Ελληνοϊταλικός Πόλεμος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Egmontaz (συζήτηση | συνεισφορές)
Αναίρεση έκδοσης 2932817 από τον 79.107.164.14 (Συζήτηση χρήστη:79.107.164.14)
την πρωτη παραγραφο
Γραμμή 25:
Η απόκρουση της ιταλικής εισβολής αποτέλεσε τη πρώτη νίκη των Συμμάχων κατά των δυνάμεων του Άξονα στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου και ανύψωσε το ηθικό των λαών στη σκλαβωμένη Ευρώπη. Πολλοί ιστορικοί υποστηρίζουν ότι η νίκη των Ελλήνων επηρέασε την έκβαση ολόκληρου του πολέμου, καθώς υποχρέωσε τους Γερμανούς να αναβάλουν την επίθεση κατά της [[ΕΣΣΔ|Σοβιετικής Ένωσης]], προκειμένου να βοηθήσουν τους συμμάχους τους Ιταλούς που έχαναν τον πόλεμο με την Ελλάδα. Η καθυστερημένη επίθεση τον Ιούνιο του 1941, ενέπλεξε τις γερμανικές δυνάμεις στις σκληρές συνθήκες του ρωσικού χειμώνα, με αποτέλεσμα την ήττα τους στη διάρκεια της Μάχης της Μόσχας.
 
== Παρασκήνιο ==
=== Οι ελληνοϊταλικές σχέσεις στις αρχές του 20ού αιώνα ===
Δεν θα πρέπει να λησμονείται ότι η Ιταλία υπήρξε μία από τις [[Μεγάλες Δυνάμεις]] παλαιότερα, που προσπαθούσε να αποκτήσει ηγεμονικό ρόλο στη [[Μεσόγειος θάλασσα|Μεσόγειο]]. Το δε φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι είχε συχνά διακηρύξει ή υπονοήσει την πρόθεσή του να δημιουργήσει μια νέα «[[Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία]]», στο δόγμα "[[Mare Nostrum]]" που θα περιελάμβανε και την Ελλάδα.
 
Ήδη από τη δεκαετία του 1910, τα ελληνικά και ιταλικά συμφέροντα συγκρούονταν, τόσο στην [[Αλβανία]], με το θέμα της [[Βόρεια Ήπειρος|Βορείου Ηπείρου]], όσο και στα [[Δωδεκάνησα]], τα οποία αποτελούσαν μέρος της ιταλικής επικράτειας. Η Αλβανία ήταν από τη δημιουργία της ένα προτεκτοράτο της Ιταλίας, έναντι του οποίου η Ελλάδα προέβαλε το θέμα των εδαφών της Βορείου Ηπείρου (Νότιας Αλβανίας), τα οποία δεν είχε καταφέρει να αποκτήσει στα πλαίσια της [[Μεγάλη Ιδέα|Μεγάλης Ιδέας]], παρά την ύπαρξη εκεί συμπαγούς ελληνικής μειονότητας. Περαιτέρω, η Ιταλία κατείχε τα Δωδεκάνησα από το τέλος του ιταλο-τουρκικού πολέμου, το 1912, και παρότι το 1919 είχε υποσχεθεί την παραχώρησή τους στην Ελλάδα ([[συμφωνία Βενιζέλου - Τιττόνι]]), εντούτοις αργότερα υπαναχώρησε από την υπόσχεση αυτή. Μικροεπεισόδια μεταξύ των στρατευμάτων των δύο κρατών είχαν σημειωθεί και μετά τη [[Συνθήκη των Σεβρών]], όταν μέρος της [[Μικρά Ασία|Μικράς Ασίας]] περί την πόλη της [[Σμύρνη|Σμύρνης]] είχε αποδοθεί στην Ελλάδα, ενώ ιταλικές δυνάμεις φέρονται να βοηθούσαν τους Τούρκους εθνικιστές στον αγώνα τους κατά της ελληνικής κατοχής των εδαφών αυτών. Πέραν αυτών, η φασιστική Κυβέρνηση Μουσολίνι χρησιμοποίησε το συμβάν της δολοφονίας ενός Ιταλού στρατιωτικού στα ελληνοαλβανικά σύνορα για να βομβαρδίσει και να καταλάβει την [[Κέρκυρα]], το μεγαλύτερο από τα [[Περιφέρεια Ιόνιων νησιών|Ιόνια νησιά]]. Τα Ιόνια νησιά αποτελούσαν άλλοτε (ως το [[1797]]) [[Βενετία|βενετική]] κτήση και παρέμεναν ακόμη στόχος του ιταλικού ιμπεριαλισμού. Ακολούθησε μια περίοδος ομαλοποίησης των σχέσεων των δύο χωρών, ιδίως κατά τη διακυβέρνηση Βενιζέλου (1928-1932), κατά τη διάρκεια της οποίας υπογράφτηκε και το [[Σύμφωνο Φιλίας Ρώμης (1928)]], (γνωστό και ως Συμφωνία Βενιζέλου - Μουσολίνι), μεταξύ των δύο κρατών στις ([[23 Σεπτεμβρίου]] [[1928]]).
 
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος έκανε σημαντικές προσπάθειες για την ουσιαστική βελτίωση των σχέσεων της Ελλάδας με όλους τους γείτονές της. Μετά την υπογραφή του Συμφώνου Ελληνοτουρκικής Φιλίας ([[1930]]) και του Βαλκανικού Συμφώνου του [[1934]], η απειλή της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας θεωρείτο ότι είχε εξαλειφθεί. Η Αλβανία ήταν εξαιρετικά αδύναμη για να αποτελεί απειλή, ενώ το Βασίλειο της [[Γιουγκοσλαβία|Γιουγκοσλαβίας]] δεν προέβαλε σοβαρές αξιώσεις επί της [[Μακεδονία|Μακεδονίας]]. Για τους λόγους αυτούς, μόνη πραγματική απειλή για την ελληνική εθνική ασφάλεια κατά τη δεκαετία του 1930 θεωρούνταν η [[Βουλγαρία]] και οι αξιώσεις που έτρεφε, ήδη από την εποχή της [[Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου|Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου]] έναντι της Ανατολικής Μακεδονίας και της [[Θράκη|Θράκης]]. Έτσι, όταν ο [[Ιωάννης Μεταξάς]] [[Καθεστώς της 4ης Αυγούστου|ανήλθε στην εξουσία]] το [[1936]], τέθηκε σε εφαρμογή σχέδιο αναδιοργάνωσης των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων και της δημιουργίας ισχυρής αμυντικής γραμμής κατά μήκος των ελληνοβουλγαρικών συνόρων. Η αμυντική γραμμή κατασκευάστηκε και ονομάστηκε «''[[γραμμή Μεταξά]]''». Τα χρόνια που ακολούθησαν, η Κυβέρνηση Μεταξά έκανε μεγάλες επενδύσεις για την αναδιοργάνωση του στρατού. Αγοράστηκαν νέα όπλα και για τα τρία σώματα, ο στρατός αναβαθμίστηκε τεχνολογικά και οργανωτικά και τις παραμονές του πολέμου δεν είχε καμία σχέση με την εικόνα διάλυσης που παρουσίαζε στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Τέλος, έγιναν σημαντικές προετοιμασίες για το ενδεχόμενο πολέμου, όπως η αποθήκευση πολεμοφοδίων σε διάφορα σημεία της χώρας. Τη διετία [[1938]]-[[1939]] παραγγέλθηκαν σημαντικές ποσότητες όπλων, τα οποία όμως παραδόθηκαν μόνο εν μέρει ή δεν πρόλαβαν να παραδοθούν ποτέ.