Κλέφτες: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ρομπότ: Προσθήκη: ja:クレフテス
The Phantom (συζήτηση | συνεισφορές)
Γραμμή 4:
 
Η κατάκτηση του ελλαδικού χώρου από τους [[Οθωμανική αυτοκρατορία|Οθωμανούς]] ώθησε κάποιους από τους πληθυσμούς των πεδινών περιοχών στο να αποσυρθούν σε άγονες ορεινές περιοχές, προσπαθώντας να γλυτώσουν από τις συνέπειες της γειτνίασης με τουρκικά στρατιωτικά ή διοικητικά κέντρα.<ref>Ιστορία Ελληνικού Έθνους (1975), σ. 145</ref> Στις καινούριες συνθήκες ζωής τους στο σκληρό αυτό περιβάλλον δημιουργήθηκε και η ψυχοσύνθεση του αντάρτη, του ανυπότακτου, οποίος καταφεύγει στην αρπαγή, για την ηθική ικανοποίησή του αλλά και για λόγους επιβίωσης. Πράγματι, τα λίγα στοιχεία που υπάρχουν για τη δράση των κλεφτών τον 18ο αιώνα αναφέρονται μόνο σε πράξεις [[ληστεία|ληστείας]] και είναι γενικά παραδεκτό από τους ιστορικούς πως δεν είχαν συνείδηση ότι αγωνίζονται για την ελευθερία του συνόλου.<ref name="IEE146">Ιστορία Ελληνικού Έθνους (1975), σ. 146</ref> Αντίθετα, η ένταση της ληστείας φαίνεται ότι αυξάνεται στον οθωμανικό κόσμο από τον 17ο αιώνα κ.ε., κυρίως ως έμμεσο αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης της αυτοκρατορίας. Επιπλέον παράγοντας που θα πρέπει να συνυπολογιστεί είναι ότι η ληστεία ήταν συνηθισμένη συμπληρωματική οικονομική δραστηριότητα των ορεινών νομαδικών ή ημινομαδικών ποιμενικών φύλων και, σε ορισμένες περιοχές, όπως στον [[Βάλτος Αιτωλοακαρνανίας|Βάλτο της Αιτωλοακαρνανίας]], ήταν ενδημικό φαινόμενο από την αρχαιότητα.<ref name="Stathis2007">Στάθης (2007)</ref>
 
 
Πράγματι, σε όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, οι κλέφτες ήταν μόνιμη πηγή αταξίας και ανησυχίας καθώς, οργανωμένοι σε μικρές ή πολυμελείς συμμορίες, προκαλούσαν τον τρόμο στους χωρικούς και τους διαβάτες. Στήνοντας ενέδρες στους εμπόρους και τους ταξιδιώτες στα διάφορα περάσματα, τους λήστευαν ή τους κρατούσαν ομήρους μέχρι να εισπράξουν λύτρα,<ref>Koliopoulos & Veremis (2004), σ. 223</ref> χωρίς γενικά να τους ενδιαφέρει το θρήσκευμα των θυμάτων τους.<ref>Πολίτης (1973), σ. ιβ' όπου και η παρακάτω μαρτυρία της εποχής: "..ήρχισαν να τον τυρρανούν ...ζητούντες από αυτόν γρόσια και φλωρία. Ο δε έλεγεν αυτοίς... «λυπηθείτε με τον ταλαίπωρον δι' αγάπην του Ιησού Χριστού και της Παναγίας της Προυσσιώτισσας, διότι εγώ δεν έχω πλούτον και γρόσια»...Οι δε κλέπται έλεγον αυτώ, «ημείς Χρστόν και Παναγίαν εδώ εις τα βουνά δεν ηξεύρομεν, μόνον φέρε την εξαγοράν, τα οκτακόσια γρόσια, δια να γλυτώσης την ζωήν σου"</ref>
 
Οι σύγχρονοι ιστορικοί απορρίπτουν την αντίληψη ότι οι κλέφτες έκλεβαν μόνο τους Τούρκους και τους πλούσιους προσκυνημένους Έλληνες (πχ τους [[κοτζαμπάσηδες]]). Υποστηρίζουν πως βασικός στόχος τους ήταν τα αδύνατα τμήματα του πληθυσμού και επιτίθονταν στους ισχυρούς, οθωμανούς και χριστιανούς, μόνο όταν αισθάνονταν εξαιρετικά δυνατοί.<ref>Πολίτης (1973), σ. ιστ'.</ref><ref name="Stathis2007"/>
 
 
Κάποιες φορές, ισχυρές ομάδες κλεφτών ζητούσαν λύτρα από χωριά ή επέδραμαν σε πολιτείες όπως στο Καρπενήσι το 1764. Στις επιδρομές αυτές, κάποτε, οι χριστιανοί κλέφτες συνέπρατταν με αλβανόφωνους μουσουλμάνους («[[Τουρκαλβανοί|Τουρκαλβανούς]]» ) ή Τούρκους κλέφτες.<ref>Πολίτης (1973), σ. ιγ' παραθέτει πηγή της εποχής για την επιδρομή στο Καρπενήσι: "οι λήσταρχοι Γιολδάσης και Τουρκέτος, ο μεν πρώτος Τουρκαλβανός, Έλλην δε ο δεύτερος, έχοντες και ετέρους μεθ' αυτών κακούργους επέκεινα των τριακοσίων, πολλά κακά ειργάσαντο τοις δυστυχέσι κατοίκοις, πάσαν μεν την κινητήν αυτών ουσίαν διαρπάσαντες, πολλούς δε αιχμαλώτους απαγαγόντες εξ ών και τινες εν τη αιχμαλωσία απέθανον, οι δε λοιποί μετά πολύμηνον ταλαιπωρίαν και κακοπάθειαν, δια λύτρων πολλών διεσώθησαν"</ref> Οι κλέφτες εκείνης της εποχής, λοιπόν, δε φαίνονται να είχαν εθνική συνείδηση, αν και έχει υποστηρικτές και η άποψη ότι εξεγέρσεις των κλεφτών πριν το 1821 είχαν εθνικά χαρακτηριστικά.<ref>Beaton (2004), σ. 102-103 όπου μνημονεύονται οι μελετητές Douglas Dakin και Αλέξης Πολίτης για την 1η άποψη και Κώστας Ρωμαίος για τη 2η.</ref> Χαρακτηριστικό είναι επίσης πως ληστρική δράση παρόμοια με αυτή των ελλήνων κλεφτών σημειώθηκε και σε άλλες χώρες της τουρκοκρατούμενης βαλκανικής χερσονήσου, πχ από τους '''Χαϊντούκους''' (Haidouks) στο χώρο της σημερινής Σερβίας και Βουλγαρίας.<ref>Steven Runciman, ''The Great Church in Captivity'', Cambridge University Press, 1985, σελ. 391</ref>
 
 
Τα σποραδικά στοιχεία για τη δράση των κλεφτών εκείνη την εποχή δείχνουν τις αρπαγές και τη σκληρότητά τους<ref>Πολίτης (1973), σ. ιε'.</ref> ενώ, σε κάποιες περιπτώσεις, οι χωρικοί αντιστέκονταν ένοπλοι στις επιθέσεις των κλεφτών, ακόμη και σε συνεργασία με τους Τούρκους, όπως έγινε κατά τον κατατρεγμό των κλεφτών το 1805 στην Πελοπόννησο.<ref>Πολίτης (1973), σ. ιδ'.</ref> Με τη δράση τους, οι κλέφτες ήταν μόνιμη πληγή της υπαίθρου και, κατά τη νεότερη αντίληψη, είναι δύσκολο να γίνει πιστευτό πως ήταν αγαπητοί στο χριστιανικό πληθυσμό και πως οι χωρικοί τους έβλεπαν σαν εκδικητές τους. Θα ασκούσαν όμως κάποια γοητεία στους φτωχούς και απόλεμους κατοίκους της υπαίθρου, με τη σκληρότητα, την ικανότητα στα όπλα και το θάρρος τους.<ref>Πολίτης (1973), σ. ισ'.</ref>
 
 
Το οθωμανικό κράτος, αδυνατώντας να επιβάλλει το ίδιο την τάξη, ιδιαίτερα στις ορεινές επαρχίες του, χρησιμοποίησε ένοπλες ομάδες πρώην κλεφτών ή άλλων οπλαρχηγών, προκειμένου να περιορίσει τη δράση των κλεφτών. Οι ένοπλες αυτές ομάδες ονομάζονταν [[αρματολοί]].
 
 
Από τον 18ο αιώνα οι κλέφτες άρχισαν να δείχνουν πως είναι ικανοί να δημιουργήσουν προβλήματα στην οθωμανική κυριαρχία, με αποτέλεσμα να γίνονται υπολογίσιμοι και από τις ξένες δυνάμεις που απέβλεπαν σε εξέγερση των χριστιανικών λαών των Βαλκανίων<ref name="IEE146"/> αλλά και από τους Έλληνες που απέβλεπαν στην αποτίναξη της τουρκικής κυριαρχίας. Οι τελευταίοι είδαν στους κλέφτες τους ηρωικούς εκδικητές του Ελληνισμού και έδωσαν ρομαντικό πνεύμα στη λέξη κλέφτης, με πρώτο παράδειγμα το συγγραφέα της [[Ελληνική Νομαρχία|Ελληνικής Νομαρχίας]] η οποία δημοσιεύτηκε το [[1806]] στην Ιταλία. Αυτός αποκαλεί τους κλέφτες ανθρώπους οι οποίοι, μη υποφέροντας τη φοβερή τυραννία των Οθωμανών, φεύγουν στα δάση για να διαφυλάξουν την ελευθερία τους και δεν ενοχλούν καθόλου τους χωρικούς.<ref>βλ. Πολίτης (1973), σ. ιζ'. Το πρωτότυπο κείμενο: "οι οποίοι, μη υποφέροντες τας φοβεράς τυραννίας των Οθωμανών, εκλέγουσιν εκείνους οπού γνωρίζουσιν αξιωτέρους και φεύγουσιν εις τα δάση δια να διαθευντέσουν την ελευθερίαν των...Την σήμερον είς όλην την Ελλάδα ευρίσκονται βέβαια από αυτούς περισσότεροι από δέκα χιλιάδας, των οποίων η ανδρεία είναι αδιήγητος και η αγάπη των δια την ελευθερίαν τους απερίγραπτος. Αυτοί οι ήρωες πολλάκις, μη απαντώντες εχθρούς δια να λάβωσιν με την νίκην τα όσα τους είναι αναγκαία, ζώσι δύο και τρεις ημέρας με νερόν και χόρτα και ούτως δεν ενοχλούσι τους χωριάτας εις το ουδέν"</ref>
Ανακτήθηκε από "https://el.wikipedia.org/wiki/Κλέφτες"