Αυτόφωρο έγκλημα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Templar52 (συζήτηση | συνεισφορές)
μ +
Templar52 (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 4:
Επίσης στο ίδιο άρθρο περιλαμβάνεται και η περίπτωση να εντοπιστεί άτομο σε χώρο, ανεξάρτητα της απόστασης από το σημείο της τέλεσης του εγκλήματος, όπου φέρει αντικείμενα ή ίχνη που συνάγουν ότι αυτό διέπραξε το έγκλημα προ λίγου χρόνου.
 
Στην έννοια «εν τω πράττεσθαι», περιλαμβάνονται επίσης το στάδιο της απόπειρας εγκλήματος<ref>Πλημ. Λάρισας 660/1966 προτ. Γ. Αρβανίτη - "Ποινικά Χρονικά" ΙΖ΄/504.</ref>, ως και τα [[διαρκές έγκλημα|διαρκή εγκλήματα]]<ref>Ανδρουλάκης: Πλημ. Θεσσαλονίκης, Απόφ.323/1968 - "Ποινικά Χρονικά" ΙΕ¨/330</ref>, εξ ου και ο εξ αυτών χαρακτηρισμός «συνεχές αυτόφωρο». Η δε κρίση επί της έννοιας της τέλεσης του εγκλήματος, (που ολοκληρώθηκε ή περατώθηκε), "μόλις πρόσφατα" ή "προ λίγου χρόνου" ουσιαστικά επαφίεται στον ανακριτικό υπάλληλο. Η [[Ποινική Δικονομία]] ενδεικτικά αναφέρει την αμέσως, μετά την πράξη τηνκαι ως συνέχεια αυτής, καταδίωξη, υπό οργάνων Αρχής ή δημόσιας δύναμης, όπου ο δράστης (ή συνεργός) έχει γίνει αντιληπτός και τρέπεται σε φυγή, ή την υπό του παθόντα καταδίωξη ή την πρόκληση σε βοήθεια, ως και την δημόσια κραυγή. Ως δημόσια κραυγή θεωρείται η ουσιαστική υπόδειξη με κραυγές, όπως π.χ. "''νάτος''", "''πιάστε τον''", κ.λπ. και σε καμία περίπτωση μια απλή κακή φήμη.
 
Ουδέποτε όμως θεωρείται αυτόφωρο έγκλημα εκείνο που τελέστηκε και παρήλθε ολόκληρη η επόμενη ημέρα χωρίς να έχει συλληφθεί ο δράστης, οπότε καμία των παραπάνω περιπτώσεων δεν μπορεί να συντρέξει για τον χαρακτηρισμό του εγκλήματος ως αυτόφωρο. Σημειώνεται ότι τελούμενα υπό του Τύπου εγκλήματα (δημοσιεύματα εφημερίδων, περιοδικών με διασπορά ψευδών ειδήσεων κ.λπ.) θεωρούνται πάντοτε αυτόφωρα σύμφωνα με άρθρο 14,§ 6 του Συντάγματος. Επίσης σημειώνεται ότι επί της αυτόφωρης [[λαθρεμπορία]]ς ακολουθούνται ιδιαίτερες διατάξεις.