιστορία της Λατινικής Λογοτεχνίας»,
των E. J. KENNEY καί W. V. CLAUSEN, εκδόσεις
ΔΗΜ. Ν. ΠΑΠΑΔΗΜΑ, δεύτερη έκδοση αναθεωρημένη,
Αθήνα 1.999μ.α.χ.χ., σελίδες 1.155 καί 1.156 τα εξής.
 
SUETONIUS TRANQUILLUS, GAIUS
 
ΒΙΟΣ
 
Γεννήθηκε περ. το 70μ.α.χ.χ. Ο τόπος γέννησης είναι αβέβαιος. Μετά
την εξάσκηση του επαγγέλματος του δικηγόρου αφιερώθηκε στο
γράψιμο. Αποποιήθηκε το αξίωμα του χιλιάρχου. απέκτησε(αν καί
χωρίς παιδιά) το ius trium liberorum από τον Τραϊανό μέσω του
Πλινίου. Διορίσθηκε γραμματέας του Τραϊανού καί του Αδριανού,
αλλά αποπέμφθηκε το 121 – 122 μαζί με τον Σεπτίκιο Κλάρο(προς
τον οποίο η αφιέρωση του De vita Caes.). Πέθανε αργότερα, ίσως
πολύ αργότερα από το 122μ.α.χ.χ.
Πηγές: Σουητ. Cal. 19.3, Nero 57.2, Otho 10.1, Dom. 12.2,
De gram. et rhet. 4.9(περίγυρος), Πλίνιος Epist. 1.18(δικηγόρος),
1.24(πιθανώς διδάσκαλος), 3.8(χιλιαρχία), 5.10(αναβλητικότητα στο
να δημοσιεύει), 9.34(ο Π. ρωτάει σχετικά με τη δημόσια απαγγελία
των στίχων του), 10.94 – 5(ius t.l.). Hist. Aug. Hadr. 11.3(γραμματέας,
αποπομπή). Ιω. Λυδ. Περί Αρχών 2.6(αφιέρωση στον Κλάρο). Βλ.
E. Marec καί H. G. Pflaum, «Nouvelle inscription sur la carriere de
Suetone, l’ historien», Comptes rendus de l’ acad. des inscr. 1952,
76 – 85, A.E. 1953, αριθ. 73. J. A. Crook, Suetonius ab epistulis,
P. C. Ph. S. n. s. 4(1956 – 7) 18 – 22. R. Syme, Tacitus(Oxford 1958)
778 κ.ε. G. B. Townend, «The Hippo inscription and the carerer of
Suetonius», Historia 10(1961) 99 – 109.
 
ΕΡΓΑ
 
(1) De vita Caesarum: δώδεκα βιογραφίες από τον Ιούλιο Καίσαρα
μέχρι τον Δομιτιανό, σε οκτώ βιβλία, πλήρεις εκτός από τα
εισαγωγικά κεφάλαια του πρώτου βίου. Το βιβλ. 1, καί πιθανώς
καί άλλα, ίσως δημοσιεύθηκε τα έτη 119 – 122.
(2) De viris illustribus: Πολυάριθμες σύντομες βιογραφίες προσώπων
διακεκριμένων στη λογοτεχνία καί την εκπαίδευση, ταξινομημένες
σε κατηγορίες ίσως (Ι) ποιητές, (ΙΙ) ρήτορες, (ΙΙΙ) ιστορικούς,
(IV) φιλοσόφους καί (V) γραμματικούς καί ρητοροδιδασκάλους.
(3) De grammaticis et rhetoribus: Έχουμε ένα μέρος του τμήματος
αυτού του έργου, το οποίο παραδόθηκε αυτούσιο.
(4) De poetis: Μερικοί βίοι από το έργο De poetis παραδόθηκαν μαζί
με αυτούς τους ποιητές. Οι βίοι του Τερεντίου, του Ορατίου καί
Λουκανού φαίνονται καθαρά ότι είναι του Σουητωνίου, καί ο βίος
του Βιργιλίου από τον Δονάτο περιλαμβάνει τουλάχιστον κάποιο
υλικό του Σουητωνίου. Μέρος του βίου του ρήτορα Πασσιηνού
Κρίσπου σώζεται στα σχόλια για το χωρίο Ιουβ. 4.81, μέρος του
Πλινίου του Πρεσβυτέρου συνοδεύει τη Φυσική Ιστορία του, καί
ο Ιερώνυμος στο Χρονικό του συχνά προσεγγίζει τον Σουητώνιο.
(5) Πολυάριθμες πραγματείες, μερικές στην Ελληνική γλώσσα, με ένα
ευρύ φάσμα θεμάτων, όπως κριτικά σύμβολα, το ρωμαϊκό έτος,
ρωμαϊκά έθιμα, διάσημες εταίρες, καί καθορισμός της
κατάχρησης. Μόνο σποραδικά αποσπάσματα σώζονται.
Για περαιτέρω λεπτομέρειες βλ. Schanz-Hosius III 58 – 64.
 
Οι παρατηρήσεις μου επί του βίου του Γαΐου Σουητωνίου Τρανκιλλίου
είναι οι εξής:
 
1. Ο Σουητώνιος δεν πέθανε το 170μ.α.χ.χ., όπως γράφεται στην
Βικιπαίδεια, αλλά απλώς αρκετά μετά το 122μ.α.χ.χ.
Οπότε μπορεί να πέθανε καί περί το 130 – 140μ.α.χ.χ.
Άρα υπάρχει μία μεγάλη απόκλιση, ήδη από τους KENNEY καί
CLAUSEN που υποστηρίζουν την δεύτερη εκδοχή.
2. Την εποχή του Κλαυδίου, δηλαδή τα έτη 41 – 54μ.α.χ.χ.
δεν είχε ακόμη διαμορφωθεί σε ξεχωριστή θρησκεία ο
Εβραιοχριστιανισμός, ώστε να αρχίσει την εξάπλωσή του.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός, ότι τα πρώτα θεωρούμενα ως
απολογητικά κείμενα, ανάγονται στο 90μ.α.χ.χ., πράγμα που
σημαίνει ότι τότε αρχίζει η δημόσια διάδοσή του ως θρησκείας.
Άρα η μαρτυρία για την εποχή του Κλαυδίου πρέπει να θεωρηθεί
ως πλαστή.
 
 
 
 
 
 
7) Τάκιτος
 
Ο Τάκιτος
Ο Ρωμαίος ιστορικός Πόπλιος Κορνήλιος Τάκιτος (Publius Cornelius Tacitus), γεννήθηκε το 56 μ.Χ. Σε ένα από τα έργα του με τον τίτλο «Annales», ο Τάκιτος γράφει στα 115 μ.Χ. περίπου, την ιστορία της Ρώμης από το 14 μ.Χ. (θάνατος του Αυγούστου) μέχρι το 68 μ.Χ. (θάνατος του Νέρωνα).
Φτάνοντας στο 64 μ.Χ., αναφέρει τη μεγάλη πυρκαγιά / πυρπόληση της Ρώμης που έγινε επί Νέρωνα. Στο σημείο εκείνο ο Τάκιτος γράφει:
«ergo abolendo rumori Nero subdidit reos et quaesitissimis poenis adfecit, quos per flagitia invisos vulgus Chrestianos appellabat. auctor nominis eius Christus Tibero imperitante per procuratorem Pontium Pilatum supplicio adfectus erat; repressaque in praesens exitiablilis superstitio rursum erumpebat, non modo per Iudaeam, originem eius mali, sed per urbem etiam, quo cuncta undique atrocia aut pudenda confluunt celebranturque.» (Annales, XV, 44)
που σημαίνει:
«Ο Νέρων υπέδειξε άλλους ως ενόχους καί υπέβαλεν εις ιδιαιτέρας τιμωρίας εκείνους τους οποίους ο λαός μισώντας τους για τις ανομίες τους ωνόμαζε χριστιανούς. Εκείνος από τον οποίον προήλθε το όνομα είναι ο Χριστός, ο οποίος εθανατώθη επί της βασιλείας του Τιβέριου, όταν Επίτροπος ήτο ο Πόντιος Πιλάτος. Η προς καιρόν κατασταλείσα ολέθρια δεισιδαιμονία ανεφάνη πάλιν όχι μόνον εις την Ιουδαίαν, την εστίαν αυτού του κακού, αλλά καί εις την Πόλιν (Ρώμην), όπου από παντού μαζεύονται και ακούονται όλα τα κακά και τα αισχρά».
Το κείμενο αυτό μας δείχνει ότι το 64 μ.Χ. οι Χριστιανοί είναι γνωστοί και ότι το όνομά τους γνώριζαν ότι προέρχεται από τον «Χριστό». Πρόκειται επίσης για μια σημαντική ιστορική μαρτυρία που συντείνει στην αποδοχή της ιστορικότητας του Ιησού, για την ύπαρξη του οποίου δεν φαίνεται να αμφιβάλλει ό Τάκιτος, και επισημαίνει τον ορισμένο χρόνο του θανάτου του, που τοποθετείται εκεί κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα της Ρώμης Τιβερίου και του επιτρόπου της ρωμαϊκής εξουσίας στην Ιουδαία της Παλαιστίνης Ποντίου Πιλάτου.
 
 
Για να δούμε όμως τί μας λένε οι ιστορικοί της Λατινικής Λογοτεχνίας
E. J. KENNEY καί W. V. CLAUSEN για τον Τάκιτο, ώστε να δούμε τι
από όλα αυτά ισχύει.
Στο βιβλίο τους Ιστορία της Λατινικής Λογοτεχνίας, εκδόσεις
ΔΗΜ. Ν. ΠΑΠΑΔΗΜΑΣ, δεύτερη έκδοση αναθεωρημένη, Αθήνα
1.999μ.α.χ.χ., σε μετάφραση Θεόδωρου Πίκουλα καί Αριστέας
Σιδέρη – Τόλια, σελίδες 1.151 καί 1.152 παραθέτουν τα εξής στοιχεία:
 
TACITUS, PUBLIUS(ή GAIUS) CORNELIUS
 
ΒΙΟΣ
 
Γεννήθηκε το 55μ.α.χ.χ. περ., οικογενειακή καταγωγή αβέβαιη. Εισήλθε
στο δημόσιο βίο επί Βεσπασιανού. Νυμφεύθηκε την κόρη του Αγρικόλα
το 77. Πραίτορας καί XVvir το 88. εκτός Ρώμης το 90 – 3, εξεφώνησε
επικήδειο λόγο για τον Βεργίνιο Ρούφο. Κατήγγειλε τον Μάριο Πρίσκο,
ανθύπατο της Αφρικής για υπερβολική φορολόγηση το 100. Πηγές: Τακ.
Agr. 2 – 3, 45(αναφ. στον Δομιτιανό), 9.6(γάμος), Dial. 1.1 – 2, 2.1
(μελέτη της ρητορικής τέχνης), Hist. 1.1.3 – 4(γενικός απολογισμός της
σταδιοδρομίας), Ann. 11.11.1(πραίτορας, XVvir). Πλιν. Epist. 2.1
(επικήδειος λόγος), 2.11(δίωξη του Πρίσκου), 1.6, 1.20, 4.13, 4.15, 6.9,
6.16, 6.20, 7.20, 7.33, 8.7, 9.10, 9.14, 9.23. CIL VI 10229(=ILS 8379a:
πιθανώς ταιριάζει με τον Πλίνιο σε μία επιθυμία). OGIS 487(ανθύπατος).
Πλιν. N.H. 7.76(ο πατέρας του (;) ένας επίτροπος στην Gallia Belgica).
Hist. Aug. Tac. 10.3(τα έργα του διατάχθηκε να τοποθετηθούν σε
βιβλιοθήκες). Βλ. M. L. Gordon «The patria of Tacitus» J.R.S. 26(1936)
145 – 51. R. Syme Tacitus, (Oxford 1958) 611 – 24. R. Hanslik,
Die Amterlaufbahn des Tacitus im Licthte der Amterlaufbahn, seiner
Zeitgenossen, A.A.W.W. 102(1965) 46 – 60. E. Koestermann, Tacitus und
Die Transpadana, Athenaeum 43(1965) 167 – 208. S. Borzsak στη RE
συμπλ. XI(1968) 375 – 99. R. P. Oliver, The praenomen of Tacitus,
Α. J. Ph. 98(1977) 64 -70.
 
ΕΡΓΑ
 
Πέντε έργα σώζονται ολόκληρα ή εν μέρει: De vita Iulii Agricolae, που
χρονολογείται το 98μ.α.χ.χ., De origine et situ Germanorum, την ίδια
χρονιά, Dialogus de oratoribus, πιθανώς αργότερα από το 100, Historiae
(12 – 14 βιβλ.), που γράφτηκε ανάμεσα στο 100 – 110 περ. καί
Ab excessu divi Augusti ή Annales(16 – 18 βιβλ.), αργότερα από τις
Hist. Καί που πιθανώς ακόμη γραφόταν το 116. Οι τίτλοι Historiae καί
Annales έχουν λίγες ή καμιά αρχαία μαρτυρία καί, μολονότι αυτά τα έργα
Είναι πιθανό να δημοσιεύτηκαν πρώτα ξεχωριστά, από μια άγνωστη
επίσης χρονολογία, καί μετά κυκλοφόρησαν σε μία ενιαία έκδοση από
τριάντα βιβλία(βλ. Goodyear για Ann. 1.1.1). Μόνο ο Agricola καί η
Germania(έτσι είναι κοινώς γνωστά) παραμένουν πλήρη. Ο Dialogus
είναι κατεστραμμένος καί έχει κενό κάποιας έκτασης. Από τις Historiae
κατέχουμε μόνο τα 1 – 4, μέρος από το 5 καί μερικά αποσπάσματα.
Από τους Annales έχουμε τα 1 – 4, ένα μικρό μέρος από τα 5, 6, μέρος
από το 11, τα 12 – 15 καί μέρος από το 16.
Πολλή συζήτηση σχετικά με τον αριθμό των βιβλίων που ο Τ. αφιέρωσε
στις Hist. καί στους Ann.: κάποιοι υποστηρίζουν κατανομή από δώδεκα
καί δεκαοκτώ, άλλοι από δεκατέσσερα καί δεκαέξι. Η μόνη σταθερή
μαρτυρία(αρίθμηση του δευτέρου ΧΦ Medicus) υποστηρίζει την
τελευταία άποψη. Το θέμα είναι ακόμη πιο περίπλοκο, αν ληφθεί υπόψη
ότι δεν έζησε για να συμπληρώσει τους Annales. Δεν έχουν καταγραφεί
άλλα έργα.
 
Εδώ λοιπόν έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής:
 
1. Ο Τάκιτος έγραφε τα Annales στα 116μ.α.χ.χ. καί όχι περί το
115μ.α.χ.χ. όπως αναφέρει η Βικιπαίδεια. Αν καί αυτό δεν είναι
ιδιαίτερα μεγάλη απόκλιση.
2. Όμως, η μεγάλη απόκλιση είναι άλλη.
Ότι ομιλεί για χριστιανούς στην εποχή της μεγάλης πυρκαγιάς
στην Ρώμη καί μάλιστα για «Χριστό», εν έτει 64μ.α.χ.χ.
Όμως αυτή η μαρτυρία δεν μπορεί να ευσταθεί για τους παρακάτω
λόγους:
α) Ο Τάκιτος ήταν ευσεβής Ρωμαίος πολυθεϊστής, άρα δεν θα
μπορούσε να αποκαλέσει ποτέ τον Ιησού ή Εμμανουήλ ως
«Χριστό».
β) Την εποχή της πυρκαγιάς στην Ρώμη, δεν είχαν ονομαστεί
ακόμη ως χωριστή θρησκεία οι οπαδοί του Ιησού ή Εμμανουήλ,
αλλά θεωρούνταν ακόμη μέλη της Ιουδαϊκής θρησκείας.
γ) Οι πρώτοι ειδικοί για αυτούς θρησκευτικοί διωγμοί, έγιναν
πολύ αργότερα, αν σκεφθεί κανείς ότι μέχρι το 70μ.α.χ.χ. οι
οπαδοί του Ιησού ή Εμμανουήλ ήσαν μέρος του Ιουδαϊσμού.
Επομένως, το 70μ.α.χ.χ., μετά την καταστροφή των
Ιεροσολύμων από τον Τίτο καί την Εβραϊκή Διασπορά,
αποφασίζουν οι οπαδοί του Ιησού ή Εμμανουήλ να γίνουν
χωριστή θρησκεία.
Έτσι, πολύ αργότερα γίνονται γνωστοί ως θρησκεία καί
επομένως αποφασίζει να τους καταδιώξει η Ρώμη.
Τα πρώτα απολογητικά κείμενα χρονολογούνται στο 90μ.α.χ.χ.
 
8) Θαλλός
 
 
Ο Θαλλός
Ο Θαλλός ήταν ιστορικός συγγραφέας της Μέσης Ανατολής που έζησε τον 1ο μ.Χ. αιώνα. Ήταν Σαμαρείτης απελεύθερος επί Αυτοκράτορα Τιβέριου και έγραψε την Ιστορία της Ελλάδας και της Ασίας από τον Τρωικό πόλεμο μέχρι τις ημέρες του. Το έργο του δεν σώζεται, όμως υπάρχουν αρκετές αναφορές για τον ίδιο και τα κείμενά του στον Ιώσηπο, στον Ιουστίνο, τον Τερτυλλιανό και αλλού.
Η σχέση του με την ιστορικότητα του Ιησού βρίσκεται στην αναφορά μιας έκλειψης ηλίου κατά τα γεγονότα της σταύρωσης του Ιησού. Το 221 μ.Χ., ένας Χριστιανός συγγραφέας, ο Ιούλιος ο Αφρικανός (Sextus Julius Africanus) έγραψε ότι:
"...Σε όλο το κόσμο κυριάρχησε ένα φοβερό σκοτάδι, και οι πέτρες έπεσαν από σεισμό, και πολλά μέρη στην Ιουδαία και σε άλλες επαρχίες έπεσαν κάτω. Τούτο το σκότος ο Θαλλός, στο τρίτο βιβλίο των Ιστοριών του, το εξηγεί ως έκλειψη του ηλίου, πράγμα παράλογο κατά τη γνώμη μου. Καθώς οι Ιουδαίοι εορτάζουν το Πάσχα τη 14η μέρα σύμφωνα με τη σελήνη, και η σταύρωση του Σωτήρα μας πέφτει την ημέρα πριν το Πάσχα, και μια έκλειψη του ηλίου παίρνει μέρος μόνον όταν η σελήνη έρχεται κάτω από τον ήλιο..." (Χρονικά XVIII)
Στο απόσπασμα αυτό παρατηρούμε ότι ο Αφρικανός γράφει για να αντικρούσει αυτά που είχε γράψει ο Θαλλός και μάλιστα παρέχει και τη βιβλιογραφία λέγοντας ότι η αναφορά του Θαλλού βρίσκεται στο τρίτο βιβλίο του.
Καθώς ο Ευσέβιος ο Καισαρείας αναφέρει ότι ο Θαλλός συνέγραψε την τρίτομη ιστορία του στα ελληνικά το 52 μ.Χ. σημαίνει πως ήταν σύγχρονος του Ιησού και μάλλον τα γεγονότα της σταύρωσης Ιησού ήταν γνωστά μεταξύ κάποιων μη χριστιανικών κύκλων.
Ο Θαλλός προσδιορίζει το σκοτάδι κατά τη Σταύρωση («ήν δε ωσεί ώρα έκτη και σκότος εγένετο εφ' όλην την γήν έως ώρας ενάτης, τού ηλίου εκλειπόντος» Λουκ. 23, 44) που αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη ως φυσικό φαινόμενο που μπορούσε να εξηγηθεί σαν μία έκλειψη Ηλίου.
Αν δεχτούμε την αναφορά ως γνήσια, αυτομάτως προσφέρεται μια σημαντική μαρτυρία για την ιστορικότητα του Ιησού, για τη σταύρωσή του και το σχετικό γεγονός που περιγράφεται στην Καινή Διαθήκη.
 
Εδώ έχουμε να παρατηρήσουμε κατ’ αρχάς ότι ήδη το διαψεύδει ο
Κέλσος. Να τί γράφει στο δεύτερο βιβλίο του, στο κεφάλαιο 55, του
Αληθούς Λόγου του, σε μετάφραση του Κάκτου, πρώτη έκδοση 2.001μ.α.χ.χ.,
όπως αναδημοσιεύεται ανωτέρω.
 
2,55 Αλλά πρέπει να εξετάσουμε εκείνο, αν δηλαδή ποτέ κανείς, αφού
πέθανε, αναστήθηκε με αυτούσιο το σώμα του. ή πιστεύετε, ότι οι ιστορίες
των άλλων είναι καί φαίνονται μύθοι, ενώ η πλοκή του δράματος έχει
ανακαλυφθεί από εσάς με ευπρέπεια καί πειστικότητα, δηλαδή η φωνή του
πάνω στο ξύλο, όταν εξέπνεε, καί ο σεισμός καί το σκοτάδι;
 
Αυτά απαντά ο Κέλσος στον Θαλλό το 175 – 180μ.α.χ.χ. μέσω του
«Αληθούς Λόγου».
 
Άρα λοιπόν ούτε ο Θαλλός είναι αξιόπιστος μπροστά στην
επιχειρηματολογία του Κέλσου.
 
Αλλά υπάρχει καί κάτι ακόμα.
Σε περίπτωση που δεχθούμε την ιστορική ύπαρξη του Ιησού ή
Εμμανουήλ, δεν μαρτυρείται για τους προσεκτικούς μελετητές των
γραφών.
Καί εδώ πρέπει να γίνει μία χρήσιμη σημείωση.
Στα έτη κατά τα οποία υποτίθεται ότι έζησε ο Ιησούς ή Εμμανουήλ, η
ημέρα των Εβραίων άρχιζε στις 6π.μ. της αντίστοιχης με την σημερινή
ημέρα.
Άρα λοιπόν, όταν για τους Εβραίους της αρχαιότητας λέγεται τρίτη ώρα,
είναι η αντίστοιχη 9η π.μ. της εποχής μας.
Έχοντας λοιπόν αυτό το δεδομένο, ας δούμε λίγο τα λεγόμενα ευαγγέλια,
για να δούμε τί λένε.
Ο Ιησούς ή Εμμανουήλ σταυρώθηκε την τρίτη ώρα, δηλαδή στις 9π.μ.,
κατά τον «Μάρκο 15,25».
Επίσης, έξι ώρες αργότερα, δηλαδή την ενάτη ώρα ή στις 3μ.μ., ο
Ιησούς ή Εμμανουήλ πέθανε, όπως αναφέρει ο Μάρκος στο 15,33 – 37.
Άρα αργά την Παρασκευή(Μάρκος 15,43) καί το Σάββατο «ξημέρωνε»
κατά τον Λουκά 25,34, δηλαδή πλησίαζε η έκτη απογευματινή ώρα που
θα έφευγε η Παρασκευή καί θα ερχόταν η ημέρα του Σαββάτου, το οποίο
ήταν καί Πάσχα των Εβραίων τότε.
Έτσι, σπεύδει στον Πιλάτο ο Ιωσήφ, ζητώντας την άδεια να πάρει το
σώμα του νεκρού Ιησού ή Εμμανουήλ. Ποιά ώρα πήγε; Πάντως πήγε
μετά τις τρείς(3μ.μ.) καί πρίν τις έξι(6μ.μ.). Ό,τι ώρα όμως καί να πήγε,
ο χρόνος δεν έφθανε για να πεθάνει ο Ιησούς ή Εμμανουήλ στον σταυρό.
Για αυτό καί η εύλογη απορία του Πιλάτου, κατά τον Μάρκο(15,44),
διότι «ο Πιλάτος εθαύμασε ει ήδη τέθνηκε».
Έλα όμως που ο Ιωάννης, ο οποίος παρίστατο στην σταύρωση μας λέει
ότι ο Ιησούς ή Εμμανουήλ την 6η ώρα, δηλαδή κατά τις 12 το μεσημέρι,
βρισκόταν μπροστά στον Πιλάτο καί ανακρινόταν! Αφού λοιπόν κατά τον
Ιωάννη(19,14) ο Ιησούς ή Εμμανουήλ ανακρινόταν στις 12 το μεσημέρι,
Πώς μπορούσε κατά τον Μάρκο να σταυρωνόταν στις 9π.μ.;
Άρα εδώ οι δύο ευαγγελιστές διαφωνούν.
Καί ακόμα, ο Ματθαίος μας αναφέρει ότι ο Ιωσήφ ήταν κρυφός μαθητής(27,57)
του Ιησού ή Εμμανουήλ, ενώ ο Μάρκος μας πληροφορεί ότι αυτός ο Ιωσήφ
ήταν καί βουλευτής(15,43 – 45).
Άρα λοιπόν, ούτε καί ο θάνατος στην σταύρωση με βάση αυτά καί ακόμη περισσότερα στοιχεία, δεν μπορεί να θεωρηθεί ένα αδιαμφισβήτητο
ιστορικό γεγονός.
Περισσότερα στοιχεία στο τεύχος 302, σελίδες 20974 – 20977, του μηνός
Μαίου 2.007μ.α.χ.χ., στο άρθρο του Ατταβυρίου με τον τίτλο
«Δεν πέθανε στο σταυρό ο ‘‘Ιησούς ο Ναζωραίος’’», από όπου αντλώ καί
τα στοιχεία.
Άρα λοιπόν, αφού κατά τα ανωτέρω στοιχεία, η ώρα σταύρωσης, αυτού
του προσώπου πρέπει να τοποθετηθεί μεταξύ των 3μ.μ. καί 6μ.μ., δεν
μπορεί να θεωρηθεί ότι συνέβη οποιαδήποτε έκλειψη Ηλίου εκείνη την
ώρα.
 
Κατά συνέπειαν η μαρτυρία του Θαλλού, απορρίπτεται ως
αντιεπιστημονική.
 
9) Μαρά Βαρ Σεραπίων
Ο Μαρά Βαρ Σεραπίων
Πρόκειται για έναν υπαινιγμό στην ουσία που μοιάζει να αναφέρεται στον Ιησού και προέρχεται από τον Σύρο στωικό φιλόσοφο Μαρά μπαρ Σεραπίωνα (Mara bar Serapion, 73 μ.Χ.) σε μια επιστολή του στα συριακά, που απευθύνεται στον γιο του Σεραπίωνα (Serapion) από τη φυλακή στην οποία βρισκόταν.
Ο Σύρος φιλόσοφος μιλά για τον σοφό βασιλιά των Ιουδαίων, και λέει ότι θανατώθηκε από τους ομοεθνείς του άδικα. Ακριβώς γι' αυτό το λόγο οι Ιουδαίοι τιμωρήθηκαν από τον Θεό να διασκορπιστούν σε όλο τον κόσμο και βέβαια ο σοφός βασιλιάς δεν πέθανε στην πραγματικότητα, αφού ζει μέσα από τη διδασκαλία του.
Το απόσπασμα:
"...Τι να πούμε ακόμα, όταν οι σοφοί κακοποιούνται από τους τυράννους...ώστε να μην μπορούν να αμυνθούν; Ποια ωφέλεια είχαν οι Αθηναίοι θανατώνοντας το Σωκράτη; Η πείνα και η επιδημία έπεσαν πάνω τους ως κρίση για το έγκλημα. Τι ωφελήθηκαν οι άνθρωποι της Σάμου καίγοντας το Πυθαγόρα; Μονομιάς η χώρα τους καλύφθηκε από άμμο. Τι ωφελήθηκαν οι Ιουδαίοι εκτελώντας το σοφό βασιλιά τους; Αμέσως μετά, το βασίλειό τους αφανίστηκε. Ο Θεός δίκαια εκδικήθηκε το θάνατο των τριών αυτών σοφών ανθρώπων: Οι Αθηναίοι πέθαναν από την πείνα. Οι κάτοικοι της Σάμου αφανίστηκαν από τη θάλασσα. Οι Ιουδαίοι καταστράφηκαν κι οδηγήθηκαν μακριά από τη γη τους, για να ζήσουν διεσπαρμένοι. Όμως, ο Σωκράτης δεν πέθανε. Έμεινε ζωντανός στη διδασκαλία του Πλάτωνα. Ούτε ο Πυθαγόρας πέθανε. Ζωντάνεψε στο άγαλμα της Ήρας. Ούτε ο σοφός βασιλιάς πέθανε. Ζωντανεύει μέσα στη διδασκαλία του".
Τα χαρακτηριστικά που αποδίδονται θα μπορούσαν να ταιριάζουν στον Ιησού αν τα συγκρίνουμε με άλλους Ιουδαίους διδασκάλους που εμφανίστηκαν στην περιοχή. Όπως για παράδειγμα το ότι εκτελέστηκε με ευθύνη των Ιουδαίων, λίγο πριν καταλυθεί τον κράτος τους και οι ίδιοι διασκορπισθούν.
 
Εδώ έχω να παρατηρήσω, ότι καί αυτή η μαρτυρία, δεν είναι ακριβής για
τους εξής λόγους:
 
1) Ο Ιησούς ή Εμμανουήλ ουδέποτε ανεγνωρίσθη από τους συγχρόνους
του ως βασιλιάς, αλλά μόνον ειρωνικώς του τοποθετήθηκε μία
επιγραφή στον σταυρό.
2) Η πείνα καί η επιδημία έπληξαν τους Αθηναίους το 405 – 404π.α.χ.χ.
κατά την πολιορκία της Αθήνας από τον Λύσσανδρο, ενώ η
θανάτωση του Σωκράτη έγινε το 399π.α.χ.χ., πέντε έτη αργότερα,
άρα δεν ισχύει η θέση ότι οι Αθηναίοι τιμωρήθηκαν για τον
θάνατο του Σωκράτη με την πείνα καί την επιδημία.
3) Ο Πυθαγόρας πέθανε στο Μεταπόντιο όπως σημειώνουν οι
ιστορικοί J. B. Bury καί Russwell Meiggs, στο βιβλίο τους με τον
τίτλο «Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας», τόμος πρώτος, σελίδα 304,
εκδόσεις Καρδαμίτσα, τρίτη έκδοση, Αθήνα 1.998μ.α.χ.χ., σε
μετάφραση Άννας Παπαδημητρίου – Γραμμένου
Επίσης, ο Πυθαγόρας πέθανε το 500π.α.χ.χ. κατά τους ιστορικούς
καί μάλιστα σε ηλικία 82 ετών(είχε γεννηθεί το 582π.α.χ.χ.)
Καί ακόμη, η Σάμος υπάρχει ακόμα καί δεν αφανίστηκε από την
θάλασσα, όπως λέει αυτός ο μυθομανής ο Μαρά Βαρ Σεραπίων.
Την Σάμο μάλιστα την επισκέπτονται καί περιηγητές, βαρβαριστί
τουρίστες, ακόμη καί σήμερα, όπως η μητέρα μου που την
επισκέφθηκε το 1.986μ.α.χ.χ., όταν εγώ ήμουν 10 ετών.
Άρα ο κύριος Μαρά Βαρ Σεραπίων είναι άσχετος καί μυθομανής.
4) Όσο για την θεωρία ότι οι Ιουδαίοι τιμωρήθηκαν με την Διασπορά,
την καταστροφή του λεγομένου ναού του Σολομώντος καί των
Ιεροσολύμων, επειδή δήθεν σταύρωσαν τον «σοφό βασιλιά» τους,
αυτό είναι ψεύδος.
Πρώτα – πρώτα, διότι ακόμη καί αν δεχθούμε ότι ο Ιησούς ή
Εμμανουήλ υπήρξε, δεν ήταν ποτέ βασιλιάς των Ιουδαίων, αλλά
αντιθέτως τον ειρωνεύθησαν ως τέτοιον στην επιγραφή της
σταυρώσεώς του.
Δεύτερον, διότι δεν ήταν σοφός.
Τρίτον, το κυριότερον διότι η καταστροφή του λεγομένου ναού
του Σολομώντος, έγινε το 70μ.α.χ.χ., ως συνέπεια της μεγάλης
Εβραϊκής επανάστασης των ετών 66 – 70μ.α.χ.χ., ενώ αντιθέτως
η σταύρωση του λεγομένου Ιησού ή Εμμανουήλ έγινε το
33μ.α.χ.χ., ενώ η καταστροφή του λεγομένου ναού του
Σολομώντα το 70μ.α.χ.χ., δηλαδή 37 έτη αργότερα, πράγμα που
δεν επιτρέπει τον συσχετισμό.
 
Επομένως, συμπερασματικώς, ούτε καί η μαρτυρία του
Μαρά Βαρ Σεραπίωνος δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ιστορικώς
βάσιμη για να στηριχθεί η ιστορικότητα αυτού του προσώπου.
 
Όσο για την θέση των ραββίνων ότι γνωρίζουν μόνον έναν
Γιεσουά μπεν Πανθέρα, δηλαδή έναν Ιησού υιό του Πάνθηρα,
Αυτή συμφωνεί με την θέση του Κέλσου, στο βιβλίο του με τον
τίτλο «Αληθής Λόγος ή Κατά Χριστιανών», τόμος Α΄, κεφάλαιο
32, επαναλαμβάνει αυτήν την θέση.
 
Να καί το σχετικό απόσπασμα, το οποίο έχω δημοσιεύσει καί
ανωτέρω σε μετάφραση του «Κάκτου», πρώτη έκδοση, Αθήνα
2.001μ.α.χ.χ. Το δημοσιεύω καί εδώ για να διαπιστωθεί η
συμφωνία της θέσης του Κέλσου με αυτήν των Ραββίνων.
 
1,32 Αλλά ας επανέλθουμε στην εισαγωγή του φανταστικού προσώπου
του Ιουδαίου, όπου έχει αναφερθεί ότι η μητέρα του Ιησού εκδιώχτηκε
από τον ξυλουργό που την είχε αρραβωνιαστεί, επειδή την ανακάλυψε να
έχει διαπράξει μοιχεία, καί τον γέννησε από κάποιον στρατιώτη ονόματι
Πάνθηρα.
 
Γενική σύνοψη
 
Συνοψίζοντας έχω να παρατηρήσω, ότι υπάρχουν δύο μόνον εκδοχές.
Η μία εκδοχή εκφράζεται από τον Πορφύριο καί υποστηρίζει την πλήρη
ανυπαρξία του Ιησού ή Εμμανουήλ της Καινής Διαθήκης, ενώ ο Κέλσος
καί οι Εβραίοι ραββίνοι υποστηρίζουν ότι υπήρξε μόνον ένας
Ιησούς, γιος ενός Ρωμαίου στρατιώτη του Πάνθηρα, νόθος, ο οποίος
έμαθε μερικά τεχνάσματα μάγων στην Αίγυπτο καί παρέστησε τον θεό,
ενώ ποτέ δεν ανεστήθη.
Τόσο ο Πορφύριος όσο καί ο Κέλσος είναι νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι,
Ελληνικής καταγωγής καί παιδείας.
Ο Κέλσος άκμασε περί το 180μ.α.χ.χ. επί του Μάρκου Αυρηλίου, ενώ ο
Πορφύριος άκμασε τον τρίτο μεταχριστιανικό αιώνα, στην κρίσιμη
μεταβατική εποχή της Ρώμης από την Ηγεμονεία στην Δεσποτεία.
Τα συμπεράσματα επαφίενται σε όσους καί όσες διαβάσουν αυτήν την
εργασία.
 
Με εξαίρετη τιμή
 
Αντίοχος Αχαρνεύς
 
Υστερόγραφο 1: Ο όρος "Εβραιοχριστιανισμός" πρωτοαναφέρεται από την Λιλή Ζωγράφου στην "αντιγνώση" καί υποδηλώνει τις Εβραϊκές καταβολές του χριστιανισμού(π.χ. Παλαιά Διαθήκη).
 
Υστερόγραφο 2: Αντί του π.Χ./μ.Χ. καί του Π.Κ.Ε./Κ.Ε. χρησιμοποιώ την συντομογραφία π.α.χ.χ./μ.α.χ.χ., δηλαδή "πριν από/μετά από την χριστιανική χρονολόγηση". Πρωτοχρησιμοποιήθηκε από τον Βλάση Ρασσιά στο τρίτομο έργο του "ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΝΟΣΟΥ".
Επιστροφή στη σελίδα "Ιστορικότητα του Ιησού".