Μελανόμορφη αγγειογραφία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Philologus (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Templar52 (συζήτηση | συνεισφορές)
μΠροσθ. εισαγωγή
Γραμμή 1:
{{Πρότυπο:Αρχαία ελληνική αγγειογραφία}}
'''Μελανόμορφη αγγειογραφία''' ή '''Μελανόμορφος ρυθμός''' είναι συμβατικός αρχαιολογικός όρος με τον οποίο χαρακτηρίζεται η αρχαία ελληνική ζωγραφικήτεχνοτροπία ζωγραφικής αγγείων που αποδίδει τα εικονιστικά και διακοσμητικά μοτίβα με μαύρο χρώμα πάνω στην ανοικτόχρωμη επιφάνεια του πηλού και τις λεπτομέρειες με εγχάραξη, σε αντίθεση του [[ερυθρόμορφος ρυθμός|ερυθρόμορφου ρυθμού]]. Η τεχνική αυτή πρωτοεμφανίστηκε στην Κόρινθο γύρω στο 700 π.Χ. και υιοθετήθηκε στην Αττική γύρω στο 630 π.Χ., όπου γνώρισε και τη μεγαλύτερη ακμή της για τα επόμενα 100 χρόνια περίπου. Ενώ στην [[Πρωτοκορινθιακή αγγειογραφία|Κόρινθο]] χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά σε ζώνες με μοτίβα ζώων πάνω σε μικρά αγγεία, στην Αθήνα επεκτάθηκε και σε πολυπρόσωπες αφηγηματικές σκηνές πάνω σε μεγάλα αγγεία. Στην Αθήνα η νέα τεχνική πρωτοχρησιμοποιήθηκεχρησιμοποιήθηκε πρώτα από ένα καλλιτέχνη που είναι γνωστός με το συμβατικό όνομα [[Ζωγράφος του Βερολίνου Α 34]].
 
Μοτίβα με μελανό γάνωμα πάνω στο ανοικτό χρώμα του πηλού των αγγείων ζωγραφίζονταν και με την τεχνική της σκιαγραφίας, που ήταν γνωστή ήδη από τα προϊστορικά χρόνια στο Αιγαίο και χρησιμοποιήθηκε στην αγγειογραφία μέχρι τον 7ο αι. π.Χ. Η διαφορά της μελανόμορφης από τις προηγούμενες τεχνικές είναι ότι χρησιμοποιούσε και την εγχάραξη για την απόδοση λεπτομερειών μέσα στο περίγραμμα των μορφών. Η ανάπτυξή της οφείλεται στην αυξανόμενη ζήτηση αφηγηματικών και μυθολογικών θεμάτων πάνω στα αγγεία, που απαιτούσαν πιο λεπτομερειακή και φυσιοκρατική προσέγγιση των εικόνων. Η ζήτηση αυτή τροφοδοτούνταν από τη διάδοση πολύτιμων χάλκινων αγγείων και τορευμάτων με εγχάρακτες λεπτομέρειες ήδη κατά τη Γεωμετρική περίοδο. Η μελανόμορφη αγγειογραφία πήρε την εγχάραξη από τη χαλκοτεχνία και την εφάρμοσε στο πιο φθηνό και ευρύτερα διαδεδομένο μέσο της κεραμικής.