Καρκινικός δείκτης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

καμία σύνοψη επεξεργασίας
(Νέα σελίδα: '''Εισαγωγή''': Οι καρκινικοί δείκτες αποτελούν ουσίες οι οποίες βοηθούν στην έγκαιρη ανίχνευση ...)
Ετικέτα: μεγάλη προσθήκη
 
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
==Εισαγωγή==:
'''Εισαγωγή''': Οι καρκινικοί δείκτες αποτελούν ουσίες οι οποίες βοηθούν στην έγκαιρη ανίχνευση και διαφορική διάγνωση και παρακολούθηση της εξάπλωσης νεοπλασιών, καθώς και στην αξιολόγηση της θεραπείας που ακολουθείται. Έτσι δίνεται η δυνατότητα ανίχνευση υποτροπής της νόσου πριν να είναι πολύ αργά, καθώς και ο έλεγχος μεταστάσεων προτού ακόμα εμφανιστούν τα κλινικά συμπτώματα. Υπάρχουν δείκτες οι οποίοι είναι ειδικοί για συγκεκριμένες μορφές καρκίνου όπως ο καρκίνος των μαστών και των ωοθηκών.
 
'''Λέξεις κλειδιά''': καρκινικοί δείκτες, νεοπλασίες, καρκίνος μαστών, καρκίνος ωοθηκών
 
=Τι είναι οι καρκινικοί δείκτες;=
'''Τι είναι οι καρκινικοί δείκτες;''' Οι καρκινικοί ή νεοπλασματικοί ή βιοχημικοί δείκτες (Tumor markers) είναι ουσίες που παράγονται και εκκρίνονται από κακοήθη κύτταρα στο αίμα ή και σε άλλα βιολογικά υγρά ασθενών με καρκίνο. Ονομάζονται έτσι γιατί μπορούν να ανιχνεύσουν την ύπαρξη νεοπλασίας στα πρώιμα στάδια, ώστε να είναι αποτελεσματικότερη και η θεραπεία, πριν ακόμα εμφανισθούν κλινικά συμπτώματα ή διαγνωσθεί η νεοπλασία με άλλες κλινικοεργαστηριακές μεθόδους.
Οι ουσίες αυτές:
1. είτε παράγονται από τα καρκινικά κύτταρα και φυσιολογικά βρίσκονται σε πολύ χαμηλές συγκεντρώσεις, πρόκειται δηλαδή για ειδικά αντιγονικά βιομόρια που παράγονται μόνο από τα ογκογόνα κύτταρα
Ο ορισμός που δίνεται από την Κλινική Χημεία για τους καρκινικούς δείκτες είναι ο εξής: Καρκινικός δείκτης είναι κάθε ουσία που βρίσκεται στα καρκινικά κύτταρα ή παράγεται από αυτά και εκκρίνεται στα βιολογικά υγρά, ή που παράγεται από τον υγιή οργανισμό ως απάντηση στην παρουσία του όγκου και της οποίας η ύπαρξη ή η αύξηση της συγκέντρωσής της πάνω από τα φυσιολογικά όρια σχετίζεται με την παρουσία, την ανάπτυξη, τη διάγνωση ή και την πρόγνωση ενός κακοήθους όγκου.Σύμφωνα με τα παραπάνω, ο ιδανικός καρκινικός δείκτης θα ήταν μία ουσία η οποία θα μπορούσε να μετρηθεί στο αίμα, την οποία θα την βρίσκαμε μόνο σε ασθενείς με συγκεκριμένο είδος καρκίνου και που η αύξηση ή η μείωση της συγκέντρωσής της στο αίμα θα σχετιζόταν άμεσα με το στάδιο της νόσου, με την αντίδραση του οργανισμού στη θεραπεία και με την μετέπειτα πρόγνωση. Δυστυχώς, τέτοιος δείκτης που να τα συγκεντρώνει όλα δεν έχει βρεθεί ακόμη. Ως καρκινικοί δείκτες έχουν προταθεί και μετρώνται, διάφορες ουσίες, όπως ορμόνες, αντιγόνα, ένζυμα, πρωτεΐνες κ.λ.π
 
=Ποια είναι η χρησιμότητα των καρκινικών δεικτών;=
'''Ποια είναι η χρησιμότητα των καρκινικών δεικτών;''' Αυξημένες τιμές στους διάφορους καρκινικούς δείκτες εμφανίζονται, κατά κύριο λόγο, σε ορισμένα είδη καρκίνου αλλά επίσης και σε ορισμένες μη καρκινικές παθολογικές καταστάσεις όπως στην περίπτωση φλεγμονής. Έτσι μια αυξημένη τιμή δεν σημαίνει οπωσδήποτε και κακοήθεια, αλλά μας προβληματίζει να διερευνήσουμε περισσότερο τον ασθενή. Εκείνο όμως που είναι βέβαιο, είναι το γεγονός , ότι οι δείκτες αυτοί βοηθούν στην παρακολούθηση ογκολογικών αρρώστων σε περιπτώσεις π.χ. χειρουργικών επεμβάσεων, χημειοθεραπείας, ακτινοβολίας, υποτροπών ή μεταστάσεων κατά τις οποίες θα έχουμε αισθητές μεταβολές. Μία αύξηση ή συνεχής αύξηση στα επίπεδα των καρκινικών δεικτών συχνά υποδηλώνει υποτροπή, μετάσταση και μικρή ανταπόκριση στη θεραπεία, ενώ μειωμένα επίπεδα υποδεικνύουν θετική ανταπόκριση στη θεραπεία και συνεπώς καλή πρόγνωση.
 
Έτσι, με τη μέτρηση των καρκινικών δεικτών στα βιολογικά υγρά του οργανισμού προσπαθούμε να πετύχουμε τα εξής:
• Έλεγχος μεταστάσεων προτού ακόμα εμφανιστούν τα κλινικά συμπτώματα.
 
'''=Κριτήρια αξιολόγηση καρκινικών δεικτών''' Οι καρκινικοί δείκτες θα πρέπει να πληρούν κάποια κριτήρια όπως είναι τα εξής:=
Οι καρκινικοί δείκτες θα πρέπει να πληρούν κάποια κριτήρια όπως είναι τα εξής:
 
• Υψηλή κλινική ευαισθησία
 
 
=Ιστορική αναδρομή=
'''Ιστορική αναδρομή''' Οι βιοχημικοί δείκτες κακοήθων όγκων άρχισαν να χρησιμοποιούνται στην κλινικοεργαστηριακή πράξη από το 1963 περίπου. Ο πρώτος αιματολογικός δείκτης που εξετάστηκε ήταν η α- φετοπρωτείνη (AFP) το 1963, η οποία χρησιμοποιήθηκε από τον Abelev και συν. το 1963 σα δείκτης του πρωτοπαθή καρκίνου του ήπατος. Στη συνέχεια οι Gold και Freedman το 1965, χρησιμοποίησαν το καρκινοεμβρυονικό αντιγόνο (CEA) σα δείκτη καρκίνου του παχέος εντέρου, ο οποίος χρησιμοποιείται με μεγάλη επιτυχία ακόμα και σήμερα. Ακολούθησαν η χρησιμοποίηση του CA 19-9 από τους Kaprowski και συν. το 1979 σα βιοχημικός δείκτης του καρκίνου του παγκρέατος, το προστατικό αντιγόνο (PSA) από τους Wang και συν. το 1979 για τον καρκίνο του προστάτη, το CA 125 από τους Bast και συν. το 1981για τον καρκίνο των ωοθηκών, το CA -19-3 από τους Kufe και συν. το 1984 για τον καρκίνο του μαστού, το TPS από τους Bjorklund και συν. το 1987 για τον καρκίνο επίσης του μαστού. Ακολούθησαν στη συνέχεια οι εφαρμογές και άλλων βιοχημικών δεικτών όπως του CA 27-29, TAG-72, CA-50, CYFRA 21.1, BTA, CASA, MSA, NSE, TK, TATI, CT κλπ. Οι παραπάνω αιματολογικοί δείκτες χρησιμοποιούνται σήμερα μόνοι τους ο καθένας χωριστά ή σε κατάλληλο συνδυασμό 2 ή 3, για την παρακολούθηση ασθενών με συγκεκριμένο όγκο και μερικές φορές κάτω από ορισμένες προυποθέσεις για τη διάγνωση κακοήθων όγκων.
 
Στην Ελλάδα οι βιοχημικοί δείκτες καρκίνου πρωτοεφαρμόστηκαν δειλά δειλά το 1970. Αρχικά υπήρχε μεγάλη δυσπιστία στη χρησιμοποίησή τους και μια δυσκολία αποδοχής αυτών αλλά στη συνέχεια έγιναν αποδεκτοί σα συμπληρωματικό εργαλείο στην παρακολούθηση ογκολογικών αρρώστων και σήμερα σαν απαραίτητη αιματολογική εξέταση των παραπάνω ασθενών.Παρακάτω παρατίθενται συνοπτικά τα όργανα με τα οποία σχετίζονται οι βασικότεροι δείκτες:
Ferritin: Νεοπλασίες αίματος, Λευχαιμία, Νόσος Hodgkin’s
 
=Καρκινικοί δείκτες που σχετίζονται με τον καρκίνο του μαστού=
'''Καρκινικοί δείκτες που σχετίζονται με τον καρκίνο του μαστού''' : Οι πιο γνωστοί δείκτες που χρησιμοποιούνται για την περίπτωση του καρκίνου του μαστού είναι τα ογκοεξαρτώμενα γονίδια CA-15-3, CA 27.29, TPS, CEA, CA-125, CASA, MSA, CA 50 και CA 549, το γονίδιο c-er B-2 καθώς και ορισμένα ένζυμα όπως ο ογκοσχετιζόμενος αναστολέας θρυψίνης- ΤΑΤΙ και η Μ2-ΡΚ ισομορφή Μ2 της πυρουβικής κινάσης. Από αυτούς οι σημαντικότεροι είναι οι CA 15-3, MCA, CA 27.29, TPS, CA 549, CASA καθώς και το γονίδιο c-erb B-2. ''CA-15-3''
Το αντιγόνο αυτό είναι ένας ειδικός βιοχημικός ογκογονικός δείκτης του μαστού και βρίσκεται σε αυξημένα στον ορό αίματος ασθενών με καρκίνο του μαστού. Κατά τον προσδιορισμό του CA-15-3 χρησιμοποιούνται για τη δέσμευσή του δύο ειδικά μονοκλωνικά αντισώματα το 115D8 και το DF3.
Το πρώτο 115D8 παράγεται από αντιγόνα των μεμβρανών των κυστιδίων γάλακτος και το DF3 από αντιγόνα μεμβρανών και καρκινικών κυτταρών του μαστού. Το CA-15-3 βρίσκεται στον ορό του αίματος φυσιολογικών ατόμων σε μικρές συγκεντρώσεις 13,7+5,2 U/ml που σημαίνει στατιστικά το 99,5% και πραγματικά το 100% του φυσιολογικού πληθυσμού θα έχει <30 U/ml. Σε περίπτωση μη μεταστατικού αδενοκαρκινώματος (Mo) το ποσοστό των ασθενών με αυξημένες τιμές του CA-15-3 κυμαίνεται από 35-50%. Αντίθετα σε μεταστατικό αδενοκαρκίνωμα του μαστού (Μ1) το CA-15-3 είναι αυξημένο σε μεγάλο ποσοστό αρρώστων που κυμαίνεται από 75-95%. Τα αυξημένα επίπεδα του CA-15-3 σχετίζονται με το μέγεθος του όγκου και περιέργως δεν σχετίζονται με τους οιστρογονικούς υποδοχείς, εκτός από την περίπτωση των μεταστατικών όγκων. To ποσοστό ασθενών με αυξημένες τιμές ογκολογικών δεικτών μαστού μπορεί να αυξηθεί πάνω από τα προαναφερθέντα ποσοστά, αν παράλληλα με τον προσδιορισμό του CA-15-3 προσδιοριστούν ποσοτικά το CEA, το TPA (Tissue polypeptide antigen) και το CA-125 (ωοθηκών).
55

επεξεργασίες