Ραϊχσκονκορδάτο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Templar52 (συζήτηση | συνεισφορές)
μ + §
Templar52 (συζήτηση | συνεισφορές)
μ +
Γραμμή 16:
== Η συνομολόγηση ==
Στις [[7 Απριλίου]] ο Μονσενιέρ (= Σεβασμιώτατος) Λ. Κάας και ο Αντικαγκελάριος φον Πάπεν φεύγουν για Ρώμη υπό άκρα μυστικότητα ακολουθούμενοι από τον Γκαίριγκ. Ο Χίτλερ μη μένοντας ικανοποιημένος παρά τη ψήφιση των καθολικών του νόμου που του παρείχε όλες τις εξουσίες, είχε δώσει στους υποτακτικούς του, που μετέβαιναν στη Ρώμη, απόρρητες διαταγές διαπραγμάτευσης και του αποκλεισμού του κλήρου από την πολιτική. Ταυτόχρονα η ενδυνάμωση του ολοκληρωτικού κράτους προχωρούσε με γοργούς ρυθμούς και η βιαιότητα κατά της Καθολικής Εκκλησίας συνεχώς αυξανόταν.<br />
Παράλληλα ειδήσεις από Ρώμη μαρτυρούσαν ότι το Βατικανό πλέον είχε αποφασίσει να άρει κάθε υποστήριξη στα καθολικά κόμματα. Έτσι στις [[5 Ιουλίου]] το καθολικό Κόμμα του Κέντρου δημοσίευσε την απόφαση περί της διάλυσής του απομακρύνοντας με την εξέλιξη αυτή και το τελευταίο εμπόδιο της υπογραφής του κονκορδάτου. Τρεις ημέρες αργότερα ([[8 Ιουλίου]]) σε επανειλημμένες συνεδριάσεις συνομολογήθηκε και μονογράφηκε το Ραϊχσκοκορδάτο από τους καρδινάλιο Πατσέλλι και τον Αντικαγκελάριο Φον Πάπεν το οποίο στις [[20 Ιουλίου]] επικυρώθηκε και επίσημα όπου και άρχισεη ηέναρξη ισχύς του.
 
Κατόπιν αυτού το τελευταίο εσωτερικό εμπόδιο στα σχέδια του Χίτλερ είχε πάψει πλέον να υφίσταται. Στις 9 Ιουλίου του 1933 τα ειδησεογραφικά πρακτορεία πληροφορούσαν την Ευρώπη ότι κάποιο κονκορδάτο συνομολογήθηκε με το Γ΄ Ράιχ, την περίοδο που οι αρχηγοί των περισσοτέρων τότε κρατών αντιμετώπιζαν την Γερμανία με δικαιολογημένη καχυποψία. Έτσι η εκδηλωθείσα δια του εν λόγω συμφώνου παπική έκφραση εμπιστοσύνης προς το ολοκληρωτικό καθεστώς της Γερμανίας αποτέλεσε αναμφισβήτητα μια μετάγγιση γοήτρου την οποία όπως αποδείχθηκε είχε απόλυτη ανάγκη.
Κατόπιν αυτού το τελευταίο εσωτερικό εμπόδιο στα σχέδια του Χίτλερ είχε πάψει πλέον να υφίσταται.
 
== Παρατηρήσεις ==
Από τη συνομολόγηση αυτή είναι γεγονός ότι οι μη Καθολικοί της Ευρώπης υπέστησαν ένα σοβαρό κλονισμό και περισσότερο απ΄ όλους οι Εβραίοι. Όμως εξετάζοντας τα δρώμενα της εποχής με τις υφιστάμενες συγκυρίες όταν η Καθολική Εκκλησία είχε ήδη απειληθεί από την εποχή του Βίσμαρκ και τελευταία από την έντονη αντικληρική εκστρατεία του Χίτλερ και ολόκληρη η Γερμανία φερόταν συνεπαρμένη σε εθνική αφύπνιση, η ενέργεια του Πάπα Πίου ΙΑ΄ στη συνομολόγηση αυτού καθώς και οι διακηρύξεις πίστεως των Γερμανών επισκόπων που ακολούθησαν προς τον Χίτλερ δεν θα μπορούσαν να φανούν αφύσικες τουλάχιστον στους περισσότερους Γερμανούς.
 
Αλλά και από την άλλη πλευρά οι κατηγορίες κατά των ηγετών του Κόμματος του Κέντρου ότι δεν είχαν επίγνωση ότι ψηφίζοντας τον υπερνόμο του Χίτλερ εξαφάνιζαν τη δημοκρατία κρίνονται υπερβολικές. Ασφαλώς και είχαν επίγνωση πλην όμως η πεποίθηση που είχε κυριεύσει τους πάντες ότι ο Χίτλερ αποτελούσε ένα ισχυρότατο ανάχωμα κατά του κομουνισμού, αλλά και οι συγκεκριμένες υποσχέσεις του Χίτλερ ως προς τη θέση της Εκκλησίας μέσα στο Ράιχ ήταν αυτό που έπαιξε τον ισχυρότερο ρόλο στη λήψη των αποφάσεών τους.
== Πηγές ==
 
Είναι γεγονός ότι πολλοί Γερμανοί επίσκοποι είχαν επιστήσει την προσοχή στο χάσμα που υπήρχε μεταξύ χριστιανικής διδασκαλίας και ναζιστικού δόγματος και μεταξύ αυτών ήταν προηγουμένως και αυτά τα κύρια πρόσωπα της διαπραγμάτευσης. Πλην όμως υπήρξε μεγαλύτερο το ενδιαφέρον τους για τα προνόμια που θα λάμβανε η Εκκλησία μετά τη συμφωνία με τον Χίτλερ που μέχρι τότε είχαν ανασταλεί.
 
== Πηγές ==
* "Ιστορία του 20ου αιώνος" Εκδ. Πάρνελ - Χρυσός Τύπος Αθήναι 1975, τομ.4ος, σελ.1610.
* "Ιστορία εικονογραφημέη" Εκδ. Πάπυρος, Αθήνα, τεύχος 310, (Απρίλιος 1994), σελ.13.
 
[[Κατηγορία: Κονκορδάτα]]