Ατονικότητα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Skalk (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Dada (συζήτηση | συνεισφορές)
μ τί γίνεται με τα διπλά references?
Γραμμή 1:
Η '''ατονικότητα''' ως μουσικός όρος αναφέρεται στην έλλειψη ενός καθορισμένου τονικού κέντρου κατά τη σύνθεση ενός μουσικού έργου. Αυτό έχει ως επακόλουθο την άρση του αισθήματος της [[Τονικότητα|τονικότητας]] και την κατάργηση του τονικού συστήματος μείζονος-ελάσσονος, όπως αυτό είχε διαμορφωθεί από την θεωρία και πράξη της δυτικής μουσικής από τις αρχές του 17ου αιώνα μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα περίπου. Η ατονικότητα αποβλέπει στην παράβλεψη ή πλήρη κατάργηση των ιεραρχικών σχέσεων που επιβάλλει το [[Τονικότητα#Τονικό μουσικό σύστημα|τονικό μουσικό σύστημα]] μεταξύ των φθόγγων, τόσο ως προς τη διαμόρφωση της μελωδικής γραμμής όσο και ως προς την διαμόρφωση και συμπεριφορά των συνηχήσεων («χειραφέτηση της διαφωνίας»). Ο όρος δεν περιγράφει τόσο κάποιο μουσικό κίνημα ή σχολή, αλλά περισσότερο ένα μουσικό ύφος ή τεχνοτροπία που καθιερώθηκε στο πλαίσιο του μουσικού μοντερνισμού, όπως αυτός εκφράστηκε από τους [[Άρνολντ Σένμπεργκ]], [[Άλμπαν Μπεργκ]], [[Άντον Βέμπερν]] και τους μαθητές τους, αλλά και από άλλους συνθέτες, όπως ο Ρώσος [[Αλεξάντερ Σκριάμπιν]] και ο Αμερικανός [[Τσαρλς Άιβς]] στις αρχές του 20ού αιώνα. Η σημασία του όρου «ατονικότητα» προέκυψε από το επίθετο «ατονικός», που πρωτοχρησιμοποιήθηκε από κριτικούς της μουσικής στις αρχές του 20ού αιώνα για να περιγράψει τη νέα αυτή μουσική τεχνοτροπία του μοντερνισμού, σε αντιδιαστολή με την τονική μουσική, που ήταν μέχρι τότε το κύριο μουσικό ιδίωμα της δυτικής μουσικής.
 
==Η εμφάνιση της ατονικότητας==