Συμπεριφορισμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 3:
 
== Συμπεριφορισμός και πραγματισμός==
Ο [[Τζον Γουάτσον]] έδωσε την έναρξη στην εν λόγω θεωρητική οπτική, η οποία βασίζεται στο [[Φιλοσοφία|φιλοσοφικό]] ρεύμα του Πραγματισμού. Σύμφωνα με τον πραγματισμό ο πιο αποτελεσματικός τρόπος ερμηνείας είναι αυτός που βασίζεται στους νόμους της φύσης. Κατά τον Συμπεριφορισμό το εξωτερικό περιβάλλον και συγκεκριμένα η αλληλεπίδραση του ατόμου με τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος διαμορφώνουν την συμπεριφορά του. Δεν αποδίδει την συμπεριφορά του ατόμου σε παράγοντες όπως η προσωπικότητα, ο χαρακτήρας , το ασυνείδητο ή τα γνωστικά σχήματα. Για τον συμπεριφορισμό όλα αυτά αποτελούν ουσιαστικοποιήσεις. Η ουσιαστικοποίηση είναι οποιαδήποτε απόδοση μιας συμπεριφοράς σε μια άλλη συμπεριφορά. Για παράδειγμα το να αποδώσουμε τη συμπεριφορά (σύμπτωμα) ενός ατόμου με [[σχιζοφρένεια]] στην ψυχική ασθένεια είναι μια ουσιαστικοποίηση. Βασικός άξονας της συμπεριφοριστικής ανάλυσης αποτελεί η έννοια του κλασικού εξαρτημένου αντανακλαστικού η οποία οφείλεται στον Ivan Petrovich Pavlov (ο σκύλος του Pavlov)(Μέλλον, 2007).
 
 
Η θεμελιώδης συνεισφορά του Τζον Γουάτσον ήταν οι εργασίες του στην εξαρτημένη μάθηση. Όταν δηλαδή ένα ουδέτερο ερέθισμα (Ε<sup>Ο</sup>) συσχετίζεται στο χώρο και στο χρόνο με ένα ανεξάρτητα προκλητικό ερέθισμα (Ε<sup>ΑΠ</sup>) τότε το αρχικά ουδέτερο ερέθισμα αποκτά εξαρτημένη προκλητική δύναμη (Ε<sup>ΕΠ</sup>) προκαλώντας εξαρτημένες αντιδράσεις (Α<sup>Ε</sup>)(π.χ. το σκυλί του Pavlov)(Μέλλον, 2007).
 
O B.F. Skinner ενίσχυσε την οπτική του συμπεριφορισμού με την θεωρία του περί συντελεστικής συμπεριφοράς. Κατά την συντελεστική συμπεριφορά η δράση επιφέρει κάποιο ερέθισμα. Για παράδειγμα η δράση του να ανοίξω την τηλεόραση επιφέρει το ερέθισμα της αγαπημένης μου τηλεοπτικής σειράς το οποίο εν συνεχεία προκαλεί συναισθήματα χαράς (αντίδραση)(Μέλλον, 2007).
 
==Μηχανισμοί διαμόρφωσης συμπεριφοράς==
Γραμμή 16:
*''Θετική τιμωρία'': η δράση επιφέρει ένα αρνητικό ερέθισμα (π.χ. η δράση του να γυμνάζομαι επιφέρει κούραση)
*''Αρνητική ενίσχυση'' : η δράση τερματίζει ένα αρνητικό ερέθισμα (π.χ. η δράση του να γυρίζω νωρίς στο σπίτι μου τερματίζει τις φωνές της γυναίκας μου μου)
*''Αρνητική τιμωρία'' : η δράση τερματίζει ένα θετικό ερέθισμα (π.χ. η δράση του να μην πηγαίνω νωρίς στο σπίτι μου θα τερματίσει την γυναίκα μου δηλ. θα με χωρίσει)(Μέλλον, 2007)
 
==Πηγές και παραπομπές==