Πρωτεϊνουρία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Petef (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Petef (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
Ο προσδιορισμός της πρωτεΐνης είναι μια από τις βιοχημικές παραμέτρους της [[γενική εξέταση ούρων|γενικής εξέτασης ούρων]]. Η παρουσία πρωτεΐνης (λευκώματος) στα ούρα ονομάζεται '''αντίστοιχα πρωτεϊνουρία''' ή λευκωματουρία. Κλινική πρωτεϊνουρία ορίζεται η απέκκριση [[πρωτεΐνη|πρωτεΐνης]] που ξεπερνά τα 150 mg/dl ανά 24ωρο. Κατά κανόνα η πρωτεΐνη αυτή προέρχεται από την περιοχή του νεφρού και συγκεκριμένα από τους νεφρώνες. Το 50% των πρωτεϊνών που καταλήγει στα ούρα, κυρίως σε παθολογικές καταστάσεις, προέρχεται από το πλάσμα του αίματος. Συνίσταται δηλαδή από πρωτεΐνες, οι οποίες έχουν υποστεί διήθηση στο αγγειώδες σπείραμα (glomerulus) και έχουν διαφύγει από την επαναρρόφηση στο εγγύς εσπειραμένο σωληνάριο (proximal tubule). Επειδή δε η αλβουμίνη αποτελεί την αφθονότερη πρωτεΐνη στο πλάσμα, είναι λογικό να κυριαρχεί η παρουσία της και στα ούρα. Πρωτεΐνες εκκρίνονται όμως και από περιοχές των νεφρώνα μακρυά από το αγγειώδες σπείραμα. Τέτοια είναι η πρωτεΐνη Tamm-Horsfall, εκκριτικό προϊόν των κυττάρων του άπω εσπειραμένου σωληναρίου (distal tubule cells).<br />
 
==Σύσταση πρωτεΐνης ούρων==