Αττικισμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ δρθ λινκ
Γραμμή 5:
Μετά τις κατακτήσεις του [[Αλέξανδρος ο Μέγας|Μεγάλου Αλεξάνδρου]], το κράτος των Μακεδόνων βασιλέων του υιοθέτησε την αττική διάλεκτο για τις διοικητικές, εμπορικές και διπλωματικές του ανάγκες. Η αττική διάλεκτος διαμορφώνεται σταδιακά σε νέα μορφή ελληνικής γλώσσας, την Ελληνιστική ή Κοινή, η οποία καθόρισε αργότερα τη γλώσσα των μεσαιωνικών χρόνων και τη [[νεοελληνική γλώσσα]].
 
Οι κοσμοϊστορικές πολιτικές αλλαγές, η επικράτηση νέας [[θρησκεία]]ς, η αλλαγή δημόσιας-ιδιωτικής ζωής και η μεταβολή νοοτροπίας ανθρώπων υπήρξαν οι κύριες αιτίες διαμόρφωσης της Κοινής, που υπέστη αλλοιώσεις τόσο στη [[φωνητική]] όσο και στη [[μορφολογία]], τη [[Σύνταξη (γλωσσολογία)|σύνταξη]] και το [[λεξιλόγιο]]. Αργότερα, οι Αλεξανδρινοί γραμματικοί επινόησαν τους τόνους και, πιστεύοντας ότι με τη χρήση της Αττικής θα συνεχιζόταν η παράδοση στη συγγραφή έργων ανάλογων της κλασικής περιόδου, δίδαξαν τον αττικισμό, με αποτέλεσμα τη στροφή λογίων προς ένα τεχνητό γραπτό ιδίωμα, τη διγλωσσία και την επικράτηση του άκαμπτου [[αρχαϊσμός|αρχαϊσμού]] μεταγενέστερα.
 
Ενώ, αρχικά, για τη γραπτή και προφορική μετάδοση της διδασκαλίας του [[Χριστιανισμός|Χριστιανισμού]] χρησιμοποιήθηκε η Κοινή, στην οποία άλλωστε γράφτηκαν και η Παλαιά και Καινή Διαθήκη, αργότερα οι Τρεις Ιεράρχες χρησιμοποίησαν τον αττικισμό στον επίσημο εκκλησιαστικό λόγο ως προσπάθεια συμφιλίωσης και εξοικείωσης με την ελληνική παιδεία,<ref>Δετοράκης Θ., «Η Γλώσσα των Πατέρων της Εκκλησίας» στο Μ.Ζ. Κοπιδάκης (επιμ.) ''Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας'', Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, Αθήνα, 120.</ref> αλλά και ως μέσο έκφρασης των ανώτερων τάξεων που εισχωρούσαν αθρόα στη νέα θρησκεία.<ref>Κορδάτος Γ., 1943, ''Ιστορία του Γλωσσικού μας Ζητήματος'', Γ. Λουκάτος, Αθήνα, 14.</ref> Στη συνέχεια, κατά τους [[Βυζαντινή αυτοκρατορία|Βυζαντινούς χρόνους]] η διγλωσσία, μεταξύ γραπτής-ομιλούμενης, αττικής–κοινής συνετέλεσε στη χωριστή εξέλιξη των γλωσσικών μορφωμάτων. Ο μεν γραπτός λόγος οδηγήθηκε σε μία προοδευτική στρυφνότητα στη σύνταξη, ο δε προφορικός, ξέφρενος, απλοποιήθηκε φωνητικά και μορφοσυντακτικά, ενώ συγχρόνως εισήχθησαν νέες λέξεις δάνειες εξαιτίας του [[εκχριστιανισμός|εκχριστιανισμού]] διαφόρων λαών. Προς το τέλος αυτής της ιστορικής περιόδου, σε αντίθεση με την αρχή της, υπάρχουν περισσότερες πηγές λόγω γραπτών λογοτεχνικών κειμένων στη δημώδη και σε μια νέα [[ελληνική γλώσσα]] που διαμορφώθηκε σταδιακά και εξαπλώθηκε στο μεγαλύτερο τμήμα της επικράτειας του ελληνικού «θέματος».<ref>Με τον όρο θέμα εννοείται η βυζαντινή επαρχία.</ref>