Ιουδαιοχριστιανικός πλατωνισμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Θεοδωρος (συζήτηση | συνεισφορές)
μ πρόσθετη πληροφορία
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 13:
Το πλατωνικό φιλοσοφικό σύστημα αποτέλεσε το κυρίαρχο στοιχείο στο [[Θρησκευτικός συγκρητισμός|συγκρητισμό]] του Φίλωνα, ο οποίος με τη σειρά του επηρέασε —εκτός από την εξέλιξη του Ιουδαϊσμού— τους [[Νεοπλατωνισμός|νεοπλατωνιστές]] φιλοσόφους<ref>Αναφέρεται ότι ο Σύριος νεοπλατωνιστής φιλόσοφος [[Νουμήνιος ο εξ Απαμείας]] ([[2ος αιώνας|2ος αιώνας Κ.Χ.]]) είχε πει για τον Φίλωνα: «Τι είναι ο Πλάτων αν όχι ένας αττικίζων [[Μωυσής]];»</ref> και τους [[Εκκλησιαστικοί πατέρες|εκκλησιαστικούς πατέρες]].<ref>«Ο Φίλων αποτέλεσε πιθανώς την πιο σημαντική επιρροή στους παλαιότερους χριστιανούς στοχαστές και τους έφερε σε επαφή με τις φιλοσοφικές σχολές». (''Encyclopedia of Christianity'', σ. 926)</ref>
 
==Χριστιανικός πλατωνισμός==
Η θρησκεία που δίδαξε ο ιδρυτής τους χριστιανισμού δεν ενσωμάτωνε φιλοσοφικά, πολιτικά και ηθικολογικά δόγματα αλλά έδινε έμφαση στη σχέση του ανθρώπου προς τον Θεό ως σχέση ενός παιδιού με τον πατέρα του και στην αρετή της αγάπης. Όσον αφορά την Καινή Διαθήκη, στα Συνοπτικά Ευαγγέλια δεν παρατηρείται καμία επίδραση από την ελληνιστική φιλοσοφία. Στα έργα του Ιωάννη και του Παύλου, ενώ υπάρχουν κάποιες ομοιότητες με την τρέχουσα ελληνική ορολογία και αντίληψη των πραγμάτων, δεν μπορεί να υποστηριχτεί ότι υπάρχει αλληλοεξάρτηση με τις φιλοσοφικές αντιλήψεις των εθνικών· οι θρησκευτικές ιδέες που τονίζονται είναι εντελώς αυτοτελείς και διαφορετικές από τις αντίστοιχες της ελληνικής φιλοσοφίας.<ref>Κωνσταντίνος Γεωργούλης, ''Ιστορία της Ελληνικής Φιλοσοφίας'', Παπαδήμας, Αθήνα 2007, σσ. 576-583.</ref>
Οι χριστιανοί φιλόσοφοι δεν υιοθέτησαν ποτέ τον πλατωνισμό στο σύνολό του. Εντούτοις, το σύνολο της χριστιανικής θεολογίας βρισκόταν σε εξάρτηση, τουλάχιστον ως κάποιο βαθμό, από την εκάστοτε [[ελληνική φιλοσοφία]] —κατά κύριο λόγο τον πλατωνισμό. Κάποιοι δε χριστιανοί στοχαστές δέχτηκαν ιδιαίτερα ισχυρή πλατωνική επίδραση έτσι ώστε μπορούν να προσδιοριστούν ως χριστιανοί πλατωνιστές. Το φαινόμενο του χριστιανικού πλατωνισμού μπορεί να χωριστεί σε γενικές γραμμές ανάμεσα α) στον εξαρτώμενο από τον Φίλωνα και τον μέσο πλατωνισμό και β) στον εξαρτώμενο από τον νεοπλατωνισμό ([[3ος αιώνας]] Κ.Χ.).
 
Η πρώτη απαρχή της εμφάνισης της χριστιανική φιλοσοφικής σκέψης γίνεται τον 2ο αιώνα από τους [[Χριστιανοί απολογητές|απολογητές]], εκ των οποίων όλοι οι Έλληνες ήταν απόφοιτοι φιλοσοφικών σχολών και όλοι οι Λατίνοι απόφοιτοι νομικών σχολών.<ref>Κωνσταντίνος Γεωργούλης, ''Ιστορία της Ελληνικής Φιλοσοφίας'', Παπαδήμας, Αθήνα 2007, σσ. 583-588· Παναγιώτης Χρήστου, ''Ελληνική Πατρολογία'', τόμ. Α', σ. 70.</ref> Οι χριστιανοί απολογητές και [[εκκλησιαστικοί πατέρες]] επιδόθηκαν με ιδιαίτερο ζήλο στον εντοπισμό στοιχείων της ελληνικής φιλοσοφίας τα οποία θα μπορούσαν να γίνουν ανεκτά στα πλαίσια του χριστιανικού κηρύγματος και τα οποία θα μπορούσαν να συγχωνεύσουν και να αφομοιώσουν μέσα σε μια νέα ελληνοχριστιανική φιλοσοφική βάση.<ref>Κωνσταντίνος Γεωργούλης, ''Ιστορία της Ελληνικής Φιλοσοφίας'', Παπαδήμας, Αθήνα 2007, σσ. 583-588.</ref> Όσον αφορά τον πλατωνισμό, οι χριστιανοί φιλόσοφοι δεν τον υιοθέτησαν ποτέ στο σύνολό του. Εντούτοις, το σύνολο της χριστιανικής θεολογίας βρισκόταν σε εξάρτηση, τουλάχιστον ως κάποιο βαθμό, από την εκάστοτε [[ελληνική φιλοσοφία]] —κατά κύριο λόγο τον πλατωνισμό. Κάποιοι δε χριστιανοί στοχαστές δέχτηκαν ιδιαίτερα ισχυρή πλατωνική επίδραση έτσι ώστε μπορούν να προσδιοριστούν ως «χριστιανοί πλατωνιστές». Το φαινόμενο του χριστιανικού πλατωνισμού μπορεί να χωριστεί σε γενικές γραμμές ανάμεσα α) στον εξαρτώμενο από τον Φίλωνα και τον μέσο πλατωνισμό και β) στον εξαρτώμενο από τον νεοπλατωνισμό ([[3ος αιώνας]] Κ.Χ.).
 
Κάποια από τα βασικά στοιχεία του μέσου πλατωνισμού που επέδρασαν στον Χριστιανισμό περιλαμβάνουν α) την [[τελεολογία]], β) την ελεύθερη βούληση σε σχέση με τη θεία πρόνοια, γ) την [[κοσμολογία]] και δ) τη σχέση του Πατέρα με το Γιο και μεταγενέστερα τις αμοιβαίες σχέσεις μεταξύ των προσώπων της [[Τριαδικό δόγμα|Τριάδας]] ε) καθώς επίσης και την πολιτική θεωρία<ref>Στήβεν Ράνσινμαν, ''Η Βυζαντινή Θεοκρατία,'' Εκδόσεις Δομός, 1982, σελ. 30, 156-159</ref>. Επίσης, μερικοί Χριστιανοί υποστήριξαν την πίστη στην αθανασία της [[Ψυχή|ψυχής]] με πλατωνικά επιχειρήματα. Ο [[Γιάροσλαβ Πέλικαν|Πέλικαν]] συνοψίζει ως εξής: «Δύο χριστιανικά δόγματα αποτελούν πιθανώς τις πιο αξιόπιστες ενδείξεις του συνεχούς ελέγχου της ελληνικής φιλοσοφίας επί της χριστιανικής θεολογίας: το δόγμα της αθανασίας της ψυχής και το δόγμα της απολυτότητας του Θεού»<ref>''The Emergence of the Catholic Tradition'', σ. 51.</ref>. Οι θέσεις περί Θεού που καταγράφει ο Πλάτων στο έργο του ''Πολιτεία'' αποτέλεσαν τη βάση για τη μεταγενέστερη εμφάνιση της [[Αποφατική θεολογία|αποφατικής θεολογίας]] —της θεολογίας του τι ''δεν'' είναι ο [[Θεός]].<ref>Ο Ωριγένης και ο [[Ευσέβιος Καισαρείας]] αποτελούν δύο από τα πολλά χαρακτηριστικά παραδείγματα χρήσης αυτού του έργου του Πλάτωνα σε σχέση με την υπερβατικότητα του Θεού.</ref> Τόσο το λεξιλόγιο όσο και τα επιχειρήματα της πλατωνικής φιλοσοφίας αποδείχτηκαν ζωτικό εννοιολογικό πεδίο στην φιλοσοφική διάρθρωση του Χριστιανισμού.
 
[[Εικόνα:Origen.jpg|thumb|110px|right|Ωριγένης]]
Μολονότι η πρωτοχριστιανική εκκλησία του 1ου αιώνα διέκειτο εχθρικά προς την ελληνική φιλοσοφία, τα πράγματα άλλαξαν σταδιακά κατά τη διάρκεια του 2ου αιώνα.<ref>«Περί το 100 μ.Χ. κανένας μέσα στην Εκκλησία δεν μπορούσε να πιστέψη πως μόλις 100 χρόνια αργότερα στην Αλεξάνδρεια, την πνευματικώτερη πόλι του τότε κόσμου, θα είχε συντελεσθή ο γάμος τής χριστιανικής θεολογίας με τον ασπονδότερο μέχρι τότε εχθρό της, την ελληνική φιλοσοφία». ([[Αγουρίδης Σάββας]], ''Εξαγοραζόμενοι τον Καιρόν'', 1965, εκδ. Π. Πουρναρά, σ. 44)</ref> Αν Τακαι υπάρχει η «εντύπωση» ότι τα πρώτα σπαράγματα βέβαια της Πλατωνικής φιλοσοφίας μπορούν να βρεθούν και στην [[Καινή Διαθήκη]], όπου ο [[Απόστολος Παύλος]] στην Α΄ Προς Κορινθίους Επιστολή, αναφερόμενος στο σώμα της εκκλησίας, εικονίζει καιή ζωγραφίζειθυμίζει σε κάποιο βαθμό την ιδανική πολιτεία του Πλάτωνα,<ref>Νίκος Ματσούκας, ''Δογματική και Συμβολική θεολογία'' Β΄, Πουρναράς, θεσσαλονίκη 2007, σελ. 414· ''Ιστορία της Φιλοσοφίας'', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2009, σσ. 385, 386.</ref> ο χριστιανισμός φαίνεται ότι απορρόφησε εύκολα και γρήγορα τα περισσότερα στελέχη της στωικής Στοάς, του νεοπυθαγορισμού, του αριστοτελικού Περιπάτου και της πλατωνικής Ακαδημίας από το δεύτερο μισό του 2ου αιώνα και έπειτα, ενώ ταυτόχρονα περιφρόνησε τον επικουρισμό.<ref>Παναγιώτης Χρήστου, ''Ελληνική Πατρολογία'', τόμ. Α', σ. 65.</ref>

Ο παλαιότερος χριστιανικός πλατωνισμός εκπροσωπείται υποτυπωδώς στον [[Ιουστίνος ο Μάρτυρας|Ιουστίνο τον Μάρτυρα]] (περ. [[150|150 Κ.Χ.]]), αλλάμέσω του οποίου εισήλθαν αρκετά στοιχεία από τον ελληνικό ορθολογισμό και σαφέστερατον πλατωνισμό στη χριστιανική σκέψη.<ref>Κωνσταντίνος Γεωργούλης, ''Ιστορία της Ελληνικής Φιλοσοφίας'', Παπαδήμας, Αθήνα 2007, σσ. 585, 586.</ref> Σαφέστερα, όμως, εκπροσωπείται από τον [[Αθηναγόρας ο Αθηναίος|Αθηναγόρα τον Αθηναίο]] (τέλη [[2ος αιώνας|2ου αιώνα]]), σε μια εποχή κατά την οποία ορισμένοι Χριστιανοί άρχισαν να αποκαλούν την πίστη τους «φιλοσοφία» και αναζητούσαν να εντοπίσουν κοινά στοιχεία με μη Χριστιανούς στοχαστές.<ref>Στην προσπάθεια αυτή κάποιοι έφτασαν στο σημείο να ισχυριστούν ότι καθώς ο Θεός είναι η πηγή κάθε αλήθειας, ο Θεός αποκάλυψε αλήθειες στον Πλάτωνα ή τους Στωικούς όπως ακριβώς το έκανε στην Παλαιά Διαθήκη των Εβραίων. Μάλιστα, ο Αυγουστίνος θεωρούσε πιθανό, όπως είχε μάθει από τον Αμβρόσιο, ότι ο Πλάτων είχε διδαχτεί από τον προφήτη [[Ιερεμίας (Προφήτης)|Ιερεμία]] όταν βρέθηκαν και οι δύο στην [[Αίγυπτος|Αίγυπτο]]. Ακραίες απόψεις που εμφανίζονταν με φιλοσοφικό προκάλυμμα προκαλούσαν τη χλεύη των παγανιστών δασκάλων. (''A History of Christianity'', σ. 53)</ref> Σε πιο ανεπτυγμένη μορφή εκπροσωπείται από τους αλεξανδρινούς [[Κλήμης Αλεξανδρείας|Κλήμη]] (περ. [[150]]-[[215]]) και [[Ωριγένης|Ωριγένη]] (περ. [[176]]-[[254]]). Ο Κλήμης υπήρξε απροκάλυπτα δεκτικός στον πλατωνισμό,<ref>Επι παραδείγματι, «η διδασκαλία του Κλήμη περί δημιουργίας σε κάποια σημεία προέρχεται περισσότερο από τον Πλάτωνα παρά από τον Μωυσή». Παρόμοια, επιδράσεις εμφανίζονται στην αποδοχή της πλατωνικής διδασκαλίας περί προΰπαρξης και αθανασίας της ψυχής και της χριστολογίας που ανέπτυξε ο Κλήμης. (''The Emergence of the Catholic Tradition'', σ. 34, 47)</ref> ενώ ο Ωριγένης συγκεκαλυμμένα, αν και ήταν ο βαθύτερα επηρεασμένος από τους δύο. Ο Ωριγένης, όπως και ο [[Πλωτίνος]], υπήρξε μαθητής του [[Αμμώνιος Σακκάς|Αμμώνιου Σακκά]] και υπήρξε «βασικά ένας χριστιανός νεοπλατωνικός».<ref>Κλάους Όλερ, ''[http://www.myriobiblos.gr/texts/greek/oehler_greekphylosophy.html H συνέχεια στην Ελληνική Φιλοσοφία από το τέλος της Αρχαιότητας ως την πτώση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας]''.</ref> Δόγματα που ανέπτυξε ο Ωριγένης και τα οποία τον έφεραν σε δυσχερή θέση ήταν α) η άποψη που διακρατούσε για τον Γιο ως Λόγο και Δημιουργό, β) η πίστη του σε διαδοχικές ενσαρκώσεις και κόσμους και γ) η άρνηση των αιωνίων βασάνων —όντας κατά βάση ιδέες εντελώς ξένες προς τον Χριστιανισμό οι οποίες προέκυψαν από μια παραγωγική ερμηνεία τόσο του στωικισμού όσο και του πλατωνισμού.
 
[[Εικόνα:Gregor-Chora.jpg|thumb|110px|left|Γρηγόριος Ναζιανζηνός]]