Βρεφική θνησιμότητα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 4:
Ιστορικά, παιδική θνησιμότητα ισχυρίστηκε ένα σημαντικό ποσοστό των παιδιών που γεννήθηκαν, αλλά επιτόκια μειώθηκαν σημαντικά στη Δύση στη σύγχρονη εποχή. Αυτό έχει κυρίως σε βελτιώσεις σε βασική υγειονομική περίθαλψη, αν και υψηλής τεχνολογίας ιατρικών προκαταβολές συνέβαλαν επίσης. Βρεφική θνησιμότητα είναι συνήθως περιλαμβάνονται ως μέρος του βιοτικού επιπέδου αξιολογήσεις οικονομικών επιστημών. [3]
 
[Επεξεργασία] Σύγκριση συντελεστών βρεφική θνησιμότητα
Η βρεφική θνησιμότητα συσχετίζεται πολύ έντονα προς, και είναι ένα από τα καλύτερα πρόβλεψης της κατάστασης αποτυχίας.[4] IMR ως εκ τούτου, είναι επίσης ένα χρήσιμο δείκτη του επιπέδου υγείας ή ανάπτυξης μιας χώρας, και είναι ένα στοιχείο του ευρετηρίου φυσική ποιότητα ζωής. Ωστόσο, η μέθοδος υπολογισμού IMR συχνά ποικίλλει ευρέως μεταξύ των χωρών, και βασίζεται σε πώς μπορούν να ορίσουν ένα ζώντων γέννησης και πόσες πρόωρο βρέφη γεννιούνται στη χώρα. Η παγκόσμια οργάνωση υγείας (που) ορίζει μια γέννησης ζώντων ως οποιοδήποτε γεννήθηκε ανθρώπινο ον που αποδεικνύει ανεξάρτητη σημάδια της ζωής, συμπεριλαμβανομένης της αναπνοής, εθελοντική μυς κυκλοφορία ή παλμών. Πολλές χώρες, ωστόσο, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων ευρωπαϊκών κρατών και της Ιαπωνίας, μόνο καταμέτρηση ως γεννήσεις ζώντων περιπτώσεις όπου ένα βρέφος breathes κατά τη γέννηση, πράγμα που κάνει τους αναφερθεί IMR αριθμούς κάπως χαμηλότερο και θέτει τους συντελεστές της περιγεννητικής θνησιμότητα.[5]
 
[Επεξεργασία] Σύγκριση συντελεστών βρεφική θνησιμότητα
 
Ο αποκλεισμός των τυχόν υψηλού κινδύνου βρεφών από ο παρονομαστής ή αριθμητής σε αναφερθεί IMRs μπορεί να είναι προβληματική για συγκρίσεις. Πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, Σουηδίας ή η Γερμανία, μέτρηση ένα βρέφος παρουσιάζουν κανένα σύμπτωμα της ζωής ως ζωντανό, ανεξάρτητα από τον μήνα της κυοφορίας ή το μέγεθος, αλλά σύμφωνα με τις Ηνωμένες Πολιτείες κέντρα για ερευνητές Disease Control (CDC), [6] ορισμένες άλλες χώρες διαφέρουν σε αυτές τις πρακτικές. Όλες οι χώρες με όνομα ενέκρινε τους ορισμούς που στα τέλη της δεκαετίας του 1980 ή αρχές δεκαετίας του 1990, [7] που χρησιμοποιούνται σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.[8] Ωστόσο, το 2009, στη CDC εξέδωσε μια έκθεση που δήλωσε ότι η αμερικανική ποσοστά παιδικής θνησιμότητας επηρεάστηκαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες υψηλά ποσοστά πρόωρα βρέφη σε σύγκριση με ευρωπαϊκές χώρες. Αυτό υπογραμμίζεται επίσης οι διαφορές των απαιτήσεων μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και Ευρώπης, σημειώνοντας ότι η Γαλλία, η Τσεχία, Ιρλανδία, τις Κάτω Χώρες και Πολωνία δεν αναφέρει όλες οι γεννήσεις ζώντων από βρέφη κάτω των 500 g ή/και 22 εβδομάδες της κυοφορίας.[6][9][10] Η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα, ωστόσο, ότι οι διαφορές στην αναφορά είναι πιθανό να είναι η κύρια εξήγηση για σχετικά χαμηλό διεθνή κατάταξη των Ηνωμένων Πολιτειών της.[10]
Στη [[δημογραφία]] η βρεφική θνησιμότητα μετράται με τον '''δείκτη βρεφική (ή παιδικής) θνησιμότητας''' ο οποίος ισοδυναμεί με το αριθμό των βρεφών που πεθαίνουν κατά τον πρώτο χρόνο της ηλικίας τους διά τον αριθμό των βρεφών που γεννιούνται ζώντα.
 
Ο δείκτης βρεφικής θνησιμότητας είναι ένας από τους δείκτες που χρησιμοποιούνται για να δώσουν μία εκτίμηση της γενικότερης ποιότητας ζωής σε έναν τόπο, αφού η παιδική θνησιμότητα είναι αρνητικά συνυφασμένη με την οικονομική ευημερία και την ποιότητα του περιβάλλοντος ενός τόπου.
 
Ένα άλλο παράδειγμα καλά τεκμηριωμένη δείχνει επίσης αυτό το πρόβλημα. Μέχρι τη δεκαετία του 1990, η Ρωσία και η Σοβιετική Ένωση did δεν μετρούν, ως μια ζώντων γέννησης ή ως μια βρεφική θανάτου, εξαιρετικά πρόωρο βρεφών (λιγότερο από 1.000 g, λιγότερο από 28 εβδομάδες κυήσεως ηλικίας, ή τουλάχιστον 35 cm σε μήκος), που έχουν γεννηθεί εν ενεργεία (εμφυσηθεί, είχε μια καρδιακή ή επέδειξαν εθελοντική μυς κυκλοφορία) αλλά απέτυχε να επιβιώσουν για τουλάχιστον επτά ημέρες.[11] Μολονότι τέτοια εξαιρετικά πρόωρο βρέφη αντιπροσώπευε συνήθως μόνο 0,005% όλων των παιδιών που ζουν γεννήθηκαν, αποκλεισμός τους από τόσο ο αριθμητής όσο και ο παρονομαστής σε το αναφερόμενο IMR οδήγησαν σε μια εκτιμώμενη 22% - 25% χαμηλότερο αναφερθεί IMR.[12] Σε ορισμένες περιπτώσεις, υπερβολικά, ίσως επειδή νοσοκομεία ή περιφερειακών υγειονομικών υπηρεσιών ήταν λογοδοτούν για μείωση της IMR τους λεκάνης απορροής, βρεφική θανάτους που παρουσιάστηκε τον 12ο μήνα ήταν "μεταφορά" Στατιστικά στο 13ο μήνα (δηλαδή, το δεύτερο έτος της ζωής), και συνεπώς δεν είναι πλέον ταξινομούνται ως μια βρεφική θανάτου.[13]
Οι χώρες που αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο πρόβλημα παιδικής θνησιμότητας παγκοσμίως (2005 est. CIA Factbook) είναι η [[Αγκόλα]], με 187.49 θανάτους/1000 ζώντα νεογνά, το [[Αφγανιστάν]] (163.07 θάν/1000 ζ.ν.) και η [[Σιέρα Λεόνε]] (162.55 θάν/1000 ζ.ν.). Οι μικρότερη παιδική θνησιμότητα παρατηρείται στη [[Σιγκαπούρη]] (2.29 θάν/1000 ζ.ν.) στην [[Σουηδία]] (2.77 θάν/1000 ζ.ν.) και στο [[Χονγκ Κονγκ]] (2.96 θάν./1000 ζ.ν.). Η [[Ελλάδα]] βρίσκεται στην 194η θέση μεταξύ 226 χωρών και η [[Κύπρος]] στην 177η θέση.
 
 
UNICEF χρησιμοποιεί μια στατιστική μεθοδολογία για να λαμβάνονται υπόψη αναφοράς διαφορές μεταξύ των χωρών:
 
 
"UNICEF μεταγλωττίζει βρεφική θνησιμότητα χώρα εκτιμήσεις που προέρχονται από όλες τις πηγές και οι μέθοδοι εκτίμησης που λαμβάνονται είτε από τυποποιημένες εκτυπώσεις, άμεση εκτίμησης από πολύ μικρές σύνολα δεδομένων, ή ετήσια άσκηση της UNICEF. Για να ταξινομήσετε τις διαφορές μεταξύ των προβλέψεων που παράγονται από διάφορες πηγές, με διαφορετικές μεθόδους, UNICEF αναπτύχθηκε, σε συντονισμό με την που, της παγκόσμιας Τράπεζας και UNSD, μια μέθοδος εκτίμησης που να ελαχιστοποιεί τα σφάλματα ενσαρκώνεται σε κάθε εκτίμηση και εναρμόνιση τάσεις κατά μήκος χρόνο. Δεδομένου ότι οι εκτιμήσεις δεν είναι απαραίτητα το ακριβές τιμές χρησιμοποιηθεί ως είσοδος για το μοντέλο, αυτά αναγνωρίζονται συχνά δεν όπως ο υπάλληλος IMR εκτιμήσεις χρησιμοποιούνται σε επίπεδο χώρας. Ωστόσο, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, οι εκτιμήσεις αυτές ελαχιστοποιήσετε τα σφάλματα και μεγιστοποίηση της συνέπειας των τάσεων κατά μήκος χρόνο.[14]"
 
 
Μια άλλη πρόκληση συγκρισιμότητας είναι η πρακτική της καταμέτρησης ευπαθείς ή πρόωρο βρέφη που πεθαίνουν πριν από την κανονική ημερομηνία παράδοσης ως αποβολές (αυθόρμητες αποβολές) ή εκείνων που πεθαίνουν κατά τη διάρκεια ή αμέσως μετά από τοκετού ως θνησιγενή. Συνεπώς, η ποιότητα της τεκμηρίωσης μία χώρα της περιγεννητικής θνησιμότητα μπορεί να σημασία σε μεγάλο βαθμό την ακρίβεια των στατιστικών της παιδικής θνησιμότητας. Το σημείο αυτό ενισχύεται από το demographer Ansley Coale, που βρίσκει dubiously υψηλές αναλογίες των αναφερόμενων stillbirths για τους θανάτους βρεφών στο Χονγκ-Κονγκ και την Ιαπωνία το πρώτο 24 ώρες μετά τη γέννηση, ένα μοτίβο που είναι συνεπής με τις υψηλές αναλογίες καταγεγραμμένη φύλο κατά τη γέννηση στις χώρες αυτές. Προτείνεται όχι μόνο ότι πολλές γυναίκες βρέφη που πεθαίνουν κατά το πρώτο 24 ώρες είναι παραθέματα ως stillbirths αντί για τους θανάτους βρεφών, αλλά και ότι οι χώρες δεν ακολουθούν που συστάσεις για την υποβολή εκθέσεων οι γεννήσεις ζώντων και βρεφική θανάτους.[15]
 
 
Ένα άλλο φαινομενικά παράδοξο διαπίστωση είναι ότι όταν εισάγουν χώρες με φτωχούς ιατρικές υπηρεσίες
{{επέκταση}}