Τίλμαν Ρίμενσναϊντερ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 25:
[[Αρχείο:Riemenschneider Erscheinung des auferstandenen Christus.jpg|thumb|200px|right|''«Μη μου άπτου»'' (1490-92), ξύλο, ενοριακός ναός, Münnerstadt.]]Το 1490, το δημοτικό συμβούλιο του [[Μούννερσταντ]] ανέθεσε στον καλλιτέχνη να κατασκευάσει ένα [[ρετάμπλ]] για τον ενοριακό ναό της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής, το οποίο αποτελούσε ένα σκάλισμα της [[Μαρία Μαγδαληνή|Αγίας]] με έξι [[Άγγελος|αγγέλους]]. Την επόμενη χρονιά, το δημοτικό συμβούλιο του Βίρτσμπουργκ παρήγγειλε δύο πέτρινα αγάλματα σε φυσικό μέγεθος του [[Αδάμ]] και της [[Εύα|Εύας]] για το Παρεκκλήσιο της Αγίας Μαρίας (Marienkapelle). Το 1495 δημιούργησε ένα άγαλμα της Παρθένου με το Θείο Βρέφος για τον ενοριακό ναό του Αγίου Βερνάρδου στην ίδια πόλη.<ref name="vac"/>
Μέχρι το 1500, ο Ρίμενσνάιντερ είχε κτίσει τη φήμη του καλύτερου τεχνίτη ξύλου της περιοχής και είχε ανελιχθεί σε πλούσιο μέλος της κοινότητας του Βίρτσμπουργκ. Το εργαστήρι του μεγάλωσε τόσο πολύ, ώστε να απασχολεί περίπου 30 μαθητές που εκπαιδεύονταν στην ξυλογλυπτική, τη γλυπτική και τη ζωγραφική, ανάμεσα στους οποίους συναντούμε τους [[
Δυστυχώς, οι τύχες του καλλιτέχνη άλλαξαν στα μέσα τις δεκαετίας του 1520 κατά την [[Εξέγερση των Χωρικών]], οπότε και αρνήθηκε να υποστηρίξει με την ψήφο του την αποστολή στρατευμάτων εναντίον των αγροτών. Μετά την κατάπνιξη της εξέγερσης, φυλακίστηκε από τους υποστηρικτές του Πρίγκιπα Επισκόπου του Βίρτσμπουργκ και έλαβε βαρύ πρόστιμο, με αποτέλεσμα να παράγει ελάχιστο έργο κατά τα τελευταία έξι έτη της ζωής του. Από τους γιους του, δύο (οι Γιοργκ και Χανς) έγιναν γλύπτες, ενώ δύο άλλοι (οι Βαρθολομαίος και Τίλμαν ο νεότερος) έγιναν ζωγράφοι.<ref name="vac"/><ref name="wga-bio"/>
|