Επτανησιακή Σχολή (μουσική): Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Periklis14 (συζήτηση | συνεισφορές)
Periklis14 (συζήτηση | συνεισφορές)
Γραμμή 19:
[[Αρχείο:Olympic Hymn title.jpg|thumb|right|Αφίσα του Ολυμπιακού Ύμνου που μελοποίησε ο Σπύρος Σαμάρας.]]Η 2η Γενιά θεωρητικά ξεκίνησε κατά το [[1870]] και σε αυτήν ανήκουν σπουδαίοι εκπρόσωποι της Επτανησιακής Σχολής και όχι μόνο, όπως ο [[Σπυρίδων Σαμάρας | Σπυρίδων Σαμάρας]] , ο [[Ιωσήφ Καίσαρης | Ιωσήφ]] και ο [[Σπυρίδων Καίσαρης | Σπυρίδων Καίσαρης]] και άλλοι πολλοί. Οι εκπρόσωποι της εκπαιδεύτηκαν μουσικά από τους συνθέτες της 1ης Γενιάς. Μετά την προσάρτηση των [[Επτάνησα | Επτανήσων]] στην [[Ελλάδα | Ελλάδα]], πολλοί συνθέτες της νέας γενιάς εγκαταστάθηκαν στην ηπειρωτική Ελλάδα με σκοπό να διδάξουν την μουσική τους στους ηπειρωτικούς Έλληνες. Έτσι, οι Έλληνες που είχαν συνηθίσει τη δημοτική και βυζαντινή μουσική, γνώρισαν την δυτική τεχνοτροπία μουσικής μέσω των Επτανήσιων. Με την δημιουργία του Ωδείου Αθηνών το [[1871]], πολλοί Επατνήσιοι πήγαν και δίδαξαν εκεί. Κάποιοι άλλοι Επτανήσιοι συνθέτες αποφάσισαν να κάνουν διεθνή καριέρα, όπως ο [[Ναπολέων Λαμπελέτ | Ναπολέων Λαμπελέτ]] και ο [[Σπυρίδων Σαμάρας | Σπυρίδων Σαμάρας]] με αποτέλεσμα να γίνουν διάσημοι στο εξωτερικό.
 
Κατά τα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού, εμφανίστηκε μια νέα μουσική τάση, η δημιουργία "ελληνικής μουσικής" βασισμένη στα κλασσικά πρότυπα σε συνδυασμό με ελληνικά μοτίβα. Μερικοί από τους Επτανήσιους υποστηρικτές της ιδέας αυτής ήταν ο [[Διονύσιος Λαυράγκας|Διονύσιος Λαυράγκας]] και ο [[Γεώργιος Λαμπελέτ | Γεώργιος Λαμπελέτ]]. Ο Λαμπελέτ, ειδικά, οραματίζεται πρώτος την Εθνική Σχολή ήδη από το [[1901|1901]], ώπουόπου δημοσιεύει το άρθρο "Εθνική Μουσική" στο περιοδικό [[Παναθήναια (έντυπο)|Παναθήναια]] και μέσα από αυτό (το "Μανιφέστο του Λαμπελέτ" όπως μερικοί το αποκαλούν) εκφράζει τις ιδέες που είχε εκείνος για την Εθνική Σχολή.
 
Τα έργα της 2ης Γενιάς έχουν μία μεγαλύτερη ποικιλία σε στυλ, καθ’ ότι μερικά ακολουθούν το "ιταλικό", το "επτανησιακό" στυλ της 1ης Γενιάς, ενώ άλλα αυτό που χαρακτηρίστηκε "ελληνικό", δηλαδή αυτό που βασίζεται σε ελληνικά μοτίβα. Τα έργα εκείνης της γενιάς απαρτίζονται και πάλι από πολλές [[Όπερα|όπερες]] στα ελληνικά και τα ιταλικά (οι περισσότερες του [[Σπυρίδων Σαμάρας|Σπυρίδωνα Σαμαρά]]) και [[Μελόδραμα|μελοδράματα]] (πολλά είναι του [[Διονύσιος Λαυράγκας|Διονυσίου Λαυράγκα]], ο οποίος θεωρείται και θεμελιωτής του Ελληνικού Μελοδράματος), αλλά και από έργα συμφωνικά, για βιολί, πιανιστικά, τραγούδια, καντάδες αλλά και εμβατήρια (κυρίως του [[Διονύσιος Βισβάρδης|Δ. Βισβάρδη]] και του [[Σπυρίδων Καίσαρης|Σ. Καίσαρη]]). Χαρακτηριστικά είναι και τα βαλς και οι πόλκες του [[Ιωσήφ Καίσαρης|Ιωσήφ Καίσαρη]], ο οποίος γι’ αυτό απέκτησε το προσωνύμιο "Έλλην Γιόχαν Στράους". Χαρακτηριστικά έργα της 2ης Γενιάς είναι η ''Γιορτή'' ([[1907]];) του Γ. Λαμπελέτ, η ''Ελληνική Σουίτα'' ([[1903]]) του Λαυράγκα, η όπερα ''Ρέα'' ([[1908]]) και ο [[Ολυμπιακός Ύμνος|''Ολυμπιακός Ύμνος'']] ([[1896]])του Σαμάρα, το γνωστό βαλς ''Μη μου άπτου'' (τέλη 19ου αιώνα) του Ι. Καίσαρη και το εμβατήριο [[Περνάει ο στρατός | ''Περνάει ο Στρατός'']] ([[1935]]) του Δ. Βισβάρδη.