Αντίγονος Β΄ Γονατάς: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Διόρθωση συντακτικών λαθών με τη χρήση AWB
Γραμμή 33:
</table>
|}
Ο Αντίγονος γεννήθηκε γύρω στο [[319 π.Χ.]], με πιθανό τόπο γέννησης τους [[Γόννοι Λάρισας|Γόννους]] της [[Θεσσαλία|Θεσσαλίας]]ς. Είχε δεσμούς με τα πιο ισχυρά πολιτικά πρόσωπα της εποχής, ανάμεσα στους οποίους οι σημαντικότεροι ήταν οι [[Επίγονοι (Μ. Αλεξάνδρου)|Επίγονοι]] του Μεγάλου Αλεξάνδρου, δηλαδή οι στρατηγοί που μοιράστηκαν την απέραντη αυτοκρατορία του μετά το θάνατό του. Πατέρας του Αντίγονου ήταν ο [[Δημήτριος ο Πολιορκητής]] και παππούς του ο [[Αντίγονος ο Μονόφθαλμος]], που απέκτησε υπό τον έλεγχό του το μεγαλύτερο μέρος του ασιατικού τμήματος της αυτοκρατορίας. Μητέρα του ήταν η [[Φίλα (κόρη Αντίπατρου)|Φίλα]], κόρη του [[Αντίπατρος|Αντίπατρου]]. Ο τελευταίος ήταν ηγέτης της Μακεδονίας και της υπόλοιπης Ελλάδας και είχε αναγνωριστεί ως αντιβασιλέας της αυτοκρατορίας, η οποία θεωρητικά παρέμενε ενωμένη. Ο Αντίγονος ο Μονόφθαλμος, αφού έφθασε πιο κοντά από όλους να ενώσει την αυτοκρατορία, ηττήθηκε και σκοτώθηκε στη [[Μάχη της Ιψού]] το 301 π.Χ. και οι περιοχές υπό την κυριαρχία του μοιράστηκαν ανάμεσα στους εχθρούς του, τον [[Κάσσανδρος|Κάσσανδρο]], τον [[Πτολεμαίος ο Σωτήρ|Πτολεμαίο]], τον [[Λυσίμαχος|Λυσίμαχο]] και το [[Σέλευκος Α’|Σέλευκο]].
 
== Στρατηγός του Δημητρίου ==
Γραμμή 39:
Η μοίρα του Αντίγονου Γονατά, που τότε ήταν 18 ετών, ήταν συνυφασμένη με αυτή του πατέρα του, του Δημητρίου, που κατάφερε να διαφύγει από το πεδίο της μάχης με 9.000 άνδρες. Ο τελευταίος κατάφερε να ανακτήσει μέρος της δύναμης που έχασε ο πατέρας του. Κατέκτησε την [[Αθήνα]] και το [[294 π.Χ.]] αξίωσε το θρόνο της Μακεδονίας από τον [[Αλέξανδρος Ε' της Μακεδονίας|Αλέξανδρο]] το γιο του Κάσσανδρου. Επειδή ο γιος του ο Αντίγονος ήταν εγγονός του Αντίπατρου και ανιψιός του Κάσσανδρου, από την πλευρά της μητέρας του, η παρουσία του ενίσχυσε τις θέσεις του πατέρα του, μαλακώνοντας τις αντιδράσεις των υποστηρικτών των προηγούμενων βασιλέων.
 
Το [[292 π.Χ.]], κι ενώ ο Δημήτριος εξεστράτευσε στη [[Βοιωτία]], έλαβε νέα πως ο Λυσίμαχος, βασιλιάς της [[Θράκη|Θράκης]]ς και εχθρός του πατέρα του, πιάστηκε αιχμάλωτος από τον [[Δρομιχαίτης|Δρομιχαίτη]], έναν βάρβαρο. Ελπίζοντας να καταλάβει τα εδάφη του Λυσίμαχου στην Θράκη και την [[Ασία]], ο Δημήτριος, παρέδωσε την αρχηγία των δυνάμεών του στη Βοιωτία, στο γιο του Αντίγονο και προέλασε προς το Βορρά. Κατά τη διάρκεια της απουσίας του, οι Βοιωτοί επαναστάτησαν, μα νικήθηκαν από τον Αντίγονο που τους στρίμωξε στη [[Θήβα]].
 
Μετά την αποτυχία της εκστρατείας του στη Θράκη, ο Δημήτριος επέστρεψε στο πλευρό του γιου του στην πολιορκία της Θήβας. Καθώς οι κάτοικοι της πόλης αμύνονταν πεισματικά, ο Δημήτριος ανάγκαζε επιπόλαια τους άνδρες του να επιτίθενται με μεγάλες απώλειες, κι ας υπήρχαν λίγες ελπίδες για την κατάληψη της πόλης. Λέγεται πως ο Αντίγονος ρώτησε τον πατέρα του γιατί άφηνε να πετιούνται τόσες ζωής άδικα. Εκείνος του απάντησε να μην τον νοιάζει γιατί δεν είναι υποχρεωμένοι να σιτίζουν τους νεκρούς. Ωστόσο έδειξε την ίδια αδιαφορία και για τη δική του ζωή καθώς τραυματίστηκε σοβαρά στο λαιμό κατά την πολιορκία.
Γραμμή 68:
== Η Βασιλεία: Αντίγονος & Πύρρος ==
=== Απώλεια της Μακεδονίας ===
[[Πύρρος της Ηπείρου|Πύρρος]], του οποίου το βασίλειο βρισκόταν δυτικά της Μακεδονίας, ήταν ένας άντρας εξαιρετικών ικανοτήτων, ιδιαίτερα γνωστός για τη γενναιότητα του, μα που δεν χρησιμοποιούσε το ταλέντο του με σύνεση και που πιανόταν από φρούδες ελπίδες. Ο Αντίγονος τον παρομοίαζε με έναν παίκτη ζαριών, που είχε εξαιρετικές ρίψεις, μα δεν ήξερε πως να τις χρησιμοποιήσει. Όταν οι Γαλάτες εκθρόνισαν τον Πτολεμαίο Κεραυνό, ο Πύρρος βρισκόταν στις υπερπόντιες εκστρατείες του στη Δύση. Ελπίζοντας να κατακτήσει πρώτα την [[Ιταλία]] και μετά την [[Αφρική]], ενεπλάκη σε πολέμους με τη [[Ρωμαϊκή Δημοκρατία]] και την [[Καρχηδόνα]], τις δυο ισχυρότερες δυνάμεις της Δυτικής [[Μεσόγειος Θάλασσα|Μεσογείου]]. Με την υπεροψία του έχασε την υποστήριξη των ελληνικών πόλεων της Ιταλίας και της [[Σικελία|Σικελίας]]ς. Αναζητώντας ενισχύσεις, έγραψε στον Αντίγονο, ζητώντας στρατεύματα και χρήματα, αλλά έλαβε μια ευγενική άρνηση. Το 275 π.Χ., οι Ρωμαίοι νίκησαν τον Πύρρο στη [[Μάχη του Μπενεβέντουμ]] με αποτέλεσμα να εγκαταλείψει τις φιλοδοξίες του και να επιστρέψει στην [[Ήπειρος|Ήπειρο]].
 
Η ήττα του Πύρρου όμως, εξελίχτηκε σε κακοτυχία για τον Αντίγονο. Η επιστροφή του στην Ήπειρο με 8.000 πεζικάριους και 5.000 ιππικό, σήμαινε πως έπρεπε να βρει χρήματα να τους αποζημιώσει και να τους συντηρήσει για μελλοντικές εκστρατείες. Έπρεπε να καταφύγει εκ νέου σε πόλεμο, οπότε τον επόμενο χρόνο, αφού προσέθεσε Γαλάτες μισθοφόρους στο στρατό του, εισέβαλε στη Μακεδονία το [[273 π.Χ.]]. Η εκστρατεία του ήταν καλύτερη κι από το αναμενόμενο, πράγμα που ξύπνησε μέσα του το πάθος για κατακτήσεις, και κάνοντάς τον να προχωρήσει παραπέρα από τους αρχικούς του σκοπούς. Έχοντας καταλάβει πολλές πόλεις και συμμαχώντας με δύο χιλιάδες πρώην άντρες του Αντίγονου, οι ελπίδες του αναπτερώθηκαν και αποφάσισε να κυνηγήσει τον ίδιο τον Αντίγονο. Επιτέθηκε στο στρατό του σε μια στενή περιοχή, προκαλώντας σύγχυση. Ο μακεδονικός στρατός υποχώρησε, αφήνοντας μερικούς μισθοφόρους Γαλάτες. Παρόλο που αντιστάθηκαν γενναία, τελικά έπεσαν. Ανάμεσά τους ήταν και εκείνοι που ήταν υπεύθυνοι για τους [[ελέφαντας|ελέφαντες]] του Αντίγονου. Οι τελευταίοι στάθηκαν στη θέση τους, ώσπου περικυκλώθηκαν από τους άνδρες του Πύρρου και αναγκάστηκαν να παραδοθούν παραχωρώντας και τους ελέφαντες. Ο Πύρρος κυνήγησε και τους υπόλοιπους στρατιώτες του Αντίγονου, που έχοντας χάσει το ηθικό τους αρνήθηκαν να πολεμήσουν. Καθώς οι δύο στρατοί στάθηκαν αντιμέτωποι, ο Πύρρος κάλεσε ονομαστικά τους διάφορους αξιωματικούς πείθοντάς τους να φύγουν. Ο Αντίγονος διέφυγε με λίγους άντρες κρύβοντας την πραγματική του ταυτότητα. Ο Πύρρος είχε πλέον τον έλεγχο της Άνω Μακεδονίας και της Θεσσαλίας, ενώ ο Αντίγονος είχε υπό τον έλεγχό του παραθαλάσσιες πόλεις, όπως και την [[Θεσσαλονίκη]] στην οποία κατέφυγε.
Γραμμή 96:
Το αμέσως επόμενο στάδιο της βασιλείας του Αντίγονου δεν είναι καταγεγραμμένο, αλλά ανασυντίθεται από ιστορικές αναφορές. Ο Αντίγονος φαίνεται να είχε ιδιαίτερα καλές σχέσεις με τον [[Αντίοχος Α' Σωτήρ|Αντίοχο]], το βασιλιά των [[Δυναστεία των Σελευκιδών|Σελευκιδών]] στην Ασία, του οποίου η αγάπη για την αδερφή του Αντίγονου, τη [[Στρατονίκη της Συρίας|Στρατονίκη]], είναι διάσημη. Μια τέτοια συμμαχία σίγουρα θορύβησε τον ηγεμόνα του βασιλείου της [[Αρχαία Αίγυπτος|Αιγύπτου]]. Στην Ελλάδα, η Αθήνα και η Σπάρτη, κάποτε κυρίαρχοι των πολιτικών πραγμάτων, τώρα ένιωθαν καταπιεσμένες από την κυριαρχία του Αντίγονου. Η περηφάνεια που κάποτε έκανε αυτές τις δύο πόλεις θανάσιμους εχθρούς, τώρα χρησίμεψε στο να τις ενώσει. Το 267 π.Χ., πιθανώς με την παρότρυνση της Αιγύπτου, ένας Αθηναίος με το όνομα [[Χρεμονίδης]], έπεισε τους Αθηναίους να συμμαχήσουν με τους Σπαρτιάτες και να κηρύξουν πόλεμο στον Αντίγονο, που έμεινε γνωστός σαν [[Χρεμονίδειος πόλεμος]].
 
Ο Μακεδόνας βασιλιάς αντέδρασε ερημώνοντας την περιοχή της Αθήνας και κλείνοντας την πόλη από θαλάσσης. Σε αυτή την εκστρατεία κατέστρεψε επίσης το άλσος και το ναό του [[Ποσειδώνας (μυθολογία)|Ποσειδώνα]] που στέκονταν στα σύνορα της [[Αττική|Αττικής]]ς με τα [[Μέγαρα]]. Για να υποστηρίξει τους Αθηναίους και να εμποδίσει την ενδυνάμωση του Αντίγονου, ο φαραώ της Αιγύπτου [[Πτολεμαίος Β' Φιλάδελφος|Πτολεμαίος Β’ ο Φιλάδελφος]], έστειλε ένα στόλο να σπάσει το μπλόκο. Ο Αιγύπτιος ναύαρχος, ο [[Πάτροκλος (ναύαρχος)|Πάτροκλος]], αποβιβάστηκε σε ένα μικρό ακατοίκητο νησί κοντά στο [[Λαύριο]] και το οχύρωσε σαν βάση ναυτικών επιχειρήσεων.
 
Οι Σελευκίδες είχαν υπογράψει συνθήκη ειρήνης με την Αίγυπτο, μα ο γαμπρός του Αντίοχου, ο [[Μάγας της Κυρήνης]], έπεισε τον Αντίοχο να εκμεταλλευτεί τον πόλεμο στην Ελλάδα και να επιτεθεί στην Αίγυπτο. Για να το αντιμετωπίσει αυτό, ο Πτολεμαίος έστειλε μια στρατιά από πειρατές να λεηλατήσουν τα εδάφη και της επαρχίες του Αντίοχου, ενώ ο στρατός του αμυνόταν, κρατώντας πίσω τον ισχυρότερο στρατό των Σελευκιδών. Παρόλο που κατάφερε να υπερασπιστεί την Αίγυπτο, ο Πτολεμαίος δεν μπόρεσε παράλληλα να εμποδίσει τον Αντίγονο να καταλάβει την Αθήνα. Το 263 π.Χ., Αθηναίοι και Σπαρτιάτες, εξαντλημένοι από χρόνια πολέμου και καταστροφής, έκαναν ειρήνη με τον Αντίγονο που απέκτησε και πάλι τον έλεγχο της Ελλάδας.
Γραμμή 120:
Το [[243 π.Χ.]], σε μια νυκτερινή επίθεση ο Άρατος κατέλαβε την [[Ακροκόρινθος|Ακροκόρινθο]], που όπως αναφέρθηκε, ήταν ένα οχυρό στρατηγικής συμμαχίας χάρις στο οποίο ο Αντίγονος έλεγχε τον Ισθμό και κατ’ επέκταση την Πελοπόννησο. Όταν τα νέα έφτασαν στους Κορίνθιους, αυτοί αποφάσισαν να επαναστατήσουν, ανέτρεψαν την παράταξη του Αντίγονου και ενώθηκαν με την Αχαϊκή Συμπολιτεία. Έπειτα ο Άρατος κατέλαβε το λιμάνι στο [[Λέχαιο]] και αιχμαλώτισε 25 από τα πλοία του Αντίγονου.
 
Αυτή η ατυχία του Αντίγονου άναψε τη σπίθα μιας γενικευμένης επανάστασης απέναντι στη Μακεδονία. Οι Μεγαρείς επαναστάτησαν από κοινού με τους κατοίκους της [[Τροιζήνα|Τροιζήνας]]ς και της [[Επίδαυρος|Επιδαύρου]] και εισχώρησαν στη Συμπολιτεία.Μάλιστα αναφέρεται οτι οι Μεγαρείς στην άμυνά τους κατα του Αντίγονου ο οποίος διέθετε ελέφαντες εφάρμοσαν την εξής τακτική, πληροφορούμενοι ότι οι ελέφαντες φοβούνται τα γουρούνια, άλειψαν γουρούνια με λίπος, τους έβαλαν φωτιά και τα έστειλαν όπως γρύλιζαν με υστερία ανάμεσα στα πόδια των ελεφάτων. Με τη νέα του δύναμη, ο Άρατος εισέβαλε στην περιοχή της Αθήνας και λαφυραγώγησαν τη [[Σαλαμίνα]]. Όλοι οι Αθηναίοι πολίτες που πιάστηκαν στάλθηκαν πίσω στην Αθήνα ασφαλείς και χωρίς λύτρα για να ενθαρρυνθούν να ενωθούν με την επανάσταση. Οι Μακεδόνες , ωστόσο κατάφεραν για άλλη μια φορά να κρατήσουν την Αθήνα και την υπόλοιπη Ελλάδα.
 
== Θάνατος και διαδοχή ==
Γραμμή 145:
|-
! 291 π.Χ.
| Κατάληψη της [[Θήβα|Θήβας]]ς.
|-
! 288 π.Χ.
Γραμμή 193:
|-
! 251 π.Χ.
| Ο [[Άρατος της Σικυώνος|Άρατος]] ανατρέπει το [[Νικοκλής της Σικυώνας|Νικοκλή]], τύραννο της [[Σικυώνα|Σικυώνας]]ς.
|-
!
Γραμμή 217:
{{Ενσωμάτωση κειμένου|en|Antigonus II Gonatas}}
 
{{DEFAULTSORT:Αντιγονος 2}}
{{Βασιλείς της Μακεδονίας}}
 
{{DEFAULTSORT:Αντιγονος 2}}
[[Κατηγορία:Βασιλείς της Δυναστείας των Αντιγονιδών]]
[[Κατηγορία:Μακεδόνες μονάρχες]]