Ιρίδιο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ r2.7.1) (Ρομπότ: Προσθήκη: kk:Иридий
μ Αποσαφήνιση: ΊριςΊρις (μυθολογία)
Γραμμή 115:
η οποία έπαιρνε διάφορα εντυπωσιακά χρώματα όταν διαλυόταν σε υδροχλωρικό οξύ.
[[Αρχείο:Winged goddess Cdm Paris 392.jpg|thumb|150px|Η θεά Ίρις των Αρχαίων Ελλήνων]]
Έδωσε στο νέο στοιχείο το όνομα "ιρίδιο" εξαιτίας των έντονων χρωμάτων που είχαν τα άλατα του μετάλλου και από την [[Ίρις (μυθολογία)|Ίριδα]] που ήταν η ιπτάμενη θεά του ουράνιου τόξου των Αρχαίων Ελλήνων. Ο Τένναντ ανακάλυψε ταυτόχρονα και το στοιχείο όσμιο στο ίδιο μαύρο κατάλοιπο της επεξεργασίας του λευκόχρυσου. Η ανακάλυψη των νέων στοιχείων δημοσιεύθηκε στις 21 Ιουνίου 1804<ref name="hunt"></ref>. Το σύμβολο για το νέο στοιχείο που πρότεινε ο Γιονς Γιάκομπ Μπερτσέλιους (Jöns Jakob Berzelius) ήταν Ι που άλλαξε αργότερα σε Ir.
Ο πρώτος που έλιωσε δείγμα ιριδίου ήταν ο Βρετανός χημικός, ορυκτολόγος και ζωολόγος Τζον Τζώρτζ Τσίλντρεν (John George Children) το 1813. Για το σκοπό αυτό, χρησιμοποίησε "''τη μεγαλύτερη γαλβανική μπαταρία που είχε ποτέ κατασκευαστεί''"<ref name="hunt"></ref> (μέχρι τότε).<br />
Το 1842, ο Αμερικανός χημικός Ρόμπερτ Έιρ (Robert Hare) παρασκεύασε για πρώτη φορά ιρίδιο υψηλής καθαρότητας<ref name="IPA"></ref>, υπολόγισε ότι η πυκνότητά του ήταν περίπου 21.8 g/cm<sup>3</sup> και σημείωσε ότι επρόκειτο για μέταλλο, που ήταν σχεδόν αδύνατο να κατεργαστεί.
Ανακτήθηκε από "https://el.wikipedia.org/wiki/Ιρίδιο"