Σχολή της Φρανκφούρτης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ρομπότ: Προσθήκη: sl:Frankfurtska šola
μ χέγκελ
Γραμμή 1:
'''Η Σχολή της Φρανκφούρτης''' είναι μια σχολή νεο-[[μαρξισμός|μαρξιστικής]] κριτικής θεωρίας, κοινωνικής έρευνας, και [[φιλοσοφία|φιλοσοφίας]]. Η ομάδα αναδύθηκε στο ''Ινστιτούτο για την Κοινωνική Έρευνα'' (Institut für Sozialforschung) στο Πανεπιστήμιο της [[Φρανκφούρτη|Φρανκφούρτης]] στη [[Γερμανία]] όταν ο [[Μαξ Χορκχάιμερ]] έγινε ο διευθυντής του Ινστιτούτου το 1930. Ο όρος "Σχολή της Φρανκφούρτης" είναι άτυπος και χρησιμοποιείται για να περιγράψει τους στοχαστές που συνδέονταν με το ''Ινστιτούτο για την Κοινωνική Έρευνα'' ή επηρεάστηκαν από αυτό. Δεν είναι τίτλος για κάποιον θεσμό, και οι κύριοι στοχαστές της Σχολής της Φρανκφούρτης δεν χρησιμοποιούσαν τον όρο για να περιγράψουν τον εαυτό τους.
 
Η Σχολή της Φρανκφούρτης συνένωσε διαφωνούντες [[Μαρξισμός|Μαρξιστές]], αυστηρούς κριτικούς του [[καπιταλισμός|καπιταλισμού]] που πίστευαν ότι κάποιοι από τους επιγόνους του [[Καρλ Μαρξ]] είχαν φτάσει να παπαγαλίζουν μια περιορισμένη συλλογή ιδεών του Μαρξ, συνήθως για την υπεράσπιση του ορθόδοξου [[Κομμουνιστικό κόμμα|Κομμουνιστικού]] ή του ''Σοσιαλοδημοκρατικού'' κόμματος. Επηρεασμένοι κυρίως από την αποτυχία των επαναστάσεων της εργατικής τάξης στην Δυτική Ευρώπη μετά τον [[Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος|Α Παγκόσμιο Πόλεμο]] και από την άνοδο του [[Ναζισμός|Ναζισμού]] σε ένα οικονομικά και τεχνολογικά προηγμένο έθνος (Γερμανία), ανέλαβαν το καθήκον να επιλέξουν ποιά κομμάτια από την σκέψη του Μάρξ θα μπορούσαν να μας βοηθήσουν να διαυγάσουμε τις κοινωνικές συνθήκες που ο ίδιος ο Μαρξ ποτέ του δεν είχε δει. Στράφηκαν σε άλλες σχολές σκέψης για να συμπληρώσουν τις θεωρούμενες παραλείψεις του Μαρξ. Ο [[Μαξ Βέμπερ]] άσκησε την μεγαλύτερη επίδραση, όπως και ο [[Σίγκμουντ Φρόιντ]] (βλέπε την ''Φρόιδο-Μαρξιστική'' σύνθεση στο έργο του [[Χέρμπερτ Μαρκούζε]] του 1954 ''[[Έρως και Πολιτισμός]]''). Η έμφασή τους στο "κριτικό" κομμάτι της θεωρίας πήγαζε σε σημαντικό βαθμό από την προσπάθειά τους να υπερβούν τα όρια [[θετικισμός|θετικισμού]], του ωμού [[υλισμός|υλισμού]], και της [[Φαινομενολογία|φαινομενολογίας]] επιστρέφοντας στην [[κριτική φιλοσοφία]] του [[Εμμάνουελ Καντ]] και τους διαδόχους του γερμανικού [[ιδεαλισμός|ιδεαλισμού]], κυρίως την φιλοσοφία του [[Χέγκελ]], με την έμφασή της στην ''άρνηση'' και την ''αντίφαση'' ως εγγενείς ιδιότητες της [[πραγματικότητα|πραγματικότητας]]. Μια σημαντική επιρροή προήλθε επίσης από την δημοσίευση στην δεκαετία του 1930 των έργων του Μάρξ ''Οικονομικά και Φιλοσοφικά χειρόγραφα του 1844'' και ''Η Γερμανική Ιδεολογία'', τα οποία έδειχναν την συνέχεια με τον [[Χέγκελ|Εγελιανισμό]] που υποκρύπτονταν στην σκέψη του Μαρξ. Ο Μαρκούζε ήταν ο πρώτος που θα αρθρογραφούσε για την θεωρητική σημασία αυτών των κειμένων.