Τσιμέντο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
ZéroBot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ r2.7.1) (Ρομπότ: Προσθήκη: ky:Цемент
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
[[Αρχείο:Ash_Grove_Cement_factory_01.jpg|right|thumb|250px|Σύγχρονο εργοστάσιο παρασκευής τσιμέντου, [[Σιάτλ]], [[ΗΠΑ]]]]
Το '''τσιμέντο''', ή επίσημα '''σκυροκονίαμα''', είναι ένα υδραυλικό συνδετικό κονίαμα. Δηλαδή είναι ένα λεπτά διαμερισμένο ανόργανο υλικό (σκόνη) που σε ανάμειξη με νερό σχηματίζει μια πάστα η οποία πήζει και σκληραίνει μέσω αντιδράσεων και διεργασιών ενυδάτωσης και μετά την σκλήρυνση επανακτά την αντοχή και την σταθερότητα ακόμα και μέσα στο νερό.
 
Ο όρος τσιμέντο ή τσιμεντοκονία αναφέρεται στη συνδετική σκόνη, συνήθως προ της ανάμιξης με νερό, χωρίς άλλα αδρανή πρόσθετα όπως άμμος και χαλίκι. Ενώ το '''σκυρόδεμα''' αναφέρεται είτε στο μείγμα τσιμέντου με ποσότητα από άλλα [[αδρανή υλικά]], είτε συνήθως στο στερεό κατασκευαστικό υλικό που προκύπτει μετά την ανάμιξη αυτού του μίγματος με νερό, πήξη και σκλήρυνση. Το σιδηροπαγές ή οπλισμένο σκυρόδεμα ονομάζεται, εκ του γαλλικού όρου, '''μπετόν αρμέ'''(béton armé).